ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
1
Λευ. 1,1 Καὶ ἀνεκάλεσε
Μωυσῆν, καὶ ἐλάλησε Κύριος αὐτῷ ἐκ τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου λέγων·
Λευ. 1,1 Ο Κυριος προσεκάλεσε πάλιν
τον Μωϋσήν, ωμίλησε προς αυτόν από την Σκηνήν του Μαρτυρίου λέγων·
Λευ. 1,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἄνθρωπος
ἐξ ὑμῶν ἐὰν προσαγάγῃ δῶρα τῷ
Κυρίῳ, ἀπὸ τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ τῶν
βοῶν καὶ ἀπὸ τῶν προβάτων προσοίσετε τὰ δῶρα
ὑμῶν.
Λευ. 1,2 “λάλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ προς
αυτούς· Αν ένας από σας θελήση να προσφέρη θυσίαν προς τον Κυριον από τα
θρέμματά σας, εκ των βοών και των προβάτων θα προσφέρετε τα δώρα σας έχοντες
υπ' όψει τα εξής·
Λευ. 1,3 ἐὰν ὁλοκαύτωμα
τὸ δῶρον αὐτοῦ ἐκ τῶν βοῶν, ἄρσεν
ἄμωμον προσάξει· πρὸς τὴν θύραν τῆς σκηνῆς
τοῦ μαρτυρίου προσοίσει αὐτὸ δεκτὸν ἐναντίον
Κυρίου.
Λευ. 1,3 Εάν η προσφορά είναι ολοκαύτωμα θα προσφέρη ο
άνθρωπος αυτός από τα βόδια του μόσχον αρσενικόν, αρτιμελή, χωρίς κανένα
σωματικόν ελάττωμα. Θα τον φέρη πλησίον της θύρας της Σκηνής του Μαρτυρίου
ευλαβώς κατά τρόπον ευπρόσδεκτον στον Κυριον.
Λευ. 1,4 καὶ ἐπιθήσει
τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ
καρπώματος, δεκτὸν αὐτῷ ἐξιλάσασθαι περὶ αὐτοῦ.
Λευ. 1,4 Ο προσφέρων θα θέση την χείρα του επάνω εις την
κεφαλήν του προσφερομένου ζώου, δια να γίνη αυτό ευπρόσδεκτον από τον Θεόν και
εξιλεωθούν αι αμαρτίαι του προσφέροντος.
Λευ. 1,5 καὶ σφάξουσι τὸν
μόσχον ἔναντι Κυρίου, καὶ προσοίσουσιν οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν
οἱ ἱερεῖς τὸ αἷμα, καὶ προσχεοῦσι τὸ
αἷμα ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ τὸ ἐπὶ
τῶν θυρῶν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 1,5 Οι προσφέροντες θα σφάξουν τον μόσχον ενώπιον
του Κυρίου, οι δε ιερείς, οι υιοί του Ααρών, θα λάβουν και θα χύσουν το αίμα
του μόσχου κύκλω προς την βάσιν του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, το οποίον
ευρίσκεται πλησίον της θύρας της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 1,6 καὶ ἐκδείραντες
τὸ ὁλοκαύτωμα μελιοῦσιν αὐτὸ κατὰ μέλη,
Λευ. 1,6 Αφού δε εκδάρουν το προς ολρκαύτωσιν ζώον, θα το
τεμαχίσουν
Λευ. 1,7 καὶ ἐπιθήσουσιν
οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς πῦρ
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον καὶ ἐπιστοιβάσουσι ξύλα ἐπὶ
τὸ πῦρ.
Λευ. 1,7 και οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, θα ανάψουν
πυρ επάνω εις την εσχάραν του θυσιαστηρίου, θα στοιβάσουν ξύλα επάνω στο πυρ,
Λευ. 1,8 καὶ ἐπιστοιβάσουσιν
οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς τὰ
διχοτομήματα καὶ τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ στέαρ ἐπὶ
τὰ ξύλα τὰ ἐπὶ τοῦ πυρὸς τὰ ὄντα
ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου,
Λευ. 1,8 και οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, θα θέσουν τα
τεμάχια του ζώου και την κεφαλήν και το λίπος επάνω εις τα αναμμένα ξύλα, που
είναι επί του θυσιαστηρίου.
Λευ. 1,9 τὰ δὲ ἐγκοίλια
καὶ τοὺς πόδας πλυνοῦσιν ὕδατι, καὶ ἐπιθήσουσιν
οἱ ἱερεῖς τὰ πάντα ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον· κάρπωμά ἐστι, θυσία, ὀσμὴ εὐωδίας τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 1,9 Τα εντόσθια, όπως και τους πόδας του ζώου, θα τα
πλύνουν με νερό και οι ιερείς θα θέσουν και αυτά όλα επάνω στο θυσιαστήριον.
Ολα θα τεθούν και θα καούν εκεί, διότι η θυσία αυτή είναι ολοκαύτωμα,
ευχάριστος και ευπρόσδεκτος οσμή ευωδίας στον Κυριον.
Λευ. 1,10 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τῶν προβάτων τὸ δῶρον αὐτοῦ τῷ
Κυρίῳ, ἀπό τε τῶν ἀρνῶν καὶ τῶν ἐρίφων,
εἰς ὁλοκαυτώματα, ἄρσεν ἄμωμον προσάξει αὐτὸ
καὶ ἐπιθήσει τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν
αὐτοῦ.
Λευ. 1,10 Εάν η προσφορά του ολοκαυτώματος προς τον Κυριον
είναι από τα αιγοπρόβατα, θα προσφέρονται από αυτά αμνός η ερίφιον, αρσενικόν,
χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, και ο προσφέρων θα θέση την χείρα του επάνω
εις την κεφαλήν του ζώου.
Λευ. 1,11 καὶ σφάξουσιν αὐτὸ
ἐκ πλαγίων τοῦ θυσιαστηρίου πρὸς βοῤῥᾶν ἔναντι
Κυρίου καὶ προσχεοῦσιν οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν
οἱ ἱερεῖς τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ.
Λευ. 1,11 Θα σφάξουν αυτό στο πλάγιον μέρος του
θυσιαστηρίου, το προς βορράν, ενώπιον του Κυρίου και οι ιερείς, οι υιοί του
Ααρών, θα λάβουν το αίμα και θα το χύσουν πλησίον και ολόγυρα από το
θυσιαστήριον.
Λευ. 1,12 καὶ διελοῦσιν
αὐτὸ κατὰ μέλη καὶ τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ
στέαρ, καὶ ἐπιστοιβάσουσιν οἱ ἱερεῖς αὐτὰ
ἐπὶ τὰ ξύλα τὰ ἐπὶ τοῦ πυρὸς τὰ
ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου.
Λευ. 1,12 Θα τεμαχίσουν το προσφερόμενον ζώον και τα
τεμάχια, την κεφαλήν και το λίπος, θα τα συσσωρεύσουν οι ιερείς επάνω εις τα
αναμμένα ξύλα, τα ευρισκόμενα επί του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 1,13 καὶ τὰ ἐγκοίλια
καὶ τοὺς πόδας πλυνοῦσιν ὕδατι. καὶ προσοίσει ὁ
ἱερεὺς τὰ πάντα καὶ ἐπιθήσει ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον· κάρπωμά ἐστι, θυσία, ὀσμὴ εὐωδίας τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 1,13 Τα εντόσθια και τους πόδας θα πλύνουν με νερό, ο
δε ιερεύς θα προσφέρη και θα θέση και αυτά όλα επάνω στο θυσιαστήριον. Θα θέση
όλα αυτά εκεί, διότι η θυσία αυτή είναι ολοκαύτωμα, ευχάριστος και ευπρόσδεκτος
οσμή ευωδίας στον Κυριον.
Λευ. 1,14 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τῶν πετεινῶν κάρπωμα προσφέρῃ δῶρον αὐτοῦ
τῷ Κυρίῳ, καὶ προσοίσει ἀπὸ τῶν τρυγόνων, ἢ
ἀπὸ τῶν περιστερῶν τὸ δῶρον αὐτοῦ.
Λευ. 1,14 Εάν δε κανείς προσφέρη δώρον προς τον Κυριον,
ολοκαύτωμα από τα πτηνά του, θα προσφέρη από τας τρυγόνας η από τας περιστεράς
του.
Λευ. 1,15 καὶ προσοίσει αὐτὸ
ὁ ἱερεὺς πρὸς τὸ θυσιαστήριον καὶ ἀποκνίσει
τὴν κεφαλήν, καὶ ἐπιθήσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον καὶ στραγγιεῖ τὸ αἷμα πρὸς
τὴν βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου.
Λευ. 1,15 Ο ιερεύς να προσφέρη αυτό στο θυσιαστήριον, θα
κόψη την κεφαλήν του πτηνού και αφού στραγγίση το αίμα προς την βάσιν του
θυσιαστηρίου, θα θέση το πτηνόν επάνω εις αυτό.
Λευ. 1,16 καὶ ἀφελεῖ
τὸν πρόλοβον σὺν τοῖς πτεροῖς καὶ ἐκβαλεῖ
αὐτὸ παρὰ τὸ θυσιαστήριον κατὰ ἀνατολάς εἰς
τὸν τόπον τῆς σποδοῦ.
Λευ. 1,16 Θα αφαιρέση τον πρόλοβον του πτηνού μαζή με τα
πτερά, τα οποία θα απορρίψη στο μέρος, όπου ρίπτεται η στάκτη, εις την
ανατολικήν πλευράν του θυσιαστηρίου.
Λευ. 1,17 καὶ ἐκκλάσει
αὐτὸ ἐκ τῶν πτερύγων καὶ οὐ διελεῖ,
καὶ ἐπιθήσει αὐτὸ ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον, ἐπὶ τὰ ξύλα τὰ ἐπὶ
τοῦ πυρός· κάρπωμά ἐστι, θυσία, ὀσμὴ εὐωδίας
τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 1,17 Κρατών αυτό ο ιερεύς από τας πτέρυγας θα το σπάση
και δεν θα το διαμελίση, θα το θέση επάνω εις τα αναμμένα ξύλα του θυσιαστηρίου
και η αιματηρά αυτή θυσία είναι ολοκαύτωμα ευχάριστος και ευπρόσδεκτος οσμή
ευωδίας στον Κυριον.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
2
Λευ. 2,1 Ἐὰν δὲ
ψυχὴ προσφέρῃ δῶρον θυσίαν τῷ Κυρίῳ, σεμίδαλις ἔσται
τὸ δῶρον αὐτοῦ, καὶ ἐπιχεεῖ ἐπ᾿
αὐτὸ ἔλαιον καὶ ἐπιθήσει ἐπ᾿ αὐτὸ
λίβανον· θυσία ἐστί.
Λευ. 2,1 Εάν δε κανείς προσφέρη ως δώρον προς τον Κυριον
αναίμακτον θυσίαν, η προσφορά του θα είναι σημιγδάλι. Θα χύση επάνω εις αυτό
έλαιον και θα θέση επ' αυτού λιβάνι. Η προσφορά αυτή είναι αναίμακτος θυσία.
Λευ. 2,2 καὶ οἴσει
πρὸς τοὺς υἱοὺς Ἀαρὼν τοὺς ἱερεῖς,
καὶ δραξάμενος ἀπ᾿ αὐτῆς πλήρη τὴν δράκα ἀπὸ
τῆς σεμιδάλεως σὺν τῷ ἐλαίῳ καὶ πάντα τὸν
λίβανον αὐτῆς, καὶ ἐπιθήσει ὁ ἱερεὺς
τὸ μνημόσυνον αὐτῆς ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον· θυσία, ὀσμὴ εὐωδίας τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 2,2 Θα φέρη τα προς θυσίαν δώρα του προς τους
ιερείς, τους υιούς του Ααρών. Ενας δε από αυτούς θα πάρη από την προσφοράν
αυτήν του σημιγδαλιού μίαν χούφταν, όλον το έλαιον και όλον το λιβάνι, θα θέση αυτά
στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, δια να ενθυμηθή ο Θεός τον προσφέροντα.
Είναι η προσφορά αυτή θυσία, οσμή ευωδίας ευχάριστος και ευπρόσδεκτος από τον
Κυριον.
Λευ. 2,3 καὶ τὸ
λοιπὸν ἀπὸ τῆς θυσίας Ἀαρὼν καὶ τοῖς
υἱοῖς αὐτοῦ· ἅγιον τῶν ἁγίων ἀπὸ
τῶν θυσιῶν Κυρίου.
Λευ. 2,3 Το υπολειφθέν από την χούφταν της προσφοράς
σημιγδάλι θα ανήκη στον Ααρών και στους υιούς του. Είναι αυτή προσφορά αγιωτάτη
από τας προσφερομένας στον Κυριον θυσίας.
Λευ. 2,4 ἐὰν
δὲ προσφέρῃ δῶρον θυσίαν πεπεμμένην ἐν κλιβάνῳ, δῶρον
Κυρίῳ ἐκ σεμιδάλεως, ἄρτους ἀζύμους πεφυραμένους ἐν
ἐλαίῳ καὶ λάγανα ἄζυμα διακεχρισμένα ἐν ἐλαίῳ.
Λευ. 2,4 Εάν προσφέρη θυσίαν αναίμακτον, ζυμωμένην και
ψημένην στον φούρνον, το προς τον Κυριον τούτο δώρον θα είναι χωρίς προζύμι
άρτοι από σημιγδάλι ζυμωμένοι με λάδι, και λαγάνες χωρίς προζύμι αλειμμένες με
λάδι.
Λευ. 2,5 ἐὰν δὲ
θυσία ἀπὸ τηγάνου τὸ δῶρόν σου, σεμίδαλις πεφυραμένη ἐν
ἐλαίῳ, ἄζυμά ἐστι.
Λευ. 2,5 Εάν δε η αναίμακτος προσφορά σου είναι από
τηγάνι (τηγανόψωμο) και αυτή θα είναι σημιγδάλι ζυμωμένο με λάδι, χωρίς
προζύμι.
Λευ. 2,6 καὶ διαθρύψεις
αὐτὰ κλάσματα, καὶ ἐπιχεεῖς ἐπ᾿ αὐτὰ
ἔλαιον. θυσία ἐστὶ Κυρίῳ.
Λευ. 2,6 Αυτό, το χωρίς προζύμι με σημιγδάλι και λάδι
τηγανόψωμο, θα το κόψης εις τεμάχια, επάνω εις τα οποία θα χύσης λάδι. Είναι και
αυτό αναίμακτος θυσία προς τον Κυριον.
Λευ. 2,7 ἐὰν δὲ
θυσία ἀπὸ τηγάνου τὸ δῶρόν σου, σεμίδαλις ἐν ἐλαίῳ
ποιηθήσεται.
Λευ. 2,7 Εάν η αναίμακτος θυσία σου, αυτό το δώρον σου,
είναι από άλλο είδος τηγανιού, θα προσφέρης σημιγδάλι ζυμωμένον και βρασμένον
στο λάδι.
Λευ. 2,8 καὶ προσοίσει τὴν
θυσίαν, ἣν ἂν ποιήσῃ ἐκ τούτων τῷ Κυρίῳ, καὶ
προσοίσει πρὸς τὸν ἱερέα· καὶ προσεγγίσας πρὸς
τὸ θυσιαστήριον
Λευ. 2,8 Οποιανδήποτε από τας ανωτέρω αναιμάκτους θυσίας
θελήση κανείς να προσφέρη προς τον Κυριον, θα την προσφέρη στον ιερέα· ο δε
ιερεύς, αφού την λάβη, θα πλησίαση προς το θυσιαστήριον,
Λευ. 2,9 ἀφελεῖ ὁ
ἱερεὺς ἀπὸ τῆς θυσίας τὸ μνημόσυνον αὐτῆς,
καὶ ἐπιθήσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον· κάρπωμα, ὀσμὴ εὐωδίας τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 2,9 θα αφαιρέση από αυτήν την θυσίαν το δια τον Θεόν
προοριζόμενον μέρος εις μνημόσυνον του προσφέροντος και θα θέση αυτό στο
θυσιαστήριον. Θα είναι η θυσία αυτή οσμή ευωδίας ευχάριστος και ευπρόσδεκτος
στον Κυριον.
Λευ. 2,10 τὸ δὲ
καταλειφθὲν ἀπὸ τῆς θυσίας, Ἀαρὼν καὶ
τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ· ἅγια τῶν ἁγίων
ἀπὸ τῶν καρπωμάτων Κυρίου.
Λευ. 2,10 Το δε υπόλοιπον από την θυσίαν θα ανήκη στον Ααρών
και στους υιούς του τους ιερείς. Από τας προς τον Κυριον θυσίας θα είναι αυτή
αγιωτάτη.
Λευ. 2,11 Πᾶσαν θυσίαν, ἣν
ἂν προσφέρητε Κυρίῳ, οὐ ποιήσετε ζυμωτόν· πᾶσαν γὰρ
ζύμην καὶ πᾶν μέλι οὐ προσοίσετε ἀπ᾿ αὐτοῦ,
καρπῶσαι Κυρίῳ.
Λευ. 2,11 Καθε θυσία, που θα προσφέρετε στον Κυριον, θα
είναι χωρίς προζύμι. Καμμίαν ένζυμον προσφοράν ούτε και μέλι θα προσφέρετε ως
αναίμακτον θυσίαν προς τον Θεόν.
Λευ. 2,12 δῶρον ἀπαρχῆς
προσοίσετε αὐτὰ Κυρίῳ, ἐπὶ δὲ τὸ
θυσιαστήριον οὐκ ἀναβιβασθήσεται εἰς ὀσμὴν εὐωδίας
Κυρίῳ.
Λευ. 2,12 Αυτά, ένζυμον δηλαδή προσφοράν και μέλι, θα
προσφέρετε στον Κυριον από τα πρωτογεννήματα των αγρών σας. Εις δε το
θυσιαστήριον δεν θα προσφερθούν αυτά ως θυσία, δια να τα οσφρανθή ο Θεός ως
οσμήν ευωδίας.
Λευ. 2,13 καὶ πᾶν δῶρον
θυσίας ὑμῶν ἁλὶ ἁλισθήσεται· οὐ
διαπαύσατε ἅλας διαθήκης Κυρίου ἀπὸ θυσιασμάτων ὑμῶν,
ἐπὶ παντὸς δώρου ὑμῶν προσοίσετε Κυρίῳ τῷ
Θεῷ ὑμῶν ἅλας.
Λευ. 2,13 Καθε δώρον σας ως θυσία θα συνοδεύεται και από
αλάτι, ουδέποτε θα παύσετε από τας θυσίας σας το άλας της συμφωνίας σας μετά
του Θεού. Εις κάθε θυσίαν σας θα προσφέρετε προς Κυριον τον Θεόν σας και άλας.
Λευ. 2,14 ἐὰν δὲ
προσφέρῃς θυσίαν πρωτογεννημάτων τῷ Κυρίῳ, νέα πεφρυγμένα
χίδρα ἐρικτὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ προσοίσεις τὴν
θυσίαν τῶν πρωτογεννημάτων
Λευ. 2,14 Εάν δε προσφέρης θυσίαν προς τον Κυριον από τα
πρωτογεννήματα, αυτή θα είναι από χλωρά καψαλισμένα στάχυα, χονδροκομμένος
σίτος. Θα προσφέρης δε προς τον Κυριον την θυσίαν αυτήν από τα πρωτογεννήματα
ως εξής·
Λευ. 2,15 καὶ ἐπιχεεῖς
ἐπ᾿ αὐτὴν ἔλαιον καὶ ἐπιθήσεις ἐπ᾿
αὐτὴν λίβανον· θυσία ἐστί.
Λευ. 2,15 Θα χύσης επάνω εις αυτήν λάδι και θα θέσης επάνω
εις αυτήν λιβάνι. Αυτό είναι θυσία προς τον Κυριον.
Λευ. 2,16 καὶ ἀνοίσει
ὁ ἱερεὺς τὸ μνημόσυνον αὐτῆς ἀπὸ
τῶν χίδρων σὺν τῷ ἐλαίῳ καὶ πάντα τὸν
λίβανον αὐτῆς· κάρπωμά ἐστι τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 2,16 Ο δε ιερεύς θα προσφέρη προς θυσίαν, εις ανάμνησιν
του προσφέροντος μέρος από το χονδροκοπανισμένο αυτό σιτάρι και όλον το έλαιον
και όλον το λιβάνι. Είναι και τούτο θυσία αναίμακτος προς τον Κυριον.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
3
Λευ. 3,1 Ἐὰν δὲ
θυσία σωτηρίου τὸ δῶρον αὐτοῦ τῷ Κυρίῳ, ἐὰν
μὲν ἐκ τῶν βοῶν αὐτοῦ προσαγάγῃ, ἐάν
τε ἄρσεν, ἐάν τε θῆλυ, ἄμωμον προσάξει αὐτὸ
ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 3,1 Εάν δε προσφέρη κανείς προς τον Κυριον
αιματηράν θυσίαν ευχαριστήριον δια την διάσωσίν του, δύναται να προσφέρη αυτήν
από τα βόδια του αρσενικόν η θηλυκόν· θα είναι όμως χωρίς κανένα σωματικόν
ελάττωμα εκείνο που θα προσφέρη στον Κυριον.
Λευ. 3,2 καὶ ἐπιθήσει
τὰς χεῖρας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ δώρου,
καὶ σφάξει αὐτὸ ἐναντίον Κυρίου παρὰ τὰς
θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, καὶ προσχεοῦσιν οἱ
υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς τὸ αἷμα
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων κύκλῳ.
Λευ. 3,2 Ο προσφέρων θα θέση τας χείρας του επάνω εις την
κεφαλήν του ζώου και θα σφάξη αυτό ενώπιον του Κυρίου πλησίον εις την θύραν της
Σκηνής του Μαρτυρίου. Οι δε ιερείς, οι υιοί του Ααρών, θα χύσουν το αίμα κύκλω
κοντά στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 3,3 καὶ προσάξουσιν
ἀπὸ τῆς θυσίας τοῦ σωτηρίου κάρπωμα Κυρίῳ, τὸ
στέαρ τὸ κατακαλύπτον τὴν κοιλίαν καὶ πᾶν τὸ
στέαρ τὸ ἐπὶ τῆς κοιλίας
Λευ. 3,3 Από την ευχαριστήριον αυτήν προσφοράν θα
προσφέρουν οι ιερείς στον Κυριον το λίπος, που καλύπτει την κοιλίαν, και όλον
το λίπος που υπάρχει εις αυτήν.
Λευ. 3,4 καὶ τοὺς
δύο νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν,
τὸ ἐπὶ τῶν μηρίων, καὶ τὸν λοβὸν τὸν
ἐπὶ τοῦ ἥπατος σὺν τοῖς νεφροῖς
περιελεῖ.
Λευ. 3,4 Θα προσφέρουν επίσης τους δύο νεφρούς και το
επάνω εις αυτούς λίπος το οποίον φθάνει μέχρι του άνω μέρους των μηρών, και τον
λοβόν του ήπατος μαζή με τους νεφρούς, τα οποία και θα αφαιρέση ο προσφέρων την
θυσίαν και θα τα δώση στους ιερείς.
Λευ. 3,5 καὶ ἀνοίσουσιν
αὐτὰ οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον ἐπὶ τὰ ὁλοκαυτώματα
ἐπὶ τὰ ξύλα τὰ ἐπί τοῦ πυρὸς ἐπὶ
τοῦ θυσιαστηρίου· κάρπωμα, ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ.
Λευ. 3,5 Οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, θα προσφέρουν αυτά
στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, επάνω εις τα καιόμενα ξύλα του
θυσιαστηρίου. Είναι τούτο θυσία εις άσμην ευωδίας προς τον Κυριον.
Λευ. 3,6 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τῶν προβάτων τὸ δῶρον αὐτοῦ θυσία
σωτηρίου τῷ Κυρίῳ, ἄρσεν ἢ θῆλυ, ἄμωμον
προσοίσει αὐτό.
Λευ. 3,6 Εάν όμως προσφέρη κανείς ευχαριστήριον δια την
διάσωσίν του θυσίαν προς τον Κυριον από τα πρόβατά του, δύναται το
προσφερόμενον ζώον να είναι αρσενικόν η θηλυκόν, χωρίς όμως σωματικόν ελάττωμα.
Λευ. 3,7 ἐὰν ἄρνα
προσαγάγῃ τὸ δῶρον αὐτοῦ, προσάξει αὐτὸ
ἔναντι Κυρίου,
Λευ. 3,7 Εάν αυτή η προσφερομένη θυσία είναι αρνί, θα
προσφέρη τούτο εις την Σκηνήν ενώπιον του Κυρίου,
Λευ. 3,8 καὶ ἐπιθήσει
τὰς χεῖρας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ δώρου
αὐτοῦ καὶ σφάξει αὐτὸ παρὰ τὰς θύρας
τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, καὶ προσχεοῦσιν οἱ
υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς τὸ αἷμα
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ.
Λευ. 3,8 θα θέση τας χείρας του επάνω εις την κεφαλήν του
προσφερομένου δώρου και θα σφάξη αυτό πλησίον εις την θύραν της Σκηνής του
Μαρτυρίου. Οι δε ιερείς, οι υιοί του Ααρών, θα πάρουν το αίμα της θυσίας και θα
το χύσουν πλησίον κύκλω του θυσιαστηρίου.
Λευ. 3,9 καὶ προσοίσει ἀπὸ
τῆς θυσίας τοῦ σωτηρίου κάρπωμα τῷ Κυρίῳ, τὸ
στέαρ καὶ τὴν ὀσφὺν ἄμωμον (σὺν ταῖς
ψόαις περιελεῖ αὐτό) καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ
κατακαλύπτον τὴν κοιλίαν, καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ ἐπὶ
τῆς κοιλίας
Λευ. 3,9 Από την αιματηράν αυτήν ευχαριστήριον θυσίαν ο
προσφέρων αυτήν θα προσφέρη στον Κυριον τυ λίπος και ολύκληρον το κρέας το περί
την οσφύν μαζή με τους μυς, που υπάρχουν από την οσφύν μέχρι και τα περί τα
νεφρά κρέατα και λίπη (τα νεφρομήτορα θα αφαιρέση όλα) και όλον το λίπος που
σκεπάζει την κοιλίαν και το εντός της κοιλίας λίπος·
Λευ. 3,10 καὶ ἀμφοτέρους
τοὺς νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν,
τὸ ἐπὶ τῶν μηρίων, καὶ τὸν λοβὸν τὸν
ἐπὶ τοῦ ἥπατος σὺν τοῖς νεφροῖς
περιελών,
Λευ. 3,10 τους δύο νεφρούς και το επ' αυτών λίπος, το οποίον
φθάνει μέχρι του άνω μέρους των μηρών, τον λοβόν του ήπατος μαζή με τους
νεφρούς. Ολα έχη τα θα τα αφαιρέση από το θυσιαζόμενον ζώον και θα τα δώση στον
ιερέα.
Λευ. 3,11 ἀνοίσει ὁ ἱερεὺς
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον· ὀσμὴ εὐωδίας,
κάρπωμα Κυρίῳ.
Λευ. 3,11 Ο δε ιερεύς θα προσφέρη όλα αυτά επάνω στο
θασιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Θα είναι αυτή θυσία εις οσμήν ευωδίας προς τον
Κυριον.
Λευ. 3,12 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τῶν αἰγῶν τὸ δῶρον αὐτοῦ,
καὶ προσάξει ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 3,12 Εάν το δια θυσίαν δώρον του πρασφερθέντος είναι
από τας αίγας, θα προσφέρη και αυτό στο θυσιαστήριον ενώπιον του Κυρίου.
Λευ. 3,13 καὶ ἐπιθήσει
τὰς χεῖρας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ,
καὶ σφάξουσιν αὐτὸ ἔναντι Κυρίου παρὰ τὰς
θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, καὶ προσχεοῦσιν οἱ
υἱοὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς τὸ αἷμα
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ.
Λευ. 3,13 Θα θέση τας χείρας του επάνω εις την κεφαλήν του
ζώου. Θα σφάξουν αυτό ενώπιον του Κυρίου πλησίον της θύρας της Σκηνής του
Μαρτυρίου και οι υιοί του Ααρών, οι ιερείς, θα λάβουν το αίμα του σφαζομένου
ζώου και θα χύσουν αυτό πλησίον και κύκλω του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 3,14 καὶ ἀνοίσει
ἀπ᾿ αὐτοῦ κάρπωμα Κυρίῳ τὸ στέαρ τὸ
κατακαλύπτον τὴν κοιλίαν καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ ἐπί
τῆς κοιλίας
Λευ. 3,14 Από την προσφοράν αυτήν, θα προσφερθή υπό του
ιερέως ως θυσία προς τον Κυριον το λίπος, που σκεπάζει την κοιλίαν, και όλον
γενικώς το λίπος το εντός της κοιλίας,
Λευ. 3,15 καὶ ἀμφοτέρους
τοὺς νεφροὺς καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿
αὐτῶν, τὸ ἐπὶ τῶν μηρίων, καὶ τὸν
λοβὸν τοῦ ἥπατος σὺν τοῖς νεφροῖς περιελεῖ.
Λευ. 3,15 τους δύο νεφρούς, το επάνω εις αυτούς λίπος, και
το στο επάνω μέρος των μηρών λίπος, και τον λοβόν του ήπατος, όλα αυτά μαζή με
τους νεφρούς θα τα αφαιρέση,
Λευ. 3,16 καὶ ἀνοίσει
ὁ ἱερεὺς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον· κάρπωμα,
ὀσμὴ εὐωδίας τῷ Κυρίῳ. πᾶν τὸ στέαρ τῷ
Κυρίῳ·
Λευ. 3,16 και ο ιερεύς θα τα προσφέρη επάνω στο
θυσιαστήριον. Είναι τούτο θυσία ευάρεστος και ευπρόσδεκτος οσμή ευωδίας προς
τον Κυριον. Ολον το λίπος ανήκει στον Κυριον.
Λευ. 3,17 νόμιμον εἰς τὸν
αἰῶνα εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν, ἐν
πάσῃ κατοικίᾳ ὑμῶν· πᾶν στέαρ καὶ πᾶν
αἷμα οὐκ ἔδεσθε.
Λευ. 3,17 Νομος απαράβατος και παντοτεινός εις τας γενεάς
σας και εις όλους τους τύπους της διαμονής σας είναι τούτο· Ουδέποτε θα τρώγετε
ούτε λίπος ούτε αίμα.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
4
Λευ. 4,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 4,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 4,2 λάλησον πρὸς τοὺς
υἱοὺς Ἰσραήλ, λέγων· ψυχὴ ἐὰν ἁμάρτῃ
ἔναντι Κυρίου ἀκουσίως ἀπὸ πάντων τῶν
προσταγμάτων Κυρίου, ὧν οὐ δεῖ ποιεῖν, καὶ
ποιήσει ἕν τι ἀπ᾿ αὐτῶν·
Λευ. 4,2 “μίλησε και ειπέ προς τους Ισραηλίτας, εάν
κανείς εξ αγνοίας και χωρίς να το θέλη αμαρτήση απέναντι του Κυρίου και παραβή μίαν
από τας θείας εντολάς και διαπράξη κάτι, το οποίον απαγορεύεται από αυτάς,
Λευ. 4,3 ἐὰν μὲν
ὁ ἀρχιερεὺς ὁ κεχρισμένος ἁμάρτῃ τοῦ
τὸν λαὸν ἁμαρτεῖν, καὶ προσάξει περὶ τῆς
ἁμαρτίας αὐτοῦ, ἧς ἥμαρτε, μόσχον ἐκ βοῶν
ἄμωμον τῷ Κυρίῳ περὶ τῆς ἁμαρτίας.
Λευ. 4,3 εάν μεν ο αμαρτήσας είναι αρχιερεύς, ο χρισθείς
με το άγιον έλαιον, είναι ωσάν να αμαρτάνη όλος ο λαός. Δια την αμαρτίαν λοιπόν
αυτήν, που διέπραξε, θα προσφέρη στον Κυριον ένα μόσχον αρτιμελή, χωρίς
σωματικόν ελάττωμα.
Λευ. 4,4 καὶ προσάξει τὸν
μόσχον παρὰ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου ἔναντι
Κυρίου, καὶ ἐπιθήσει τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπὶ
τὴν κεφαλὴν τοῦ μόσχου ἔναντι Κυρίου, καὶ σφάξει
τὸν μόσχον ἐνώπιον Κυρίου.
Λευ. 4,4 Θα φέρη τον μόσχον πλησίον εις την θύραν της
Σκηνής του Μαρτυρίου, ενώπιον του Κυρίου, θα θύση την χείρα αυτού επάνω εις την
κεφαλήν του μόσχου και θα σφάξη εκεί τον μάσχον.
Λευ. 4,5 καὶ λαβὼν
ὁ ἱερεὺς ὁ χριστὸς ὁ τετελειωμένος τὰς
χεῖρας ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ μόσχου καὶ
εἰσοίσει αὐτὸ εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ
μαρτυρίου
Λευ. 4,5 Θα λάβη ο αρχιερεύς, ο οποίος έχει χρισθή όταν
ελάμβανε την ιερωσύνην με το άγιον έλαιον, ο έχων ως εκ τούτου καθηγιασμένας
τας χείρας, θα λάβη από το αίμα του θυσιαζομένου μόσχου και θα φέρη αυτό εντός
της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 4,6 καὶ βάψει ὁ
ἱερεὺς τὸν δάκτυλον εἰς τὸ αἷμα, καὶ
προσρανεῖ ἀπὸ τοῦ αἵματος ἑπτάκις ἔναντι
Κυρίου, κατὰ τὸ καταπέτασμα τὸ ἅγιον·
Λευ. 4,6 Θα βυθίση ο αρχιερεύς τον δάκτυλόν του στο αίμα
και από το αίμα αυτό θα ραντίση επτά φορές ενώπιον του Κυρίου στο καταπέτασμα,
το οποίον χωρίζει τα Αγια από τα Αγια των Αγίων.
