ΑΓΓΑΙΟΣ

 

ΑΓΓΑΙΟΣ 1

 

Αγ. 1,1              Ἐν τῷ δευτέρῳ ἔτει ἐπὶ Δαρείου τοῦ βασιλέως, ἐν τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ, μιᾷ τοῦ μηνός, ἐγένετο λόγος Κυρίου ἐν χειρὶ Ἀγγαίου τοῦ προφήτου λέγων· εἰπὸν πρὸς Ζοροβάβελ τὸν τοῦ Σαλαθιὴλ ἐκ φυλῆς Ἰούδα καὶ πρὸς Ἰησοῦν τὸν τοῦ Ἰωσεδὲκ τὸν ἱερέα τὸν μέγαν λέγων·

Αγ. 1,1                        Κατά το δεύτερον έτος της βασιλείας του Δαρείου, την πρώτην του έκτου μηνός, ωμίλησεν ο Κυριος δια μέσου του προφήτου Αγγαίου και είπε τα εξής· “Ειπέ προς τον Ζοροβάβελ, τον υιόν του Σαλαθιήλ, που κατάγεται από την φυλήν Ιούδα και προς τον Ιησούν, τον υιόν του Ιωσεδέκ, τον αρχιερέα τα εξής·

Αγ. 1,2              τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ λέγων· ὁ λαὸς οὗτος λέγουσιν· οὐχ ἥκει ὁ καιρὸς τοῦ οἰκοδομῆσαι τὸν οἶκον Κυρίου.

Αγ. 1,2                       Αυτά λέγει προς σας και γνωστοποιεί ο Κυριος, ο παντοκράτωρ. Ο ισραηλιτικός αυτός λαός, που επέστρεψεν από τον τόπον της εξορίας του, λέγει· Δεν έχει έλθει ακόμη ο κατάλληλος χρόνος δια την ανοικοδόμησιν του ναού του Κυρίου.

Αγ. 1,3              καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου ἐν χειρὶ Ἀγγαίου τοῦ προφήτου λέγων·

Αγ. 1,3                        Δια μέσου πάλιν του προφήτου Αγγαίου ωμίλησεν ο Θεός εναντίον των ραθυμούντων προς ανοικοδόμησιν του ναού και λέγει·

Αγ. 1,4              εἰ καιρὸς μὲν ὑμῖν ἐστι τοῦ οἰκεῖν ἐν οἴκοις ὑμῶν κοιλοστάθμοις, ὁ δὲ οἶκος οὗτος ἐξηρήμωται;

Αγ. 1,4                       μήπως είναι μεν καιρός να μένετε εις τα καλοφτιασμένα σπίτια σας, δεν ήλθε δε καιρός να εργασθήτε δια τον ναόν και έτσι ο ναός αυτός μένει εις ερείπια; Οχι βέβαια.

Αγ. 1,5              καὶ νῦν τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ· τάξατε δὴ καρδίας ὑμῶν εἰς τὰς ὁδούς ὑμῶν.

Αγ. 1,5                        Και τώρα αυτά λέγει Κυριος ο παντοκράτωρ· εξετάσατε μέσα εις τας καρδίας σας τους δρόμους, τους οποίους ακολουθείτε.

Αγ. 1,6              ἐσπείρατε πολλὰ καὶ εἰσηνέγκατε ὀλίγα, ἐφάγετε καὶ οὐκ εἰς πλησμονήν, ἐπίετε καὶ οὐκ εἰς μέθην, περιεβάλεσθε καὶ οὐκ ἐθερμάνθητε ἐν αὐτοῖς, καὶ ὁ τοὺς μισθοὺς συνάγων συνήγαγεν εἰς δεσμὸν τετρυπημένον.

Αγ. 1,6                       Εσπείρατε πολύν σπόρον και εμαζεψατε ολίγον καρπόν. Εφάγατε και δεν εχορτάσατε, επίετε οίνον και δεν ευρήκατε ανάπαυσιν. Εφορέσατε ενδύματα και δεν εζεσταθήκατε από αυτά και εκείνος, που εισέπραξε χρήματα, τα εμάζευσεν εις τρυπημένο σακκούλι και τα έχασε.

Αγ. 1,7              τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ· θέσθε τὰς καρδίας ὑμῶν εἰς τὰς ὁδοὺς ὑμῶν·

Αγ. 1,7                        Αυτά λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ· Προσέξατε καλά το εσωτερικόν σας και τον τρόπον της ζωής σας·

Αγ. 1,8              ἀνάβητε εἰς τὸ ὄρος καὶ κόψατε ξύλα καὶ οἰκοδομήσατε τὸν οἶκον, καὶ εὐδοκήσω ἐν αὐτῷ καὶ ἐνδοξασθήσομαι, εἶπε Κύριος.

Αγ. 1,8                       αναβήτε εις τα όρη, κόψετε ξύλα, ανοικοδομήσατε τον ναόν. Εγώ δε θα τον περιβάλω με ευμένειαν και αγάπην και θα δοξασθώ εις αυτόν, είπεν ο Κυριος.

Αγ. 1,9              ἐπεβλέψατε εἰς πολλά, καὶ ἐγένετο ὀλίγα· καὶ εἰσηνέχθη εἰς τὸν οἶκον, καὶ ἐξεφύσησα αὐτά. διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ· ἀνθ᾿ ὧν ὁ οἶκός μού ἐστιν ἔρημος, ὑμεῖς δὲ διώκετε ἕκαστος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ,

Αγ. 1,9                       Απεβλέψατε και υπελογίσατε ότι θα αποκτήσετε πολλά εισοδήματα· και όμως ήσαν ολίγα. Τα μετεφέρατε όλα στον οίκον σας, και εγώ με ένα φύσημα το διεσκόρπισα.

Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ· Επειδή ο ναός μου μένει ακόμη έρημος εις ερείπια, και καθένας από σας φροντίζει, πως να οικοδομήση το ιδικόν του σπίτι,

Αγ. 1,10             διὰ τοῦτο ἀνέξει ὁ οὐρανὸς ἀπὸ δρόσου, καὶ ἡ γῆ ὑποστελεῖται τὰ ἐκφόρια αὐτῆς

Αγ. 1,10                      δια τούτο ο ουρανός θα αναστείλη την δροσιά του από την γην, τα δε χωράφια σας θα αναστείλουν την παραγωγήν των.

Αγ. 1,11             καὶ ἐπάξω ῥομφαίαν ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ἐπὶ τὰ ὄρη καὶ ἐπὶ τὸν σῖτον καὶ ἐπὶ τὸν οἶνον καὶ ἐπὶ τὸ ἔλαιον καὶ ὅσα ἐκφέρει ἡ γῆ καὶ ἐπὶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐπὶ τὰ κτήνη καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς πόνους τῶν χειρῶν αὐτῶν.

Αγ. 1,11                      Θα επιφέρω έτσι την θλίψιν της ανομβρίας εις την γην σας, εις τας πεδιάδας και τα όρη, εις τα χωράφια του σίτου και στους αμπελώνας, εις τα ελαιόδενδρα και εις όλα τα αλλά προϊόντα, που αποφέρει η χώρα δια σας και δια τα ζώα σας και εις όλα τα γεωργικά έργα των χειρών σας.

Αγ. 1,12             καὶ ἤκουσε Ζοροβάβελ ὁ τοῦ Σαλαθιὴλ ἐκ φυλῆς Ἰούδα καὶ Ἰησοῦς ὁ τοῦ Ἰωσεδὲκ ὁ ἱερεὺς ὁ μέγας καὶ πάντες οἱ κατάλοιποι τοῦ λαοῦ τῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ αὐτῶν καὶ τῶν λόγων τοῦ Ἀγγαίου τοῦ προφήτου, καθότι ἐξαπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς αὐτῶν πρὸς αὐτούς, καὶ ἐφοβήθη ὁ λαὸς ἀπὸ προσώπου Κυρίου.