Λευ. 4,7 καὶ ἐπιθήσει
ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ
μόσχου ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ
θυμιάματος τῆς συνθέσεως τοῦ ἐναντίον Κυρίου, ὅ ἐστιν
ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου· καὶ πᾶν τὸ
αἷμα τοῦ μόσχου ἐκχεεῖ παρὰ τὴν βάσιν τοῦ
θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων, ὅ ἐστι παρὰ τὰς
θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 4,7 Θα θέση από το αίμα αυτό του μόσχου εις τα άκρα
του θυσιαστηρίου του θυμιάματος, το οποίον ευρίσκεται εντός της Σκηνής του
Μαρτυρίου και επί του οποίου προσφέρεται το παρεσκευασμένον θυμίαμα. Ολον δε το
υπόλοιπον αίμα του μόσχου θα το χύση εις την βάσιν του θυσιαστηρίου των
ολοκαυτωμάτων, το οποίον υπάρχει πλησίον της θύρας της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 4,8 καὶ πᾶν τὸ
στέαρ τοῦ μόσχου τοῦ τῆς ἁμαρτίας περιελεῖ ἀπ᾿
αὐτοῦ, τὸ στέαρ τὸ κατακαλύπτον τὰ ἐνδόσθια
καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ ἐπὶ τῶν ἐνδοσθίων
Λευ. 4,8 Από όλον δε το λίπος του θυσιαζομένου δια την
αμαρτίαν αυτήν μόσχου θα αφαιρέση το λίπος, που καλύπτει τα εντόσθια και το
λίπος που ευρίσκεται εντός αυτών,
Λευ. 4,9 καὶ τοὺς
δύο νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν,
ὅ ἐστιν ἐπὶ τῶν μηρίων, καὶ τὸν λοβὸν
τὸν ἐπὶ τοῦ ἥπατος σὺν τοῖς νεφροῖς
περιελεῖ αὐτό,
Λευ. 4,9 τους δύο νεφρούς και το επάνω εις αυτούς λίπος
το οποίον φθάνει μέχρι του άνω μέρους των μηρών, θα αφαιρέση τον λοβόν του
ήπατος μαζή με τους νεφρούς,
Λευ. 4,10 ὃν τρόπον ἀφαιρεῖται
αὐτὸ ἀπὸ τοῦ μόσχου τοῦ τῆς θυσίας τοῦ
σωτηρίου, καὶ ἀνοίσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον τῆς καρπώσεως.
Λευ. 4,10 όπως αυτό αφαιρείται από τον μόσχον τον
προσφερόμενον ως ευχαριστήριος θυσία δια την σωτηρίαν, και θα προσφέρη αυτά ο
ιερεύς στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 4,11 καὶ τὸ
δέρμα τοῦ μόσχου καὶ πᾶσαν αὐτοῦ τήν σάρκα σὺν
τῇ κεφαλῇ καὶ τοῖς ἀκρωτηρίοις καὶ τῇ
κοιλίᾳ καὶ τῇ κόπρῳ
Λευ. 4,11 Και όλον το δέρμα του μόσχου και όλην την σάρκα
αυτού μαζή με τα οστά και την κεφαλήν και τους πόδας και την κοιλίαν και την
κόπρον,
Λευ. 4,12 καὶ ἐξοίσουσιν
ὅλον τὸν μόσχον ἔξω τῆς παρεμβολῆς εἰς
τόπον καθαρόν, οὗ ἐκχεοῦσι τὴν σποδιάν, καὶ
κατακαύσουσιν αὐτὸν ἐπὶ ξύλων ἐν πυρί· ἐπὶ
τῆς ἐκχύσεως τῆς σποδιᾶς καυθήσεται.
Λευ. 4,12 ολόκληρον τον μόσχον θα τον βγάλουν έξω από την
κατασκήνωσιν, εις τόπον καθαρόν, όπου χύνουν την στάκτην και θα καύσουν αυτόν
επάνω στο πυρ καιομένων ξύλων. Εκεί όπου χύνεται η στάκτη θα καυθή ο μόσχος.
Λευ. 4,13 Ἐὰν δὲ
πᾶσα συναγωγὴ Ἰσραὴλ ἀγνοήσῃ ἀκουσίως
καὶ λάθῃ ῥῆμα ἐξ ὀφθαλμῶν τῆς
συναγωγῆς καὶ ποιήσωσι μίαν ἀπὸ πασῶν τῶν ἐντολῶν
Κυρίου, ἣ οὐ ποιηθήσεται, καὶ πλημμελήσωσι,
Λευ. 4,13 Εάν όμως όλον το πλήθος των Ισραηλιτών, εξ αγνοίας
και χωρίς να το θέλη, πλανηθή και παραβή μίαν των εντολών του Κυρίου, πράγμα το
οποίον δεν έπρεπε να γίνη, και τοιουτοτρόπως αμαρτήσουν,
Λευ. 4,14 καὶ γνωσθῇ
αὐτοῖς ἡ ἁμαρτία, ἣν ἥμαρτον ἐν αὐτῇ,
καὶ προσάξει ἡ συναγωγὴ μόσχον ἐκ βοῶν ἄμωμον
περὶ τῆς ἁμαρτίας, καὶ προσάξει αὐτὸν παρὰ
τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 4,14 αμέσως μόλις το πλήθος γνωρίση την αμαρτίαν, την
οποίαν διέπραξαν και συναισθανθή το σφάλμα του πρέπει να προσφέρη δια την
αμαρτίαν αυτήν μόσχον χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, να τον οδηγήση πλησίον
της θύρας της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 4,15 καὶ ἐπιθήσουσιν
οἱ πρεσβύτεροι τῆς συναγωγῆς τὰς χεῖρας αὐτῶν
ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ μόσχου ἔναντι Κυρίου καὶ
σφάξουσι τὸν μόσχον ἔναντι Κυρίου
Λευ. 4,15 Οι εκ του πλήθους γεροντότεροι θα επιθέσουν τας χείρας
των επάνω εις την κεφαλήν του μόσχου και θα σφάξουν τον μόσχον ενώπιον της
Σκηνής του Κυρίου.
Λευ. 4,16 καὶ εἰσοίσει
ὁ ἱερεὺς ὁ χριστὸς ἀπὸ τοῦ αἵματος
τοῦ μόσχου εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου·
Λευ. 4,16 Ο χρισθείς με το άγιον έλαιον αρχιερεύς θα πρασφέρη
από το αίμα του μόσχου εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου·
Λευ. 4,17 καὶ βάψει ὁ
ἱερεὺς τὸν δάκτυλον ἀπὸ τοῦ αἵματος
τοῦ μόσχου καὶ ῥανεῖ ἑπτάκις ἔναντι Κυρίου,
κατενώπιον τοῦ καταπετάσματος τοῦ ἁγίου·
Λευ. 4,17 θα βάψη τον δάχτυλόν του στο αίμα του μόσχου και
θα ραντίση επτά φορές ενώπιον του Κυρίου, δηλαδή ενώπιον του καταπετάσματος, το
οποίον χωρίζει τα Αγια από τα Αγια των Αγίων.
Λευ. 4,18 καὶ ἀπὸ
τοῦ αἵματος ἐπιθήσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου τῶν θυμιαμάτων τῆς
συνθέσεως, ὅ ἐστιν ἐνώπιον Κυρίου, ὅ ἐστιν ἐν
τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου· καὶ τὸ πᾶν αἷμα
ἐκχεεῖ πρὸς τὴν βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου τῶν
καρπώσεων, τοῦ πρὸς τῇ θύρᾳ τῆς σκηνῆς τοῦ
μαρτυρίου.
Λευ. 4,18 Από το αίμα αυτό θα θέση ο ιερεύς εις τα εξέχοντα
τέσσερα άκρα του θυσιαστηρίου, επί του οποίου προσφέρεται το παρεσκευασμένον
θυμίαμα, και το οποίον ευρίσκεται ενώπιον του Κυρίου, εντός δηλαδή της Σκηνής
του Μαρτυρίου. Ολον δε το υπόλοιπον αίμα θα το χύση εις την βάσιν του
θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, το οποίον ευρίσκεται εμπρός από την θύραν της
Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 4,19 καὶ τὸ πᾶν
στέαρ περιελεῖ ἀπ᾿ αὐτοῦ καὶ ἀνοίσει ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον.
Λευ. 4,19 Ολον δε το λίπος θα το αφαιρέση από τον μόσχον και
θα το προσφέρη στο θυσιαστήριον.
Λευ. 4,20 καὶ ποιήσει τὸν
μόσχον, ὃν τρόπον ἐποίησε τὸν μόσχον τὸν τῆς ἁμαρτίας,
οὕτω ποιηθήσεται· καὶ ἐξιλάσεται περί αὐτῶν ὁ
ἱερεύς, καὶ ἀφεθήσεται αὐτοῖς ἡ ἁμαρτία.
Λευ. 4,20 Οπως δε έκαμε δια τον μόσχον τον προσφερθέντα δια
την αμαρτίαν αρχιερέως, έτσι θα κάμη και δια τον μόσχον αυτόν τον προσφερόμενον
δια την αμαρτίαν του πλήθους. Θα προσφέρη ο αρχιερεύς την εξιλαστικήν αυτήν
θυσίαν περί του λαού, και θα συγχωρηθή η αμαρτία του.
Λευ. 4,21 καὶ ἐξοίσουσι
τὸν μόσχον ὅλον ἔξω τῆς παρεμβολῆς καὶ
κατακαύσουσι τὸν μόσχον, ὃν τρόπον κατέκαυσαν τὸν μόσχον τὸν
πρότερον. ἁμαρτία συναγωγῆς ἐστιν.
Λευ. 4,21 Ολον τον μόσχον θα τον βγάλουν έξω από την
κατασκήνωσιν, και θα τον κατακαύσουν, όπως κατέκαυσαν τον προηγούμενον μόσχον·
διότι αυτή η θυσία του μόσχου προσφέρεται δια την εξιλέωσιν αμαρτίας όλου του
λαού.
Λευ. 4,22 ἐὰν δὲ
ὁ ἄρχων ἁμάρτῃ, καὶ ποιήσῃ μίαν ἀπὸ
πασῶν τῶν ἐντολῶν Κυρίου τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ,
ἣ οὐ ποιηθήσεται, ἀκουσίως, καὶ ἁμάρτῃ καὶ
πλημμελήσῃ,
Λευ. 4,22 Εάν δε ένας άρχων αμαρτήση από άγνοιαν και ακουσίως
και παραβή μία από τας εντολάς Κυρίου του Θεού του, την οποίαν δεν έπρεπε να
παραβή, και αμαρτήση τοιουτοτρόπως κατά τροπον βέβαια συγγνωστόν,
Λευ. 4,23 καὶ γνωσθῇ
αὐτῷ ἡ ἁμαρτία, ἣν ἥμαρτεν ἐν αὐτῇ,
καὶ προσοίσει τὸ δῶρον αὐτοῦ χίμαρον ἐξ αἰγῶν,
ἄρσεν ἄμωμον.
Λευ. 4,23 κατανοήση και συναισθανθή την αμαρτίαν, την οποίαν
έκαμε, θα πρσσφέρη θυσίαν ένα τράγον ο οποίος δεν θα έχη κανένα σωματικόν
ελάττωμα.
Λευ. 4,24 καὶ ἐπιθήσει
τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ
χιμάρου, καὶ σφάξουσιν αὐτὸν ἐν τόπῳ, οὗ
σφάζουσι τὰ ὁλοκαυτώματα ἐνώπιον Κυρίου· ἁμαρτία ἐστί.
Λευ. 4,24 Θα θέση την χείρα του επάνω εις την κεφαλήν του
τράγου και οι προς τούτο εντεταλμένοι θα σφάξουν τον τράγον στον τόπον, όπου
σφάζουν τα ζώα τα προοριζόμενα δι' ολοκαυτώματα ενώπιον του Κυρίου. Αυτή η
θυσία είναι θυσία περί αμαρτίας.
Λευ. 4,25 καὶ ἐπιθήσει
ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ τῆς
ἁμαρτίας τῷ δακτύλῳ ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ
θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ τὸ πᾶν αἷμα
αὐτοῦ ἐκχεεῖ παρὰ τὴν βάσιν τοῦ
θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων.
Λευ. 4,25 Ο ιερεύς με το δάκτυλόν του θα θέση από το αίμα του
θυσιασθέντος περί αμαρτίας ζώου εις τα εξέχοντα τέσσαρα άκρα του θυσιαστηρίου
των ολοκαυτωμάτων και όλον το αίμα του θα το χύση εις την βάσιν του
θυσιαστηρίου αυτού.
Λευ. 4,26 καὶ τὸ πᾶν
στέαρ αὐτοῦ ἀνοίσει ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον, ὥσπερ
τὸ στέαρ θυσίας σωτηρίου. καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ
ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ,
καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ.
Λευ. 4,26 Ολον το λίπος αυτού θα το προσφέρη στο
θυσιαστήριον, όπως προσφέρεται το λίπος της ευχαριστηρίου θυσίας δια σωτηρίαν.
Ετσι δε ο ιερεύς θα προσφέρη την θυσίαν δια την εξιλέωσιν της αμαρτίας του
άρχοντος. Και θα του συγχωρηθή αυτή η αμαρτία.
Λευ. 4,27 ἐὰν δὲ
ψυχὴ μία ἁμάρτῃ ἀκουσίως ἐκ τοῦ λαοῦ
τῆς γῆς, ἐν τῷ ποιῆσαι μίαν ἀπὸ πασῶν
τῶν ἐντολῶν Κυρίου, ἣ οὐ ποιηθήσεται, καὶ
πλημμελήσῃ,
Λευ. 4,27 Εάν ένας άνθρωπος από το πολύ πλήθος αμαρτήση
ακουσίως και εξ αγνοίας και παραβή μίαν από τας εντολάς του Κυρίου, την οποίαν
δεν έπρεπε να παραβή, και διαπράξη αμαρτίαν, όχι βέβαια βαρείαν,
Λευ. 4,28 καὶ γνωσθῇ
αὐτῷ ἡ ἁμαρτία, ἣν ἥμαρτεν ἐν αὐτῇ,
καὶ οἴσει χίμαιραν ἐξ αἰγῶν, θήλειαν ἄμωμον
οἴσει περὶ τῆς ἁμαρτίας, ἧς ἥμαρτε.
Λευ. 4,28 κατανοήση δε έπειτα και συναισθανθή την αμαρτίαν,
την οποίαν διέπραξε με αυτήν του την παράβασιν, θα προσφέρη μίαν χωρίς κανένα
σωματικόν ελάττωμα αίγα δια την αμαρτίαν, την οποίαν διέπραξε.
Λευ. 4,29 καὶ ἐπιθήσει
τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ ἁμαρτήματος
αὐτοῦ καὶ σφάξουσι τὴν χίμαιραν τὴν τῆς ἁμαρτίας
ἐν τῷ τόπῳ, οὗ σφάζουσι τὰ ὁλοκαυτώματα.
Λευ. 4,29 Θα θέση την χείρα του επάνω εις την κεφαλήν της
αιγός, που προσφέρεται δια την αμαρτίαν του, και θα σφάξουν αυτήν οι
εντεταλμένοι στον τόπον, όπου σφάζουν τα προς ολοκαύτωσιν ζώα.
Λευ. 4,30 καὶ λήψεται ὁ
ἱερεὺς ἀπὸ τοῦ αἵματος αὐτῆς τῷ
δακτύλῳ, καὶ ἐπιθήσει ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ
θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων· καὶ πᾶν τὸ αἷμα
αὐτῆς ἐκχεεῖ παρὰ τὴν βάσιν τοῦ
θυσιαστηρίου.
Λευ. 4,30 Ο ιερεύς θα λάβη με το δάκτυλόν του από το αίμα του
σφαζομένου ζώου και θα θέση εις τα κέρατα του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Ολον δε το άλλο αίμα της αιγός θα το χύση εις την βάσιν του θυσιαστηρίου.
Λευ. 4,31 καὶ πᾶν τὸ
στέαρ περιελεῖ, ὃν τρόπον περιαιρεῖται στέαρ ἀπὸ
θυσίας σωτηρίου, καὶ ἀνοίσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ·
καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεύς,
καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ.
Λευ. 4,31 Θα αφαιρέση από το σφαγέν ζώον όλον το λίπος, όπως
αυτό αφαιρείται και από την ευχαριστήριον δια την σωτηρίαν θυσίαν, και θα το
φέρη ο ιερεύς επάνω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων εις οσμήν ευωδίας προς
τον Κυριον. Θα προσφέρη έτσι ο ιερεύς την εξιλαστικήν δι' αυτόν θυσίαν και θα
του συγχωρηθή η αμαρτία.
Λευ. 4,32 ἐὰν δὲ
πρόβατον προσενέγκῃ τὸ δῶρον αὐτοῦ περὶ τῆς
ἁμαρτίας, θῆλυ ἄμωμον προσοίσει αὐτό.
Λευ. 4,32 Εάν δε προσφέρη προς θυσίαν δια την αμαρτίαν του
πρόβατον, αυτό θα είναι θήλυ, χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα.
Λευ. 4,33 καὶ ἐπιθήσει
τὴν χεῖρα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ τῆς
ἁμαρτίας, καὶ σφάξουσιν αὐτὸ ἐν τόπῳ, οὗ
σφάζουσι τὰ ὁλοκαυτώματα.
Λευ. 4,33 Θα θέση ο προσφέρων την χείρα του επάνω εις την
κεφαλήν του προβάτου του προσφερομένου δι' αμαρτίαν και θα σφάξουν αυτό οι
εντεταλμένοι στον τόπον, όπου σφάζουν τα ολοκαυτώματα.
Λευ. 4,34 καὶ λαβὼν ὁ
ἱερεὺς ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ τῆς ἁμαρτίας
τῷ δακτύλῳ, ἐπιθήσει ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ
θυσιαστηρίου τῆς ὁλοκαρπώσεως. καὶ πᾶν αὐτοῦ
τὸ αἷμα ἐκχεεῖ παρὰ τὴν βάσιν τοῦ
θυσιαστηρίου τῆς ὁλοκαυτώσεως.
Λευ. 4,34 Ο ιερεύς θα λάβη με τον δάκτυλόν του από το αίμα
του προβάτου του θυσιασθέντος δια την αμαρτίαν και θα θέση αυτό εις τα κέρατα
του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων. Ολον δε το άλλο αίμα θα χύση πλησίον εις
την βάσιν του θυσιαστηρίου.
Λευ. 4,35 καὶ πᾶν αὐτοῦ
τὸ στέαρ περιελεῖ, ὃν τρόπον περιαιρεῖται στέαρ
προβάτου ἐκ τῆς θυσίας τοῦ σωτηρίου, καὶ ἐπιθήσει
αὐτὸ ὁ ἱερεὺς ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον ἐπὶ τὸ ὁλοκαύτωμα Κυρίου. καὶ ἐξιλάσεται
περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς περὶ τῆς ἁμαρτίας,
ἧς ἥμαρτε, καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ.
Λευ. 4,35 Θα αφαιρέση όλον αυτού το λίπος, όπως αφαιρείται
το λίπος προβάτου, του προσφερομένου ως ευχαριστήριος θυσία δια την σωτηρίαν,
και θα θέση αυτό ο ιερεύς επάνω στο θυσιαστήριον του Κυρίου, το δια τα
ολοκαυτώματα· έτσι δε ο ιερεύς θα προσφέρη την εξιλαστικήν θυσίαν δια την
αμαρτίαν του προσφέροντος και θα του συγχωρηθή αυτή.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
5
Λευ. 5,1 Ἐὰν δὲ
ψυχὴ ἁμάρτῃ, καὶ ἀκούσῃ φωνὴν ὁρκισμοῦ,
καὶ οὗτος μάρτυς, ἢ ἑώρακεν, ἢ σύνοιδεν, ἐὰν
μὴ ἀπαγγείλῃ, λήψεται τὴν ἁμαρτίαν.
Λευ. 5,1 Εάν κανείς αμαρτήση δι' απόκρυψιν αληθείας,
όταν καλούμενος ως αυτόπτης η ως πληροφορημένος εξ ακοής μάρτυς να καταθέση
ενόρκως, αυτός δε αρνηθή να καταθέση ο,τι γνωρίζει, θα του καταλογισθή αμαρτία
και ενοχή.
Λευ. 5,2 ἡ ψυχὴ ἐκείνη,
ἥτις ἐὰν ἅψηται παντὸς πράγματος ἀκαθάρτου,
ἢ θνησιμαίου, ἢ θηριαλώτου ἀκαθάρτου, ἢ τῶν
θνησιμαίων βδελυγμάτων τῶν ἀκαθάρτων, ἢ τῶν θνησιμαίων
κτηνῶν τῶν ἀκαθάρτων,
Λευ. 5,2 Εάν κανείς εγγίση οιονδήποτε ακάθαρτον πράγμα,
δηλαδή θνησιμαίον ζώον η ζώον κατασπαραχθέν υπό θηρίου, είτε τούτο είναι από τα
βδελυκτά ακάθαρτα ζώα άλλων λαών είτε από τα συνήθη κατοικίδια ζώα των Εβραίων,
Λευ. 5,3 ἢ ἅψηται ἀπὸ
ἀκαθαρσίας ἀνθρώπου, ἀπὸ πάσης ἀκαθαρσίας αὐτοῦ,
ἧς ἂν ἁψάμενος μιανθῇ, καί ἔλαθεν αὐτόν,
μετὰ τοῦτο δὲ γνῷ, καὶ πλημμελήσῃ·
Λευ. 5,3 η εγγίση ακαθαρσίαν ανθρώπου, κάθε είδος
ακαθαρσίας αυτού, δια της οποίας ο εγγίσας μολύνεται, και έπραξε τούτο εξ
αγνοίας, κατόπιν δε κατενόησε και συνησθάνθη τον μολυσμόν, είναι ένοχος ενώπιον
του θείου Νομου και πρέπει να καθαρισθή.
Λευ. 5,4 ἡ ψυχή, ἣ
ἂν ὀμόσῃ διαστέλλουσα τοῖς χείλεσι κακοποιῆσαι ἢ
καλῶς ποιῆσαι κατὰ πάντα, ὅσα ἐὰν διαστείλῃ
ὁ ἄνθρωπος μεθ᾿ ὅρκου, καὶ λάθῃ αὐτὸν
πρὸ ὀφθαλμῶν, καὶ οὗτος γνῷ, καὶ ἁμάρτῃ
ἕν τι τούτων,
Λευ. 5,4 Εάν κανείς υποσχεθή να κάμη τούτο η εκείνο και
βεβαιώση την υπόσχεσίν του με προφορικόν όρκον οιονδήποτε και αν είναι αυτό που
ενόρκως υπεσχέθη να κάμη, του διαφύγη όμως από τον νουν και το ενθυμηθή
κατόπιν, είναι ένοχος δι' αυτό που ωρκίσθη να κάμη και δεν το έκαμε.
Λευ. 5,5 καὶ ἐξαγορεύσει
τὴν ἁμαρτίαν, περὶ ὧν ἡμάρτηκε κατ᾿ αὐτῆς,
Λευ. 5,5 Αυτός πρέπει να ομολογήση την αμαρτίαν αυτήν,
την οποίαν έκαμε λησμονήσας τον όρκον του.
Λευ. 5,6 καὶ οἴσει
περὶ ὧν ἐπλημμέλησε Κυρίῳ, περὶ τῆς ἁμαρτίας
ἧς ἥμαρτε, θῆλυ ἀπὸ τῶν προβάτων, ἀμνάδα
ἢ χίμαιραν ἐξ αἰγῶν, περὶ ἁμαρτίας· καὶ
ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς περὶ
τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ, ἧς ἥμαρτε, καὶ ἀφεθήσεται
αὐτῷ ἡ ἁμαρτία.
Λευ. 5,6 Θα φέρη εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου δια την
διαπραχθείσαν αμαρτίαν του αμνάδα η αίγα δια την συγχώρησιν της αμαρτίας. Ο
ιερεύς θα προσφέρη την περί αμαρτίας εξιλαστήριον αυτήν θυσίαν, και θα του
συγχωρηθή αυτή η αμαρτία του.
Λευ. 5,7 Ἐὰν δὲ
μὴ ἰσχύῃ ἡ χεὶρ αὐτοῦ τὸ ἱκανὸν
εἰς τὸ πρόβατον, οἴσει περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ,
ἧς ἥμαρτε, δύο τρυγόνας, ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν
Κυρίῳ, ἕνα περὶ ἁμαρτίας καὶ ἕνα εἰς ὁλοκαύτωμα.
Λευ. 5,7 Εάν όμως ο παραβάτης δεν έχη την δυνατότητα και
την οικονομικήν ευχέρειαν να δώση πρόβατον, θα προσφέρη δια την αμαρτίαν, την
οποίαν διέπραξε, δύο τρυγόνας η δύο νεοσσούς περιστερών. Το ένα ως θυσίαν δια
την αμαρτίαν και το άλλο ως ολοκαύτωμα προς τον Κυριον.
Λευ. 5,8 καὶ οἴσει
αὐτὰ πρὸς τὸν ἱερέα, καὶ προσάξει ὁ ἱερεὺς
τὸ περὶ τῆς ἁμαρτίας πρότερον· καὶ ἀποκνίσει
ὁ ἱερεὺς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἀπὸ
τοῦ σφονδύλου, καὶ οὐ διελεῖ·
Λευ. 5,8 Θα φέρη αυτάς προς τον ιερέα ο οποίος θα
προσφέρη θυσίαν πρώτον το περί αμαρτίας. Θα αποκόψη με τα νύχια του την κεφαλήν
του πτηνού από τον σπόνδυλον, χωρίς να την αποχωρίση από τον κορμόν.
Λευ. 5,9 καὶ ῥανεῖ
ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ περὶ τῆς ἁμαρτίας
ἐπὶ τὸν τοῖχον τοῦ θυσιαστηρίου, τὸ δὲ
κατάλοιπον τοῦ αἵματος καταστραγγιεῖ ἐπὶ τὴν
βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου· ἁμαρτία γάρ ἐστι.
Λευ. 5,9 Θα ραντίση από το αίμα του προσφερομένου πτηνού
περί αμαρτίας εις την πλευράν του θυσιαστηρίου, το δε υπόλοιπον αίμα θα το
στραγγίση εις την βάσιν του θυσιαστηρίου. Τούτο δέ, διότι η θυσία αυτή
προσφέρεται δι' άφεσιν αμαρτίας.
Λευ. 5,10 καὶ τὸ
δεύτερον ποιήσει ὁλοκάρπωμα, ὡς καθήκει. καὶ ἐξιλάσεται
ὁ ἱερεὺς περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ,
ἧς ἥμαρτε, καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ.
Λευ. 5,10 Το δεύτερον πτηνόν θα το προσφέρη ολοκαύτωμα, όπως
είναι καθωρισμένον και πρέπον. Και με τον τρόπον αυτόν θα εξιλεώση ο ιερεύς τον
Θεόν δια την αμαρτίαν, την οποίαν ο προσφέρων και θα του συγχωρηθή αυτή.
Λευ. 5,11 ἐὰν δὲ
μὴ εὑρίσκῃ ἡ χεὶρ αὐτοῦ ζεῦγος
τρυγόνων, ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν, καὶ οἴσει τὸ
δῶρον αὐτοῦ, περὶ οὗ ἥμαρτε, τὸ
δέκατον τοῦ οἰφὶ σεμιδάλεως περὶ ἁμαρτίας· οὐκ
ἐπιχεεῖ ἐπ᾿ αὐτὸ ἔλαιον, οὐδὲ
ἐπιθήσει ἐπ᾿ αὐτῷ λίβανον, ὅτι περὶ ἁμαρτίας
ἐστί·
Λευ. 5,11 Εάν όμως δεν έχη την οικονομικήν δυνατότητα να
αγοράση και προσφέρη ζεύγος τρυγόνων η δύο νεοσσούς περιστεριών, θα προσφέρη ως
θυσίαν δια την αμαρτίαν, που διέπραξε το εν δέκατον του οιφί σημιγδάλι (δύο
περίπου χιλιόγραμμα). Δεν θα χύση επάνω εις αυτό έλαιον ούτε θα θέση λιβάνι,
διότι πρόκειται περί θυσίας εις εξιλέωσιν αμαρτίας.
Λευ. 5,12 καὶ οἴσει
αὐτὸ πρὸς τὸν ἱερέα. καὶ δραξάμενος ὁ
ἱερεὺς ἀπ᾿ αὐτῆς πλήρη τὴν δράκα, τὸ
μνημόσυνον αὐτῆς ἐπιθήσει ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων Κυρίῳ· ἁμαρτία ἐστί.
Λευ. 5,12 Θα φέρη αυτό στον ιερέα. Ο δε ιερεύς, εις
ανάμνησιν υπέρ του προσφέροντας θα πάρη από αυτό μίαν γεμάτην χούφταν και θα το
βάλη επάνω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων δια τον Κυριον. Τούτο, επειδή η
θυσία αυτή είναι περί αμαρτίας.
Λευ. 5,13 καὶ ἐξιλάσεται
περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς περὶ τῆς ἁμαρτίας
αὐτοῦ, ἧς ἥμαρτεν, ἀφ᾿ ἑνὸς
τούτων, καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ. τὸ δὲ
καταλειφθὲν ἔσται τῷ ἱερεῖ, ὡς ἡ
θυσία τῆς σεμιδάλεως.
Λευ. 5,13 Ετσι δε ο ιερεύς θα εξιλεώση αυτόν δια την
αμαρτίαν, την οποίαν διέπραξε και η οποία θα του συγχωρηθή. Το υπόλοιπον από
την θυσίαν αλεύρι θα ανήκη στον ιερέα, όπως η θυσία του σημιγδαλιού”.
Λευ. 5,14 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν, λέγων·
Λευ. 5,14 Ωμίλησεν ακόμη ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και είπε·
Λευ. 5,15 ψυχὴ ἣ ἂν
λάθῃ αὐτὸν λήθῃ καὶ ἁμάρτῃ ἀκουσίως
ἀπὸ τῶν ἁγίων Κυρίου, καὶ οἴσει τῆς
πλημμελείας αὐτοῦ τῷ Κυρίῳ κριὸν ἄμωμον ἐκ
τῶν προβάτων, τιμῆς ἀργυρίου σίκλων, τῷ σίκλῳ τῶν
ἁγίων, περὶ οὗ ἐπλημμέλησε.
Λευ. 5,15 “εάν κανείς ακουσίως και εξ αγνοίας αμαρτήση
ασυναισθήτως εις τα άγια του Κυρίου πράγματα, θα προσφέρη θυσίαν προς τον
Κυριον δια το εξ αγνοίας αυτό πλημμέλημά του ένα κριον από τα πρόβατά του,
χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, αξίας δύο τουλάχιστον αργυρών σίκλων από τους
σίκλους τους κυκλοφορούντας ως νόμισμα εις την περιοχήν της Σκηνής του
Μαρτυρίου (τέσσαρες αττικαί δραχμαί).
Λευ. 5,16 καὶ ὃ ἥμαρτεν
ἀπὸ τῶν ἁγίων ἀποτίσει αὐτό. καὶ τὸ
ἐπίπεμπτον προσθήσει ἐπ᾿ αὐτὸ καὶ δώσει αὐτὸ
τῷ ἱερεῖ· καὶ ὁ ἱερεὺς ἐξιλάσεται
περὶ αὐτοῦ ἐν τῷ κριῷ τῆς
πλημμελείας, καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ.
Λευ. 5,16 Θα πληρώση δε και την ζημίαν, που επροξένησεν εις
τα άγια πράγματα, θα προσθέση επί πλέον και το εν πέμπτον της αξίας, αυτά δε θα
τα δώση στον ιερέα. Ο ιερεύς προσφέρων τον κριον θυσίαν θα εξιλεώση αυτόν δια
την αμαρτίαν του και θα του συγχωρηθή αυτή η αμαρτία.
Λευ. 5,17 Καὶ ἡ ψυχὴ
ἣ ἂν ἁμάρτῃ καὶ ποιήσῃ μίαν ἀπὸ
πασῶν τῶν ἐντολῶν Κυρίου, ὧν οὐ δεῖ
ποιεῖν, καὶ οὐκ ἔγνω, καὶ πλημμελήσῃ καὶ
λάβῃ τὴν ἁμαρτίαν,
Λευ. 5,17 Εάν κανείς από άγνοιαν αμαρτήση παραβαίνων μίαν
από όλας τας εντολάς του Κυρίου, την οποίαν δεν θα έπρεπε να παραβή, είναι
ένοχος δια την αμαρτίαν αυτήν.
Λευ. 5,18 καὶ οἴσει
κριὸν ἄμωμον ἐκ τῶν προβάτων, τιμῆς ἀργυρίου
εἰς πλημμέλειαν πρὸς τὸν ἱερέα. καὶ ἐξιλάσεται
περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς περὶ τῆς ἀγνοίας
αὐτοῦ, ἧς ἠγνόησε, καὶ αὐτὸς οὐκ
ᾔδει, καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ·
Λευ. 5,18 Δια την συγχώρησιν της αμαρτίας του θα προσφέρη
από τα πρόβατά του αρτιμελή κριον αξίας ενός αργυρού σίκλου, προς τον ιερέα· ο
δε ιερεύς προσφέρων αυτήν την θυσίαν θα εξιλεώση αυτόν δια την αμαρτίαν, την
οποίαν αυτός εξ αγνοίας και χωρίς να γνωρίζη διέπραξε, η οποία και θα του
συγχωρηθή.
Λευ. 5,19 ἐπλημμέλησε γὰρ
πλημμελείᾳ ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 5,19 Ημάρτησε, διότι εφάνη τόσον επιπόλαιος και αμελής
ενώπιον του Κυρίου”.
Λευ. 5,20 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 5,20 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και είπεν
Λευ. 5,21 ψυχὴ ἣ ἐὰν
ἁμάρτῃ καὶ παριδὼν παρίδῃ τὰς ἐντολὰς
Κυρίου καὶ ψεύσηται τὰ πρὸς τὸν πλησίον ἐν
παραθήκῃ ἢ περὶ κοινωνίας ἢ περὶ ἁρπαγῆς
ἢ ἠδίκησέ τι τὸν πλησίον
Λευ. 5,21 “εάν κανείς αμαρτήση παραβλέπων και παραβαίνων τας
εντολάς του Κυρίου, και είπη ψέματα προς τον πλησίον του δια πράγμα που έχει
κατατεθή εις αυτόν προς φύλαξιν η δι' ενέχυρον η δι' αρπαγήν η δι' άλλην τινά
αδικίαν εναντίον του πλησίον,
Λευ. 5,22 ἢ εὗρεν ἀπώλειαν
καὶ ψεύσηται περὶ αὐτῆς καὶ ὀμόσῃ ἀδίκως
περὶ ἑνὸς ἀπὸ πάντων, ὧν ἐὰν
ποιήσῃ ὁ ἄνθρωπος, ὥστε ἁμαρτεῖν ἐν
τούτοις,
Λευ. 5,22 η εύρε χαμένον πράγμα και είπη ψέματα δι' αυτό και
ορκισθή ψευδώς, και γενικώς αν διαπράξη άλλην τινά αμαρτίαν παραβαίνων τας
εντολάς του Κυρίου, ώστε να γίνη παραβάτης αυτών,
Λευ. 5,23 καὶ ἔσται ἡνίκα
ἐὰν ἁμάρτῃ καὶ πλημμελήσῃ, καὶ ἀποδῷ
τὸ ἅρπαγμα, ὃ ἥρπασεν, ἢ τὸ ἀδίκημα, ὃ
ἠδίκησεν, ἢ τὴν παραθήκην, ἥτις παρετέθη αὐτῷ,
ἢ τὴν ἀπώλειαν, ἣν εὗρεν,
Λευ. 5,23 εάν λοιπόν αμαρτήση και κατόπιν συναισθανθή το
αμάρτημά του, θα αποδώση αυτό το οποίον ήρπασεν η θα αποκαταστήση την αδικίαν
που διέπραξεν η θα επιοτρέψη την παρακαταθήκην που του είχαν εμπιστευθή η θα
αποδώση το χαιμένον πράγμα που ευρήκεν στον κύριόν του,
Λευ. 5,24 ἀπὸ παντὸς
πράγματος, οὗ ὤμοσε περὶ αὐτοῦ ἀδίκως, καὶ
ἀποτίσει αὐτὸ τὸ κεφάλαιον καὶ τὸ ἐπίπεμπτον
προσθήσει ἐπ᾿ αὐτό· τίνος ἐστίν, αὐτῷ ἀποδώσει
ᾗ ἡμέρᾳ ἐλεγχθῇ.
Λευ. 5,24 δια κάθε γενικώς πράγμα, δια το οποίον εψευδόρκησε
θα δώση ολόκληρον το κεφάλαιον και επί πλέον το εν πέμπτον του κεφαλαίου ως
πρόστιμον. Θα επιστρέψη αυτό στον ιδιοκτήτην του, όταν συναισθανθή και
κατανοήση το σφάλμα του.
Λευ. 5,25 καὶ τῆς
πλημμελείας αὐτοῦ οἴσει τῷ Κυρίῳ κριὸν ἀπὸ
τῶν προβάτων ἄμωμον, τιμῆς, εἰς ὃ ἐπλημμέλησε.
Λευ. 5,25 Δια την αδικίαν αυτήν, που διέπραξε, θα προσφέρη
προς τον Κυριον από τα πρόβατά του προς θυσίαν κριον αρτιμελή αξίας αναλόγου
προς την αδικίαν, που διέπραξε.
Λευ. 5,26 καὶ ἐξιλάσεται
περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς ἔναντι Κυρίου, καὶ
ἀφεθήσεται αὐτῷ περὶ ἑνὸς ἀπὸ
πάντων, ὧν ἐποίησε καὶ ἐπλημμέλησεν αὐτῷ.
Λευ. 5,26 Ο ιερεύς δια της θυσίας του κριου θα εξιλεώση υπέρ
αυτού τον Κυριον δια την παράβασιν και θα του συγχωρηθή η οιαδήποτε αμαρτία,
την οποίαν διέπραξε.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
6
Λευ. 6,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 6,1 Ομίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και είπε·
Λευ. 6,2 ἔντειλαι Ἀαρὼν
καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ, λέγων· οὗτος
ὁ νόμος τῆς ὁλοκαυτώσεως· αὐτὴ ἡ ὁλοκαύτωσις
ἐπὶ τῆς καύσεως αὐτῆς ἐπὶ τοῦ
θυσιαστηρίου ὅλην τὴν νύκτα ἕως τὸ πρωΐ, καὶ τὸ
πῦρ τοῦ θυσιαστηρίου καυθήσεται ἐπ᾿ αὐτοῦ,
οὐ σβεσθήσεται.
Λευ. 6,2 “Δώσε τας ακολούθους εντολάς στον Ααρών και τους
υιούς του· Αυτός είναι ο Νομος δια την θυσίαν των ολοκαυτωμάτων. Το επί του
θυσιαστηρίου προς ολοκαύτωσιν προσφερόμενον ζώον θα μείνη επί του θυσιαστηρίου
καθ' όλην την νύκτα μέχρι της πρωΐας και καθ' όλον αυτό το διάστημα το πυρ του
θυσιαστηρίου θα είναι αναμμένον και δεν θα σβήση.
Λευ. 6,3 καὶ ἐνδύσεται
ὁ ἱερεὺς χιτῶνα λινοῦν καὶ περισκελὲς
λινοῦν ἐνδύσεται περὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ,
καὶ ἀφελεῖ τὴν κατακάρπωσιν, ἣν ἂν
καταναλώσῃ τὸ πῦρ, τὴν ὁλοκαύτωσιν, ἀπὸ
τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ παραθήσει αὐτὸ ἐχόμενον τοῦ
θυσιαστηρίου.
Λευ. 6,3 Την πρωΐαν ο ιερεύς θα φορέση τον λινόν χιτώνα
χαι επί της σαρκός αυτού θα φορέση την λινήν περιισκελίδα. Θα αφαιρέση από το
θυσιαστήριον την στάκτην του καέντος ολοκαυτώματος και θα θέση αυτήν πλησίον
του θυσιαστηρίου.
Λευ. 6,4 καὶ ἐκδύσεται
τὴν στολὴν αὐτοῦ καὶ ἐνδύσεται στολὴν
ἄλλην, καὶ ἐξοίσει τὴν κατακάρπωσιν ἔξω τῆς
παρεμβολῆς εἰς τόπον καθαρόν.
Λευ. 6,4 Κατόπιν θα αφαιρέση την ιερατικήν αυτήν στολήν
και θα ενδυθή την άλλην, την καθημερινήν, και θα φέρη την στάκτην έξω από την
κατασκήνωσιν εις καθαρόν ωρισμένον τόπον.
Λευ. 6,5 καὶ πῦρ ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον καυθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ καὶ οὐ
σβεσθήσεται, καὶ καύσει ἐπ᾿ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς
ξύλα τὸ πρωΐ πρωΐ· καὶ στοιβάσει ἐπ᾿ αὐτοῦ
τὴν ὁλοκαύτωσιν καὶ ἐπιθήσει ἐπ᾿ αὐτὸ
τὸ στέαρ τοῦ σωτηρίου·
Λευ. 6,5 Το πυρ επάνω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων
θα διατηρήται άσβεστον και δεν θα σβήση ποτέ. Προς τον σκοπόν τούτον ο ιερεύς
κάθε πρωί και εν συνεχεία θα στοιβάζη ξύλα και θα θέση επάνω εις τα καιόμενα
ξύλα το προς ολοκαύτωσιν προσφερθέν ζώον όπως επίσης και το λίπος του ζώου,
όταν πρόκειται περί ευχαριστηρίου θυσίας.
Λευ. 6,6 καὶ πῦρ
διὰ παντὸς καυθήσεται ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον, οὐ
σβεσθήσεται.
Λευ. 6,6 Το πυρ θα καίη πάντοτε νυχθημερόν επάνω στο
θυσιαστήριον. Δεν θα σβησθή ποτέ.
Λευ. 6,7 Οὗτος ὁ
νόμος τῆς θυσίας, ἣν προσάξουσιν αὐτὴν οἱ υἱοὶ
Ἀαρὼν ἔναντι Κυρίου ἀπέναντι τοῦ
θυσιαστηρίου·
Λευ. 6,7 Η τυπική διάταξις δια την θυσίαν, την οποίαν θα
προσφέρουν ενώπιον του Κυρίου προ του θυσιαστηρίου οι υιοί του Ααρών, οι
ιερείς, είναι η εξής·
Λευ. 6,8 καὶ ἀφελεῖ
ἀπ᾿ αὐτοῦ τῇ δρακὶ ἀπὸ τῆς
σεμιδάλεως τῆς θυσίας σὺν τῷ ἐλαίῳ αὐτῆς
καὶ σὺν παντὶ τῷ λιβάνῳ αὐτῆς τὰ
ὄντα ἐπὶ τῆς θυσίας καὶ ἀνοίσει ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον κάρπωμα, ὀσμὴν εὐωδίας, τὸ
μνημόσυνον αὐτῆς τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 6,8 Θα αφαιρέση ο ιερεύς από το προς θυσίαν
προσφερθέν μίαν χούφταν από το σημιγδάλι το αναμεμιγμένον με το προσφερθέν
έλαιον, θα πάρη ακόμη ολο το λιβάνι το προσφερθέν προς θυσίαν, και όλα αυτά θα
τα φέρη ως ολοκαύτωσιν προς τον Κυριον. Αυτή θα είναι ευάρεστος και
ευπρόσδεκτος οσμή προς τον Κυριον εις μνήμην του προσφέροντος.
Λευ. 6,9 τὸ δὲ
καταλειφθὲν ἀπ᾿ αὐτῆς ἔδεται Ἀαρὼν
καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ· ἄζυμα
βρωθήσεται ἐν τόπῳ ἁγίῳ, ἐν αὐλῇ τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου ἔδονται αὐτήν.
Λευ. 6,9 Το υπόλοιπον της θυσίας αυτής θα φάγουν ο Ααρών
και οι υιοί του. Τα άζυμα αυτά θα φαγωθούν στον άγιον τόπον, δηλαδή εις την
αυλήν της Σκηνής του Μαρτυρίου. Εκεί θα τα φάγουν.
Λευ. 6,10 οὐ πεφθήσεται ἐζυμωμένη·
μερίδα αὐτὴν ἔδωκα αὐτοῖς ἀπὸ τῶν
καρπωμάτων Κυρίου· ἅγια ἁγίων ἐστίν, ὥσπερ τὸ
τῆς ἁμαρτίας καὶ ὥσπερ τὸ τῆς πλημμελείας.
Λευ. 6,10 Το σημιγδάλι, που προσφέρεται προς θυσίαν, δεν θα
ψηθή ζυμωμένον με προζύμι. Το φύραμα θα είναι άζυμον. Αυτό το υπόλοιπον
σημιγδάλι το έδωκα εις αυτούς ως μερίδιόν των από την προς τον Κυριον θυσίαν.
Είναι αγιώτατον· το ίδιο θα γίνεται και όταν πρόκειται είτε περί θυσίας
προσφερομένης υπέρ αμαρτίας ελαφράς είτε περί θυσίας προσφερομένης δια
βαρυτέραν αμαρτίαν.
Λευ. 6,11 πᾶν ἀρσενικὸν
τῶν ἱερέων ἔδονται αὐτήν· νόμιμον αἰώνιον εἰς
τὰς γενεὰς ὑμῶν ἀπὸ τῶν καρπωμάτων
Κυρίου. πᾶς ὃς ἐὰν ἅψηται αὐτῶν, ἁγιασθήσεται.
Λευ. 6,11 Καθε άρρεν μέλος των οικογενειών των ιερέων θα
τρώγουν αυτήν. Αυτό είναι νόμος παντοτεινός εις όλας τας γενεάς σας σχετικώς με
τας θυσίας τας προσφερομένας προς τον Κυριον. Καθε άλλος, ο οποίος ήθελεν
εγγίσει τας θυσίας αυτάς, είναι υπεύθυνος και πρέπει να καθαρθή, να αγιασθή”.
Λευ. 6,12 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 6,12 Ελάλησεν άκομη ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και είπεν·
Λευ. 6,13 τοῦτο τὸ δῶρον
Ἀαρὼν καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ, ὃ
προσοίσουσι Κυρίῳ ἐν τῇ ἡμέρᾳ, ᾗ ἂν
χρίσῃς αὐτόν· τὸ δέκατον τοῦ οἰφὶ
σεμιδάλεως εἰς θυσίαν διὰ παντός, τὸ ἥμισυ αὐτῆς
τὸ πρωΐ, καὶ τὸ ἥμισυ αὐτῆς τὸ
δειλινόν.
Λευ. 6,13 “αυτή θα είναι η προς θυσίαν προσφορά του Ααρών
και των υιών του, που θα προσφέρουν αυτοί προς τον Κυριον την ημέραν κατά την
οποίαν θα χρίσης ένα από αυτούς ως αρχιερέα. Θα προσφέρη αυτός το εν δέκατον
του οιφί (δύο περίπου κιλά σημιγδάλι ως καθημερινήν θυσίαν, το ήμισυ από αυτό
θα το προσφέρη το πρωϊ και το άλλο ήμισυ το δειλινόν.
Λευ. 6,14 ἐπὶ
τηγάνου ἐν ἐλαίῳ ποιηθήσεται, πεφυραμένην οἴσει αὐτήν,
ἑλικτά, θυσίαν ἐκ κλασμάτων, θυσίαν εἰς ὀσμὴν εὐωδίας
Κυρίῳ.
Λευ. 6,14 Η θυσία αυτή ζυμωμένη με λάδι θα κατασκευασθή στο
τηγάνι και θα την προσφέρης διπλωμένην εις τεμάχια χωριστά το καθένα. Αυτή
είναι θυσία εις οσμήν ευωδίας προς τον Κυριον.
Λευ. 6,15 ὁ ἱερεὺς
ὁ χριστὸς ἀντ᾿ αὐτοῦ ἐκ τῶν υἱῶν
αὐτοῦ ποιήσει αὐτήν· νόμος αἰώνιος, ἅπαν ἐπιτελεσθήσεται.
Λευ. 6,15 Αυτήν την καθημερινήν θυσίαν θα την προσφέρη και ο
υιός του Ααρών, ο διάδοχός του στο λειτούργημα της ιερωσύνης. Ο νόμος ούτος θα
είναι παντοτεινός και απαράβατος και η θυσία αυτή θα προσφέρεται εξ ολοκλήρου
στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 6,16 καὶ πᾶσα
θυσία ἱερέως ὁλόκαυτος ἔσται καὶ οὐ βρωθήσεται.
Λευ. 6,16 Καθε θυσία του ιερέως θα είναι ολοκαύτωμα στο
θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Θα καίεται εξ ολοκλήρου και κανένα μέρος αυτής
δεν θα τρώγεται”.
Λευ. 6,17 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 6,17 Ο Κυριος ελάλησε προς τον Μωϋσήν και είπε·
Λευ. 6,18 λάλησον Ἀαρὼν
καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ λέγων· οὗτος
ὁ νόμος τῆς ἁμαρτίας· ἐν τόπῳ, οὗ
σφάζουσι τὸ ὁλοκαύτωμα, σφάξουσι τὰ περὶ τῆς ἁμαρτίας
ἔναντι Κυρίου· ἅγια ἁγίων ἐστίν.
Λευ. 6,18 “Ειπέ στον Ααρών και τους υιούς του αυτά· Ούτος
είναι ο νόμος, το τυπικόν, σύμφωνα με το οποίον θα προσφέρεται η θυσία δια την
αμαρτίαν. Εκεί, όπου σφάζουν το προς ολοκαύτωσιν ζώον, θα σφάξουν και τα ζώα,
που προσφέρονται ως θυσία περί αμαρτίας, δηλαδή εις την αυλήν ενώπιον της
Σκηνής του Κυρίου· είναι αυτά αγιώτατα.
Λευ. 6,19 ὁ ἱερεὺς
ὁ ἀναφέρων αὐτὴν ἔδεται αὐτήν· ἐν
τόπῳ ἁγίῳ βρωθήσεται, ἐν αὐλῇ τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 6,19 Ο ιερεύς, που προσφέρει την θυσίαν, θα φάγη αυτήν.
Θα φαγωθή στον τόπον τον άγιον δηλαδή εις την αυλήν της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 6,20 πᾶς ὁ ἁπτόμενος
τῶν κρεῶν αὐτῆς ἁγιασθήσεται· καὶ ᾧ
ἐὰν ἐπιῤῥαντισθῇ ἀπὸ τοῦ
αἵματος αὐτῆς ἐπὶ τὸ ἱμάτιον, ὃς
ἐὰν ῥαντισθῇ ἐπ᾿ αὐτό, πλυθήσεται ἐν
τόπῳ ἁγίῳ.
Λευ. 6,20 Καθε άλλος, που εγγίζει τα κρέατα αυτά, είναι
υπεύθυνος και πρέπει να καθαρθή, να αγιασθή. Και εκείνός που θα ραντισθή με το
αίμα αυτό της θυσίας, πρέπει να πλύνη το ιμάτιόν του στον ιερόν τόπον της
Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 6,21 καὶ σκεῦος
ὀστράκινον, οὗ ἐὰν ἑψηθῇ ἐν αὐτῷ,
συντριβήσεται· ἐὰν δὲ ἐν σκεύει χαλκῷ ἑψηθῇ,
ἐκτρίψει αὐτὸ καὶ ἐκκλύσει ὕδατι.
Λευ. 6,21 πήλινον σκεύος, επί του οποίου θα ψηθή κάποια
θυσία, πρέπει να συντρίβεται. Εάν δε το δοχείον, όπου θα ψηθή η θυσία, είναι
χάλκινον, πρέπει να το τρίψης καλά και να το πλύνης με πολύ νερό.
Λευ. 6,22 πᾶς ἄρσην ἐν
τοῖς ἱερεῦσι φάγεται αὐτά· ἅγια ἁγίων ἐστὶ
Κυρίῳ.
Λευ. 6,22 Μονον αρσενικόν μέλος από την οικογένειαν των
ιερέων θα φάγη αυτά, διότι είναι αγιώτατα, αφιερωμένα στον Κυριον.
Λευ. 6,23 καὶ πάντα τὰ
περὶ τῆς ἁμαρτίας, ὧν ἐὰν εἰσενεχθῇ
ἀπὸ τοῦ αἵματος αὐτῶν εἰς τὴν
σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου ἐξιλάσασθαι ἐν τῷ ἁγίῳ,
οὐ βρωθήσεται· ἐν πυρὶ κατακαυθήσεται.
Λευ. 6,23 Από θυσίας, αι οποίαι προσφέρονται περί αμαρτίας
και από το αίμα των ζώων, που φέρετε εμπρός εις τα άγια της Σκηνής του
Μαρτυρίου προς εξιλασμόν, δεν θα φάγετε. Θα καίωνται εξ ολοκλήρου στο
θυσιαστήριον.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
7
Λευ. 7,1 Καὶ οὗτος
ὁ νόμος τοῦ κριοῦ τοῦ περὶ τῆς
πλημμελείας· ἅγια ἁγίων ἐστίν.
Λευ. 7,1 Αυτός είναι ο νόμος, η τυπική διάταξις, περί
της προσφοράς θυσίας κριου δια βαρύτερον αμάρτημα. Η θυσία αυτή είναι αγιωτάτη.
Λευ. 7,2 ἐν τόπῳ οὗ
σφάζουσι τὸ ὁλοκαύτωμα, σφάξουσι τὸν κριὸν τῆς
πλημμελείας ἔναντι Κυρίου, καὶ τὸ αἷμα προσχεεῖ ἐπὶ
τὴν βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου κύκλῳ.
Λευ. 7,2 Εκεί όπου σφάζουν τα ολοκαυτώματα, εις την αυλήν
της Σκηνής του Μαρτυρίου ενώπιον του Κυρίου, θα σφάξουν και τον κριον τον
πρασφερόμενον δια σοβαρωτέραν τινα αμαρτίαν. Το αίμα τούτου θα χυθή υπό του
ιερέως κύκλω περί την βάσιν του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 7,3 καὶ πᾶν τὸ
στέαρ αὐτοῦ προσοίσει ἀπ᾿ αὐτοῦ, καὶ
τὴν ὀσφὺν καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ
κατακαλύπτον τὰ ἐνδόσθια καὶ πᾶν τὸ στέαρ τὸ
ἐπὶ τῶν ἐνδοσθίων
Λευ. 7,3 Επάνω στο θυσιαστήριον θα προσφέρη ο ιερεύς όλον
το λίπος του κριου, το περί την οσφύν κρέας, το λίπος το οποίον καλύπτει τα
εντόσθια και όλον το λίπος το οποίον υπάρχει εσωτερικώς μεταξύ των εντοσθίων.
Λευ. 7,4 καὶ τοὺς
δύο νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν,
τὸ ἐπὶ τῶν μηρίων, καὶ τὸν λοβὸν τὸν
ἐπὶ τοῦ ἥπατος σὺν τοῖς νεφροῖς,
περιελεῖ αὐτά,
Λευ. 7,4 Θα αφαιρέση προηγουμένως ο ιερεύς τους νεφρούς
και το λίπος, που υπάρχει επάνω εις αυτούς και το οποίον φθάνει έως εις τα επάνω
μέρη του μηρού. Θα προσφέρη τον λοβόν του συκωτιού μαζή με τα νεφρά.
Λευ. 7,5 καὶ ἀνοίσει
αὐτὰ ὁ ἱερεὺς ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον κάρπωμα τῷ Κυρίῳ· περὶ πλημμελείας ἐστί.
Λευ. 7,5 Ολα αυτά θα τα προσφέρη ο ιερεύς θυσίαν προς τον
Κυριον στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Αυτή προσφέρεται δια βαρυτέραν
αμαρτίαν.
Λευ. 7,6 πᾶς ἄρσην
ἐκ τῶν ἱερέων ἔδεται αὐτά, ἐν τόπῳ ἁγίῳ
ἔδονται αὐτά· ἅγια ἁγίων ἐστίν.
Λευ. 7,6 Μονον οι άρρενες εκ των μελών της ιερατικής
οικογενείας θα φάγουν αυτά και στον άγιον τόπον, διότι είναι αγιώτατα.
Λευ. 7,7 ὥσπερ τὸ
περὶ τῆς ἁμαρτίας, οὕτω καὶ τὸ τῆς
πλημμελείας, νόμος εἷς αὐτῶν· ὁ ἱερεὺς
ὅστις ἐξιλάσσεται ἐν αὐτῷ, αὐτῷ ἔσται.
Λευ. 7,7 Οπως γίνεται η προσφορά θυσίας δι' ελαφρόν
αμάρτημα, έτσι θα γίνεται και δια βαρυτέραν αμαρτίαν. Ενα τυπικόν θα διέπη
αυτά. Ο ιερεύς δε ο οποίος θα προσφέρη προς εξιλέωσιν τας θυσίας αυτάς, θα
παίρνη ως ιδικά του τα υπόλοιπα από αυτάς τας θυσίας.
Λευ. 7,8 καὶ ὁ ἱερεὺς
ὁ προσάγων ὁλοκαύτωμα ἀνθρώπου, τὸ δέρμα τῆς ὁλοκαυτώσεως,
ἧς προσφέρει αὐτός, αὐτῷ ἔσται.
Λευ. 7,8 Ο ιερεύς επίσης ο οποίος προσφέρει θυσίαν
ολοκαυτώματος, προσφοράν Ισραηλίτου τινός, θα λαμβάνη το δέρμα του θυσιασθέντος
ζώου.
Λευ. 7,9 καὶ πᾶσα
θυσία, ἥτις ποιηθήσεται ἐν τῷ κλιβάνῳ, καὶ πᾶσα,
ἥτις ποιηθήσεται ἐπ᾿ ἐσχάρας ἢ ἐπὶ
τηγάνου, τοῦ ἱερέως τοῦ προσφέροντος αὐτήν, αὐτῷ
ἔσται.
Λευ. 7,9 Αλλά και τα υπολείμματα πάσης άλλης θυσίας, η
οποία θα γίνη στον κλίβανον και εκείνης η οποία θα γίνη εις την εσχάραν η το
τηγάνι, ανήκουν στον ιερέα, ο οποίος τα προσέφερε.
Λευ. 7,10 καὶ πᾶσα
θυσία ἀναπεποιημένη ἐν ἐλαίῳ καὶ μὴ ἀναπεποιημένη
πᾶσι τοῖς υἱοῖς Ἀαρὼν ἔσται, ἑκάστῳ
τὸ ἴσον.
Λευ. 7,10 Τα υπόλοιπα όμως πάσης άλλης θυσίας, η οποία είναι
αναμεμιγμένη με έλαιον, η και δεν είναι αναμεμιγμένη με έλαιον, θα ανήκη εις
όλους τους ιερείς τους υιούς του ' Ααρών, κατά ίσον μερίδιον εις καθένα από
αυτούς.
Λευ. 7,11 Οὗτος ὁ
νόμος θυσίας σωτηρίου, ἣν προσοίσουσι Κυρίῳ.
Λευ. 7,11 Ο κατωτέρω νόμος θα κανονίζη ευχαριστήριον δια
σωτηρίαν θυσίαν, την οποίαν οι Ισραηλίται εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης θα προσφέρουν
στον Κυριον.
Λευ. 7,12 ἐὰν μὲν
περὶ αἰνέσεως προσφέρῃ αὐτήν, καὶ προσοίσει ἐπὶ
τῆς θυσίας τῆς αἰνέσεως ἄρτους ἐκ σεμιδάλεως ἀναπεποιημένους
ἐν ἐλαίῳ, λάγανα ἄζυμα διακεχρισμένα ἐν ἐλαίῳ
καὶ σεμίδαλιν πεφυραμένην ἐν ἐλαίῳ·
Λευ. 7,12 Εάν μεν προσφέρη κανείς αυτήν εις δοξολογίαν προς
τον Θεόν, θα προσφέρη εις απαρτισμόν αυτής άρτους από σημιγδάλι αναμεμιγμένους
με λάδι, λαγάνες χωρίς προζύμι αλειμμένες με λάδι και σημιγδάλι ζυμωμένον και
ψημένον με λάδι.
Λευ. 7,13 ἐπ᾿ ἄρτοις
ζυμίταις προσοίσει τὰ δῶρα αὐτοῦ ἐπὶ θυσίᾳ
αἰνέσεως σωτηρίου.
Λευ. 7,13 Μαζή με ενζύμους άρτους θα προσφέρη αυτά τα δώρα
του προς θυσίαν δοξολογίας στον Θεόν δια την σωτηρίαν.
Λευ. 7,14 καὶ προσάξει ἓν
ἀπὸ πάντων τῶν δώρων αὐτοῦ, ἀφαίρεμα Κυρίῳ.
τῷ ἱερεῖ τῷ προσχέοντι τὸ αἷμα τοῦ
σωτηρίου, αὐτῷ ἔσται.
Λευ. 7,14 Ενα μέρος από τα δώρα, που θα προσφέρη προς τον
Κυριον, θα ανήκη στον ιερέα, ο οποίος θα χύση το αίμα, της δια την σωτηρίαν
αυτής θυσίας γύρω από την βάσιν του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 7,15 καὶ τὰ
κρέα θυσίας αἰνέσεως σωτηρίου αὐτῷ ἔσται, καὶ ἐν
ᾗ ἡμέρᾳ δωρεῖται, βρωθήσεται· οὐ
καταλείψουσιν ἀπ᾿ αὐτοῦ εἰς τὸ πρωΐ.
Λευ. 7,15 Τα κρέατα της θυσίας προς δοξολογίαν του Κυρίου
δια την σωτηρίαν θα ανήκουν στον ιερέα, που τα προσφέρει. Θα φαγωθούν δε κατά
την ημέραν, κατά την οποίαν προσφέρονται και δεν θα αφεθή τίποτε από αυτά δια
την επομένην ημέραν.
Λευ. 7,16 καὶ ἐὰν
εὐχὴ ᾖ, ἢ ἑκούσιον θυσιάζῃ τὸ δῶρον
αὐτοῦ, ᾗ ἂν ἡμέρᾳ προσαγάγῃ τὴν
θυσίαν αὐτοῦ, βρωθήσεται, καὶ τῇ αὔριον·
Λευ. 7,16 Εάν προοφέρη κανείς θυσίαν, την οποίαν έκαμε τάμα
η άλλην αυτοπροαίρετον, θα φαγωθή το προς βρώσιν μέρος της θυσίας κατά την
ημέραν της προσφοράς και κατά την επομένην.
Λευ. 7,17 καὶ τὸ
καταλειφθὲν ἀπὸ τῶν κρεῶν τῆς θυσίας ἕως
ἡμέρας τρίτης, ἐν πυρὶ κατακαυθήσεται.
Λευ. 7,17 Το υπόλοιπον, το οποίον τυχόν θα μείνη από τα
κρέατα της θυσίας δια την τρίτην ημέραν, θα καή εξ ολοκλήρου.
Λευ. 7,18 ἐὰν δὲ
φαγὼν φάγῃ ἀπὸ τῶν κρεῶν τῇ ἡμέρᾳ
τῇ τρίτῃ, οὐ δεχθήσεται αὐτῷ τῷ προσφέροντι
αὐτό, οὐ λογισθήσεται αὐτῷ, μίασμά ἐστιν· ἡ
δὲ ψυχή, ἥτις ἐὰν φάγῃ ἀπ᾿ αὐτοῦ,
τὴν ἁμαρτίαν λήψεται.
Λευ. 7,18 Εάν δε κανείς φάγη από τα κρέατα της θυσίας αυτής
κατά την τρίτην ημέραν, δεν θα γίνη δεκτή από τον Θεόν η θυσία αυτή και δεν θα
του φέρη καμμίαν χάριν, δεν θα ληφθή υπ' όψει υπέρ αυτού, διότι έγινεν αυτή μολυσμός.
Ο άνθρωπος, που θα φάγη από αυτήν κατά την τρίτην ημέραν, θα έχει ενοχήν
ενώπιον του Θεού.
Λευ. 7,19 καὶ κρέα ὅσα
ἐὰν ἅψηται παντὸς ἀκαθάρτου, οὐ βρωθήσεται,
ἐν πυρὶ κατακαυθήσεται. πᾶς καθαρὸς φάγεται κρέα.
Λευ. 7,19 Κρέας, το οποίον θα ήρχετο εις έπαφήν με κάποιο
ακάθαρτον αντικείμενον, δεν θα φαγωθή αλλά θα καi εξ ολοκλήρου. Μονον ο
καθαρός, ο εξαγνισθείς, θα φάγη από τα κρέατα των προσφερομένων θυσιών.
Λευ. 7,20 ἡ δὲ ψυχή,
ἥτις ἐὰν φάγῃ ἀπὸ τῶν κρεῶν τῆς
θυσίας τοῦ σωτηρίου, ὅ ἐστι Κυρίου, καὶ ἡ ἀκαθαρσία
αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτῷ, ἀπολεῖται ἡ
ψυχὴ ἐκείνη ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 7,20 Εάν δε κανείς είναι ακάθαρτος, και δεν έχη
φροντίσει προηγουμένως να εξαγνισθή, φάγη δε από κρέας ευχαριστηρίου θυσίας
προσφερθείσης στον Κυριον, αυτός ο άνθρωπος θα χαθή εκ μέσου του λαού του.
Λευ. 7,21 καὶ ψυχή, ἣ
ἂν ἅψηται παντὸς πράγματος ἀκαθάρτου, ἢ ἀπὸ
ἀκαθαρσίας ἀνθρώπου, ἢ τῶν τετραπόδων τῶν ἀκαθάρτων,
ἢ παντὸς βδελύγματος ἀκαθάρτου, καὶ φάγῃ ἀπὸ
τῶν κρεῶν τῆς θυσίας τοῦ σωτηρίου, ὅ ἐστι
Κυρίου, ἀπολεῖται ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἐκ τοῦ
λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 7,21 Καθένας ο οποίος θα εγγίση ακάθαρτον πράγμα,
ακαθαρσίαν ανθρώπου η ακάθαρτον τετράποδον η κάθε άλλο βδελυκτόν και ακάθαρτον,
και φάγη από το κρέας της ειρηνικής θυσίας, η οποία προσεφέρθη και ανήκει στον
Κυριον, θα εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού του”.
Λευ. 7,22 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 7,22 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και είπε·
Λευ. 7,23 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ λέγων· πᾶν στέαρ βοῶν, καὶ προβάτων,
καὶ αἰγῶν οὐκ ἔδεσθε.
Λευ. 7,23 “λάλησε προς τους Ισραηλίτας και είπε· Το λίπος
των βοών και των προβάτων και των αιγών δεν θα το φάγετε.
Λευ. 7,24 καὶ στέαρ
θνησιμαίων καὶ θηριαλώτων ποιηθήσεται εἰς πᾶν ἔργον, καὶ
εἰς βρῶσιν οὐ βρωθήσεται.
Λευ. 7,24 Λίπος από σώματα θνησιμαίων η υπό θηρίων σπαραχθέντων
ζώων θα το χρησιμοποιήτε εις άλλας χρήσεις, ποτέ όμως δια φαγητόν.
Λευ. 7,25 πᾶς ὁ ἔσθων
στέαρ ἀπὸ τῶν κτηνῶν, ὧν προσάξει ἀπ᾿
αὐτῶν κάρπωμα Κυρίῳ, ἀπολεῖται ἡ ψυχὴ
ἐκείνη ἀπὸ τοῦ λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 7,25 Εκείνος που θα φάγη λίπος από τα θρέμματα, τα οποία
θα προσφέρη ως θυσίαν ολοκαυτώματος προς τον Κυριον, αυτός θα εξολοθρευθή εκ
μέσου του λαού.
Λευ. 7,26 πᾶν αἷμα οὐκ
ἔδεσθε ἐν πάσῃ τῇ κατοικίᾳ ὑμῶν ἀπό
τε τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ τῶν πετεινῶν.
Λευ. 7,26 Ποτέ και εις καμμίαν από τας κατοικίας σας δεν θα
φάγετε αίμα από τα κατοικίδια ζώα και από τα πτηνά.
Λευ. 7,27 πᾶσα ψυχή, ἣ
ἂν φάγῃ αἷμα, ἀπολεῖται ἡ ψυχὴ ἐκείνη
ἀπὸ τοῦ λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 7,27 Εκείνος που θα φάγη αίμα, θα καταστραφή εκ μέσου
του λαού του”.
Λευ. 7,28 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 7,28 Ωμίλησεν ακόμη ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και είπε·
Λευ. 7,29 καὶ τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ λαλήσεις, λέγων· ὁ προσφέρων θυσίαν σωτηρίου, οἴσει
τὸ δῶρον αὐτοῦ Κυρίῳ καὶ ἀπὸ τῆς
θυσίας τοῦ σωτηρίου.
Λευ. 7,29 “στους Ισραηλίτας θα είπης και τα εξής· Εκείνος που
προσφέρει ευχαριστήριον ειρηνικήν θυσίαν, θα προσφέρη από την θυσίαν του αυτήν
ως δώρον προς τον Κυριον ένα μέρος αυτής.
Λευ. 7,30 αἱ χεῖρες
αὐτοῦ προσοίσουσι τὰ καρπώματα Κυρίῳ· τὸ
στέαρ τὸ ἐπὶ τοῦ στηθυνίου, καὶ τὸν λοβὸν
τοῦ ἥπατος, προσοίσει αὐτά, ὥστε ἐπιτιθέναι δόμα ἔναντι
Κυρίου.
Λευ. 7,30 Με τα ίδια του τα χέρια θα προσφέρη το μιρίδιον
τούτο ίστον Κυριον. Το λίπος όμως του στήθους και τον λοβόν του συκωτιού θα
προσφέρη στον ιερέα, δια να τα θέση εκείνος επί του θυσιαστηρίου θυσίαν προς
τον Κυριον.
Λευ. 7,31 καὶ ἀνοίσει
ὁ ἱερεὺς τὸ στέαρ ἐπὶ τοῦ
θυσιαστηρίου, καὶ ἔσται τὸ στηθύνιον Ἀαρὼν καὶ
τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ.