Αγ. 1,12                      Ο Ζοροβάβελ, ο υιός του Σαλαθιήλ, από την φυλην του Ιούδα, και ο Ιησούς, ο υιός του Ιωσεδέκ, ο αρχιερεύς και όλοι όσοι είχαν απομείνει από τον ισραηλιτικόν λαόν, ήκουσαν τους λόγους αυτούς Κυρίου του Θεού των, δηλαδή τους λόγους του προφήτου Αγγαίου, διότι αυτόν έστειλεν ο Κυριος ο Θεός των προς αυτούς, και εκυριεύθησαν από φόβον ενώπιον του Κυρίου.

Αγ. 1,13             καὶ εἶπεν Ἀγγαῖος ἄγγελος Κυρίου ἐν ἀγγέλοις Κυρίου τῷ λαῷ· ἐγώ εἰμι μεθ᾿ ὑμῶν, λέγει Κύριος.

Αγ. 1,13                      Ο Αγγαίος ο προφήτης, ένας από τους αγγελιαφόρους του Κυρίου, είπε προς τον λαόν εκ μέρους του Κυρίου· Εγώ είμαι μαζή σας, λέγει ο Κυριος.

Αγ. 1,14             καὶ ἐξήγειρε Κύριος τὸ πνεῦμα Ζοροβάβελ τοῦ Σαλαθιὴλ ἐκ φυλῆς Ἰούδα καὶ τὸ πνεῦμα Ἰησοῦ τοῦ Ἰωσεδὲκ τοῦ ἱερέως τοῦ μεγάλου καὶ τὸ πνεῦμα τῶν καταλοίπων παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ εἰσῆλθον καὶ ἐποίουν ἔργα ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου παντοκράτορος Θεοῦ αὐτῶν

Αγ. 1,14                      Ο Κυριος εφώτισε, διήγειρε και ενίσχυσε το πνεύμα του Ζοροβάβελ, υιού του Σαλαθιήλ, από την φυλήν του Ιούδα, και το πνεύμα του Ιησού, υιού του Ιωσεδέκ του αρχιερέως, όπως επίσης και το πνεύμα των Ισραηλιτών, οι οποίοι είχαν απομείνει και επανέλθει από την εξορίαν. Και όλοι αυτοί εισήλθον εις την περιοχήν, όπου άλλοτε υπήρχεν ο ναός, και ήρχισαν να εργάζωνται δια την ανοικοδόμησιν του ναού του Κυρίου, του παντοκράτορας, του Θεού των.

Αγ. 1,15             τῇ τετράδι καὶ εἰκάδι τοῦ μηνὸς τοῦ ἕκτου, τῷ δευτέρῳ ἔτει, ἐπὶ Δαρείου τοῦ βασιλέως.

Αγ. 1,15                      Αυτό έγινε την εικοστήν τετάρτην του έκτου μηνός κατά το δεύτερον έτος της βασιλείας του Δαρείου.

 

 

ΑΓΓΑΙΟΣ 2

 

Αγ. 2,1              Τῷ μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ, μιᾷ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός, ἐλάλησε Κύριος ἐν χειρὶ Ἀγγαίου τοῦ προφήτου λέγων·

Αγ. 2,1                       Την εικοστήν πρώτην του εβδόμου μηνός, ωμίλησεν ο Κυριος δια του προφήτου Αγγαίου και είπεν·

Αγ. 2,2              εἰπὸν δὴ πρὸς Ζοροβάβελ τὸν τοῦ Σαλαθιὴλ ἐκ φυλῆς Ἰούδα καὶ πρὸς Ἰησοῦν τοῦ Ἰωσεδὲκ τὸν ἱερέα τὸν μέγαν καὶ πρὸς πάντας τοὺς καταλοίπους τοῦ λαοῦ λέγων·