Λευ. 7,31 Ο ιερεύς, δηλαδή, θα λάβη και θα προσφέρη το λίπος
τούτο επάνω στο θυσιαστήριον, το δε στήθος αφού αγιασθή θα ανήκη στον Ααρών και
τους υιούς του.
Λευ. 7,32 καὶ τὸν
βραχίονα τὸν δεξιὸν δώσετε ἀφαίρεμα τῷ ἱερεῖ
ἀπὸ τῶν θυσιῶν τοῦ σωτηρίου ὑμῶν·
Λευ. 7,32 Εκτός δε του στήθους και η δεξιά ωμοπλάτη του
ζώου, του προς ειρηνικήν θυσίαν σφαγέντος, θα δοθή στον ιερέα.
Λευ. 7,33 ὁ προσφέρων τὸ
αἷμα τοῦ σωτηρίου καὶ τὸ στέαρ τὸ ἀπὸ
τῶν υἱῶν Ἀαρών, αὐτῷ ἔσται ὁ
βραχίων ὁ δεξιὸς ἐν μερίδι·
Λευ. 7,33 Εις τον ιερέα, τον προσφέροντα επί του
θυσιαστηρίου το αίμα και το λίπος του προς ειρηνικήν θυσίαν σφαγέντος ζώου, θα
ανήκη ο δεξιός εμπρόσθιος πούς, η δεξιά ωμοπλάτη.
Λευ. 7,34 τὸ γὰρ
στηθύνιον τοῦ ἐπιθέματος καὶ τὸν βραχίονα τοῦ ἀφαιρέματος
εἴληφα παρὰ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἀπὸ
τῶν θυσιῶν τοῦ σωτηρίου ὑμῶν καὶ ἔδωκα
αὐτὰ Ἀαρὼν τῷ ἱερεῖ καὶ τοῖς
υἱοῖς αὐτοῦ, νόμιμον αἰώνιον παρὰ τῶν
υἱῶν Ἰσραήλ.
Λευ. 7,34 Διότι το στήθος και η δεξιά ωμοπλάτη από το
προσφερθέν ως θυσία ζώον έλαβα, λέγει ο Θεός, από τας ειρηνικάς θυσίας των
Ισραηλιτών και έδωκα αυτά εις τον Ααρών τον αρχιερέα και στους υιούς του. Αυτό
θα είναι νόμος παντοτεινός και απαράβατος δι' όλους τους Ισραηλίτας”.
Λευ. 7,35 Αὕτη ἡ χρῖσις
Ἀαρὼν καὶ ἡ χρῖσις τῶν υἱῶν αὐτοῦ
ἀπὸ τῶν καρπωμάτων Κυρίου, ἐν ᾗ ἡμέρᾳ
προσηγάγετο αὐτοὺς τοῦ ἱερατεύειν τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 7,35 Την ημέραν κατά την οποίαν ο Κυριος ωδήγησε τον
Ααρών και τους υιούς αυτού και έχρισεν αυτούς, ώστε να ασκούν τα ιερατικά των
καθήκοντα, τους έδωσε και αυτό το δικαίωμα, το απορρέον από την χρίσιν των με
το άγιον έλαιον, να λαμβάνουν, δηλαδή, ένα μέρος από τας προσφερομένας
ειρηνικάς θυσίας.
Λευ. 7,36 καθὰ ἐνετείλατο
Κύριος δοῦναι αὐτοῖς ᾗ ἡμέρᾳ ἔχρισεν
αὐτοὺς παρὰ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ·
νόμιμον αἰώνιον εἰς τὰς γενεὰς αὐτῶν.
Λευ. 7,36 Οπως διέταξεν ο Κυριος να δώσουν εις αυτούς
προσφοράς κατά την ημέραν, που τους εξέλεξεν από όλους τους Ισραηλίτας και τους
έχρισεν ιερείς, έτσι και έγινε. Αυτό έγινε και μένει νόμος παντοτεινός και
απαράβατος εις τας γενεάς των Ισραηλιτών.
Λευ. 7,37 οὗτος ὁ
νόμος τῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ θυσίας καὶ περὶ ἁμαρτίας
καὶ τῆς πλημμελείας καὶ τῆς τελειώσεως καὶ τῆς
θυσίας τοῦ σωτηρίου,
Λευ. 7,37 Αυτός είναι ο νόμος ο οποίος κανονίζει τα
ολοκαυτώματα, τας θυσίας περί ελαφρών και βαρέων αμαρτημάτων, τας της
χειροτονίας και καθιερώσεως των ιερέων και τας ευχαριστηρίους δια την σωτηρίαν,
Λευ. 7,38 ὃν τρόπον ἐνετείλατο
Κύριος τῷ Μωυσῇ ἐν τῷ ὄρει Σινά, ᾗ ἡμέρᾳ
ἐνετείλατο τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ προσφέρειν τὰ
δῶρα αὐτῶν ἔναντι Κυρίου ἐν τῇ ἐρήμῳ
Σινά.
Λευ. 7,38 Οπως διέταξεν ο Κυριος τον Μωϋσήν στο όρος Σινά,
τη ημέραν, κατά την οποίαν έδωσεν εντολάς στους Ισραηλίτας να προσφέρουν τα
θυσίας των ενώπιον του Κυρίου εις την έρημον Σινά, έτσι και έγινε.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
8
Λευ. 8,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 8,1 Ο Κυριος ομίλησε προς τον Μωϋσέα λέγων·
Λευ. 8,2 λάβε Ἀαρὼν
καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ τὰς
στολὰς αὐτοῦ καὶ τὸ ἔλαιον τῆς
χρίσεως καὶ τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας
καὶ τοὺς δύο κριοὺς καὶ τὸ κανοῦν τῶν
ἀζύμων,
Λευ. 8,2 “λάβε τον Ααρών και τους υιούς του, τας
ιερατικάς ,στολάς του, το έλαιον της χρίσεως, τον μόσχον, ο οποίος θα προσφερθή
θυσία περί αμαρτίας, τους δύο κριους και το κάνιστρον με τα άζυμα.
Λευ. 8,3 καὶ πᾶσαν
τὴν συναγωγὴν ἐκκλησίασον ἐπὶ τὴν θύραν τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 8,3 Συγκέντρωσε δε όλους τους Ισραηλίτας εις την
θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου”.
Λευ. 8,4 καὶ ἐποίησε
Μωυσῆς ὃν τρόπον συνέταξεν αὐτῷ Κύριος, καὶ ἐξεκκλησίασε
τὴν συναγωγὴν ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς
τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 8,4 Ο Μωϋσής, σύμφωνα με την διαταγήν του Κυρίου,
συνήθροισε όλον τον λαόν του Ισραήλ εμπρός εις την θύραν της Σκηνής του
Μαρτυρίου.
Λευ. 8,5 καὶ εἶπε
Μωυσῆς τῇ συναγωγῇ· τοῦτό ἐστι τὸ ῥῆμα,
ὃ ἐνετείλατο Κύριος ποιῆσαι.
Λευ. 8,5 Είπε δε στο πλήθος των Ισραηλιτών· “αυτή είναι η
εντολή του Κυρίου, η κανονίζουσα την χειροτονίαν των ιερέων, όπως ο ίδιος ο
Θεός διέταξε να κάμωμεν”.
Λευ. 8,6 καὶ προσήνεγκε
Μωυσῆς τὸν Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς
αὐτοῦ, καὶ ἔλουσεν αὐτοὺς ὕδατι·
Λευ. 8,6 Επήρεν ο Μωϋσής τον Ααρών και τους υιούς του,
ωδήγησεν αυτούς στον λουτήρα της αυλής της Σκηνής του Μαρτυρίου και έλουσεν
αυτούς δι' ύδατος.
Λευ. 8,7 καὶ ἐνέδυσεν
αὐτὸν τὸν χιτῶνα καὶ ἔζωσεν αὐτὸν
τὴν ζώνην καὶ ἐνέδυσεν αὐτὸν τὸν ὑποδύτην
καὶ ἐπέθηκεν ἐπ᾿ αὐτὸν τὴν ἐπωμίδα
καὶ συνέζωσεν αὐτὸν κατὰ τὴν ποίησιν τῆς ἐπωμίδος
καὶ συνέσφιγξεν αὐτὸν ἐν αὐτῇ,
Λευ. 8,7 Επειτα ενέδυσε τον Ααρών με τον χιτώνα και τον
έζωσε με την ζώνην. Ενέδυσεν αυτόν με τον υποδύτην και έθεσεν επ' αυτού την
επωμίδα, έζωσεν αυτόν δια της ζώνης της επωμίδος και τον έσφιξε με αυτήν.
Λευ. 8,8 καὶ ἐπέθηκεν
ἐπ᾿ αὐτὴν τὸ λογεῖον καὶ ἐπέθηκεν
ἐπὶ τὸ λογεῖον τὴν δήλωσιν καὶ τὴν ἀλήθειαν·
Λευ. 8,8 Επάνω στο επίσημον αυτό ένδυμα της επωμίδος
έθεσε το αρχιερατικόν ένδυμα, το Λογείον, και επ' αυτού την φράσιν “Δηλωσις και
Αλήθεια”.
Λευ. 8,9 καὶ ἐπέθηκε
τὴν μίτραν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ
ἐπέθηκεν ἐπὶ τὴν μίτραν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ
τὸ πέταλον τὸ χρυσοῦν τὸ καθηγιασμένον ἅγιον, ὃν
τρόπον συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 8,9 Εθεσεν εις την κεφαλήν του Ααρών την μίτραν,
επάνω δε και στο έμπροσθεν μέρος της μίτρας ετοποθέτησε το χρυσούν πέταλον, το
καθηγιασμένον στον Κυριον, όπως είχε διατάξει αυτόν ο Θεός.
Λευ. 8,10 καὶ ἔλαβε
Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως
Λευ. 8,10 Ελαβεν ο Μωϋσής από το έλαιον της χρίσεως,
Λευ. 8,11 καὶ ἔῤῥανεν
ἀπ᾿ αὐτοῦ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον ἑπτάκις
καὶ ἔχρισε τὸ θυσιαστήριον καὶ ἡγίασεν αὐτὸ
καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ καὶ τὸν λουτῆρα
καὶ τὴν βάσιν αὐτοῦ, καὶ ἡγίασεν αὐτά·
καὶ ἔχρισε τὴν σκηνὴν καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς
καὶ ἡγίασεν αὐτήν.
Λευ. 8,11 και ερράντισε με αυτό το θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων επτά φοράς, το έχρισε και έτσι ηγίασε και καθιέρωσεν αυτό και όλα
τα επ' αυτού σκεύη. Με τον ίδιον τρόπον ηγίασε και καθιέρωσε τον λουτήρα και
την βάσιν του. Εχρισε την Σκηνήν του Μαρτυρίου και όλα τα σκεύη αυτής και έτσι
καθηγίασε και αφιέρωσεν αυτήν και τα σκεύη της στον Κυριον.
Λευ. 8,12 καὶ ἐπέχεε
Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως ἐπὶ
τὴν κεφαλὴν Ἀαρὼν καὶ ἔχρισεν αὐτὸν
καὶ ἡγίασεν αὐτόν.
Λευ. 8,12 Εχυσεν από το έλαιον τούτο της χρίσεως εις την
κεφαλήν του Ααρών, και έτσι τον έχρισε και τον καθηγίασεν.
Λευ. 8,13 καὶ προσήγαγε
Μωυσῆς τοὺς υἱους Ἀαρὼν καὶ ἐνέδυσεν
αὐτοὺς χιτῶνας καί ἔζωσεν αὐτοὺς ζώνας καὶ
περιέθηκεν αὐτοῖς κιδάρεις, καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 8,13 Εδωσεν εντολήν ο Μωϋσής και ήλθον ενώπιόν του οι
υιοί του Ααρών. Ενέδυσεν αυτούς με τους χιτώνας, τους έζωσε με τας ζώνας και
εφόρεσεν εις τας κεφαλάς των τας κιδάρεις, όπως τον είχε διατάξει ο Κυριος.
Λευ. 8,14 καὶ προσήγαγε
Μωυσῆς τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας, καὶ
ἐπέθηκεν Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ
τὰς χεῖρας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ μόσχου
τοῦ τῆς ἁμαρτίας.
Λευ. 8,14 Διέταξε και έφεραν τον μόσχον, ο οποίος θα
εθυσιάζετο δια τας αμαρτίας, και ο Ααρών και οι υιοί του έθεσαν τας χείρας των
επάνω στον μόσχον αυτόν.
Λευ. 8,15 καὶ ἔσφαξεν
αὐτόν, καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος
καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου
κύκλῳ τῷ δακτύλῳ καὶ ἐκαθάρισε τὸ
θυσιαστήριον· καὶ τὸ αἷμα ἐξέχεεν ἐπὶ
τὴν βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἡγίασεν αὐτό, τοῦ
ἐξιλάσασθαι ἐπ᾿ αὐτοῦ.
Λευ. 8,15 Ο εντεταλμένος έσφαξε τον μόσχον και επήρεν ο
Μωϋσής από το αίμα αυτού και έθεσε κύκλω δια του δακτύλου του εις τα κέρατα του
θυσιαστηρίου και έτσι εκαθάρισε και καθιέρωσεν αυτό δια τας θυσίας. Το
υπόλοιπον αίμα έχυσεν εις την βάσιν του θυσιαστηρίου, και έτσι το καθηγίασε και
το καθιέρωσε, ώστε επάνω εις αυτό να προσφέρονται αι θυσίαι δια την εξιλέωσιν
των αμαρτιών.
Λευ. 8,16 καὶ ἔλαβε
Μωυσῆς πᾶν τὸ στέαρ τὸ ἐπὶ τῶν ἐνδοσθίων
καὶ τὸν λοβὸν τὸν ἐπὶ τοῦ ἥπατος
καὶ ἀμφοτέρους τοὺς νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ
ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ ἀνήνεγκε Μωυσῆς ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον.
Λευ. 8,16 Επήρεν ο Μωϋσής όλον το λίπος, που υπήρχεν εις τα
εντόσθια, τον λοβόν του ήπατος και τους δύο νεφρούς με το λίπος που τους
εσκέπαζε, και προσέφερεν αυτά θυσίαν στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 8,17 καὶ τὸν
μόσχον καὶ τὴν βύρσαν αὐτοῦ καὶ τὰ κρέα αὐτοῦ
καὶ τὴν κόπρον αὐτοῦ κατέκαυσεν αὐτὰ πυρὶ
ἔξω τῆς παρεμβολῆς, ὃν τρόπον συνέταξε Κύριος τῷ
Μωυσῇ.
Λευ. 8,17 Το υπόλοιπον μέρος του μόσχου, δηλαδή, το δέρμα,
τας σάρκας και την κόπρον έκαυσαν εξ ολοκλήρου έξω από την κατασκήνωσιν, όπως
είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωϋσήν.
Λευ. 8,18 καὶ προσήγαγε
Μωυσῆς τὸν κριὸν τὸν εἰς ὁλοκαύτωμα, καὶ
ἐπέθηκεν Ἀαρὼν καὶ υἱοὶ αὐτοῦ τὰς
χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ
κριοῦ.
Λευ. 8,18 Εδωσεν εντολήν ο Μωϋσής και έφεραν τον κριόν, τον
προωρισμένον δι' ολοκαύτωσιν. Ο Ααρών και οι υιοί του, κατόπιν εντολής του
Μωϋσέως, έθεσαν τας χείρας των επάνω εις την κεφαλήν του κριου.
Λευ. 8,19 καὶ ἔσφαξε
Μωυσῆς τὸν κριόν, καὶ προσέχεε Μωυσῆς τὸ αἷμα
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ.
Λευ. 8,19 Εσφαξεν ο Μωϋσής τον κριον και έχυσε το αίμα αυτού
κύκλω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 8,20 καὶ τὸν
κριὸν ἐκρεανόμησε κατὰ μέλη καὶ ἀνήνεγκε Μωυσῆς
τὴν κεφαλὴν καὶ τὰ μέλη καὶ τὸ στέαρ·
Λευ. 8,20 Τον δε κριον έκοψεν εις τεμάχια και ο ίδιος ο
Μωϋσής προσέφερε την κεφαλήν, τα τεμάχια και το λίπος στο θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 8,21 καὶ τὴν
κοιλίαν καὶ τοὺς πόδας ἔπλυνεν ὕδατι, καὶ ἀνήνεγκε
Μωυσῆς ὅλον τὸν κριὸν ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον· ὁλοκαύτωμά ἐστιν εἰς ὀσμὴν εὐωδίας,
κάρπωμά ἐστι τῷ Κυρίῳ, καθάπερ ἐνετείλατο Κύριος τῷ
Μωυσῇ.
Λευ. 8,21 Την κοιλίαν και τους πόδας, αφού τα έπλυνε με
νερό, τα προσέφερε και αυτά στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Ολον τον κριον
τον προσέφερε. Είναι αυτός ολοκαύτωμα, ευωδία ευάρεστος στον Κυριον, θυσία προς
αυτόν, όπως είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωϋσήν.
Λευ. 8,22 καὶ προσήγαγε
Μωυσῆς τὸν κριὸν τὸν δεύτερον, κριὸν
τελειώσεως· καὶ ἐπέθηκεν Ἀαρὼν καὶ οἱ
υἱοὶ αὐτοῦ τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ
τὴν κεφαλὴν τοῦ κριοῦ.
Λευ. 8,22 Διέταξεν ο Μωϋσής και έφεραν και τον δεύτερον
κριόν, δια να ολοκληρωθή η χειροτονία και καθιέρωσις των ιερέων. Ο Ααρών και οι
υιοί του έθεσαν τας χείρας των επάνω εις την κεφαλήν του δευτέρου αυτού κριου.
Λευ. 8,23 καὶ ἔσφαξεν
αὐτὸν καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ
αἵματος αὐτοῦ καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὸν
λοβὸν τοῦ ὠτὸς Ἀαρὼν τοῦ δεξιοῦ
καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς χειρὸς τῆς
δεξιᾶς καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ ποδὸς
τοῦ δεξιοῦ.
Λευ. 8,23 Ο εντεταλμένος έσφαξεν αυτόν, και ο Μωϋσής επήρε
από το αίμα αυτού και έθεσε στο κάτω άκρον του δεξιού ωτίου του Ααρών, στο
άκρον της δεξιάς χειρός του και στο άκρον του δεξιού ποδός του.
Λευ. 8,24 καὶ προσήγαγε
Μωυσῆς τοὺς υἱοὺς Ἀαρών, καὶ ἐπέθηκε
Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος ἐπὶ τοὺς
λοβοὺς τῶν ὤτων τῶν δεξιῶν καὶ ἐπὶ
τὰ ἄκρα τῶν χειρῶν αὐτῶν τῶν δεξιῶν
καὶ ἐπὶ τὰ ἄκρα τῶν ποδῶν αὐτῶν
τῶν δεξιῶν, καὶ προσέχεε Μωυσῆς τὸ αἷμα ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ.
Λευ. 8,24 Διέταξεν ο Μωϋσής και προσήλθον οι υιοί του Ααρών
και έθεσεν από το αίμα του κριου στους λοβούς των δεξιών αυτιών των, εις τα
άκρα των δεξιών χεριών και εις τα άκρα των δεξιών ποδών των, το δε υπόλοιπον
αίμα έχυσεν ο Μωϋσής εις την βάσιν κύκλω του θυσιαστηρίου.
Λευ. 8,25 καὶ ἔλαβε
τὸ στέαρ καὶ τὴν ὀσφὺν καὶ τὸ στέαρ τὸ
ἐπὶ τῆς κοιλίας καὶ τὸν λοβὸν τοῦ ἥπατος
καὶ τοὺς δύο νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿
αὐτῶν καὶ τὸν βραχίονα τὸν δεξιόν·
Λευ. 8,25 Επήρε το λίπος, το κρέας το περί την οσφύν, το
λίπος της κοιλίας, τον λοβόν του συκωτιού, τους δύο νεφρούς και το επάνω εις
αυτούς λίπος και τον δεξιόν εμπρόσθιον πόδα.
Λευ. 8,26 καὶ ἀπὸ
τοῦ κανοῦ τῆς τελειώσεως, τοῦ ὄντος ἔναντι
Κυρίου, ἔλαβεν ἄρτον ἕνα ἄζυμον καὶ ἄρτον ἐξ
ἐλαίου ἕνα καὶ λάγανον ἓν καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ
τὸ στέαρ καὶ τὸν βραχίονα τὸν δεξιόν·
Λευ. 8,26 Από δε το κάνιστρον, εντός του οποίου υπήρχον αι
αναίμακτοι προσφοραί δια την καθιέρωσιν των ιερέων και το οποίον ευρίσκετο
ενώπιον του Κυρίου, επήρεν ο Μωϋσής ένα άζυμον άρτον, ένα άρτον ζυμωμένον με
λάδι και μίαν λαγάναν και έθεσαν αυτά επάνω στο λίπος και και στον εμπρόσθιον
πόδα του κριου του προσφερθέντος ως θυσίαν.
Λευ. 8,27 καὶ ἐπέθηκεν
ἅπαντα ἐπὶ τὰς χεῖρας Ἀαρὼν καὶ
ἐπὶ τὰς χεῖρας τῶν υἱῶν αὐτοῦ·
καὶ ἀνήνεγκεν αὐτά ἀφαίρεμα ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 8,27 Ολα αυτά τα έθεσεν εις τα χέρια του Ααρών και εις
τα χέρια των υιών του και κατόπιν τα προοέφερεν ως αφιέρωμα στον Κυριον.
Λευ. 8,28 καὶ ἔλαβε
Μωυσῆς ἀπὸ τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ
ἀνήνεγκεν αὐτὰ Μωυσῆς ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον, ἐπὶ τὸ ὁλοκαύτωμα τῆς τελειώσεως, ὅ
ἐστιν ὀσμὴ εὐωδίας· κάρπωμά ἐστι τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 8,28 Τα επήρεν από τα χέρια του Ααρών και των παιδιών
του και τα προσέφερεν επάνω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, ως ολοκαυτώματα
δια την χειροτονίαν και καθιέρωσίν των. Τούτο ήτο ευάρεοτος και ευπρόσδεκτος
οσμή ευωδίας, θυσία δεκτή στον Κυριον.
Λευ. 8,29 καὶ λαβὼν
Μωυσῆς τὸ στηθύνιον ἀφεῖλεν αὐτὸ ἐπίθεμα
ἔναντι Κυρίου ἀπὸ τοῦ κριοῦ τῆς τελειώσεως,
καὶ ἐγένετο Μωυσῇ ἐν μερίδι, καθὰ ἐνετείλατο
Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 8,29 Αφήρεσεν όμως από τον προσφερόμενον κριον το στήθος
και προσέφερεν αυτό ως αφιέρωμα στον Κυριον. Αυτό δε έγινε το ιδιαίτερον
μερίδιον του Μωϋσέως, όπως τον είχε διατάξει ο Κυριος.
Λευ. 8,30 καὶ ἔλαβε
Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως καὶ
ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ ἐπὶ τοῦ
θυσιαστηρίου καὶ προσέῤῥανεν ἐπὶ Ἀαρὼν
καὶ τὰς στολὰς αὐτοῦ καὶ τοὺς υἱοὺς
αὐτοῦ καὶ τὰς στολὰς τῶν υἱῶν αὐτοῦ
μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἡγίασεν Ἀαρὼν καὶ
τὰς στολὰς αὐτοῦ καὶ τούς υἱοὺς αὐτοῦ
καὶ τὰς στολὰς τῶν υἱῶν αὐτοῦ
μετ᾿ αὐτοῦ.
Λευ. 8,30 Επήρεν ο Μωϋσής από το έλαιον της χρίσεως και από
το αίμα του μέλλοντος να χυθή κύκλω του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων και
ερράντισε με αυτό τον Ααρών και τας στολάς του, τους υιούς του και τας
ιερατικάς στολάς των υιών του, και έτσι ο Μωϋσής καθηγίασε και καθιέρωσε τον
Ααρών και τας αρχιερατικάς στολάς του και μαζή με αυτόν τους υιούς του και τας
ιερατικάς στολάς των.
Λευ. 8,31 καὶ εἶπε
Μωυσῆς πρὸς Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς
αὐτοῦ· ἑψήσατε τὰ κρέα ἐν τῇ αὐλῇ
τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου ἐν τόπῳ ἁγίῳ
καὶ ἐκεῖ φάγεσθε αὐτὰ καὶ τοὺς ἄρτους
τοὺς ἐν τῷ κανῷ τῆς τελειώσεως, ὃν τρόπον
συντέτακταί μοι, λέγων· Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοὶ
αὐτοῦ φάγονται αὐτά·
Λευ. 8,31 Είπεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών και τους υιούς αυτού·
“βράσατε τα κρέατα εις την αυλήν της Σκηνής του Μαρτυρίου, στον ιερόν αυτόν
τόπον. Εκεί θα φάγετε αυτά και τους άρτους, που υπάρχουν στο κάνιστρον των
προσφορών, δια την χειροτονίαν, όπως με διέταξεν ο Θεός λέγων· Ο Ααρών και οι
υιοί του θα φάγουν αυτά”.
Λευ. 8,32 καὶ τὸ
καταλειφθὲν τῶν κρεῶν καὶ τῶν ἄρτων ἐν
πυρὶ κατακαύσατε.
Λευ. 8,32 Ο,τι υπόλοιπον μείνη από τα κρέατα και τους άρτους
δια την επομένην ημέραν θα τα καύσετε εξ ολοκλήρου.
Λευ. 8,33 καὶ ἀπὸ
τῆς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου οὐκ ἐξελεύσεσθε
ἑπτὰ ἡμέρας, ἕως ἡμέρα πληρωθῇ, ἡμέρα
τελειώσεως ὑμῶν· ἑπτὰ γὰρ ἡμέρας
τελειώσει τὰς χεῖρας ὑμῶν,
Λευ. 8,33 Σεις, δεν θα εξέλθετε από την Σκηνήν του Μαρτυρίου
επί επτά κατά συνέχειαν ημέρας, μέχρι της ημέρας κατά την οποίαν θα συμπληρωθή
το επταήμερον μετά την χειροτονίαν σας. Διότι επτά ημέραι απαιτούνται δια να
τελειωθή η καθιέρωσίς σας και γίνετε ικανοί δια τα ιερατικά σας καθήκοντα.
Λευ. 8,34 καθάπερ ἐποίησεν
ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ, ᾗ ἐνετείλατο
Κύριος τοῦ ποιῆσαι, ὥστε ἐξιλάσασθαι περὶ ὑμῶν.
Λευ. 8,34 Οπως έγινε εις την περίστασιν αυτήν η χειροτονία
σας, σύμφωνα με την εντολήν του Κυρίου δια τον καθαρισμόν σας από τας αμαρτίας
σας, έτσι θα γίνεται πάντοτε κατά την χειροτονίαν και καθιέρωσιν αρχιερέων και
ιερέων.
Λευ. 8,35 καὶ ἐπὶ
τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καθήσεσθε ἑπτὰ
ἡμέρας, ἡμέραν καὶ νύκτα· φυλάξεσθε τὰ φυλάγματα
Κυρίου, ἵνα μὴ ἀποθάνητε· οὕτω γὰρ ἐνετείλατό
μοι Κύριος ὁ Θεός.
Λευ. 8,35 Εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου θα καθήσετε
επί επτά ημέρας, νυχθημερόν. Θα φυλάξετε μαζή με τας εντολάς του Κυρίου και
αυτήν την εντολήν, δια να μη τιμωρηθήτε με θάνατον. Διότι έτσι με διέταξεν ο
Κυριος να κάνετε”.
Λευ. 8,36 καὶ ἐποίησεν
Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ πάντας
τοὺς λόγους, οὓς συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 8,36 Ο Ααρών και οι υιοί αυτού ετήρησαν πιστώς όλας
αυτάς τας εντολάς, τας οποίας ο Κυριος είχε δώσει στον Μωϋσήν.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
9
Λευ. 9,1 Καὶ ἐγενήθη
τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ, ἐκάλεσε Μωυσῆς
Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ
τὴν γερουσίαν Ἰσραήλ.
Λευ. 9,1 Την ογδόην ημέραν από της χειροτονίας πρασεκάλεσεν
ο Μωϋσής τον Ααρών, τους υιούς αυτού και τους άρχοντας του Ισραήλ,
Λευ. 9,2 καὶ εἶπε
Μωυσῆς πρὸς Ἀαρών· λάβε σεαυτῷ μοσχάριον ἐκ
βοῶν περὶ ἁμαρτίας καὶ κριὸν εἰς ὁλοκαύτωμα,
ἄμωμα, καὶ προσένεγκε αὐτὰ ἔναντι Κυρίου·
Λευ. 9,2 και είπεν ενώπιον όλον προς τον Ααρών· “λάβε δια
τον εαυτόν σου ένα μοσχάριον προς θυσίαν περί αμαρτίας και ένα κριον δι'
ολοκαύτωμα, και τα δύο αρτιμελή χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, και πρόσφερε
αυτά θυσίαν ενώπιον του Κυρίου”.
Λευ. 9,3 καὶ τῇ
γερουσίᾳ Ἰσραὴλ λάλησον, λέγων· λάβετε χίμαρον ἐξ
αἰγῶν ἕνα περὶ ἁμαρτίας, καὶ μοσχάριον, καὶ
ἀμνὸν ἐνιαύσιον εἰς ὁλοκάρπωσιν, ἄμωμα,
Λευ. 9,3 Εις τους άρχοντας του Ισραήλ είπε· “λάβετε από
τα γίδια σας ένα τράγον προς θυσίαν περί αμαρτίας, ένα μοσχάρι και ένα αμνόν
ενός έτους, αμφότερα χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, δια να τα προσφέρετε
θυσίαν.
Λευ. 9,4 καὶ μόσχον καὶ
κριὸν εἰς θυσίαν σωτηρίου ἔναντι Κυρίου καὶ σεμίδαλιν
πεφυραμένην ἐν ἐλαίῳ· ὅτι σήμερον Κύριος ὀφθήσεται
ἐν ὑμῖν.
Λευ. 9,4 Λαβετε ακόμη ένα μόσχον και ένα κριόν, δια να τα
προσφέρετε ευχαριστήριον δια την σωτηρίαν θυσίαν ενώπιον του Κυρίου και
σημιγδάλι ζυμωμένο με λάδι. Αυτά θα προσφερθούν θυσία, διότι σήμερον θα
εμφανισθή προς σας ο Κυριος”.
Λευ. 9,5 καὶ ἔλαβον,
καθὸ ἐνετείλατο Μωυσῆς, ἀπέναντι τῆς σκηνῆς
τοῦ μαρτυρίου, καὶ προσῆλθε πᾶσα συναγωγὴ καὶ
ἔστησαν ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 9,5 Ελαβον εκείνοι ο,τι τους είχε διατάξει ο Μωϋσής,
έφεραν και έθεσαν αυτά απέναντι της Σκηνής του Μαρτυρίου, και προσήλθεν όλον το
πλήθος των Ισραηλιτών. Εστάθησαν εκεί όρθιοι ενώπιον του Κυρίου.
Λευ. 9,6 καὶ εἶπε
Μωυσῆς· τοῦτο τὸ ῥῆμα, ὃ εἶπε
Κύριος, ποιήσατε, καὶ ὀφθήσεται ἐν ὑμῖν ἡ
δόξα Κυρίου.
Λευ. 9,6 Ο Μωϋσής είπε προς το πλήθος· “κάμετε αυτό το
οποίον σας διέταξεν ο Κυριος και θα εμφανισθή ενώπιόν σας η δόξα Κυρίου”.
Λευ. 9,7 καὶ εἶπε
Μωυσῆς τῷ Ἀαρών· πρόσελθε πρὸς τὸ
θυσιαστήριον καὶ ποίησον τὸ περὶ τῆς ἁμαρτίας σου
καὶ τὸ ὁλοκαύτωμά σου καὶ ἐξίλασαι περὶ
σεαυτοῦ καὶ τοῦ οἴκου σου· καὶ ποίησον τὰ
δῶρα τοῦ λαοῦ καὶ ἐξίλασαι περὶ αὐτῶν,
καθάπερ ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 9,7 Προς τον Ααρών ειδικώτερα είπεν ο Μωϋσής·
“πλησίασε στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων και πρόσφερε εκεί την θυσίαν δια
την αμαρτίαν σου και το ολοκαύτωμά σου δια την εξιλέωσιν την ιδικήν σου και του
οίκου σου. Επειτα πρόσφερε τα δώρα του λαού και εξιλέωσε αυτούς, όπως ο Κυριος
διέταξεν εμέ, τον Μωυσήν”.
Λευ. 9,8 καὶ προσῆλθεν
Ἀαρὼν πρὸς τὸ θυσιαστήριον καὶ ἔσφαξε τὸ
μοσχάριον τὸ περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ.
Λευ. 9,8 Ο Ααρών προσήλθεν στο θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων και έσφαξεν ιδιοχείρως το μοσχάριον δια τας αμαρτίας του.
Λευ. 9,9 καὶ προσήνεγκαν
οἱ υἱοὶ Ἀαρὼν τὸ αἷμα πρὸς αὐτόν,
καὶ ἔβαψε τὸν δάκτυλον εἰς τὸ αἷμα καὶ
ἐπέθηκεν ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου καὶ
τὸ αἷμα ἐξέχεεν ἐπὶ τὴν βάσιν τοῦ
θυσιαστηρίου·
Λευ. 9,9 Οι υιοί του Ααρών προσέφεραν το αίμα του μόσχου
προς αυτόν, έβαψεν ο Ααρών τον δάκτυλόν του στο αίμα και ήλειψε τα κέρατα του
θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων. Το δε υπόλοιπον αίμα έχυσεν εις την βάσιν γύρω
από το θυσιαστήριον.
Λευ. 9,10 καὶ τὸ
στέαρ καὶ τοὺς νεφροὺς καὶ τὸν λοβὸν τοῦ
ἥπατος τοῦ περὶ τῆς ἁμαρτίας ἀνήνεγκεν ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον, ὃν τρόπον ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 9,10 Το λίπος, τους νεφρούς και τον λοβόν του συκωτιού
του μόσχου του θυσιασθέντος περί αμαρτίας, έφερεν ο Ααρών επάνω στο
θυσιαστήριον και έκαυσεν αυτά, όπως είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωυσήν.
Λευ. 9,11 καὶ τὰ
κρέα καὶ τὴν βύρσαν κατέκαυσεν αὐτὰ πυρί, ἔξω τῆς
παρεμβολῆς.
Λευ. 9,11 Τα δε αλλά κρέατα και το δέρμα του μόσχου διέταξε
και έκαυσαν αυτά εξ ολοκλήρου έξω από την κατασκήνωσιν.
Λευ. 9,12 καὶ ἔσφαξε
τὸ ὁλοκαύτωμα· καὶ προσήνεγκαν οἱ υἱοὶ
Ἀαρὼν τὸ αἷμα πρὸς αὐτόν. καὶ
προσέχεεν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ·
Λευ. 9,12 Κατόπιν έσφαξε το ζώον, το προοριζόμενον προς
ολοκαύτωσιν. Οι υιοί του Ααρών προσέφεραν προς αυτόν το αίμα του σφαγέντος ζώου
και αυτός το έχυσε γύρω εις την βάσιν του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 9,13 καὶ τὸ ὁλοκαύτωμα
προσήνεγκαν αὐτὸ κατὰ μέλη, αὐτὰ καὶ τὴν
κεφαλὴν ἐπέθηκεν ἐπί τὸ θυσιαστήριον·
Λευ. 9,13 Εφεραν κατόπιν προς τον Ααρών τεμαχισμένον τούτο
το ζώον εις κομμάτια, τα οποία εκείνος έθεσε μαζή με την κεφαλήν επάνω στο
θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 9,14 καὶ ἔπλυνε
τὴν κοιλίαν καὶ τοὺς πόδας ὕδατι καὶ ἐπέθηκεν
ἐπὶ τὸ ὁλοκαύτωμα ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον.
Λευ. 9,14 Διέταξε και έπλυναν την κοιλίαν και τους πόδας με
νερό και έθεσεν επίσης αυτά μαζή με το τεμαχισμένον ολοκαύτωμα επάνω στο
θυσιαστήριον.
Λευ. 9,15 καὶ προσήνεγκε τὸ
δῶρον τοῦ λαοῦ· καὶ ἔλαβε τὸν χίμαρον
τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ καὶ ἔσφαξεν
αὐτόν, καὶ ἐκαθάρισεν αὐτόν, καθὰ καὶ τὸν
πρῶτον.
Λευ. 9,15 Κατόπιν προσέφερεν ο Ααρών τα προς θυσίαν υπέρ του
λαού ζώα. Ελαβε τον τράγον, ο οποίος θα προσεφέρετο θυσία δια τας αμαρτίας του
λαού, τον έσφαξε, τον εκαθάρισε και τον προσέφερε θυσίαν, όπως και τον πρώτον.
Λευ. 9,16 καὶ προσήνεγκε τὸ
ὁλοκαύτωμα καὶ ἐποίησεν αὐτό, ὡς καθήκει.
Λευ. 9,16 Προσέφερεν επίσης υπέρ του λαού και το προς
ολοκαύτωσιν ζώον και έκαμε δι' αυτό ο,τι έπρεπε.
Λευ. 9,17 καὶ προσήνεγκε τὴν
θυσίαν, καὶ ἔπλησε τὰς χεῖρας ἀπ᾿ αὐτῆς
καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον χωρὶς τοῦ
ὁλοκαυτώματος τοῦ πρωϊνοῦ.
Λευ. 9,17 Προσέφερεν ακόμη την αναίμακτον θυσίαν, εγέμισεν
από αυτήν τα χέρια του και την εθεσεν στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Ολαι
αυταί αι θυσίαι έγιναν έκτος του καθιερωμένου καθημερινού ολοκαυτώματος.
Λευ. 9,18 καὶ ἔσφαξε
τὸν μόσχον, καὶ τὸν κριὸν τῆς θυσίας τοῦ
σωτηρίου τῆς τοῦ λαοῦ· καὶ προσήνεγκαν οἱ υἱοὶ
Ἀαρὼν τὸ αἷμα πρὸς αὐτόν, καὶ
προσέχεε πρὸς τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ·
Λευ. 9,18 Εσφαξεν ο Ααρών και προσέφερεν υπέρ του λαού ένα
μόσχον και ένα κριον ως ευχαριστήριον προς τον Θεόν θυσίαν δια την σωτηρίαν. Οι
υιοί του Ααρών προσέφεραν προς αυτόν το αίμα των θυσιασθέντων, το οποίον
εκείνος έχυσε κύκλω εις την βάσιν του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 9,19 καὶ τὸ
στέαρ τὸ ἀπὸ τοῦ μόσχου καὶ τοῦ κριοῦ,
τὴν ὀσφὺν καὶ τὸ στέαρ τὸ κατακαλύπτον ἐπὶ
τῆς κοιλίας καὶ τοὺς δύο νεφρούς, καὶ τὸ στέαρ τὸ
ἐπ᾿ αὐτῶν καὶ τὸν λοβὸν τὸν ἐπὶ
τοῦ ἥπατος,
Λευ. 9,19 Επίσης προσέφερε το καθωρισμένον λίπος από τον
μόσχον και τον κριόν, τα κρέατα της οσφύος, το λίπος που καλύπτει την κοιλίαν,
τους δύο νεφρούς και το επάνω εις αυτούς λίπος και τον λοβόν του συκωτιού.
Λευ. 9,20 καὶ ἐπέθηκε
τὰ στέατα ἐπὶ τὰ στηθύνια, καὶ ἀνήνεγκε τὰ
στέατα ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον.
Λευ. 9,20 Εθεσεν όλα αυτά τα λίπη εις τα στήθη των ζώων, και
τα μεν λίπη τα προσέφερεν στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων,
Λευ. 9,21 καὶ τὸ
στηθύνιον, καὶ τὸν βραχίονα τὸν δεξιὸν ἀφεῖλεν
Ἀαρὼν ἀφαίρεμα ἔναντι Κυρίου, ὃν τρόπον συνέταξε
Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 9,21 το δε στήθος και την δεξιάν ωμοπλάτην τα αφήρεσεν
από το σώμα των ζώων και τα προσέφερε θυσίαν υψώσεως ενώπιον του Κυρίου, όπως
είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωϋσήν.
Λευ. 9,22 καὶ ἐξάρας
Ἀαρὼν τὰς χεῖρας ἐπὶ τὸν λαόν, εὐλόγησεν
αὐτούς· καὶ κατέβη ποιήσας τὸ περὶ τῆς ἁμαρτίας
καὶ τὰ ὁλοκαυτώματα καὶ τὰ τοῦ σωτηρίου.
Λευ. 9,22 Επειτα από τας θυσίας αυτάς ύψωσεν ο Ααρών τας
χείρας του στον λαόν και ευλόγησεν αυτόν. Αφού δε ετελείωσε την προσφοράν των
θυσιών περί αμαρτίας, την προσφοράν της ολοκαυτώσεως και την ειρηνικήν
προσφοράν, κατέβη από το θυσιαστήριον.
Λευ. 9,23 καὶ εἰσῆλθε
Μωυσῆς καὶ Ἀαρὼν εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ
μαρτυρίου καὶ ἐξελθόντες εὐλόγησαν πάντα τὸν λαόν, καὶ
ὤφθη ἡ δόξα Κυρίου παντὶ τῷ λαῷ.
Λευ. 9,23 Ο Μωϋσής και ο Ααρών εισήλθον εις την Σκηνήν του
Μαρτυρίου, και εξελθόντες ευλόγησαν όλον τον λαόν. Τοτε εφάνη η θεία λάμψις εις
όλον τον ισραηλιτικόν λαόν.
Λευ. 9,24 καὶ ἐξῆλθε
πῦρ παρὰ Κυρίου καὶ κατέφαγε τὰ ἐπὶ τοῦ
θυσιαστηρίου, τά τε ὁλοκαυτώματα καὶ τὰ στέατα, καὶ εἶδε
πᾶς ὁ λαὸς καὶ ἐξέστη καὶ ἔπεσαν ἐπὶ
πρόσωπον.
Λευ. 9,24 Εξήλθε πυρ παρά του Κυρίου και έκαυσεν ο,τι υπήρχεν
επάνω στο θυσιαστήριον, τα ολοκαυτώματα και τα λίπη. Ολος ο λαός κατεπλάγη από
το υπερφυές αυτό όραμα και έπεσαν πρηνείς επί του εδάφους εις προσκύνησιν του
Κυρίου.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
10
Λευ. 10,1 Καὶ λαβόντες οἱ
δύο υἱοὶ Ἀαρὼν Ναδὰβ καὶ Ἀβιοὺδ
ἕκαστος τὸ πυρεῖον αὐτοῦ ἐπέθηκαν ἐπ᾿
αὐτὸ πῦρ καὶ ἐπέβαλον ἐπ᾿ αὐτὸ
θυμίαμα καὶ προσήνεγκαν ἔναντι Κυρίου πῦρ ἀλλότριον, ὃ
οὐ προσέταξε Κύριος αὐτοῖς.
Λευ. 10,1 Οι δύο υιοί του Ααρών, ο Ναδάβ και ο Αβιούδ,
έλαβον ο καθένας το θυμιατήριόν του, έθεσαν εις αυτό πυρ άλλο και όχι από το
πυρ του θυσιαστηρίου, έθηκαν επάνω εις αυτό θυμίαμα και με τον τρόπον των αυτόν
προσέφεραν ενώπιον του Κυρίου πυρ ξένον, κοσμικόν, πράγμα το οποίον είχεν
απαγαρεύσει εις αυτούς ο Κυριος.
Λευ. 10,2 καὶ ἐξῆλθε
πῦρ παρὰ Κυρίου καὶ κατέφαγεν αὐτούς, καὶ ἀπέθανον
ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 10,2 Εις τιμωρίαν των δια την βεβήλωσιν εξήλθε πυρ πάρα
Κυρίου, κατέφαγεν αυτούς και απέθανον αυτοστιγμεί εκεί ενώπιον του Κυρίου.
Λευ. 10,3 καὶ εἶπε
Μωυσῆς πρὸς Ἀαρών· τοῦτό ἐστιν, ὃ εἶπε
Κύριος λέγων· ἐν τοῖς ἐγγίζουσί μοι ἁγιασθήσομαι
καὶ ἐν πάσῃ τῇ συναγωγῇ δοξασθήσομαι. καὶ
κατενύχθη Ἀαρών.
Λευ. 10,3 Είπε τότε ο Μωϋσής προς τον Ααρών· “αυτή η τιμωρία
επεβλήθη, διότι ο Κυριος εφήρμοσεν εκείνο το οποίον ρητώς είχε προαναγγείλει·
Εις αυτούς και δι' αυτών που με πλησιάζουν με ευλάβειαν και σεβασμόν, θα δείξω
την αγιότητά μου και θα δοξασθώ ενώπιον όλου του λαού του ισραηλιτικού”.
Επόνεσεν ο Ααρών βαθύτατα, αλλά και εσιώπησεν.
Λευ. 10,4 καὶ ἐκάλεσε
Μωυσῆς τὸν Μισαδάη καὶ τὸν Ἐλισαφάν, υἱοὺς
Ὀζιήλ, υἱοὺς τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ πατρὸς
Ἀαρών, καὶ εἶπεν αὐτοῖς· προσέλθατε καὶ
ἄρατε τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν ἐκ προσώπου
τῶν ἁγίων ἔξω τῆς παρεμβολῆς.
Λευ. 10,4 Εκάλεσεν ο Μωϋσής τον Μισαδάη και τον Ελισαφάν,
παιδιά του Οζιήλ, ο οποίος ήτο αδελφός του πατρός του Ααρών, και είπεν εις
αυτούς· “πηγαίνετε και πάρετε τους αδελφούς σας από τον τόπον των αγίων και
βγάλτε τους έξω από την κατασκήνωσιν”.
Λευ. 10,5 καὶ προσῆλθον
καὶ ᾖραν αὐτοὺς ἐν τοῖς χιτῶσιν αὐτῶν
ἔξω τῆς παρεμβολῆς, ὃν τρόπον εἶπε Μωυσῆς.
Λευ. 10,5 Επήγαν αυτοί και εσήκωσαν αυτούς με τους χιτώνας
των και τους έφεραν έξω από την κατασκήνωσιν, όπως είχε διατάξει ο Μωϋσής και
τους έθαψαν εκεί.
Λευ. 10,6 καὶ εἶπε
Μωυσῆς πρὸς Ἀαρὼν καὶ Ἐλεάζαρ καὶ Ἰθάμαρ
τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ τοὺς
καταλελειμμένους· τὴν κεφαλὴν ὑμῶν οὐκ ἀποκιδαρώσετε
καὶ τὰ ἱμάτια ὑμῶν οὐ διαῤῥήξετε,
ἵνα μὴ ἀποθάνητε, καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν
συναγωγὴν ἔσται θυμός· οἱ δὲ ἀδελφοὶ ὑμῶν
πᾶς ὁ οἶκος Ἰσραὴλ κλαύσονται τὸν ἐμπυρισμόν,
ὃν ἐνεπυρίσθησαν ὑπὸ Κυρίου.
Λευ. 10,6 Είπε δε ο Μωϋσής προς τυν Ααρών και προς τους δύο
υπαλειφθέντας υιούς του, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ· “δια τον θάνατον των δύο
πληγέντων υπό του Κυρίου δεν θα αποβάλετε το κάλυμμα της κεφαλής σας και δεν θα
σχίσετε τα ιμάτιά σας εις ένδειξιν πένθους, δια να μη τιμωρηθήτε και σεις με
θάνατον, και στραφή ο θυμός του Κυρίου και πέση τιμωρία προς όλον το πλήθος. Οι
αδελφοί σας, όλοι οι Ισραηλίται, ας κλαύσουν αυτούς, οι οποίοι εξ αιτίας της
παραβάσεως των εθανατώθησαν δια πυρός.
Λευ. 10,7 καὶ ἀπὸ
τῆς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου οὐκ ἐξελεύσεσθε,
ἵνα μὴ ἀποθάνητε· τὸ ἔλαιον γὰρ τῆς
χρίσεως τὸ παρὰ Κυρίου ἐφ᾿ ὑμῖν. καὶ ἐποίησαν
κατὰ τὸ ῥῆμα Μωυσῆ.
Λευ. 10,7 Επίσης από την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου σεις
δεν θα εξέλθετε, δια να παρακολουθήσετε την κηδείαν, διότι άλλως θα τιμωρηθήτε
με θάνατον. Το έλαιον του Κυρίου, με το οποίον εχρίσθητε δια τα ιερατικά σας
καθήκοντα, είναι νωπόν ακόμη επάνω στο σώμα σας”. Εκείνοι έκαμαν σύμφωνα με τα
λόγια του Μωϋσέως.
Λευ. 10,8 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος τῷ Ἀαρών, λέγων·
Λευ. 10,8 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Ααρών και είπεν·
Λευ. 10,9 οἶνον καὶ
σίκερα οὐ πίεσθε, σὺ καὶ οἱ υἱοί σου μετὰ
σοῦ, ἡνίκα ἐὰν εἰσπορεύησθε εἰς τὴν
σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, ἢ προσπορευομένων ὑμῶν πρὸς
τὸ θυσιαστήριον, καὶ οὐ μὴ ἀποθάνητε (νόμιμον αἰώνιον
εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν)
Λευ. 10,9 “οίνον και οινοπνευματώδη ποτά δεν θα πίετε συ και
οι υιοί σου, όταν εισέρχεσθε εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου, δια να προσφέρετε
τας ιεράς υπηρεσίας σας η όταν πηγαίνετε προς το θυσιαστήριον, ίνα μη
τιμωρηθήτε δια θανάτου. Η αποχή από τα ποτά και η νηφαλιότης θα είναι νόμος
απαράβατος εις όλας τας γενεάς σας.
Λευ. 10,10 διαστεῖλαι ἀνὰ
μέσον τῶν ἁγίων καὶ τῶν βεβήλων, καὶ ἀνὰ
μέσον τῶν ἀκαθάρτων καὶ τῶν καθαρῶν.
Λευ. 10,10 Οταν είσθε νηφάλιοι, τότε και θα έχετε την
δυνατότητα να διακρίνετε και να ξεχωρίζετε τα άγια από τα μολυσμένα πράγματα,
τα ακάθαρτα ζώα από τα καθαρά.
Λευ. 10,11 καὶ συμβιβάσεις τοὺς
υἱοὺς Ἰσραὴλ ἅπαντα τὰ νόμιμα, ἃ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς αὐτοὺς διὰ χειρὸς Μωυσῆ.
Λευ. 10,11 Θα είσθε εις θέσιν να διδάξετε στους Ισραηλίτας
όλους τους νόμους, τους οποίους παρέδωσεν ο Κυριος προς αυτούς δια χειρός του
Μωϋσέως”.
Λευ. 10,12 Καὶ εἶπε
Μωυσῆς πρὸς Ἀαρὼν καὶ πρὸς Ἐλεάζαρ καὶ
Ἰθάμαρ τοὺς υἱοὺς Ἀαρὼν τοὺς
καταλειφθέντας· λάβετε τὴν θυσίαν τὴν καταλειφθεῖσαν ἀπὸ
τῶν καρπωμάτων Κυρίου, καὶ φάγεσθε ἄζυμα παρὰ τὸ
θυσιαστήριον· ἅγια ἁγίων ἐστί.
Λευ. 10,12 Είπεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών, προς τον Ελεάζαρ και
τον Ιθάμαρ, τους, υπολειφθέντας υιούς του Ααρών· “πάρετε τα υπόλοιπα από την
αναίμακτον θυσίαν των αζύμων προς τον Κυριον και φάγετε αυτά πλησίον του
θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, διότι αυτά είναι αγιώτατα.
Λευ. 10,13 καὶ φάγεσθε αὐτὴν
ἐν τόπῳ ἁγίῳ· νόμιμον γάρ σοί ἐστι, καὶ
νόμιμον τοῖς υἱοῖς σου τοῦτο ἀπὸ τῶν
καρπωμάτων Κυρίου· οὕτω γὰρ ἐντέταλταί μοι.
Λευ. 10,13 Αυτά θα τα τρώγετε πάντοτε στον άγιον τούτον τόπον·
διότι τούτο είναι νόμος δια σε και νόμος δια τους υιούς σου· να τρέφεσθε από
τας θυσίας, που ποοσφέρονται στον Κυριον. Ετσι με διέταξεν ο Κυριος.
Λευ. 10,14 καὶ τὸ
στηθύνιον τοῦ ἀφορίσματος καὶ τὸν βραχίονα τοῦ ἀφαιρέματος
φάγεσθε ἐν τόπῳ ἁγίῳ, σὺ καὶ οἱ υἱοί
σου καὶ ὁ οἶκός σου μετὰ σοῦ· νόμιμον γὰρ
σοὶ καὶ νόμιμον τοῖς υἱοῖς σου ἐδόθη ἀπὸ
τῶν θυσιῶν τοῦ σωτηρίου τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.
Λευ. 10,14 Το στήθος του προσφερομένου ως θυσία ζώου και την
δεξιάν ωμοπλάτην, μετά την προσφερθείσαν θυσίαν, θα τα φάγετε στον ιερόν τόπον
της αυλής συ και οι υιοί σου, η οικογένειά σου και οι απόγονοί σου έπειτα από
σ. Τούτο είναι νόμος πάρα του Θεού δια σε και δια τους υιούς σου, δια του
οποίους επετράπη να τρώγετε από τας θυσίας ευχαριστίας, τας οποίας θα
προσφέρουν οι Ισραηλίται.
Λευ. 10,15 τὸν βραχίονα τοῦ
ἀφαιρέματος καὶ τὸ στηθύνιον τοῦ ἀφορίσματος ἐπὶ
τῶν καρπωμάτων τῶν στεάτων προσοίσουσιν, ἀφόρισμα ἀφορίσαι
ἔναντι Κυρίου· καὶ ἔσται σοι καὶ τοῖς υἱοῖς
σου καὶ ταῖς θυγατράσι σου μετὰ σοῦ νόμιμον αἰώνιον,
ὃν τρόπον συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 10,15 Αυτό δε το δεξιόν πρόσθιον μέρος του προσφερομένου
ζώου και το κατά μέρος τεθέν στήθος αυτού θα προσφερθούν μαζή με τα λίπη και με
τα άλλα μέρη του ζώου στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, θα τεθούν έπειτα κατά
μέρος ως προσφορά ενώπιον του Κυρίου. Αυτά έτσι αγιαζόμενα θα ανήκουν εις σέ,
στους υιούς και τας θυγατέρας σου ως παντοτεινός νόμος, τον οποίον εθέσπισεν ο
Κυριος εις εμέ, τον Μωϋσήν”.
Λευ. 10,16 Καὶ τὸν
χίμαρον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας ζητῶν ἐξεζήτησε
Μωυσῆς. καὶ ὅδε ἐνεπεπύριστο· καὶ ἐθυμώθη
Μωυσῆς ἐπὶ Ἐλεάζαρ καὶ Ἰθάμαρ τοὺς υἱοὺς
Ἀαρὼν τοὺς καταλελειμμένους, λέγων·
Λευ. 10,16 Ο Μωϋσής εποπτεύων και ερευνών τα της προσφοράς των
θυσιών εύρεν ότι το υπόλοιπον του τράγου, που είχε προσφερθή ως θυσία περί
αμαρτίας και το οποίον δεν είχε φαγωθή, είχε παρατύπως καή. Δια την παρανομίαν
αυτήν ωργίσθη ο Μωϋσής εναντίον του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, των υπολειφθέντων
υιών του Ααρών, και είπεν εναντίον αυτών και του πατρός των·
Λευ. 10,17 διατί οὐκ ἐφάγετε
τὸ περὶ τῆς ἁμαρτίας ἐν τόπῳ ἁγίῳ;
ὅτι γὰρ ἅγια ἁγίων ἐστί, τοῦτο ἔδωκεν
ὑμῖν φαγεῖν, ἵνα ἀφέλητε τὴν ἁμαρτίαν
τῆς συναγωγῆς καὶ ἐξιλάσησθε περὶ αὐτῶν
ἔναντι Κυρίου·
Λευ. 10,17 “διατί δεν εφάγατε στον άγιον τόπον το υπόλοιπον της
θυσίας, η οποία είχε προσφερθή περί αμαρτίας; Επειδή αυτή η θυσία είναι αγιωτάτη,
δια τούτο σας διέταξεν ο Θεός να φάγετε αυτήν, δια να εξαλείψετε με την βρώσιν
σας τας αμαρτίας του ισραηλιτικού λαού και τους εξιλεώσετε ενώπιον του Κυρίου.
Λευ. 10,18 οὐ γὰρ εἰσήχθη
τοῦ αἵματος αὐτοῦ εἰς τὸ ἅγιον·
κατὰ πρόσωπον ἔσω φάγεσθε αὐτὸ ἐν τόπῳ ἁγίῳ,
ὃν τρόπον μοι συνέταξε Κύριος.
Λευ. 10,18 Εφ' όσον από το αίμα της θυσίας αυτής δεν εισήχθη
εις τα Αγια, ώστε αυτή να καή ως ολοκαύτωμα επάνω στο θυσιαστήριον, έπρεπε να
φάγετε αυτήν στον ιερόν τόπον, όπως με διέταξεν ο Κυριος”.
Λευ. 10,19 καὶ ἐλάλησεν
Ἀαρὼν πρὸς Μωυσῆν, λέγων· εἰ σήμερον
προσαγηόχασι τὰ περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ
τὰ ὁλοκαυτώματα αὐτῶν ἔναντι Κυρίου, καὶ
συμβέβηκέ μοι τοιαῦτα· καὶ φάγομαι τὰ περί τῆς ἁμαρτίας
σήμερον, μὴ ἀρεστὸν ἔσται Κυρίῳ;
Λευ. 10,19 Ο Ααρών απήντησε προς τον Μωϋσήν και είπε· “σήμερον
προσεφέρθησαν αι περί αμαρτίας θυσίαι, όπως επίσης και τα ολοκαυτώματα ενώπιον
του Κυρίου, σήμερον που μου συνέβησαν τα θλιβερά αυτά γεγονότα. Εάν έτρωγα από
τας περί αμαρτίας θυσίας, εφοβούμην, μήπως αυτό δεν ήτο ευάρεστον στον Κυριον”.
Λευ. 10,20 καὶ ἤκουσε
Μωυσῆς, καὶ ἤρεσεν αὐτῷ.
Λευ. 10,20 Ηκουσεν ο Μωϋσής την δικαιολογίαν αυτήν, του ήρεσε
και έμεινεν ικανοποιημένος.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
11
Λευ. 11,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·
Λευ. 11,1 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών
λέγων·
Λευ. 11,2 λαλήσατε τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ λέγοντες· ταῦτα τὰ κτήνη, ἃ φάγεσθε ἀπὸ
πάντων τῶν κτηνῶν τῶν ἐπὶ τῆς γῆς·
Λευ. 11,2 “είπατε στους Ισραηλίτας τα εξής· Αυτά είναι τα
ζώα, τα οποία θα έχετε το δικαίωμα να τρώγετε από όλα τα επί της γης ζώα.
Λευ. 11,3 πᾶν κτῆνος
διχηλοῦν ὁπλὴν καὶ ὀνυχιστῆρας ὀνυχίζον
δύο χηλῶν καὶ ἀνάγον μηρυκισμὸν ἐν τοῖς
κτήνεσι, ταῦτα φάγεσθε.
Λευ. 11,3 Καθε ζώον δίχηλον, αυτό που έχει σχισμένην εις
δύο την οπλήν, και το οποίον μηρυκάζει, αυτά θα τρώγετε.
Λευ. 11,4 πλὴν ἀπὸ
τούτων οὐ φάγεσθε, ἀπὸ τῶν ἀναγόντων μηρυκισμὸν
καὶ ἀπὸ τῶν διχηλούντων τὰς ὁπλὰς καὶ
ὀνυχιζόντων ὀνυχιστῆρας· τὸν κάμηλον, ὅτι ἀνάγει
μηρυκισμὸν τοῦτο, ὁπλὴν δὲ οὐ διχηλεῖ,
ἀκάθαρτον τοῦτο ὑμῖν·
Λευ. 11,4 Δεν θα τρώγετε από τα ζώα εκείνα, τα οποία είναι
μηρυκαστικά, χωρίς να είναι δίχηλα, όπως είναι η κάμηλος, διότι αυτή είναι μεν
μηρυκαστικόν, αλλά δεν έχει τα νύχια της δίχηλα. Αυτό είναι ζώον ακάθαρτον.
Λευ. 11,5 καὶ τὸν
δασύποδα, ὅτι οὐκ ἀνάγει μηρυκισμὸν τοῦτο, καὶ
ὁπλὴν οὐ διχηλεῖ, ἀκάθαρτον τοῦτο ὑμῖν·
Λευ. 11,5 Επίσης δεν θα τρώγετε τον λαγωόν, διότι αυτός δεν
είναι μηρυκαστικόν και δεν έχει δίχηλον οπλήν. Αυτός είναι ακάθαρτος δια σας.
Λευ. 11,6 καὶ τὸν
χοιρογρύλλιον, ὅτι οὐκ ἀνάγει μηρυκισμὸν τοῦτο,
καὶ ὁπλὴν οὐ διχηλεῖ, ἀκάθαρτον τοῦτο
ὑμῖν·
Λευ. 11,6 Δεν θα τρώγετε τον ακανθόχοιρον, διότι δεν είναι
μηρυκαστικόν και δεν είναι δίχηλον. Ακάθαρτον θα είναι και τούτο δια σας.
Λευ. 11,7 καὶ τὸν ὗν,
ὅτι διχηλεῖ ὁπλὴν τοῦτο, καὶ ὀνυχίζει
ὄνυχας ὁπλῆς, καὶ τοῦτο οὐκ ἀνάγει μηρυκισμόν,
ἀκάθαρτον τοῦτο ὑμῖν·
Λευ. 11,7 Δεν θα τρώγετε τον χοίρον, διότι είναι μεν
δίχηλον καθ' ο έχον δύο σχιστά νύχια, δεν είναι όμως μηρυκαστικόν. Και τούτο θα
είναι ακάθαρτον δια σας.
Λευ. 11,8 ἀπὸ τῶν
κρεῶν αὐτῶν οὐ φάγεσθε καὶ τῶν θνησιμαίων αὐτῶν
οὐχ ἅψεσθε, ἀκάθαρτα ταῦτα ὑμῖν.
Λευ. 11,8 Ούτε το κρέας αυτών θα φάγετε ούτε τα πτώματά των
θα εγγίσετε. Αυτά θα είναι ακάθαρτα δια σας.
Λευ. 11,9 Καὶ ταῦτα, ἃ
φάγεσθε ἀπὸ πάντων τῶν ἐν τοῖς ὕδασι·
πάντα ὅσα ἐστὶν αὐτοῖς πτερύγια καὶ λεπίδες
ἐν τοῖς ὕδασι καὶ ἐν ταῖς θαλάσσαις καὶ
ἐν τοῖς χειμάῤῥοις, ταῦτα φάγεσθε.
Λευ. 11,9 Αυτά τα οποία θα φάγετε από τα ζώα των υδάτων
είναι τα εξής· Ολα όσα ευρίσκονται, εις τας θαλάσσας και στους χειμάρρους και
τα οποία έχουν πτερύγια και λέπια· αυτά ημπορείτε να τα τρώγετε.
Λευ. 11,10 καὶ πάντα ὅσα
οὐκ ἔστιν αὐτοῖς πτερύγια, οὐδὲ λεπίδες ἐν
τῷ ὕδατι, ἢ ἐν ταῖς θαλάσσαις καὶ ἐν
τοῖς χειμάῤῥοις, ἀπὸ πάντων, ὧν ἐρεύγεται
τὰ ὕδατα, καὶ ἀπὸ πάσης ψυχῆς τῆς
ζώσης ἐν τῷ ὕδατι, βδέλυγμά ἐστι·
Λευ. 11,10 Ολα όμως όσα δεν έχουν πτερύγια ούτε λέπια και ζουν
εις τα ύδατα, εις τας θαλάσσας και τους χειμάρρους, κάθε ζωντανόν, που
προέρχεται από τα ύδατα αλλά δεν έχει πτερύγια και λέπια είναι ακάθαρτον.
Λευ. 11,11 καὶ βδελύγματα ἔσονται
ὑμῖν· ἀπὸ τῶν κρεῶν αὐτῶν
οὐκ ἔδεσθε καὶ τὰ θνησιμαῖα αὐτῶν
βδελύξεσθε·
Λευ. 11,11 Ακάθαρτα θα είναι για σας· τα κρέατά των δεν θα τα
τρώγετε και τα πτώματά των δεν θα τα εγγίζετε, καθ' ο μολυσμένα.
Λευ. 11,12 καὶ πάντα ὅσα
οὐκ ἔστιν αὐτοῖς πτερύγια, οὐδὲ λεπίδες, τῶν
ἐν τοῖς ὕδασι, βδέλυγμα τοῦτό ἐστιν ὑμῖν.
Λευ. 11,12 Ολα όσα ζουν εις τα ύδατα, αλλά δεν έχουν πτερύγια
και λέπια, θα είναι ακάθαρτα και βδελυκτά δια σας.
Λευ. 11,13 Καὶ ταῦτα, ἃ
βδελύξεσθε ἀπὸ τῶν πετεινῶν, καὶ οὐ
βρωθήσεται, βδέλυγμά ἐστι· τὸν ἀετὸν καὶ τὸν
γρύπα καὶ τὸν ἁλιαίετον
Λευ. 11,13 Αυτά δε είναι τα πτηνά, τα οποία θα αποστρέφεσθε,
διότι είναι ακάθαρτα και δεν θα τα τρώγετε ως σιχαμερά· Ο αετός, ο γρυπάετος, ο
θαλάσσιος αετός,
Λευ. 11,14 καὶ τὸν γύπα
καὶ τὸν ἴκτινον καὶ τὰ ὅμοια αὐτῷ
Λευ. 11,14 ο γυψ, ο ιέραξ και οι όμοιοι προς αυτόν ιέρακες.
Λευ. 11,15 καὶ στρουθὸν
καὶ γλαῦκα καὶ λάρον καὶ τὰ ὅμοια αὐτῷ
Λευ. 11,15 Δεν θα τρώγετε το στρουθίον, την γλαύκα, τον γλάρον
και τα ομοία προς αυτόν·
Λευ. 11,16 καὶ πάντα κόρακα
καὶ τὰ ὅμοια αὐτῷ καὶ ἱέρακα καὶ
τὰ ὅμοια αὐτῷ
Λευ. 11,16 κάθε είδος κόρακος και τα όμοια προς αυτόν, τον
ιέρακα και τα όμοια προς αυτόν,
Λευ. 11,17 καὶ νυκτικόρακα καὶ
καταῤῥάκτην καὶ ἶβιν
Λευ. 11,17 τον νυκτοκόρακα, τον καταρράκτην και την ίβιν.
Λευ. 11,18 καὶ πορφυρίωνα καὶ
πελεκᾶνα καὶ κύκνον
Λευ. 11,18 Τον πορφυρίωνα, τον πελεκάνον και τον κύκνον.
Λευ. 11,19 καὶ ἐρωδιὸν
καὶ χαραδριόν, καὶ τὰ ὅμοια αὐτῷ καὶ ἔποπα
καὶ νυκτερίδα
Λευ. 11,19 Τον ερωδιόν, τον χαραδριόν και τα όμοια προς αυτόν,
όπως επίσης τον τσαλαπετεινόν και την νυκτερίδα,
Λευ. 11,20 καὶ πάντα τὰ
ἑρπετὰ τῶν πετεινῶν, ἃ πορεύεται ἐπὶ
τέσσαρα, βδελύγματά ἐστιν ὑμῖν.
Λευ. 11,20 όλα τα ερπετά που πετούν και βαδίζουν επίσης με τα
τέσσερα θα είναι σιχαμερά και δεν θα τα τρώγετε.
Λευ. 11,21 ἀλλὰ ταῦτα
φάγεσθε ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν τῶν πετεινῶν,
ἃ πορεύεται ἐπὶ τέσσαρα, ἃ ἔχει σκέλη ἀνώτερον
τῶν ποδῶν αὐτοῦ, πηδᾶν ἐν αὐτοῖς
ἐπὶ τῆς γῆς.
Λευ. 11,21 Επιτρέπεται να τρώγετε από τα ερπετά-πτηνά εκείνα,
τα οποία βαδίζουν με τα τέσσερα πόδια και έχουν τα πίσω πόδια μεγαλύτερα από τα
εμπρόσθια, δια να πηδούν στο έδαφος.
Λευ. 11,22 καὶ ταῦτα
φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτῶν· τὸν βροῦχον καὶ
τὰ ὅμοια αὐτῷ καὶ τὸν ἀττάκην καὶ
τὰ ὅμοια αὐτῷ καὶ ὀφιομάχην καὶ τὰ
ὅμοια αὐτῷ καὶ τὴν ἀκρίδα καὶ τὰ
ὅμοια αὐτῇ.