Αγ. 2,2                       Ειπέ, λοιπόν, στον Ζοροβάδελ, τον υιόν του Σαλαθιήλ, τον εκ της φυλής του Ιούδα, και στον αρχιερέα Ιησούν, υιόν του Ιωσεδέκ, και προς όλους τους απομείναντας αυτό την Βαβυλώνειον αιχμαλωσίαν Ιουδαίους τα εξής·

Αγ. 2,3              τίς ἐξ ὑμῶν, ὃς εἶδε τὸν οἶκον τοῦτον ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ τῇ ἔμπροσθεν; καὶ πῶς ὑμεῖς βλέπετε αὐτὸν νῦν καθὼς οὐχ ὑπάρχοντα ἐνώπιον ὑμῶν;

Αγ. 2,3                       Ποίοι από σας εζούσαν τότε και είχον ίδει τον ναόν αυτόν εις όλην του την προηγουμένην μεγαλοπρέπειαν και λαμπρότητα; Αρκετοί. Και πως βλέπετε σεις αυτόν, τον οποίον ημείς τώρα ανοικοδομήσαμεν; Εν συγκρίσει προς εκείνον δεν σας φαίνεται, ως εάν δεν υπάρχει ενώπιόν μας;

Αγ. 2,4              καὶ νῦν κατίσχυε, Ζοροβάβελ, λέγει Κύριος, καὶ κατίσχυε, Ἰησοῦ ὁ τοῦ Ἰωσεδὲκ ὁ ἱερεὺς ὁ μέγας, καὶ κατισχυέτω πᾶς ὁ λαὸς τῆς γῆς, λέγει Κύριος, καὶ ποιεῖτε· διότι μεθ᾿ ὑμῶν ἐγώ εἰμι, λέγει Κύριος ὁ παντοκράτωρ,

Αγ. 2,4                       Αλλά πάρε τώρα θάρρος, Ζοροβάβελ, λέγει ο Κυριος. Παρε θάρρος και δύναμιν, Ιησού αρχιερεύ, υιέ του Ιωσεδεκ. Θαρρος και ηθικήν ενίσχυσιν ας πάρη όλος ο λαός της χώρας, λέγει ο Κυριος, και εργάζεσθε, διότι εγώ είμαι μαζή σας, λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ.

Αγ. 2,5              καὶ τὸ πνεῦμά μου ἐφέστηκεν ἐν μέσῳ ὑμῶν· θαρσεῖτε,

Αγ. 2,5                       Το Πνεύμα μου είναι ανάμεσα σας, δια να σας ενισχύη. Εχετε, λοιπόν, θάρρος,

Αγ. 2,6              διότι τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ· ἔτι ἅπαξ ἐγὼ σείσω τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηράν·

Αγ. 2,6                       διότι αυτά λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ· Και πάλιν δια μίαν φοράν εγώ θα σείσω τον ουρανόν, την γην, την θάλασσαν και την ξηράν.

Αγ. 2,7              καὶ συσσείσω πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἥξει τὰ ἐκλεκτὰ πάντων τῶν ἐθνῶν, καὶ πλήσω τὸν οἶκον τοῦτον δόξης, λέγει Κύριος παντοκράτωρ.

Αγ. 2,7                       Θα συγκλονίσω όλα τα έθνη· ο,τι δε ωραίον και εκλεκτόν έχουν όλα τα έθνη θα προσκομισθή εδώ και θα γεμίσω αυτόν τον ναόν από δόξαν, λέγει Κυριος παντοκράτωρ.

Αγ. 2,8              ἐμὸν τὸ ἀργύριον καὶ ἐμὸν τὸ χρυσίον, λέγει Κύριος παντοκράτωρ.

Αγ. 2,8                       Ιδικόν μου είναι το αργύριον, ιδικόν μου το χρυσίον, λέγει Κυριος παντοκράτωρ.

Αγ. 2,9              διότι μεγάλη ἔσται ἡ δόξα τοῦ οἴκου τούτου ἡ ἐσχάτη ὑπὲρ τὴν πρώτην, λέγει Κύριος παντοκράτωρ· καὶ ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ δώσω εἰρήνην, λέγει Κύριος παντοκράτωρ, καὶ εἰρήνην ψυχῆς εἰς περιποίησιν παντὶ τῷ κτίζοντι τοῦ ἀναστῆσαι τὸν ναὸν τοῦτον. -

Αγ. 2,9                       Δι' αυτό και η σημερινή δόξα του ναού τούτου θα είναι μεγαλυτέρα από την δόξαν του προηγουμένου, λέγει Κυριος παντοκράτωρ. Εις τον τόπον αυτόν θα δώσω ειρήνην, λέγει Κυριος παντοκράτωρ, ειρήνην ψυχής, εις αμοιβήν και ικανοποίησιν όλων εκείνων, οι οποίοι ειργάσθησαν, δια να ανοικοδομηθή ο ναός αυτός.

Αγ. 2,10             Τετράδι καὶ εἰκάδι τοῦ ἐνάτου μηνός, ἔτους δευτέρου, ἐπὶ Δαρείου, ἐγένετο λόγος Κυρίου πρὸς Ἀγγαῖον τὸν προφήτην λέγων·

Αγ. 2,10                     Την εικοστήν τετάρτην του ενάτου μηνός του δευτέρου έτους της βασιλείας του Δαρείου, ωμίλησε πάλιν ο Κυριος προς τον προφήτην Αγγαίον και είπεν·

Αγ. 2,11             τάδε λέγει Κύριος παντοκράτωρ· ἐπερώτησον δὴ τοὺς ἱερεῖς νόμον λέγων·

Αγ. 2,11                      Αυτά λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ· Ερώτησε, λοιπόν, τους ιερείς σχετικώς με τον Νομον και ειπέ εις αυτούς·

Αγ. 2,12             ἐὰν λάβῃ ἄνθρωπος κρέας ἅγιον ἐν τῷ ἄκρῳ τοῦ ἱματίου αὐτοῦ καὶ ἅψηται τὸ ἄκρον τοῦ ἱματίου αὐτοῦ ἄρτου ἢ ἑψήματος ἢ οἴνου ἢ ἐλαίου ἢ παντὸς βρώματος, εἰ ἁγιασθήσεται; καὶ ἀπεκρίθησαν οἱ ἱερεῖς καὶ εἶπαν· οὔ.

Αγ. 2,12                     Εάν ένας άνθρωπος με το άκρον του ιματίου του πάρη κρέας άγιον, κρέας που έχει προσφερθή προς τον Θεόν, και το άκρον του ιματίου του εγγίση άρτον η φαγητόν τι βραστόν η ψητόν, η οίνον η έλαιον, η κάτι άλλο φαγώσιμον θα αγιασθή αυτό το πράγμα; Οι ιερείς απήντησαν· όχι.

Αγ. 2,13             καὶ εἶπεν Ἀγγαῖος· ἐὰν ἅψηται μεμιασμένος ἀκάθαρτος ἐπὶ ψυχῇ ἐπὶ παντὸς τούτων, εἰ μιανθήσεται; καὶ ἀπεκρίθησαν οἱ ἱερεῖς καὶ εἶπαν· μιανθήσεται.

Αγ. 2,13                     Ο Αγγαίος τους ηρώτησε πάλιν· εάν ένας μολυσμένος κατά τον Νομον και ακάθαρτος εγγίση κάτι από τα ανωτέρω πράγματα, θα μολυνθούν και αυτά; Οι ιερείς απήντησαν· θα μολυνθούν.