Λευ. 11,22 Ημπορείτε να τρώγετε από αυτά τα εξής είδη των ακρίδων·
Τον βρούχον και τα όμοια με αυτόν, τον αττάκην και τα όμοια προς αυτόν, τον
οφιομάχην και τα όμοια προς αυτόν, την κυρίως ακρίδα και τα όμοια προς αυτήν.
Λευ. 11,23 πᾶν ἑρπετὸν
ἀπὸ τῶν πετεινῶν, οἷς εἰσι τέσσαρες πόδες,
βδελύγματά ἐστιν ὑμῖν,
Λευ. 11,23 Καθε άλλο ερπετόν, που πετά και το οποίον έχει
τέσσερα πόδια, θα είναι δια σας ακάθαρτον.
Λευ. 11,24 καὶ ἐν
τούτοις μιανθήσεσθε, πᾶς ὁ ἁπτόμενος τῶν θνησιμαίων αὐτῶν
ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας,
Λευ. 11,24 Με αυτά μολύνεται ο άνθρωπος. Μολύνεται επίσης και
εκείνος, που εγγίζει τα θνησιμαία αυτών· θα είναι ακάθαρτος μέχρις εσπέρας.
Λευ. 11,25 καὶ πᾶς ὁ
αἴρων τῶν θνησιμαίων αὐτῶν πλυνεῖ τὰ ἱμάτια
αὐτοῦ, καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 11,25 Εάν όμως ευρεθή κανείς εις την ανάγκην να σηκώση και
να πετάξη ένα πτώμα από τα ακάθαρτα αυτά ζώα, θα πλύνη τα ιμάτιά του και θα
είναι ακάθαρτος μέχρις εσπέρας.
Λευ. 11,26 καὶ ἐν πᾶσι
τοῖς κτήνεσιν, ὅ ἐστι διχηλοῦν ὁπλήν, καὶ ὀνυχιστῆρας
ὀνυχίζει καὶ μηρυκισμὸν οὐ μηρυκᾶται, ἀκάθαρτα
ἔσονται ὑμῖν· πᾶς ὁ ἁπτόμενος τῶν
θνησιμαίων αὐτῶν ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 11,26 Μεταξύ των κτηνών καθένα, το οποίον είναι δίχηλον,
έχει δηλαδή δύο νύχια σχιστά, δεν μηρυκάζει όμως, θα είναι δια σας ακάθαρτον.
Και καθένας που εγγίζει τα πτώματα αυτών θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 11,27 καὶ πᾶς ὃς
πορεύεται ἐπὶ χειρῶν ἐν πᾶσι τοῖς θηρίοις, ἃ
πορεύεται ἐπί τέσσαρα, ἀκάθαρτά ἐστιν ὑμῖν·
πᾶς ὁ ἁπτόμενος τῶν θνησιμαίων αὐτῶν ἀκάθαρτος
ἔσται ἕως ἑσπέρας,
Λευ. 11,27 Καθε άγριον ζώον το οποίον βαδίζει με τα τέσσερα,
αλλά χρησιμοποιεί τους εμπροσθίους πόδας και ως χέρια θα είναι ακάθαρτον δια
σας και οποίος εγγίζει τα πτώματα αυτών θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 11,28 καὶ ὁ αἴρων
τῶν θνησιμαίων αὐτῶν πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ,
καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας· ἀκάθαρτα
ταῦτά ἐστιν ὑμῖν.
Λευ. 11,28 Εκείνος που θα σηκώση εξ ανάγκης ένα πτώμα από τα
ζώα αυτά, δια να το πετάξη, θα πλύνη τα ενδύματά του, και θα είναι δια σας
ακάθαρτος έως την εσπέραν. Αυτά είναι ακάθαρτα δια σας.
Λευ. 11,29 Καὶ ταῦτα ὑμῖν
ἀκάθαρτα ἀπὸ τῶν ἑρπετῶν τῶν ἐπί
τῆς γῆς· ἡ γαλῆ καὶ ὁ μῦς καὶ
ὁ κροκόδειλος ὁ χερσαῖος,
Λευ. 11,29 Από τα ζώα, τα οποία περιπατούν στο έδαφος, αυτά
είναι τα ακάθαρτα. Η γάτα, ο ποντικός, ο χερσαίος κροκόδειλος.
Λευ. 11,30 μυγάλη καὶ
χαμαιλέων, καὶ χαλαβώτης καὶ σαῦρα καὶ ἀσπάλαξ.
Λευ. 11,30 Ο αρουραίος, ο χαμαιλέων, η παρδαλή σαύρα, η σαύρα
και ο τυφλοπόντικας.
Λευ. 11,31 ταῦτα ἀκάθαρτα
ὑμῖν ἀπὸ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν
ἐπὶ τῆς γῆς· πᾶς ὁ ἁπτόμενος αὐτῶν
τεθνηκότων ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 11,31 Αυτά είναι ακάθαρτα από τα άλλα ζώα, που περιπατούν
στο έδαφος. Και καθένας που εγγίζει τα πτώματά των, θα είναι ακάθαρτος έως την
εσπέραν.
Λευ. 11,32 καὶ πᾶν, ἐφ᾿
ὃ ἂν ἐπιπέσῃ ἀπ᾿ αὐτῶν ἐπ᾿
αὐτὸ τεθνηκότων αὐτῶν, ἀκάθαρτον ἔσται ἀπὸ
παντὸς σκεύους ξυλίνου ἢ ἱματίου ἢ δέρματος ἢ
σάκκου· πᾶν σκεῦος, ὃ ἂν ποιηθῇ ἔργον ἐν
αὐτῷ, εἰς ὕδωρ βαφήσεται καὶ ἀκάθαρτον ἔσται
ἕως ἑσπέρας· καὶ καθαρὸν ἔσται.
Λευ. 11,32 Καθε πράγμα, επάνω στο οποίον θα πέση το πτώμα ενός
από αυτά τα ζώα, θα είναι ακάθαρτον, είτε ξύλινον σκεύος είναι τούτο η ένδυμα η
δέρμα η σάκκος. Καθε σκεύος, στο οποίον θα συμβή να πέση ένα τέτοιο ζώον, θα
πλυθή με νερό και θα μείνη ακάθαρτον έως την εσπέραν. Κατόπιν θα είναι καθαρόν.
Λευ. 11,33 καὶ πᾶν σκεῦος
ὀστράκινον, εἰς ὃ ἐὰν πέσῃ ἀπὸ
τούτων ἔνδον, ὅσα ἐὰν ἔνδον ᾖ, ἀκάθαρτα
ἔσται, καὶ αὐτὸ συντριβήσεται.
Λευ. 11,33 Και κάθε πήλινον δοχείον, μέσα στο οποίον θα πέση
ένα από τα ακάθαρτα αυτά ζώα, το περιεχόμενον του δοχείου θα είναι ακάθαρτον
και το δοχείον πρέπει να συντριβή.
Λευ. 11,34 καὶ πᾶν βρῶμα,
ὃ ἔσθεται, εἰς ὃ ἂν ἐπέλθῃ ἐπ᾿
αὐτὸ ὕδωρ, ἀκάθαρτον ἔσται· καὶ πᾶν
ποτόν, ὃ πίνεται ἐν παντὶ ἀγγείῳ, ἀκάθαρτον
ἔσται.
Λευ. 11,34 Από τα μολυσμένα αυτά δοχεία, εντός των οποίων
έπεσεν ένα τέτοιο ακάθαρτον ζώον, εάν πέση νερό εις κάθε φαγώσιμον είδος, αυτό θα
είναι ακάθαρτον. Επίσης κάθε ποτόν στο δοχείον, εντός του οποίου ευρίσκεται,
εάν πέση ακάθαρτον νερό, θα είναι και αυτό ακάθαρτον.
Λευ. 11,35 καὶ πᾶν, ὃ
ἐὰν ἐπιπέσῃ ἀπὸ τῶν θνησιμαίων αὐτῶν
ἐπ᾿ αὐτό, ἀκάθαρτον ἔσται· κλίβανοι καὶ
χυτρόποδες καθαιρεθήσονται· ἀκάθαρτα ταῦτά ἐστι καὶ
ἀκάθαρτα ταῦτα ὑμῖν ἔσονται·
Λευ. 11,35 Αλλά και κάθε αντικείμενον, στο οποίον θα πέση
κάποιο από αυτά τα θνησιμαία, θα είναι ακάθαρτον, κλίβανοι, χύτραι με πόδας θα
καταστραφούν. Είναι αυτά ακάθαρτα, και ακάθαρτα πρέπει να θεωρούνται από σας.
Λευ. 11,36 πλὴν πηγῶν ὑδάτων
καὶ λάκκου καὶ συναγωγῆς ὕδατος, ἔσται
καθαρόν· ὁ δὲ ἁπτόμενος τῶν θνησιμαίων αὐτῶν
ἀκάθαρτος ἔσται.
Λευ. 11,36 Εάν όμως εις πηγήν υδάτων η εις φρέαρ η εις
δεξαμένην ύδατος πέση ένα θνησιμαίον, αυτά θα είναι καθαρά αλλά ο εγγίζων τα
πτώματα των ακαθάρτων ζώων, που έπεσαν εις αυτά τα ύδατα, θα είναι ακάθαρτος.
Λευ. 11,37 ἐὰν δὲ
ἐπιπέσῃ ἀπὸ τῶν θνησιμαίων αὐτῶν ἐπὶ
πᾶν σπέρμα σπόριμον, ὃ σπαρήσεται, καθαρὸν ἔσται.
Λευ. 11,37 Εάν πτώμα ακάθαρτον ζώου πέση εις ξηρόν σπέρμα, που
προορίζεται δια σποράν, το σπέρμα αυτό θα είναι καθαρόν.
Λευ. 11,38 ἐὰν δὲ
ἐπιχυθῇ ὕδωρ ἐπί πᾶν σπέρμα καὶ ἐπιπέσῃ
τῶν θνησιμαίων αὐτῶν ἐπ᾿ αὐτό, ἀκάθαρτόν
ἐστιν ὑμῖν.
Λευ. 11,38 Εάν όμως πέση νερό εις αυτό το σπέρμα, επάνω δε εις
αυτό πέση πτώμα ακαθάρτου ζώου, το σπέρμα αυτό θα είναι δια σας ακάθαρτον.
Λευ. 11,39 ἐὰν δὲ
ἀποθάνῃ τῶν κτηνῶν, ὅ ἐστιν ὑμῖν
φαγεῖν τοῦτο, ὁ ἁπτόμενος τῶν θνησιμαίων αὐτῶν
ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας·
Λευ. 11,39 Εάν ένα από τα καθαρά ζώα, το οποίον σας επιτρέπεται
να φάγετε, αποθάνη, ο έγγιζων το πτώμα αυτού θα είναι ακάθαρτος μέχρι την
εσπέραν.
Λευ. 11,40 καὶ ὁ ἐσθίων
ἀπὸ τῶν θνησιμαίων τούτων πλυνεῖ τὰ ἱμάτια
καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας· καὶ ὁ
αἴρων ἀπὸ θνησιμαίων αὐτῶν πλυνεῖ τὰ ἱμάτια
καὶ λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 11,40 Εκείνος που τρώγει από το θνησιμαίον, έστω και
καθαρού ζώου, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή ο ίδιος με νερό και θα είναι
ακάθαρτος έως εσπέρας.
Λευ. 11,41 Καὶ πᾶν ἑρπετόν,
ὃ ἕρπει ἐπὶ τῆς γῆς, βδέλυγμα ἔσται
τοῦτο ὑμῖν, οὐ βρωθήσεται.
Λευ. 11,41 Καθε ερπετόν, που έρπει επί του εδάφους, θα είναι
δια σας ακάθαρτον και δεν θα φαγωθή.
Λευ. 11,42 καὶ πᾶς ὁ
πορευόμενος ἐπὶ κοιλίας καὶ πᾶς ὁ πορευόμενος ἐπὶ
τέσσαρα διαπαντός, ὃ πολυπληθεῖ ποσὶν ἐν πᾶσι τοῖς
ἑρπετοῖς τοῖς ἕρπουσιν ἐπὶ τῆς γῆς,
οὐ φάγεσθε αὐτό, ὅτι βδέλυγμα ὑμῖν ἐστι.
Λευ. 11,42 Καθε ζώον, το οποίον σύρεται με την κοιλίαν του και
κάθε ένα το οποίον σύρεται πάντοτε με τα τέσσερα, όπως επίσης παν ερπετόν το
οποίον έχει πολυάριθμα πόδια μεταξύ των άλλων ερπετών που έρπουν επί της γης,
δεν θα φάγετε αυτό, διότι είναι ακάθαρτον.
Λευ. 11,43 καὶ οὐ μὴ
βδελύξητε τὰς ψυχὰς ὑμῶν ἐν πᾶσι τοῖς
ἑρπετοῖς τοῖς ἕρπουσιν ἐπὶ τῆς γῆς
καὶ οὐ μιανθήσεσθε ἐν τούτοις καὶ οὐκ ἀκάθαρτοι
ἔσεσθε ἐν αὐτοῖς,
Λευ. 11,43 Τηρήσατε αυτά και μη καταστήσετε ακαθάρτους τας
ψυχάς σας τρώγοντες τα ερπετά αυτά, που σύρονται επί της γης· προσέξετε να μη
μολυνθήτε τρώγοντες αυτά και γίνετε έτσι, εξ αιτίας των, ακάθαρτοι.
Λευ. 11,44 ὅτι ἐγώ εἰμι
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, καὶ ἁγιασθήσεσθε καὶ
ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιός εἰμι ἐγὼ
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, καὶ οὐ μιανεῖτε τὰς
ψυχὰς ὑμῶν ἐν πᾶσι τοῖς ἑρπετοῖς
τοῖς κινουμένοις ἐπὶ τῆς γῆς·
Λευ. 11,44 Εγώ παραγγέλλω αυτά, διότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός
σας· θα αγιάζεσθε και θα είσθε άγιοι, διότι εγώ ο Κυριος και Θεός σας είμαι
άγιος. Μη μολύνεσθε με τα ερπετά, τα οποία κινούνται επάνω εις την γην.
Λευ. 11,45 ὅτι ἐγώ εἰμι
Κύριος ὁ ἀναγαγὼν ὑμᾶς ἐκ τῆς Αἰγύπτου
εἶναι ὑμῶν Θεός, καὶ ἔσεσθε ἅγιοι, ὅτι
ἅγιός εἰμι ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 11,45 Εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος σας έβγαλα ελευθέρους
από την χώραν της Αιγύπτου, δια να είμαι πάντοτε ο Θεός σας· να είσθε άγιοι,
διότι άγιος είμαι εγώ ο Κυριος.
Λευ. 11,46 Οὗτος ὁ
νόμος περὶ τῶν κτηνῶν καὶ τῶν πετεινῶν καὶ
πάσης ψυχῆς τῆς κινουμένης ἐν τῷ ὕδατι καὶ
πάσης ψυχῆς ἑρπούσης ἐπὶ τῆς γῆς,
Λευ. 11,46 Αυτός είναι ο νόμος ο περί των ζώων, και των πτηνών
και πάσης ζωϊκής υπάρξεως, που ζη εις τα ύδατα και παντός ζώου, που έρπει εις
την γην.
Λευ. 11,47 διαστεῖλαι ἀνὰ
μέσον τῶν ἀκαθάρτων καὶ ἀνὰ μέσον τῶν καθαρῶν
καὶ ἀνὰ μέσον τῶν ζωογονούντων τὰ ἐσθιόμενα,
καὶ ἀνὰ μέσον τῶν ζωογονούντων τὰ μὴ ἐσθιόμενα.
Λευ. 11,47 Αυτός είναι ο νόμος του διαχωρισμού μεταξύ των
ακαθάρτων και των καθαρών, των ζωϊκών υπάρξεων που θα τρώγωνται, και των ζωϊκών
υπάρξεων που δεν πρέπει να τρώγωνται”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
12
Λευ. 12,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 12,1 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 12,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς·
γυνή, ἥτις ἐὰν σπερματισθῇ καὶ τέκῃ ἄρσεν,
καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας, κατὰ
τὰς ἡμέρας τοῦ χωρισμοῦ τῆς ἀφέδρου αὐτῆς,
ἀκάθαρτος ἔσται·
Λευ. 12,2 “λάλησε στους Ισραηλίτας και ειπέ λέγων προς
αυτούς· Γυνή έγκυος, εάν γεννήση άρρεν, θα είναι ακάθαρτος επί επτά ημέρας·
όσας ημέρας είναι ακάθαρτος και κατά την έμμηνον ρύσιν της.
Λευ. 12,3 καὶ τῇ ἡμέρᾳ
τῇ ὀγδόῃ περιτεμεῖ τὴν σάρκα τῆς ἀκροβυστίας
αὐτοῦ·
Λευ. 12,3 Κατά την ογδόην ημέραν από της γεννήσεως θα γίνη η
περιτομή της ακροβυστίας του τέκνου της.
Λευ. 12,4 καὶ τριάκοντα καὶ
τρεῖς ἡμέρας καθήσεται ἐν αἵματι ἀκαθάρτῳ αὐτῆς,
παντὸς ἁγίου οὐχ ἅψεται καὶ εἰς τὸ ἁγιαστήριον
οὐκ εἰσελεύσεται, ἕως ἂν πληρωθῶσιν αἱ ἡμέραι
καθάρσεως αὐτῆς.
Λευ. 12,4 Τριάκοντα τρεις ημέρας θα παραμείνη ακόμη αυτή
ακάθαρτος λόγω του ακαθάρτου αίματός της. Κανέν άγιον δεν θα εγγίζη αυτή και
στον ναόν δεν θα εισέρχεται, μέχρις ότου συμπληρωθούν αι σαράντα ημέραι της
καθάρσεώς της.
Λευ. 12,5 ἐὰν δὲ
θῆλυ τέκῃ, καὶ ἀκάθαρτος ἔσται δὶς ἑπτὰ
ἡμέρας, κατὰ τὴν ἄφεδρον αὐτῆς· καὶ
ἑξήκοντα ἡμέρας καὶ ἓξ καθεσθήσεται ἐν αἵματι
ἀκαθάρτῳ αὐτῆς.
Λευ. 12,5 Εάν δε γεννήση θήλυ, θα είναι επί δεκατέσσαρας
ημέρας ακάθαρτος όπως ακάθαρτος είναι κατά την έμμηνον ρύσιν. Θα παραμείνη δε
ακόμη ακάθαρτος, λόγω του ακαθάρτου αίματός της, επί εξήκοντα εξ ημέρας.
Λευ. 12,6 καὶ ὅταν ἀναπληρωθῶσιν
αἱ ἡμέραι καθάρσεως αὐτῆς ἐφ᾿ υἱῷ
ἢ ἐπὶ θυγατρί, προσοίσει ἀμνὸν ἐνιαύσιον ἄμωμον,
εἰς ὁλοκαύτωμα, καὶ νεοσσὸν περιστερᾶς ἢ
τρυγόνα περὶ ἁμαρτίας ἐπὶ τὴν θύραν τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου πρὸς τὸν ἱερέα,
Λευ. 12,6 Οταν δε συμπληρωθούν αι ημέραι, αι οποίαι
απαιτούνται προς καθαρισμόν της δια τον υιόν η την θυγατέρα που απέκτησε, θα
προσφέρη εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου προς τον ιερέα αρνί ενός έτους,
χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, προς ολοκαύτωσιν και ένα νεοσσόν περιστεράς η
μίαν τρυγόνα, θυσίαν περί αμαρτίας.
Λευ. 12,7 καὶ προσοίσει αὐτὸν
ἔναντι Κυρίου καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτῆς ὁ
ἱερεύς καὶ καθαριεῖ αὐτὴν ἀπὸ τῆς
πηγῆς τοῦ αἵματος αὐτῆς. οὗτος ὁ
νόμος τῆς τικτούσης ἄρσεν ἢ θῆλυ.
Λευ. 12,7 Ο ιερεύς θα προσφέρη αυτά θυσίαν ενώπιον του
Κυρίου, θα εξιλεώση αυτήν και θα την καθαρίση από την ακαθαρσίαν του ρεύσαντος
αίματός της. Αυτός είναι ο νόμος δια την κάθαρσιν της γυναικός, που γεννά άρρεν
η θήλυ.
Λευ. 12,8 ἐὰν δὲ
μὴ εὑρίσκῃ ἡ χεὶρ αὐτῆς τὸ ἱκανὸν
εἰς ἀμνόν, καὶ λήψεται δύο τρυγόνας ἢ δύο νεοσσοὺς
περιστερῶν, μίαν εἰς ὁλοκαύτωμα καὶ μίαν περὶ ἁμαρτίας,
καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτῆς ὁ ἱερεύς,
καὶ καθαρισθήσεται.
Λευ. 12,8 Εάν όμως δεν έχηι αυτή την οικονομικήν ευχέρειαν
να προσφέρη αμνόν, θα λάβη δύο τρυγόνας η δύο νεοσσούς περιστερών, την μίαν εις
ολοκαύτωσιν και την άλλην ως θυσίαν περί αμαρτίας, και ο ιερεύς θα προσφέρη την
εξιλεωτικήν αυτήν θυσίαν και ούτω θα τελεσθή ο νόμος περί καθάρσεώς της”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
13
Λευ. 13,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·
Λευ. 13,1 Ο Κυριος ομίλησε προς τον Μωϋσήν και Ααρών και
είπεν·
Λευ. 13,2 ἀνθρώπῳ ἐάν
τινι γένηται ἐν δέρματι χρωτὸς αὐτοῦ οὐλὴ
σημασίας τηλαυγής, καὶ γένηται ἐν δέρματι χρωτὸς αὐτοῦ
ἁφὴ λέπρας, ἀχθήσεται πρὸς Ἀαρὼν τὸν ἱερέα,
ἢ ἕνα τῶν υἱῶν αὐτοῦ τῶν ἱερέων.
Λευ. 13,2 “εάν στο δέρμα του σώματος ενός ανθρώπου παρουσιασθή
πληγή εμφανή, στίλβουσα, ώστε να φαίνεται ότι πρόκειται περί προσβολής λέπρας,
θα οδηγηθή αυτός προς τον Ααρών τον αρχιερέα η εις ένα από τους υιούς του τους
ιερείς.
Λευ. 13,3 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφὴν ἐν δέρματι τοῦ χρωτὸς
αὐτοῦ, καὶ ἡ θρὶξ ἐν τῇ ἁφῇ
μεταβάλῃ λευκή, καὶ ἡ ὄψις τῆς ἁφῆς
ταπεινὴ ἀπὸ τοῦ δέρματος τοῦ χρωτός, ἁφὴ
λέπτρας ἐστί· καὶ ὄψεται ὁ ἱερεύς, καὶ
μιανεῖ αὐτόν.
Λευ. 13,3 Ο ιερεύς θα παρατηρήση και θα εξετάση την πληγήν
αυτήν του δέρματος, και εάν αι τρίχες στο σημείον της πληγής είναι λευκαί και
το προσβληθέν μέρος είναι χαμηλότερον από το άλλο δέρμα, τότε η πληγή αυτή
είναι πληγή λέπρας. Αφού δε ο ιερεύς ίδη αυτά, θα χαρακτηρίση και θα κηρύξη
αυτόν ακάθαρτον.
Λευ. 13,4 ἐὰν δὲ
τηλαυγὴς λευκὴ ᾖ ἐν τῷ δέρματι τοῦ χρωτὸς
αὐτοῦ, καὶ ταπεινὴ μὴ ᾖ ἡ ὄψις
αὐτῆς ἀπὸ τοῦ δέρματος, καὶ ἡ θρὶξ
αὐτοῦ οὐ μετέβαλε τρίχα λευκήν, αὐτὴ δέ ἐστιν
ἀμαυρά, καὶ ἀφοριεῖ ὁ ἱερεὺς τὴν
ἁφὴν ἑπτὰ ἡμέρας.
Λευ. 13,4 Εάν όμως η στίλβουσα πληγή του δέρματος δεν είναι
χαμηλοτέρα από την επιφάνειαν του άλλου δέρματος, ούτε έχουν μεταβληθή αι
τρίχες αυτού εις λευκάς, αλλά παραμένουν μαύραι, ο ιερεύς θα χωρίση αυτόν ως
ακάθαρτον επί επτά ημέρας.
Λευ. 13,5 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφὴν τῇ ἡμέρᾳ τῇ
ἑβδόμῃ, καὶ ἰδοὺ ἡ ἁφὴ μένει ἐναντίον
αὐτοῦ, οὐ μετέπεσεν ἡ ἁφὴ ἐν τῷ
δέρματι, καὶ ἀφοριεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεὺς
ἑπτὰ ἡμέρας τὸ δεύτερον.
Λευ. 13,5 Θα εξετάση όμως ο ιερεύς την πληγήν πάλιν κατά την
εβδόμην ημέραν και εάν αυτή παραμένη, όπως και πριν και δεν εξηπλώθη επί πλέον
επί του δέρματος, θα χωρίση αυτόν δια δευτέραν φοράν επί άλλας επτά ημέρας.
Λευ. 13,6 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς αὐτὸν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ
τὸ δεύτερον. καὶ ἰδοὺ ἀμαυρὰ ἡ ἁφή,
οὐ μετέπεσεν ἡ ἁφὴ ἐν τῷ δέρματι· καὶ
καθαριεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεύς· σημασία γάρ ἐστι·
καὶ πλυνάμενος τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καθαρὸς ἔσται.
Λευ. 13,6 Παλιν δε ο ιερεύς κατά την εβδόμην ημέραν θα ίδη
αυτόν δια δευτάραν φοράν και εάν η πληγή είναι θαμβή και όχι στίλβουσα, και δεν
έχη απλωθή περισσότερον επί του δέρματος, ο ιερεύς θα κηρύξη αυτόν καθαρόν,
διότι τα σημεία πείθουν ότι δεν πρόκειται περί λέπρας. Αυτός δε αφού πλύνη τα
ιμάτιά του, θα είναι καθαρός.
Λευ. 13,7 ἐὰν δὲ
μεταβαλοῦσα μεταπέσῃ ἡ σημασία ἐν τῷ δέρματι, μετὰ
τὸ ἰδεῖν αὐτὸν τὸν ἱερέα τοῦ
καθαρίσαι αὐτόν, καὶ ὀφθήσεται τὸ δεύτερον τῷ ἱερεῖ.
Λευ. 13,7 Εάν όμως κατόπιν αυτών η πληγή μεταδοθή στο άλλο
δέρμα, θα παρουσιασθή και πάλιν αυτός στον ιερέα.
Λευ. 13,8 καὶ ὄψεται
αὐτὸν ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ μετέπεσεν ἡ
σημασία ἐν τῷ δέρματι, καὶ μιανεῖ αὐτὸν ὁ
ἱερεύς· λέπρα ἐστί.
Λευ. 13,8 Ο ιερεύς θα τον εξετάση και εάν ίδη ότι η πληγή
εξηπλώθη στο άλλο δέρμα, θα τον κηρύξη ακάθαρτον, διότι πρόκειται πλέον περί
λέπρας.
Λευ. 13,9 καὶ ἁφὴ
λέπρας ἐὰν γένηται ἐν ἀνθρώπῳ, καὶ ἥξει
πρὸς τόν ἱερέα·
Λευ. 13,9 Εάν λοιπόν παρουσιασθή εις κάποιον άνθρωπον πληγή
λέπρας, θα έλθη αυτός προς τον ιερέα·
Λευ. 13,10 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ οὐλὴ λευκὴ ἐν
τῷ δέρματι, καὶ αὕτη μετέβαλε τρίχα λευκήν, καὶ ἀπὸ
τοῦ ὑγιοῦς τῆς σαρκὸς τῆς ζώσης ἐν τῇ
οὐλῇ,
Λευ. 13,10 ο ιερεύς θα τον εξετάση μετά προσοχής και εάν ίδη
ότι η στο δέρμα πληγή είναι λευκή, έχη δε μεταβάλει τας τρίχας εις λευκάς και
υπάρχουν σημεία τινά υγιούς σαρκός εν τη πληγή,
Λευ. 13,11 λέπρα παλαιουμένη ἐστὶν
ἐν τῷ δέρματι τοῦ χρωτός, καὶ μιανεῖ αὐτὸν
ὁ ἱερεὺς καὶ ἀφοριεῖ αὐτόν, ὅτι
ἀκάθαρτός ἐστιν.
Λευ. 13,11 τότε η λέπρα είναι παλαιά στο δέρμα του. Ο δε
ιερεύς θα κηρύξη αυτόν ακάθαρτον και θα τον χωρίση μακράν από τον λαόν, διότι
είναι ακάθαρτος.
Λευ. 13,12 ἐὰν δὲ
ἀνθοῦσα ἐξανθήσῃ ἡ λέπρα ἐν τῷ
δέρματι, καὶ καλύψῃ ἡ λέπρα πᾶν τὸ δέρμα τῆς
ἁφῆς ἀπὸ κεφαλῆς ἕως ποδῶν, καθ᾿
ὅλην τὴν ὅρασιν τοῦ ἱερέως,
Λευ. 13,12 Εάν η λέπρα, προοδεύουσα συνεχώς, καλύψη όλον το
δέρμα από κεφαλής μέχρι ποδών,
Λευ. 13,13 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς καὶ ἰδού ἐκάλυψεν ἡ λέπρα πᾶν
τὸ δέρμα τοῦ χρωτός, καὶ καθαριεῖ αὐτὸν ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφήν, ὅτι πᾶν μετέβαλε λευκόν,
καθαρόν ἐστι.
Λευ. 13,13 ίδη δε αυτόν ο ιερεύς και διαπιστώση ότι η λέπρα
εκάλυψεν όλον αυτού το δέρμα, θα κηρύξη ο ιερεύς καθαράν την ασθένειαν και
αυτόν καθαρόν διότι όλον του το σώμα έγινε λευκόν (άρα δεν πρόκειται περί
λέπρας αλλά περί λευκοπλασίας).
Λευ. 13,14 καὶ ᾗ ἂν
ἡμέρᾳ ὀφθῇ ἐν αὐτῷ χρὼς ζῶν,
μιανθήσεται,
Λευ. 13,14 Κατά την ημέραν όμως, κατά την οποίαν θα φανή στο
λευκόν αυτού δέρμα σαρξ υγιής με το προηγούμενον φυσικόν αυτής χρώμα, ο
άνθρωπος αυτός θα είναι ακάθαρτος.
Λευ. 13,15 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὸν χρῶτα τὸν ὑγιῆ, καὶ
μιανεῖ αὐτὸν ὁ χρὼς ὁ ὑγιής, ὅτι
ἀκάθαρτός ἐστι· λέπρα ἐστί.
Λευ. 13,15 Ο ιερεύς θα ίδη τα υγιά μέρη του δέρματος εν
αντιπαραβολή προς τα ασθενή και θα κηρύξη αυτόν ακάθαρτον, διότι πρόκειται περί
λέπρας.
Λευ. 13,16 ἐὰν δέ ἀποκαταστῇ
ὁ χρὼς ὁ ὑγιής, καὶ μεταβάλῃ λευκή, καὶ
ἐλεύσεται πρὸς τὸν ἱερέα,
Λευ. 13,16 Εάν έως μεταβληθή και πάλιν το υγιές μέρος του
δέρματος και γίνη πάλιν λευκόν, ο ασθενής θα μεταβή προς τον ιερέα·
Λευ. 13,17 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ μετέβαλεν ἡ ἁφὴ εἰς
τὸ λευκόν, καὶ καθαριεῖ ὁ ἱερεὺς τὴν ἁφήν·
καθαρός ἐστι.
Λευ. 13,17 θα τον εξετάση ο ιερεύς και εάν ίδη ότι η νόσος
έγινε λευκή, θα κηρύξη αυτήν καθαράν και ο ασθενής θα είναι καθαρός.
Λευ. 13,18 Καὶ σὰρξ ἐὰν
γένηται ἐν τῷ δέρματι αὐτοῦ ἕλκος καὶ ὑγιασθῇ,
Λευ. 13,18 Εάν δε δημιουργηθή έλκος στο δέρμα ενός ανθρώπου, το
οποίον έλκος εθεραπεύθη,
Λευ. 13,19 καὶ γένηται ἐν
τῷ τόπῳ τοῦ ἕλκους οὐλὴ λευκή, ἢ
τηλαυγὴς λευκαίνουσα, ἢ πυῤῥίζουσα, καὶ ὀφθήσεται
τῷ ἱερεῖ,
Λευ. 13,19 αλλά εις την περιοχήν του έλκους αυτού παρουσιασθή
πληγή λευκή η στίλβουσα η ξανθή, ο ασθενής θα παρουσιασθή εις τον ιερέα.
Λευ. 13,20 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ ἡ ὄψις ταπεινοτέρα τοῦ
δέρματος, καὶ ἡ θρὶξ αὐτῆς μετέβαλεν εἰς
λευκήν, καὶ μιανεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεύς, ὅτι
λέπρα ἐστίν, ἐν τῷ ἕλκει ἐξήνθησεν.
Λευ. 13,20 Ο ιερεύς θα τον εξετάση και εάν ίδη ότι η επιφάνεια
της πληγής είναι χαμηλοτέρα από το άλλο δέρμα και ότι αι εκεί τρίχες
μετεβλήθησαν εις λευκάς, θα κηρύξη αυτόν ο ιερεύς λεπρόν, διότι πρόκειται περί
λέπρας, η οποία εφυτρωσεν στο έλκος.
Λευ. 13,21 ἐὰν δὲ
ἴδῃ ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ οὐκ ἔστιν
ἐν αὐτῷ θρὶξ λευκή, καὶ ταπεινὸν μὴ ᾖ
ἀπὸ τοῦ δέρματος τοῦ χρωτός, καὶ αὐτὴ
ᾖ ἀμαυρά, καὶ ἀφοριεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεὺς
ἑπτὰ ἡμέρας.
Λευ. 13,21 Εάν όμως ο ιερεύς ίδη ότι δεν υπάρχει εις την
περιοχήν του έλκους λευκή τρίχα, αλλά αμαυρά, όπως και προηγουμένως, το δε
προσβληθέν μέρος δεν είναι χαμηλότερον του άλλου δέρματος, θα χωρίση αυτόν ο
ιερεύς επί επτά ημέρας.
Λευ. 13,22 ἐὰν δὲ
διαχύσει διαχέηται ἐν τῷ δέρματι, καὶ μιανεῖ αὐτὸν
ὁ ἱερεύς, ἁφὴ λέπρας ἐστίν, ἐν τῷ ἕλκει
ἐξήνθησεν.
Λευ. 13,22 Εάν δε διαχυθή και μεταδοθή και εις άλλα μέρη του
δέρματος η πληγή αυτή, θα κηρύξη ο ιερεύς αυτόν ακάθαρτον, διότι πρόκειται
πλέον περί λέπρας, η οποία εβγήκεν από το έλκος.