Αγ. 2,14             καὶ ἀπεκρίθη Ἀγγαῖος καὶ εἶπεν· οὕτως ὁ λαὸς οὗτος καὶ οὕτως τὸ ἔθνος τοῦτο ἐνώπιον ἐμοῦ, λέγει Κύριος, καὶ οὕτως πάντα τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ ὃς ἐὰν ἐγγίσῃ ἐκεῖ, μιανθήσεται ἕνεκεν τῶν λημμάτων αὐτῶν τῶν ὀρθρινῶν, ὀδυνηθήσονται ἀπὸ προσώπου πόνων αὐτῶν· καὶ ἐμισεῖτε ἐν πύλαις ἐλέγχοντας

Αγ. 2,14                     Ο Αγγαίος τότε απήντησεν· έτσι συμβαίνει και με τον λαόν αυτόν, με το ιουδαϊκόν έθνος ενώπιόν μου, λέγει ο Κυριος. Ετσι συμβαίνει με όλα τα έργα των χειρών του· όποιος δηλαδή είναι μολυσμένος από τας δωροδοκίας, που έλαβε πρωϊ-πρωϊ, η από άλλας αμαρτίας και παρακοάς που διέπραξε, θα μολυνθή εάν εγγίση το θυσιαστήριον. Η προσφορά του θα θεωρηθή μολυσμός. Οι Ισραηλίται αυτοί θα τιμωρηθούν πολύ σκληρά εξ αιτίας των κακών πράξεων των. Αλλως τε σεις εμισούσατε εκείνους, οι οποίοι δικαίως σας ήλεγχαν και ήθελαν να αποδώσουν δικαιοσύνην παρά τας πύλας της πόλεως.

Αγ. 2,15             καὶ νῦν θέσθε δὴ εἰς τὰς καρδίας ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἡμέρας ταύτης καὶ ὑπεράνω πρὸ τοῦ θεῖναι λίθον ἐπὶ λίθον ἐν τῷ ναῷ Κυρίου,

Αγ. 2,15                     Και τώρα ανερευνήσατε με προσοχήν τας καρδίας σας, την εσωτερικήν και εξωτερικήν αναστροφήν σας, δια το χρονικόν διάστημα από την ημέραν αυτήν και προηγουμένως, πριν δηλαδή αρχίσετε να κτίζετε τον ναόν του Κυρίου,

Αγ. 2,16             τίνες ᾖτε, ὅτε ἐνεβάλλετε εἰς κυψέλην κριθῆς εἴκοσι σάτα, καὶ ἐγένοντο κριθῆς δέκα σάτα· καὶ εἰσεπορεύεσθε εἰς τὸ ὑπολήνιον ἐξαντλῆσαι πεντήκοντα μετρητάς, καὶ ἐγένοντο εἴκοσι.

Αγ. 2,16                     δια να ιδήτε, ποίοι προηγουμένως υπήρξατε, τότε που ερρίπτατε στον αγρόν πλήθος κριθής είκοσι σάκκων και εθερίζατε το ήμισυ, δέκα σάκκους κριθής. Τοτε που εισήρχεσθε στο υπολήνιον, δια να αντλήσετε πενήντα μετρητάς οίνου, και εβλέπατε ότι υπήρχον είκοσι μόνον.

Αγ. 2,17             ἐπάταξα ὑμᾶς ἐν ἀφορίᾳ καὶ ἐν ἀνεμοφθορίᾳ καὶ ἐν χαλάζῃ πάντα τὰ ἔργα τῶν χειρῶν ὑμῶν, καὶ οὐκ ἐπεστρέψατε πρός με, λέγει Κύριος.

Αγ. 2,17                     Λοιπόν σας λέγω, ότι αυτό έγινε, διότι σας εκτύπησα με αφορίαν των πεδιάδων σας, και με καταστροφάς από καυστικούς ανέμους. Με χάλαζαν κατέστρεψα όλα τα έργα των χειρών σας. Εν τούτοις σεις δεν ηθελήσατε να επιστρέψετε εν μετανοία εις εμέ, λέγει ο Κυριος.