Λευ. 13,23 ἐὰν δὲ
κατὰ χώραν μείνῃ τὸ τηλαύγημα καὶ μὴ διαχέηται, οὐλὴ
τοῦ ἕλκους ἐστί, καὶ καθαριεῖ αὐτὸν ὁ
ἱερεύς.
Λευ. 13,23 Εάν όμως η γυαλίζουσα αυτή πληγή μείνη στάσιμος και
δεν μεταδοθή, είναι πληγή έλκους. Ο ιερεύς θα κηρύξη τον ασθενή καθαρόν.
Λευ. 13,24 Καὶ σὰρξ ἐὰν
γένηται ἐν τῷ δέρματι αὐτοῦ κατάκαυμα πυρός, καὶ
γένηται ἐν τῷ δέρματι αὐτοῦ τὸ ὑγιασθὲν
τοῦ κατακαύματος αὐγάζον τηλαυγὲς λευκόν, ὑποπυῤῥίζον
ἢ ἔκλευκον,
Λευ. 13,24 Εάν στο δέρμα κάποιου ανθρώπου γίνη έγκαυμα από πυρ,
θεραπευθή δε το έγκαυμα, μείνη όμως στο θεραπευθέν μέρος εμφανές γυαλιστερόν
λευκόν σημείον, υπέρυθρον η ολόλευκον,
Λευ. 13,25 καὶ ὄψεται αὐτὸν
ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ μετέβαλε θρὶξ λευκὴ
εἰς τὸ αὐγάζον, καὶ ἡ ὄψις αὐτοῦ
ταπεινὴ ἀπὸ τοῦ δέρματος, λέπρα ἐστίν, ἐν τῷ
κατακαύματι ἐξήνθησε· καὶ μιανεῖ αὐτὸν ὁ
ἱερεύς, ἁφὴ λέπρας ἐστίν.
Λευ. 13,25 θα τον ίδη ο ιερεύς και εάν διαπιστώση ότι στο
γυαλιστερόν αυτό σημείον αι τρίχες μετεβλήθησαν εις λευκάς και η επιφάνεια
αυτού είναι χαμηλοτέρα από την του δέρματος, πρόκειται περί λέπρας, η οποία
εφύτρωσεν από το έγκαυμα. Ο ιερεύς θα κηρύξη τον ασθενή ακάθαρτον, διότι η
ασθένειά του είναι λέπρα.
Λευ. 13,26 ἐὰν δὲ
ἴδῃ ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ οὐκ ἔστιν
ἐν τῷ αὐγάζοντι θρὶξ λευκή, καὶ ταπεινὸν μὴ
ᾖ ἀπὸ τοῦ δέρματος, αὐτὸ δὲ ἀμαυρόν,
καὶ ἀφοριεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεὺς ἑπτὰ
ἡμέρας.
Λευ. 13,26 Εάν όμως ο ιερεύς ίδη ότι στο ασθενούν μέρος δεν
υπάρχει λευκή τρίχα, ότι τούτο δεν είναι χαμηλότερον από το άλλο δέρμα, ότι το
χρώμα του είναι θαμβόν, ο ιερεύς θα τον χωρίση επί επτά ημέρας.
Λευ. 13,27 καὶ ὄψεται αὐτὸν
ὁ ἱερεὺς τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ·
ἐὰν δὲ διαχύσει διαχέηται ἐν τῷ δέρματι, καὶ
μιανεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεύς· ἁφὴ
λέπρας ἐστίν, ἐν τῷ ἕλκει ἐξήνθησεν.
Λευ. 13,27 Κατά την εβδόμην ημέραν θα τον εξετάση και πάλιν και
εάν ίδη ότι η πληγή εξηπλώθη και στο άλλο δέρμα, θα κηρύξη αυτόν ακάθαρτον,
διότι πρόκειται περί λέπρας, η οποία ανεφάνη στο έλκος.
Λευ. 13,28 ἐὰν δὲ
κατὰ χώραν μείνῃ τὸ αὐγάζον, καὶ μὴ διαχυθῇ
ἐν τῷ δέρματι, αὐτὴ δὲ ἀμαυρὰ ᾖ,
οὐλὴ τοῦ κατακαύμαστός ἐστι, καὶ καθαριεῖ αὐτὸν
ὁ ἱερεύς· ὁ γὰρ χαρακτὴρ τοῦ
κατακαύματός ἐστι.
Λευ. 13,28 Εάν η αναφανείσα πληγή μείνη στο σημείον, που
υπήρχε, και δεν απλωθή στο άλλο δέρμα, έχει δε χρώμα θαμβόν, η πληγή αυτή είναι
από το έγκαυμα, και θα κηρύξη αυτόν ο ιερεύς καθαρόν, διότι η πληγή έχει το
χαρακτηριστικόν γνώρισμα του εγκαύματος μόνον.
Λευ. 13,29 Καὶ ἀνδρὶ
ἢ γυναικὶ ἐὰν γένηται ἐν αὐτοῖς ἁφὴ
λέπρας ἐν τῇ κεφαλῇ ἢ ἐν τῷ πώγωνι,
Λευ. 13,29 Εάν εις την κεφαλήν η στου πώγωνα ανδρός η γυναικός
παρουσιασθ·η πληγή λέπρας,
Λευ. 13,30 καί ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφήν, καὶ ἰδοὺ ἡ ὄψις
αὐτῆς ἐγκοιλοτέρα τοῦ δέρματος, ἐν αὐτῇ
δὲ θρὶξ ξανθίζουσα λεπτή, καὶ μιανεῖ αὐτὸν ὁ
ἱερεύς· θραῦσμά ἐστι, λέπρα τῆς κεφαλῆς ἢ
λέπρα τοῦ πώγωνός ἐστι.
Λευ. 13,30 ο ιερεύς θα εξετάση αυτήν. Και εάν η επιφάνεια αυτής
εινα χαμηλοτέρα από την του άλλου δέρματος και αι εντός αυτής τρίχες είναι
ξανθαί και λεπταί, θα κηρύξη τον άνθρωπον αυτόν ο ιερεύς ακάθαρτον, διότι
πρόκειται περί προσβολής λέπρας της κεφαλής η λέπρας του πώγωνος.
Λευ. 13,31 καὶ ἐὰν
ἴδῃ ὁ ἱερεὺς τὴν ἁφὴν τοῦ
θραύσματος, καὶ ἰδοὺ οὐχ ἡ ὄψις ἐγκοιλοτέρα
τοῦ δέρματος, καὶ θρὶξ ξανθίζουσα οὐκ ἔστιν ἐν
αὐτῇ, καὶ ἀφοριεῖ ὁ ἱερεὺς τὴν
ἁφὴν τοῦ θραύσματος ἑπτὰ ἡμέρας.
Λευ. 13,31 Εάν ο ιερεύς εξετάση την προσβολήν και ίδη ότι η
εκεί επιφάνεια του δέρματος δεν είναι χαμηλοτέρα και τρίχα ξανθή δεν υπάρχει
εις αυτήν, θα ξεχωρίση ο ιερεύς τον έχοντα την προσβολήν αυτήν επί επτά ημέρας.
Λευ. 13,32 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφὴν τῇ ἡμέρᾳ τῇ
ἑβδόμῃ, καὶ ἰδοὺ οὐ διεχύθη τὸ θραῦσμα,
καὶ θρὶξ ξανθίζουσα οὐκ ἔστιν ἐν αὐτῇ,
καὶ ἡ ὄψις τοῦ θραύσματος οὐκ ἔστι κοίλη ἀπὸ
τοῦ δέρματος.
Λευ. 13,32 Την εβδόμην ημέραν θα εξετάση και πάλιν ο ιερεύς την
πληγήν και εάν ίδη ότι η πληγή δεν εξηπλώθη και ότι δεν υπάρχει εκεί τρίχα
χρώματος ξανθού, η δε επιφάνεια του ασθενούντος δέρματος δεν είναι χαμηλοτέρα
από την του άλλου δέρματος,
Λευ. 13,33 καὶ ξυρηθήσεται τὸ
δέρμα, τὸ δὲ θραῦσμα οὐ ξυρηθήσεται, καὶ ἀφοριεῖ
ὁ ἱερεὺς τὸ θραῦσμα ἑπτὰ ἡμέρας
τὸ δεύτερον.
Λευ. 13,33 θα δώση εντολήν ο ιερεύς να ξυρισθή το υγιές δέρμα,
το δε προσβεβλημένον να μείνη αξύριστον. Και πάλιν θα απομονώση ο ιερεύς τον
ασθενή επί άλλας επτά ημέρας.
Λευ. 13,34 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὸ θραῦσμα τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ,
καὶ ἰδοὺ οὐ διεχύθη τὸ θραῦσμα ἐν τῷ
δέρματι μετὰ τὸ ξυρηθῆναι αὐτόν, καὶ ἡ ὄψις
τοῦ θραύσματος οὐκ ἔστι κοίλη ἀπὸ τοῦ
δέρματος, καὶ καθαριεῖ αὐτὴν ὁ ἱερεύς, καὶ
πλυνάμενος τὰ ἱμάτια καθαρὸς ἔσται.
Λευ. 13,34 Ο ιερεύς θα εξετάση την πληγήν κατά την εβδόμην
ημέραν και εάν ίδη ότι η βλάβη δεν ηπλώθη στο άλλο δέρμα μετά το ξύρισμα, που
είχε γίνει εις αυτό, η δε επιφάνεια της πληγής δεν είναι χαμηλοτέρα από την του
άλλου δέρματος, θα κηρύξη αυτήν ο ιερεύς καθαράν, και ο ασθενής, αφού πλύνη τα
ιμάτιά του, θα είναι καθαρός.
Λευ. 13,35 ἐὰν δὲ
διαχύσει διαχέηται τὸ θραῦσμα ἐν τῷ δέρματι μετὰ
τὸ καθαρισθῆναι αὐτόν,
Λευ. 13,35 Εάν όμως η πληγή μετά την ανακήρυξιν αυτού ως
καθαρού αρχίση να επεκτείνεται και στο άλλο δέρμα,
Λευ. 13,36 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ διακέχυται τὸ θραῦσμα ἐν
τῷ δέρματι, οὐκ ἐπισκέψεται ὁ ἱερεὺς περὶ
τῆς τριχὸς τῆς ξανθῆς, ὅτι ἀκάθαρτός ἐστιν.
Λευ. 13,36 θα ίδη ο ιερεύς ότι έχει απλωθή η βλάβη στο δέρμα
και δεν θα εξετάση πλέον αν η τρίχα είναι ξανθή, διότι ο ασθενής είναι πλέον
λεπρός, ακάθαρτος.
Λευ. 13,37 ἐὰν δὲ
ἐνώπιον μείνῃ ἐπὶ χώρας τὸ θραῦσμα, καὶ
θρὶξ μέλαινα ἀνατείλῃ ἐν αὐτῷ, ὑγίακε
τὸ θραῦσμα· καθαρός ἐστι, καὶ καθαριεῖ αὐτὸν
ὁ ἱερεύς.
Λευ. 13,37 Εάν όμως η πληγή μείνη επί του αυτού σημείου,
φυτρώσουν δε εντός της περιοχής της μαύρες τρίχες, η ασθένεια έχει θεραπευθή, ο
ασθενής είναι καθαρός από της λέπρας και ο ιερεύς θα τον κηρύξη καθαρόν.
Λευ. 13,38 Καὶ ἀνδρὶ
ἢ γυναικί, ἐὰν γένηται ἐν δέρματι τῆς σαρκὸς
αὐτοῦ αὐγάσματα αὐγάζοντα λευκανθίζοντα,
Λευ. 13,38 Εάν στο δέρμα ανδρός η γυναικός παρουσιασθούν φανερά
νοσηρά συμπτώματα στίλβοντα υπόλευκα,
Λευ. 13,39 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ ἐν δέρματι τῆς σαρκὸς
αὐτοῦ αὐγάσματα αὐγάζοντα λευκανθίζοντα, ἀλφός ἐστιν
ἐξανθεῖ ἐν τῷ δέρματι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ,
καθαρός ἐστι.
Λευ. 13,39 θα εξετάση αυτόν ο ιερεύς και εάν ίδη τα στίλβοντα
και λεακάζοντα αυτά συμπτώματα, ο ασθενής είναι υπόλευκος, έχει στο δέρμα του
λευκήν μη μεταδοτικήν λεπράν. Ο ασθενής αυτός είναι καθαρός.
Λευ. 13,40 Ἐὰν δέ τινι
μαδήσῃ ἡ κεφαλὴ αὐτοῦ, φαλακρός ἐστι,
καθαρός ἐστιν.
Λευ. 13,40 Εάν κανενός μαδήση η κεφαλή, αυτός είναι φαλακρός
και όχι λεπρός. Είναι καθαρός.
Λευ. 13,41 ἐὰν δὲ
κατὰ πρόσωπον μαδήσῃ ἡ κεφαλὴ αὐτοῦ, ἀναφάλαντός
ἐστι, καθαρός ἐστιν.
Λευ. 13,41 Εάν στο άνω μέρος του προσώπου επί της κεφαλής
πέσουν αι τρίχες, αυτός είναι φαλακρός στο σημείον εκείνο. Είναι καθαρός.
Λευ. 13,42 ἐὰν δὲ
γένηται ἐν τῷ φαλακρώματι αὐτοῦ ἢ ἐν τῷ
ἀναφαλαντώματι αὐτοῦ ἀφὴ λευκὴ ἢ πυῤῥίζουσα,
λέπρα ἐστὶν ἐν τῷ φαλακρώματι αὐτοῦ, ἢ
ἐν τῷ ἀναφαλαντώματι αὐτοῦ.
Λευ. 13,42 Εάν όμως στο φαλάκρωμα της κεφαλής αυτού η του
προσώπου παρουσιασθή λευκή πληγή η υπέρυθρος, είναι λέπρα στο φαλάκρωμα του
κρανίου του η, του προσώπου του.
Λευ. 13,43 καὶ ὄψεται αὐτὸν
ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ ἡ ὄψις τῆς ἁφῆς
λευκὴ ἢ πυῤῥίζουσα ἐν τῷ φαλακρώματι αὐτοῦ
ἢ ἐν τῷ φαλαντώματι αὐτοῦ, ὡς εἶδος
λέπρας ἐν δέρματι τῆς σαρκός αὐτοῦ,
Λευ. 13,43 Ο ιερεύς θα εξετάση αυτόν και εάν η εμψάνισις της
πληγής είναι λευκή η υπέρυθρος εις την φαλάκραν του κρανίου η του προσώπου,
ωσάν είδος λέπρας στο δέρμα του,
Λευ. 13,44 ἄνθρωπος λεπρός ἐστι·
μιάνσει μιανεῖ αὐτὸν ὁ ἱερεύς, ἐν τῇ
κεφαλῇ αὐτοῦ ἡ ἁφὴ αὐτοῦ.
Λευ. 13,44 ο άνθρωπος αυτός είναι λεπρός. Ο ιερεύς θα τον
κηρύξη ακάθαρτον, διότι η λέπρα ευρίσκεται εις την κεφαλήν του.
Λευ. 13,45 Καὶ ὁ λεπρὸς
ἐν ᾧ ἐστιν ἡ ἁφή, τὰ ἱμάτια αὐτοῦ
ἔστω παραλελυμένα καὶ ἡ κεφαλὴ αὐτοῦ ἀκάλυπτος,
καὶ περὶ τὸ στόμα αὐτοῦ περιβαλέσθω, καὶ ἀκάθαρτος
κεκλήσεται·
Λευ. 13,45 Καθε λεπρός, ο οποίος έχει τα συμπτώματα της λέπρας,
θα φορή τα ιμάτια αυτού σχισμένα, θα έχη την κεφαλήν ακάλυπτον με λυμένην την
κόμην, το στόμα σκεπασμένον, δια να αναγνωρίζεται και να λέγεται “ακάθαρτος”.
Λευ. 13,46 πάσας τὰς ἡμέρας,
ὅσας ἐὰν ᾖ ἐπ᾿ αὐτὸν ἡ ἁφή,
ἀκάθαρτος ὢν ἀκάθαρτος ἔσται, κεχωρισμένος καθήσεται, ἔξω
τῆς παρεμβολῆς αὐτοῦ ἔσται ἡ διατριβή.
Λευ. 13,46 Καθ' όλον το διάστημα, κατά το οποίον, καθ' ο
λεπρός, θα είναι ακάθαρτος, θα μένη απομονωμένος και θα ζη έξω από την
κατασκήνωσιν.
Λευ. 13,47 Καὶ ἱματίῳ
ἐὰν γένηται ἁφὴ ἐν αὐτῷ λέπρας ἐν
ἱματίῳ ἐρέῳ, ἢ ἐν ἱματίῳ
στυππυίνῳ,
Λευ. 13,47 Εάν πληγή λέπρας παρατηρηθή εις ένδυμα μάλλινον η
λινόν,
Λευ. 13,48 ἢ ἐν
στήμονι, ἢ ἐν κρόκῃ, ἢ ἐν τοῖς λινοῖς,
ἢ ἐν τοῖς ἐρέοις, ἢ ἐν δέρματι, ἢ ἐν
παντὶ ἐργασίμῳ δέρματι,
Λευ. 13,48 στο στημόνι η το υφάδι, εις λινά η μάλλινα, εις
δέρμα ακατέργαστον η κατειργασμένον χρησιμοποιούμενον ως ένδυμα
Λευ. 13,49 καὶ γένηται ἡ
ἁφή χλωρίζουσα ἢ πυῤῥίζουσα ἐν τῷ δέρματι, ἢ
ἐν τῷ ἱματίῳ, ἢ ἐν τῷ στήμονι, ἢ
ἐν τῇ κρόκῃ, ἢ ἐν παντὶ σκεύει ἐργασίμῳ
δέρματος, ἁφὴ λέπρας ἐστί, καὶ δείξει τῷ ἱερεῖ.
Λευ. 13,49 και η προσβολή είναι κιτρίνη η υπέρυθρος στο δέρμα η
στο ιμάτιον η στο στημόνι η στο υφάδι η εις κάθε είδος κατειργασμένου δέρματος,
είναι προσβολή λέπρας και ο κάτοχος του ενδύματος θα δείξη αυτό στον ιερέα.
Λευ. 13,50 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφήν, καὶ ἀφοριεῖ ὁ ἱερεὺς
τὴν ἁφὴν ἑπτὰ ἡμέρας.
Λευ. 13,50 Ο ιερεύς θα ίδη τα συμπτώματα αυτά και θα απομονώση
το ένδυμα αυτό επί επτά ημέρας.
Λευ. 13,51 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς τὴν ἁφὴν ἐν τῇ ἡμέρᾳ
τῇ ἑβδόμῃ· ἐὰν δὲ διαχέηται ἡ ἁφὴ
ἐν τῷ ἱματίῳ, ἢ ἐν τῷ στήμονι, ἢ
ἐν τῇ κρόκῃ, ἢ ἐν τῷ δέρματι, κατὰ
πάντα ὅσα ἐὰν ποιηθῇ δέρματα ἐν τῇ ἐργασίῳ,
λέπρα ἔμμονός ἐστιν ἡ ἁφή, ἀκάθαρτός ἐστι.
Λευ. 13,51 Κατά την εβδόμην ημέραν θα ίδη πάλιν ο ιερεύς αυτό
το σύμπτωμα. Εάν η προσβολή έχη εξαπλωθή στο υμάτιον η στο στημόνι η στο υφάδι
η στο ακατέργαστον δέρμα η εις κάθε τι που έχει κατασκευασθή με κατειργασμένον
δέρμα, η προσβολή αυτή είναι μόνιμος λέπρα, και το ένδυμα είναι ακάθαρτον.
Λευ. 13,52 κατακαύσει τὸ ἱμάτιον,
ἢ τὸν στήμονα, ἢ τὴν κρόκην ἐν τοῖς ἐρέοις,
ἢ ἐν τοῖς λινοῖς, ἢ ἐν παντὶ σκεύει
δερματίνῳ, ἐν ᾧ ἂν ᾖ ἐν αὐτῷ ἡ
ἁφή, ὅτι λέπρα ἔμμονός ἐστιν, ἐν πυρὶ
κατακαυθήσεται.
Λευ. 13,52 Αυτό δε το ένδυμα, το στημόνι η το υφάδι, από το
οποίον έχει υφανθή το μάλλινον η τα λινόν, και κάθε δερμάτινον είδος επάνω εις
το οποίον ήθελε παρουσιασθή αυτή η προσβολή, επειδή είναι λέπρα μόνιμος και
αθεράπευτος, θα κατακαούν στο πυρ όλα αυτά τα αντικείμενα.
Λευ. 13,53 ἐὰν δὲ
ἴδῃ ὁ ἱερεύς, καὶ μὴ διαχέηται ἡ ἁφὴ
ἐν τῷ ἱματίῳ, ἢ ἐν τῷ στήμονι, ἢ
ἐν τῇ κρόκῃ, ἢ ἐν παντὶ σκεύει δερματίνῳ,
Λευ. 13,53 Εάν ο ιερεύς ίδη ότι η προσβολή αυτή δεν μετεδόθη
εις άλλα σημεία του ιματίου, του στημονιού, του υφαδιού και εις κάθε δερμάτινον
είδος,
Λευ. 13,54 καὶ συντάξει ὁ
ἱερεύς, καὶ πλυνεῖ ἐφ᾿ οὗ ἐὰν ᾖ
ἐπ᾿ αὐτοῦ ἡ ἁφή, καὶ ἀφοριεῖ
ὁ ἱερεὺς τὴν ἁφὴν ἑπτὰ ἡμέρας
τὸ δεύτερον·
Λευ. 13,54 θα διατάξη να πλυθή το ιμάτιον, επί του οποίου
παρετηρήθη η προσβολή, και θα απομονώση αυτό επί άλλας επτά ημέρας.
Λευ. 13,55 καὶ ὄψεται ὁ
ἱερεὺς μετὰ τὸ πλυθῦναι αὐτὸ τὴν
ἁφήν, καὶ ἥδε οὐ μὴ μετέβαλεν ἡ ἁφὴ
τὴν ὄψιν, καὶ ἡ ἁφὴ οὐ διαχεῖται,
ἀκάθαρτόν ἐστιν, ἐν πυρὶ κατακαυθήσεται· ἐστήρικται
ἐν τῷ ἱματίῳ, ἢ ἐν τῷ στήμονι, ἢ
ἐν τῇ κρόκῃ.
Λευ. 13,55 Ο ιερεύς μετά το πλύσιμον του ιματίου θα εξετάση και
πάλιν την προσβολήν και εάν αυτή δεν μετεβλήθη προς το καλύτερον ως προς την
εμφάνισιν, έστω και αν δεν έχη επεκταθή, το ένδυμα είναι ακάθαρτον και πρέπει
να κατακαή στο πυρ· η προσβολή στο ιμάτιον η στο στημόνι η στο υφάδι είναι
πλέον μόνιμος.
Λευ. 13,56 καὶ ἐὰν
ἴδῃ ὁ ἱερεύς, καὶ ᾖ ἀμαυρὰ ἡ
ἁφὴ μετὰ τὸ πλυθῆναι αὐτό, ἀποῤῥήξει
αὐτὸ ἀπὸ τοῦ ἱματίου, ἢ ἀπὸ
τοῦ στήμονος, ἢ ἀπὸ τῆς κρόκης, ἢ ἀπὸ
τοῦ δέρματος.
Λευ. 13,56 Εάν όμως ο ιερεύς παρατηρήση ότι η προσβολή επήρε
σκούρο χρώμα μετά το πλύσιμο του ιματίου, θα αποκόψη το προσβληθέν μέρος του
ιματίου η του στημονιού η του υφαδιού η παντός δερματίνου είδους.
Λευ. 13,57 ἐὰν δὲ
ὀφθῇ ἔτι ἐν τῷ ἱματίῳ, ἢ ἐν
τῷ στήμονι, ἢ ἐν τῇ κρόκῃ, ἢ ἐν παντὶ
σκεύει δερματίνῳ, λέπρα ἐξανθοῦσά ἐστιν· ἐν
πυρὶ κατακαυθήσεται ἐν ᾧ ἐστιν ἡ ἁφή.
Λευ. 13,57 Εάν εμφανισθή και πάλιν στο ένδυμα η στο στημόνι η
στο υφάδι η εις κάθε δερμάτινον είδος νέα προσβολή, τότε πρόκειται περί λέπρας
η οποία αναπτύσσεται. Το αντικείμενον, επί του οποίου υπάρχει αυτή η λέπρα,
πρέπει να καή.
Λευ. 13,58 καὶ τὸ ἱμάτιον,
ἢ ὁ στήμων, ἢ ἡ κρόκη, ἢ πᾶν σκεῦος
δερμάτινον, ὃ πλυθήσεται, καὶ ἀποστήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ
ἡ ἁφή, καὶ πλυθήσεται τὸ δεύτερον, καὶ καθαρὸν
ἔσται.
Λευ. 13,58 Το ιμάτιον όμως η το στημόνι η το υφάδι η κάθε
δερμάτινον είδος, το οποίον θα πλυθή και από το οποίον θα εκλείψη η προσβολή,
θα πλυθή δευτέραν φοράν και τότε θα είναι καθαρόν.
Λευ. 13,59 οὗτος ὁ
νόμος ἁφῆς λέπρας ἱματίου ἐρέου, ἢ στυππυίνου, ἢ
στήμονος, ἢ κρόκης, ἢ παντὸς σκεύους δερματίνου, εἰς τὸ
καθαρίσαι αὐτό, ἢ μιᾶναι αὐτό.
Λευ. 13,59 Αυτός είναι ο νόμος της λέπρας μαλλίνου η, λινού
ιματίου, στημονιου η υφαδιού και κάθε είδους δερματίνου αντικειμένου, δια να
κηρυχθή τούτο καθαρόν η ακάθαρτον”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
14
Λευ. 14,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 14,1 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 14,2 οὗτος ὁ
νόμος τοῦ λεπροῦ, ᾗ ἂν ἡμέρᾳ καθαρισθῇ·
καὶ προσαχθήσεται πρὸς τὸν ἱερέα,
Λευ. 14,2 “αυτή είναι η νομική διάταξις δια τον λεπρόν, η
οποία θα τηρηθή κατά την ημέραν που αυτός θα έχη θεραπευθή από την λέπραν· θα
οδηγηθή αυτός προς τον ιερέα,
Λευ. 14,3 καὶ ἐξελεύσεται
ὁ ἱερεὺς ἔξω τῆς παρεμβολῆς, καὶ ὄψεται
ὁ ἱερεύς, καὶ ἰδοὺ ἰᾶται ἡ ἁφὴ
τῆς λέπρας ἀπὸ τοῦ λεπροῦ.
Λευ. 14,3 ο οποίος θα εξέλθη από την κατασκήνωσιν προς το
μέρος, στο οποίον ευρίσκεται ο λεπρός. Θα εξετάση αυτόν και θα πεισθή ότι έχει
θεραπευθή πλέον η λέπρα.
Λευ. 14,4 καὶ προστάξει ὁ
ἱερεύς, καὶ λήψονται τῷ κεκαθαρισμένῳ δύο ὀρνίθια
ζῶντα καθαρὰ καὶ ξύλον κέδρινον καὶ κεκλωσμένον
κόκκινον καὶ ὕσσωπον·
Λευ. 14,4 Θα διατάξη κατόπιν ο ιερεύς να φέρουν δια τον
θεραπευθέντα λεπρόν δύο μικρά ζωντανά πτηνά, από τα καθαρά, δηλ. από εκείνα των
οποίων επιτρέπεται η βρώσις, ένα κέδρινον ξύλον, ταινίαν από στριμμένον
κόκκινον νήμα και κλωναράκι υσσώπου.
Λευ. 14,5 καὶ προστάξει ὁ
ἱερεύς, καὶ σφάξουσι τὸ ὀρνίθιον τὸ ἓν εἰς
ἀγγεῖον ὀστράκινον ἐφ᾿ ὕδατι ζῶντι.
Λευ. 14,5 Θα διατάξη έπειτα ο ιερεύς να σφάξουν το ένα
μικρόν πτηνόν εις πήλινον δοχείον, εντός του οποίου υπάρχει ύδωρ πηγαίον.
Λευ. 14,6 καὶ τὸ ὀρνίθιον
τὸ ζῶν λήψεται αὐτὸ καὶ τὸ ξύλον τὸ
κέδρινον καὶ τὸ κλωστὸν κόκκινον καὶ τὸν ὕσσωπον,
καὶ βάψει αὐτὰ καὶ τὸ ὀρνίθιον τὸ ζῶν
εἰς τὸ αἷμα τοῦ ὀρνιθίου τοῦ σφαγέντος ἐφ᾿
ὕδατι ζῶντι·
Λευ. 14,6 Θα λάβη κατόπιν το ζωντανόν πτηνόν, το κέδρινον
ξύλον, την ερυθράν κλωστήν και τον ύσσωπον, θα βυθίση αυτά και το ζων πτηνόν
στο αίμα του σφαγέντος πτηνού επάνω από το πηγαίον ύδωρ.
Λευ. 14,7 καὶ περιῤῥανεῖ
ἐπὶ τὸν καθαρισθέντα ἀπὸ τῆς λέπρας ἑπτάκις,
καὶ καθαρὸς ἔσται· καὶ ἐξαποστελεῖ τὸ
ὀρνίθιον τὸ ζῶν εἰς τὸ πεδίον.
Λευ. 14,7 Με αυτό θα ραντίση τον θεραπευθέντα λεπρόν επτά
φοράς και αυτός θα είναι τότε καθαρός. Ο ιερεύς θα αφήση κατόπιν ελεύθερον το
ζωντανόν πτηνόν να πετάξη εις την πεδιάδα.
Λευ. 14,8 καὶ πλυνεῖ ὁ
καθαρισθεὶς τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ ξυρηθήσεται
αὐτοῦ πᾶσαν τὴν τρίχα, καὶ λούσεται ἐν ὕδατι,
καὶ καθαρὸς ἔσται, καὶ μετὰ ταῦτα εἰσελεύσεται
εἰς τὴν παρεμβολήν, καὶ διατρίψει ἔξω τοῦ οἴκου
αὐτοῦ ἑπτὰ ἡμέρας.
Λευ. 14,8 Ο θεραπευθείς λεπρός θα πλύνη τα ενδύματά του, θα
ξυρίση όλας τας τρίχας του σώματός του, θα λουσθή στο νερό και θα είναι πλέον
καθαρός από την λέπραν. Κατόπιν θα εισέλθη εις την κατασκήνωσιν, αλλά επί επτά
ημέρας θα ζη έξω από το σπίτι του.
Λευ. 14,9 καὶ ἔσται τῇ
ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ, ξυρηθήσεται πᾶσαν τὴν
τρίχα αὐτοῦ, τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ τὸν
πώγωνα καὶ τὰς ὀφρῦς καὶ πᾶσαν τὴν
τρίχα αὐτοῦ ξυρηθήσεται· καὶ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια,
καὶ λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι, καὶ
καθαρὸς ἔσται.
Λευ. 14,9 Κατά την εβδόμην ημέραν θα ξυρίση και πάλιν ο
θεραπευθείς όλας τας τρίχας του σώματός του, την κεφαλήν, τον πώγωνά του, τα
φρύδια του και κάθε τρίχα που υπάρχει στο σώμα του, θα πλύνη τα ενδύματά του,
θα λούση το σώμα του με νερό και θα είναι πλέον καθαρός ενώπιον όλων με το
δικαίωμα της ελευθέρας πλέον επικοινωνίας.
Λευ. 14,10 καὶ τῇ ἡμέρᾳ
τῇ ὀγδόῃ λήψεται δύο ἀμνοὺς ἀμώμους ἐνιαυσίους
καὶ πρόβατον ἄμωμον ἐνιαύσιον καὶ τρία δέκατα σεμιδάλεως
εἰς θυσίαν περυραμένης ἐν ἐλαίῳ καὶ κοτύλην ἐλαίου
μίαν.
Λευ. 14,10 Κατά την ογδόην ημέραν θα πάρη ο θεραπευθείς δύο
αμνούς ενός έτους χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, ένα πρόβατον ενός έτους,
αρτιμελές και τρία δέκατα (εξ περίπου κιλά) σημιγδάλι ζυμωμένο με λάδι δι'
αναίμακτον θυσίαν και μίαν κοτύλην (διακόσια ογδόντα περίπου γραμ.) λάδι.
Λευ. 14,11 καὶ στήσει ὁ
ἱερεὺς ὁ καθαρίζων τὸν ἄνθρωπον τὸν
καθαριζόμενον καὶ ταῦτα ἔναντι Κυρίου, ἐπὶ τὴν
θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 14,11 Ο ιερεύς, ο οποίος θα επιτελέση τον νομικόν
καθαρισμόν, θα θέση τον άνθρωπον αυτόν και αυτάς τας προσφοράς απέναντι του
Κυρίου εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 14,12 καὶ λήψεται ὁ
ἱερεὺς τὸν ἀμνὸν τὸν ἕνα, καὶ
προσάξει αὐτὸν τῆς πλημμελείας, καὶ τὴν κοτύλην
τοῦ ἐλαίου, καὶ ἀφοριεῖ αὐτὰ ἀφόρισμα
ἔναντι Κυρίου·
Λευ. 14,12 Θα λάβη τον ένα αμνόν, τον οποίον θα θυσιάση εις
εξάλειψιν αμαρτίας και την κοτύλην του ελαίου. Θα προσφέρη δε αυτά ως θυσίαν
αναφερομένην στον Κυριον.
Λευ. 14,13 καὶ σφάξουσι τὸν
ἀμνὸν ἐν τόπῳ, οὗ σφάζουσι τὰ ὁλοκαυτώματα
καὶ τὰ περὶ ἁμαρτίας, ἐν τόπῳ ἁγίῳ·
ἔστι γὰρ τὸ περὶ ἁμαρτίας, ὥσπερ τὸ τῆς
πλημμελείας ἐστὶ τῷ ἱερεῖ, ἅγια ἁγίων
ἐστί.
Λευ. 14,13 Θα σφάξουν τον αμνόν στον τόπον, όπου σφάζονται τα
προς ολοκαύτωσιν και τα περί αμαρτίας ζώα, εις τόπον δηλαδή άγιον. Τα
υπολειφθέντα από την υπέρ αμαρτίας θυσίαν, όπως και τα υπολειφθέντα από την
θυσίαν περί βαρυτέρας ενοχής, θα ανήκουν στον ιερέα· είναι αγιώτατα.
Λευ. 14,14 καὶ λήψεται ὁ
ἱερεὺς ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ τῆς
πλημμελείας, καὶ ἐπιθήσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὸν λοβὸν τοῦ ὠτὸς τοῦ καθαριζομένου τοῦ
δεξιοῦ, καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς χειρὸς
τῆς δεξιᾶς καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ
ποδὸς τοῦ δεξιοῦ.