Αγ. 2,18             ὑποτάξατε δὴ τὰς καρδίας ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἡμέρας ταύτης καὶ ἐπέκεινα· ἀπὸ τῆς τετράδος καὶ εἰκάδος τοῦ ἐνάτου μηνὸς καὶ ἀπὸ τῆς ἡμέρας, ἧς τεθεμελίωται ὁ ναὸς Κυρίου· θέσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν,

Αγ. 2,18                     Προσέξατε, λοιπόν, και εξετάσατε καλά τας καρδίας σας από την σημερινήν ημέραν και πέραν, από την εικοστήν τετάρτην ημέραν του ενάτου μηνός, μέχρι της ημέρας κατά την οποίαν είχε θεμελιωθή ο ναός του Κυρίου· προσέξατε καλά.

Αγ. 2,19             εἰ ἔτι ἐπιγνωσθήσεται ἐπὶ τῆς ἅλω καὶ εἰ ἔτι ἡ ἄμπελος καὶ ἡ συκῆ καὶ ἡ ῥοὰ καὶ τὰ ξύλα τῆς ἐλαίας τὰ οὐ φέροντα καρπόν, ἀπὸ τῆς ἡμέρας ταύτης εὐλογήσω. -

Αγ. 2,19                     Το αλώνι σας δεν είχε γνωρίσει θημωνίες σιταριού, ούτε το αμπέλι σας, ούτε οι συκιές σας, ούτε οι ροδιές σας, ούτε αι ελαίαι σας παρήγαγαν καρπόν. Αλλά από την ημέραν αυτήν και πέραν, θα σας ευλογήσω.

Αγ. 2,20             Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου ἐκ δευτέρου πρὸς Ἀγγαῖον τὸν προφήτην τετράδι καὶ εἰκάδι τοῦ μηνὸς λέγων·

Αγ. 2,20                    Ωμίλησε πάλιν ο Κυριος στον προφήτην Αγγαίον την εικοστήν τετάρτην ημέραν του ιδίου μηνός και είπεν·

Αγ. 2,21             εἰπὸν πρὸς Ζοροβάβελ τὸν τοῦ Σαλαθιὴλ ἐκ φυλῆς Ἰούδα λέγων· ἐγὼ σείω τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν

Αγ. 2,21                     Ειπέ προς τον Ζοροβάβελ, τον υιόν του Σαλαθιήλ, τον καταγόμενον από την φυλήν του Ιούδα, τα εξής· εγώ σείω τον ουρανόν και την γην, την θάλασσαν και την ξηράν.

Αγ. 2,22             καὶ καταστρέψω θρόνους βασιλέων καὶ ὀλοθρεύσω δύναμιν βασιλέων τῶν ἐθνῶν καὶ καταστρέψω ἅρματα καὶ ἀναβάτας, καὶ καταβήσονται ἵπποι καὶ ἀναβάται αὐτῶν, ἕκαστος ἐν ῥομφαίᾳ πρὸς τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ.

Αγ. 2,22                    Θα καταστρέψω θρόνους βασιλέων, θα εξολοθρεύσω στρατιωτικάς δυνάμεις εκείνων, που βασιλεύουν εις τα έθνη. Θα καταστρέψω άρματα και αναβάτας· ίπποι και ιππείς θα πέσουν κάτω και ο καθένας θα φονεύη με την ρομφαίαν τον αδελφόν του.

Αγ. 2,23             ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, λέγει Κύριος παντοκράτωρ, λήψομαί σε Ζοροβάβελ τὸν τοῦ Σαλαθιήλ, τὸν δοῦλόν μου, λέγει Κύριος, καὶ θήσομαί σε ὡς σφραγῖδα, διότι σὲ ᾑρέτισα, λέγει Κύριος παντοκράτωρ.

Αγ. 2,23                    Κατά την ημέραν όμως εκείνην, λέγει Κυριος ο παντοκράτωρ, θα πάρω σε τον Ζοροβάβελ, τον υιόν του Σαλαθιήλ, τον δούλον μου, λέγει ο Κυριος, και θα σε θέσω εις ασφάλειαν ως πολύτιμον σφραγίδα, διότι σε έχω εκλέξει, λέγει ο Κυριος ο παντοκράτωρ.