Λευ. 14,14 Θα πάρη ο ιερεύς από το αίμα της θυσίας περί
πλημμελείας και θα θέση στο κάτω άκρον του δεξιού ωτός του καθοριζομένου, εις
τυ άκρον της δεξιάς χειρός του και στο άκρον του δεξιού ποδός του.
Λευ. 14,15 καὶ λαβὼν ὁ
ἱερεὺς ἀπὸ τῆς κοτύλης τοῦ ἐλαίου ἐπιχεεῖ
ἐπὶ τὴν χεῖρα τοῦ ἱερέως τὴν ἀριστερὰν
Λευ. 14,15 Λαβών δε από το έλαιον της κοτύλης θα θέση εις την
χούφταν της αριστεράς χειρός του,
Λευ. 14,16 καὶ βάψει τὸν
δάκτυλον τὸν δεξιὸν ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τοῦ
ὄντος ἐπὶ τῆς χειρὸς αὐτοῦ τῆς ἀριστερᾶς
καὶ ῥανεῖ τῷ δακτύλῳ ἑπτάκις ἔναντι
Κυρίου·
Λευ. 14,16 θα βουτήξη τον δεξιόν δάκτυλόν του στο έλαιον που
ευρίσκεται εις την αριστεράν του χείρα και θα ραντίση δια του δακτύλου του επτά
φοράς ενώπιον του Κυρίου.
Λευ. 14,17 τὸ δὲ
καταλειφθὲν ἔλαιον τὸ ὂν ἐν τῇ χειρὶ ἐπιθήσει
ὁ ἱερεὺς ἐπὶ τὸν λοβὸν τοῦ ὠτὸς
τοῦ καθαριζομένου τοῦ δεξιοῦ καὶ ἐπὶ τὸ
ἄκρον τῆς χειρὸς τῆς δεξιᾶς καὶ ἐπὶ
τὸ ἄκρον τοῦ ποδὸς τοῦ δεξιοῦ. ἐπὶ
τὸν τόπον τοῦ αἵματος τοῦ τῆς πλημμελείας·
Λευ. 14,17 Από δε το υπολειφθέν έλαιον εις την αριστεράν του
χείρα θα θέση ο ιερεύς στο κάτω μέρος του δεξιού ωτός του καθοριζομένου, στο
άκρον της δεξιάς χειρός του, στο άκρον του δεξιού ποδός του, στον τόπον όπου
τίθεται το αίμα της θυσίας περί πλημμελείας.
Λευ. 14,18 τὸ δὲ
καταλειφθὲν ἔλαιον τὸ ἐπὶ τῆς χειρὸς
τοῦ ἱερέως ἐπιθήσει ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὴν κεφαλὴν τοῦ καθαρισθέντος, καὶ ἐξιλάσεται περὶ
αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 14,18 Το στο χέρι του υπόλοιπον έλαιον θα θέση ο ιερεύς
εις την κεφαλήν του καθοριζομένου λεπρού και έτσι θα τον εξιλεώση ενώπιον του
Κυρίου.
Λευ. 14,19 καὶ ποιήσει ὁ
ἱερεὺς τὸ περὶ τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἐξιλάσεται
ὁ ἱερεὺς περὶ τοῦ καθαριζομένου ἀπὸ τῆς
ἁμαρτίας αὐτοῦ· καὶ μετά τοῦτο σφάξει ὁ
ἱερεὺς τὸ ὁλοκαύτωμα.
Λευ. 14,19 Θα προσφέρη ο ιερεύς την θυοίαν περί αμαρτίας και θα
εξιλεώση τας αμαρτίας του καθοριζομένου· κατόπιν δε θα σφάξη ο ιερεύς το ζώον,
το προοριζόμενον δι' ολοκαύτωσιν.
Λευ. 14,20 καὶ ἀνοίσει ὁ
ἱερεὺς τὸ ὁλοκαύτωμα καὶ τὴν θυσίαν ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον ἔναντι Κυρίου· καὶ ἐξιλάσεται περὶ
αὐτοῦ ὁ ἱερεύς, καὶ καθαρισθήσεται.
Λευ. 14,20 Θα προσφέρη το ολοκαύτωμα και την θυσίαν επάνω στο
θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων ενώπιον του Κυρίου. Κατ' αυτόν τον τρόπον θα
εξιλεώση αυτόν από την αμαρτίαν του και έτσι θα καθαρισθή ούτος σύμφωνα με την
νομικήν διάταξιν.
Λευ. 14,21 Ἐὰν δὲ
πένηται καὶ ἡ χεὶρ αὐτοῦ μὴ εὑρίσκῃ,
λήψεται ἀμνὸν ἕνα εἰς ὃ ἐπλημμέλησεν εἰς
ἀφαίρεμα, ὥστε ἐξιλάσασθαι περὶ αὐτοῦ, καὶ
δέκατον σεμιδάλεως πεφυραμένης ἐν ἐλαίῳ εἰς θυσίαν, καὶ
κοτύλην ἐλαίου μίαν,
Λευ. 14,21 Εαν όμως είναι πτωχός και δεν έχη την οικονομικήν
δυνατότητα να προσφέρη όλα αυτά, θα πάρη ένα μόνον αμνόν, τον οποίον θα θυσιάση
κατά τον καθοριζόμενον τρόπον ως θυσίαν πλημμελείας, ώστε να εξιλεωθή η αμαρτία
του. Επίσης θα προσφέρη σημιγδάλι τέσσερα περίπου χιλιόγραμμα ζυμωμένο με λάδι
και διακόσια ογδοήκοντα περίπου γραμ. έλαιον.
Λευ. 14,22 καὶ δύο τρυγόνας, ἢ
δύο νεοσσοὺς περιστερῶν, ὅσα εὗρεν ἡ χεὶρ αὐτοῦ,
καὶ ἔσται ἡ μία περὶ ἁμαρτίας καὶ ἡ
μία εἰς ὁλοκαύτωμα·
Λευ. 14,22 Θα προσφέρη μαζή με αυτά και δύο τρυγόνας η δύο
νεοσσούς περιστερών, αυτά που αντέχει οικονομικώς. Το ένα θα το προσφέρη περί
αμαρτίας και το άλλο προς ολοκαύτωσιν.
Λευ. 14,23 καὶ προσοίσει αὐτὰ
τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ εἰς τὸ
καθαρίσαι αὐτὸν πρὸς τὸν ἱερέα, ἐπὶ τὴν
θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 14,23 Θα προσφέρη αυτά στον ιερέα κατά την ογδόην ημέραν,
δια να καθαρισθή εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου, απέναντι του Κυρίου.
Λευ. 14,24 καὶ λαβὼν ὁ
ἱερεύς τὸν ἀμνὸν τῆς πλημμελείας καὶ τὴν
κοτύλην τοῦ ἐλαίου, ἐπιθήσει αὐτὰ ἐπίθεμα ἔναντι
Κυρίου.
Λευ. 14,24 Ο ιερεύς θα πάρη τον αμνόν περί της πλημμελείας και
την κοτύλην του ελαίου και θα τα προσφέρη κατά ειδικόν τρόπον, που λέγεται
“επίθεμα ενώπιον του Κυρίου”.
Λευ. 14,25 καὶ σφάξει τὸν
ἀμνὸν τὸν τῆς πλημμελείας, καὶ λήψεται ὁ ἱερεὺς
ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ τῆς πλημμελείας καὶ
ἐπιθήσει ἐπὶ τὸν λοβὸν τοῦ ὠτὸς
τοῦ καθαριζομένου τοῦ δεξιοῦ καὶ ἐπὶ τὸ
ἄκρον τῆς χειρὸς τῆς δεξιᾶς καὶ ἐπὶ
τὸ ἄκρον τοῦ ποδὸς τοῦ δεξιοῦ.
Λευ. 14,25 Θα σφάξη τον αμνόν της πλημμελείας ο ιερεύς, θα πάρη
από το αίμα του σφαγέντος ζώου και θα θέση στο δεξιόν κάτω άκρον του ωτός του
καθαριζομένου, στο άκρον της δεξιάς χειρός του, και στο άκρον του δεξιού του
ποδός.
Λευ. 14,26 καὶ ἀπὸ
τοῦ ἐλαίου ἐπιχεεῖ ὁ ἱερεὺς ἐπὶ
τὴν χεῖρα τοῦ ἱερέως τὴν ἀριστεράν,
Λευ. 14,26 Από το έλαιον θα χύση ο ιερεύς εις την χούφταν του
αριστερού χεριού του,
Λευ. 14,27 καὶ ῥανεῖ
ὁ ἱερεὺς τῷ δακτύλῳ τῷ δεξιῷ ἀπὸ
τοῦ ἐλαίου τοῦ ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ
τῇ ἀριστερᾷ ἑπτάκις ἔναντι Κυρίου·
Λευ. 14,27 θα ραντίση με το δάκτυλόν του το δεξιόν από το
έλαιον τούτο επτά φοράς ενώπιον του Κυρίου,
Λευ. 14,28 καὶ ἐπιθήσει
ὁ ἱερεὺς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τοῦ ἐπὶ
τῆς χειρὸς αὐτοῦ ἐπὶ τὸν λοβὸν
τοῦ ὠτὸς τοῦ καθαριζομένου τοῦ δεξιοῦ καὶ
ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς χειρὸς αὐτοῦ τῆς
δεξιᾶς καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ ποδὸς
αὐτοῦ τοῦ δεξιοῦ, ἐπὶ τὸν τόπον τοῦ
αἵματος τοῦ τῆς πλημμελείας·
Λευ. 14,28 θα θέση από το έλαιον αυτό, που υπάρχει στο χέρι του,
στο κάτω άκρον του δεξιού αυτιού του καθαριζομένου, στο άκρον της δεξιάς χειρός
του, στο άκρον του δεξιού ποδός του, στον τόπον όπου τίθεται και το αίμα της
περί πλημμελείας θυσίας.
Λευ. 14,29 τὸ δὲ
καταλειφθὲν ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τὸ ὂν ἐπὶ
τῆς χειρὸς τοῦ ἱερέως ἐπιθήσει ἐπὶ τὴν
κεφαλὴν τοῦ καθαρισθέντος, καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ
ὁ ἱερεὺς ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 14,29 Το δε υπόλοιπον έλαιον, που έχει ο ιερεύς στο χέρι
του, θα το θέση εις την κεφαλήν του καθορισθέντος και θα εξιλεώση αυτόν ενώπιον
του Κυρίου.
Λευ. 14,30 καὶ ποιήσει μίαν ἀπὸ
τῶν τρυγόνων ἢ ἀπὸ τῶν νεοσσῶν τῶν
περιστερῶν, καθότι εὗρεν αὐτοῦ ἡ χείρ,
Λευ. 14,30 Θα προσφέρη ο τέως λεπρός, εάν είναι πτωχός, μίαν
από τας τρυγόνας, η από τους νεοσσούς των περιστερών, κατά την οικονομικήν του
δυνατότητα·
Λευ. 14,31 τὴν μίαν περὶ
ἁμαρτίας καὶ τὴν μίαν εἰς ὁλοκαύτωμα σὺν τῇ
θυσίᾳ, καὶ ἐξιλάσεται ὁ ἱερεὺς περὶ
τοῦ καθαριζομένου ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 14,31 την μεν μίαν περί αμαρτίας, και την άλλην δι'
ολοκαύτωμα μαζή με την αναίμακτον θυσίαν. Ετσι δε ο ιερεύς θα εξιλεώση ενώπιον
του Κυρίου τον καθαριζόμενον τέως λεπρόν.
Λευ. 14,32 οὗτος ὁ
νόμος, ἐν ᾧ ἐστιν ἡ ἁφὴ τῆς λέπρας,
καὶ τοῦ μὴ εὑρίσκοντος τῇ χειρὶ εἰς τὸν
καθαρισμὸν αὐτοῦ.
Λευ. 14,32 Αυτή είναι η νομική διάταξις δια τον καθαρισμόν του
λεπρού, ο οποίος δεν έχει οικονομικάς δυνατότητας”.
Λευ. 14,33 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·
Λευ. 14,33 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών
λέγων·
Λευ. 14,34 ὡς ἂν εἰσέλθητε
εἰς τὴν γῆν τῶν Χαναναίων, ἣν ἐγὼ
δίδωμι ὑμῖν ἐν κτήσει, καὶ δώσω ἁφὴν λέπρας
ἐν ταῖς οἰκίαις τῆς γῆς τῆς ἐγκτήτου ὑμῖν,
Λευ. 14,34 “όταν εισέλθετε εις την χώραν των Χαναναίων, την
οποίαν εγώ θα σας δώσω ως ιδικήν σας, και παραχωρήσω να εμφανισθή λέπρα εις τας
οικίας της χώρας, που θα κατακτήσετε,
Λευ. 14,35 καὶ ἥξει τινὸς
αὐτοῦ ἡ οἰκία, καὶ ἀναγγελεῖ τῷ
ἱερεῖ λέγων· ὥσπερ ἁφὴ ἑώραταί μοι ἐν
τῇ οἰκίᾳ.
Λευ. 14,35 εκείνος του οποίου η οικία θα έχη προσβληθή από
λέπραν θα έλθη στον ιερέα και θα το αναγγείλη λέγων· “κάτι σαν πληγή λέπρας
έχει φανή εις την οικίαν μου”.
Λευ. 14,36 καὶ προστάξει ὁ
ἱερεὺς ἀποσκευάσαι τὴν οἰκίαν, πρὸ τοῦ
εἰσελθόντα τὸν ἱερέα ἰδεῖν τὴν ἁφήν,
καὶ οὐ μὴ ἀκάθαρτα γένηται ὅσα ἂν ᾖ ἐν
τῇ οἰκίᾳ, καὶ μετὰ ταῦτα εἰσελεύσεται
ὁ ἱερεὺς καταμαθεῖν τὴν οἰκίαν.
Λευ. 14,36 Θα διατάξη ο ιερεύς να εκκενωθή η οικία από όλα τα
σκεύη και έπιπλα, πριν εισέλθη αυτός (ο ιερεύς) και ίδη την προσβολήν της
λέπρας· έτσι δε εάν η οικία είναι ακάθαρτος δεν θα θεωρηθούν ακάθαρτα και όσα
πράγματα θα ευρίσκωνται εις αυτήν. Αφού αδειάση η οικία, θα εισέλθη ο ιερεύς,
δια να την εξετάση.
Λευ. 14,37 καὶ ὄψεται τὴν
ἁφήν, καὶ ἰδοὺ ἡ ἁφὴ ἐν τοῖς
τοίχοις τῆς οἰκίας, κοιλάδας χλωριζούσας, ἢ πυῤῥιζούσας,
καὶ ἡ ὄψις αὐτῶν ταπεινοτέρα τῶν τοίχων,
Λευ. 14,37 Θα ίδη τα συμπτώματα στους τοίχους της οικίας και
εάν κατά τόπους αυτά είναι πρασινοκίτρινα η ερυθρωπά και η επιφάνεια αυτών
χαμηλοτέρα από την άλλην επιφάνειαν των τοίχων,
Λευ. 14,38 καὶ ἐξελθὼν
ὁ ἱερεὺς ἐκ τῆς οἰκίας ἐπὶ τὴν
θύραν τῆς οἰκίας, καὶ ἀφοριεῖ ὁ ἱερεὺς
τὴν οἰκίαν ἑπτὰ ἡμέρας.
Λευ. 14,38 θα εξέλθη ο ιερεύς από την οικίαν αυτήν, θα κλείση
την θύραν της και θα απομονώση αυτήν επί επτά ημέρας.
Λευ. 14,39 καὶ ἐπανήξει
ὁ ἱερεὺς τῇ ἑβδόμῃ καὶ ὄψεται τὴν
οἰκίαν, καὶ ἰδοὺ διεχύθη ἡ ἁφὴ ἐν
τοῖς τοίχοις τῆς οἰκίας,
Λευ. 14,39 Θα επανέλθη κατά την εβδόμην ημέραν, θα εξετάση
πάλιν την οικίαν και εάν ίδη ότι η προσβολή έχει απλωθή και εις άλλα μέρη των
τοίχων,
Λευ. 14,40 καὶ προστάξει ὁ
ἱερεύς, καὶ ἐξελοῦσι τοὺς λίθους, ἐν οἷς
ἐστιν ἡ ἁφή, καὶ ἐκβαλοῦσιν αὐτοὺς
ἔξω τῆς πόλεως εἰς τόπον ἀκάθαρτον.
Λευ. 14,40 θα διατάξη ο ιερεύς να αποσπάσουν τους λίθους, όπου
έχει παρουσιασθή η προσβολή, και να τους βγάλουν έξω από την πόλιν εις τόπον
ακάθαρτον.
Λευ. 14,41 καὶ τὴν οἰκίαν
ἀποξύσουσιν ἔσωθεν κύκλῳ καὶ ἐκχεοῦσι τὸν
χοῦν τὸν ἀπεξυσμένον ἔξω τῆς πόλεως εἰς
τόπον ἀκάθαρτον.
Λευ. 14,41 Θα ξύσουν την οικίαν εσωτερικώς ολόγυρα από το
προσβληθέν μέρος, και το αποξεσθέν χώμα θα το πετάξουν έξω από την πόλιν εις
τόπον ακάθαρτον.
Λευ. 14,42 καὶ λήψονται
λίθους ἀπεξυσμένους ἑτέρους, καὶ ἀντιθήσουσιν ἀντὶ
τῶν λίθων καὶ χοῦν ἕτερον λήψονται καὶ ἐξαλείψουσι
τὴν οἰκίαν.
Λευ. 14,42 Θα πάρουν έπειτα άλλους λίθους ξυσμένους, καθαρούς
και θα τους θέσουν εις αντικατάστασιν των αφαιρεθέντων λίθων, θα πάρουν επίσης
άλλο χώμα και θα κάμουν πηλόν, δια να αλείψουν εκ νέου την οικίαν.
Λευ. 14,43 ἐὰν δὲ
ἐπέλθῃ πάλιν ἁφὴ καὶ ἀνατείλῃ ἐν
τῇ οἰκίᾳ μετὰ τὸ ἐξελεῖν τοὺς
λίθους καὶ μετά τὸ ἀποξυσθῆναι τὴν οἰκίαν
καὶ μετὰ τὸ ἐξαλειφθῆναι,
Λευ. 14,43 Εάν όμως παρουσιασθή πάλιν προσβολή της λέπρας και
αναφανή εις την οικίαν μετά την αφαίρεσιν του λίθου και την απόξεσιν της οικίας
και μετά την επάλειψιν αυτής,
Λευ. 14,44 καὶ εἰσελεύσεται
ὁ ἱερεὺς καὶ ὄψεται· εἰ διακέχυται ἡ
ἁφὴ ἐν τῇ οἰκίᾳ, λέπρα ἔμμονός ἐστιν
ἐν τῇ οἰκίᾳ, ἀκάθαρτός ἐστι.
Λευ. 14,44 θα εισέλθη ο ιερεύς και θα εξετάση πάλιν την οικίαν
εάν η προσβολή διεδόθη εις την οικίαν, τότε η λέπρα είναι μόνιμος εις την
οικίαν και αυτή είναι ακάθαρτος.
Λευ. 14,45 καὶ καθελοῦσι
τὴν οἰκίαν καὶ τὰ ξύλα αὐτῆς καὶ τοὺς
λίθους αὐτῆς καὶ πάντα τὸν χοῦν ἐξοίσουσιν ἔξω
τῆς πόλεως εἰς τόπον ἀκάθαρτον.
Λευ. 14,45 Θα κρημνίσουν την οικίαν και τα ξύλα της και τους
λίθους της και όλον το χώμα της και θα μεταφέρουν αυτά έξω από την πόλιν εις
τόπον ακάθαρτον.
Λευ. 14,46 καὶ ὁ εἰσπορευόμενος
εἰς τὴν οἰκίαν πάσας τὰς ἡμέρας, ἃς ἀφωρισμένη
ἐστίν, ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 14,46 Εκείνος δέ που θα εισέλθη εις την οικίαν κατά τας
ημέρας, κατά τας οποίας αυτή είναι απομονωμένη, θα είναι ακάθαρτος έως την
εσπέραν.
Λευ. 14,47 καὶ ὁ
κοιμώμενος ἐν τῇ οἰκίᾳ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια
αὐτοῦ, καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας·
καὶ ὁ ἔσθων ἐν τῇ οἰκίᾳ πλυνεῖ
τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως
ἑσπέρας.
Λευ. 14,47 Εκείνος που θα κοιμηθή εις αυτήν την οικίαν, θα
πλύνη τα ενδύματά του και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Εκείνος επίσης
που θα φάγη εις την οικίαν αυτήν, θα πλύνη τα ενδύματά του και θα είναι
ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 14,48 ἐὰν δὲ
παραγενόμενος εἰσέλθῃ ὁ ἱερεὺς καὶ ἴδῃ,
καὶ ἰδοὺ διαχύσει οὐ διαχεῖται ἡ ἁφὴ
ἐν τῇ οἰκίᾳ μετὰ τὸ ἐξαλειφθῆναι
τὴν οἰκίαν, καὶ καθαριεῖ ὁ ἱερεὺς τὴν
οἰκίαν, ὅτι ἰάθη ἡ ἁφή.
Λευ. 14,48 Εάν δε εισέλθη ο ιερεύς εις την οικίαν και ίδη ότι
δεν έχει διαδοθή η προσβολή εις αυτήν μετά την μερικήν κάθαρσιν που είχε γίνει,
θα κηρύξη αυτήν ο ιερεύς καθαράν, διότι η προσβολή έχει πλέον θεραπευθή.
Λευ. 14,49 καὶ λήψεται ἀφαγνίσαι
τὴν οἰκίαν δύο ὀρνίθια ζῶντα καθαρὰ καὶ
ξύλον κέδρινον καὶ κεκλωσμένον κόκκινον καὶ ὕσσωπον·
Λευ. 14,49 Δια τον αγνισμόν δε της οικίας θα πάρη ο ιερεύς δύο
μικρά ζώντα πτηνά καθαρά, των οποίων επιτρέπεται η βρώσις, ένα κέδρινο ξύλο,
σχοινί από στριμμένην κοκκίνην κλωστήν και ένα κλωναράκι υσσώπου.
Λευ. 14,50 καὶ σφάξει τὸ
ὀρνίθιον τὸ ἓν εἰς σκεῦος ὀστράκινον ἐφ᾿
ὕδατι ζῶντι,
Λευ. 14,50 Θα σφάξη το ένα μικρόν πτηνόν εις ένα πήλινον
δοχείον που περιέχει πηγαίον ύδωρ.
Λευ. 14,51 καὶ λήψεται τὸ
ξύλον τὸ κέδρινον καὶ τὸ κεκλωσμένον κόκκινον καὶ τὸν
ὕσσωπον καὶ τὸ ὀρνίθιον τὸ ζῶν, καὶ
βάψει αὐτὸ εἰς τὸ αἷμα τοῦ ὀρνιθίου
τοῦ ἐσφαγμένου ἐφ᾿ ὕδατι ζῶντι, καὶ
περιῤῥανεῖ ἐν αὐτοῖς ἐπὶ τὴν
οἰκίαν ἑπτάκις,
Λευ. 14,51 Θα πάρη το κέδρινον ξύλο και το σχοινί το καμωμένον
με την κοκκίνην στρυμμένην κλωστήν, το κλωναράκι του υσσώπου, και το ζωντανόν
μικρόν πτηνόν, θα βυθίση αυτά στο αίμα του μικρού πτηνού, που εσφάγη επάνω από
το πηγαίον ύδωρ, και θα ραντίση με το ύδωρ αυτό την οικίαν επτά φοράς.
Λευ. 14,52 καὶ ἀφαγνιεῖ
τὴν οἰκίαν ἐν τῷ αἵματι τοῦ ὀρνιθίου
καὶ ἐν τῷ ὕδατι τῷ ζῶντι καὶ ἐν
τῷ ὀρνιθίῳ τῷ ζῶντι καὶ ἐν τῷ
ξύλῳ τῷ κεδρίνῳ καὶ ἐν τῷ ὑσσώπῳ
καὶ ἐν τῷ κεκλωσμένῳ κοκκίνῳ.
Λευ. 14,52 Θα εξαγνίση έτσι την οικίαν με το αίμα του σφαγέντος
μικρού πτηνού και με το πηγαίον ύδωρ, με το ζων μικρόν πτηνόν, με το κέδρινον
ξύλον και με το σχοινί το καμώμενον από κοκκίνην στρυμμένην κλωστήν.
Λευ. 14,53 καὶ ἐξαποστελεῖ
τὸ ὀρνίθιον τὸ ζῶν ἔξω τῆς πόλεως εἰς
τὸ πεδίον καὶ ἐξιλάσεται περὶ τῆς οἰκίας,
καὶ καθαρὰ ἔσται.
Λευ. 14,53 Θα αφήση ελεύθερον το ζωντανόν μικρόν πτηνόν έξω από
την πόλιν εις την πεδιάδα, θα εξιλεώση έτσι την οικίαν και θα είναι αυτή
καθαρά.
Λευ. 14,54 Οὗτος ὁ
νόμος κατὰ πᾶσαν ἁφὴν λέπρας καὶ θραύσματος
Λευ. 14,54 Αυτή η νομική διάταξις, που θα εφαρμόζεται κάθε
φοράν κατά την οποίαν ήθελε παρουσιασθή προσβολή λέπρας,
Λευ. 14,55 καὶ τῆς
λέπρας ἱματίου καὶ οἰκίας
Λευ. 14,55 όπως επίσης και επί της λέπρας, που ήθελε
παρουσιασθή εις ένδυμα η εις οικίαν.
Λευ. 14,56 καὶ οὐλῆς
καὶ σημασίας καὶ τοῦ αὐγάζοντος
Λευ. 14,56 Αυτή είναι επίσης η νομική διάταξις και δια τας
υποτιθεμένας πληγάς λέπρας, όπως επίσης και δια τα λευκάζοντα σημεία του
δέρματος εξ αιτίας της λευκοπλασίας.
Λευ. 14,57 καὶ τοῦ ἐξηγήσασθαι
ᾗ ἡμέρᾳ ἀκάθαρτον, καὶ ᾗ ἡμέρᾳ
καθαρισθήσεται. οὗτος ὁ νόμος τῆς λέπρας.
Λευ. 14,57 Αυτός είναι ο νόμος, δια του οποίου καθορίζεται πότε
είναι κάποιος ακάθαρτος και πότε είναι ούτος καθαρός. Αυτός γενικώς είναι ο
νόμος της λέπρας των ανθρώπων, των ενδυμάτων και των οικιών”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
15
Λευ. 15,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ Ἀαρὼν λέγων·
Λευ. 15,1 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μοϋσήν και τον Ααρών
και είπε·
Λευ. 15,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς αὐτοῖς· ἀνδρὶ
ἀνδρί, ᾧ ἐὰν γένηται ῥύσις ἐκ τοῦ
σώματος αὐτοῦ, ἡ ῥύσις αὐτοῦ ἀκάθαρτός
ἐστι.
Λευ. 15,2 “μίλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ εις αυτούς·
εις κάθε άνδρα, στον οποίον θα γίνη ρεύσις εκ του σώματός του, η ρεύσις αυτή
είναι ακάθαρτος.
Λευ. 15,3 καὶ οὗτος ὁ
νόμος τῆς ἀκαθαρσίας αὐτοῦ· ῥέων γόνον ἐκ
σώματος αὐτοῦ, ἐκ τῆς ῥύσεως, ἧς συνέστηκε
τὸ σῶμα αὐτοῦ διὰ τῆς ῥύσεως, αὕτη
ἡ ἀκαθαρσία αὐτοῦ ἐν αὐτῷ· πᾶσαι
αἱ ἡμέραι ῥύσεως σώματος αὐτοῦ, ᾗ συνέστηκε
τὸ σῶμα αὐτοῦ διά τῆς ῥύσεως, ἀκαθαρσία
αὐτοῦ ἐστι.
Λευ. 15,3 Αυτός είναι ο νόμος της ακαθαρσίας του· Οταν εκ
του σώματός του εξέλθη το σπέρμα, εκ του οποίου λαμβάνει σύστασιν το ανθρώπινον
σώμα, η ρεύσις αυτή είναι ακάθαρτος εις αυτόν. Ολαι αι ημέραι της εκ του
σώματος ρεύσεως, εκ της οποίας λαμβάνει ύπαρξιν το ανθρώπινον σώμα, είναι
ημέραι ακαθαρσίας και αυτού του ιδίου.
Λευ. 15,4 πᾶσα κοίτη, ἐφ᾿
ἧς ἐὰν κοιμηθῇ ἐπ᾿ αὐτῆς ὁ
γονοῤῥυής, ἀκάθαρτός ἐστι, καὶ πᾶν σκεῦος
ἐφ᾿ ὃ ἂν καθίσῃ ἐπ᾿ αὐτὸ ὁ
γονοῤῥυής, ἀκάθαρτον ἔσται.
Λευ. 15,4 Καθε κλίνη επί της οποίας θα κοιμηθή, ο πάσχων την
ρεύσιν είναι ακάθαρτος. Και κάθε σκεύος, επάνω στο οποίον θα καθήση, είναι
ακάθαρτον.
Λευ. 15,5 καὶ ἄνθρωπος,
ὃς ἐὰν ἅψηται τῆς κοίτης αὐτοῦ, πλυνεῖ
τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται ὕδατι καὶ
ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας·
Λευ. 15,5 Ο δε άνθρωπος, ο οποίος θα εγγίση την κλίνην
εκείνου, θα πλύνη τα ιμάτιά του, θα λουσθή ο ίδιος με νερό και θα είναι
ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 15,6 καὶ ὁ
καθήμενος ἐπὶ τοῦ σκεύους, ἐφ᾿ ὃ ἐὰν
καθίσῃ ὁ γονοῤῥυής, πλυνεῖ τὰ ἱμάτια
αὐτοῦ καὶ λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται
ἕως ἑσπέρας·
Λευ. 15,6 Εκείνος που θα καθήση εις σκεύος, επάνω στο οποίον
εκάθισεν ο πάσχων την ρεύσιν, θα πλύνη τα ιμάτια αυτού, θα λουσθή ο ίδιος με
νερό και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 15,7 καὶ ὁ ἁπτόμενος
τοῦ χρωτὸς τοῦ γονοῤῥυοῦς πλυνεῖ τὰ
ἱμάτια καὶ λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται
ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,7 Εκείνος, που θα εγγίση το σώμα του έχοντος την
ρεύσιν, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή, με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως
την εσπέραν.
Λευ. 15,8 ἐὰν δὲ
προσσιελίσῃ ὁ γονοῤῥυὴς ἐπὶ τὸν
καθαρόν, πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ
λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,8 Εάν δε ο παθών αυτήν την ρεύσιν ρίψη τον σίελόν
του εις καθαρόν άνθρωπον, αυτός πρέπει να πλύνη τα ενδύματά του, να λουσθή με
νερό και θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 15,9 καὶ πᾶν ἐπίσαγμα
ὄνου, ἐφ᾿ ὃ ἂν ἐπιβῇ ἐπ᾿
αὐτὸ ὁ γονοῤῥυής, ἀκάθαρτον ἔσται ἕως
ἑσπέρας.
Λευ. 15,9 Και το σαμάρι του όνου, επάνω στο οποίον θα καθήση
ο πάσχων την ρεύσιν, θα είναι ακάθαρτον έως την εσπέραν.
Λευ. 15,10 καὶ πᾶς ὁ
ἁπτόμενος ὅσα ἂν ᾖ ὑποκάτω αὐτοῦ, ἀκάθαρτος
ἔσται ἕως ἑσπέρας· καί ὁ αἴρων αὐτὰ
πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται ὕδατι
καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,10 Οιοσδήποτε δε εγγίση κάθε αντικείμενον, που
ευρίσκεται κάτω από το σώμα του πάσχοντος την ρεύσιν, θα είναι ακάθαρτος μέχρι
την εσπέραν. Και εκείνος που θα σηκώση αυτά τα αντικείμενα, θα πλύνη τα
ενδύματά του, θα λουσθή με νερό και θα είναι ακάθαρτος μέχρι της εσπέρας.
Λευ. 15,11 καὶ ὅσον ἐὰν
ἅψηται ὁ γονοῤῥυής, καὶ τὰς χεῖρας οὐ
νένιπται ὕδατι, πλυνεῖ τὰ ἱμάτια καὶ λούσεται τὸ
σῶμα ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,11 Εκείνοι τους οποίους θα εγγίση ο έχων την ρεύσιν,
αν δεν έχη ο ίδιος πλύνει τα χέρια του με νερύ, θα πλύνουν τα ενδύματά των, θα
λουσθούν με νερό και θα είναι ακάθαρτοι έως την εσπέραν.
Λευ. 15,12 καὶ σκεῦος ὀστράκινον,
οὗ ἂν ἅψηται ὁ γονοῤῥυής, συντριβήσεται·
καὶ σκεῦος ξύλινον νιφήσεται ὕδατι καὶ καθαρὸν ἔσται.
Λευ. 15,12 Σκεύος πήλινον, το οποίον θα εγγίση ο έχων την
ρεύσιν, θα συντριβή· αν δε είναι ξύλινον σκεύος, θα πλυθή με ύδωρ και θα είναι
καθαρόν.
Λευ. 15,13 ἐὰν δὲ
καθαρισθῇ ὁ γονοῤῥυὴς ἐκ τῆς ῥύσεως
αὐτοῦ, καὶ ἐξαριθμηθήσεται αὐτῷ ἑπτὰ
ἡμέρας εἰς τὸν καθαρισμὸν αὐτοῦ, καὶ
πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται τὸ
σῶμα ὕδατι καὶ καθαρὸς ἔσται.
Λευ. 15,13 Οταν θεραπευθή και μέλλει να καθαρισθή εκ της
ρεύσεως αυτής ο παθών, θα μετρηθούν επτά ημέραι δια τον καθαρισμόν του, θα
πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή με νερό και θα είναι καθαρός.
Λευ. 15,14 καὶ τῇ ἡμέρᾳ
τῇ ὀγδόῃ λήψεται ἑαυτῷ δύο τρυγόνας ἢ δύο
νεοσσοὺς περιστερῶν καὶ οἴσει αὐτὰ ἔναντι
Κυρίου ἐπὶ τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ
μαρτυρίου καὶ δώσει αὐτὰ τῷ ἱερεῖ.
Λευ. 15,14 Την ογδόην ημέραν θα πάρη αυτός δύο τρυγόνας η δύο
νεοσσούς περιστερών, θα φέρη αυτά απέναντι του Κυρίου, εις την θύραν της Σκηνής
του Μαρτυρίου και θα τα δώση στον ιερέα.
Λευ. 15,15 καὶ ποιήσει αὐτὰ
ὁ ἱερεὺς μίαν περὶ ἁμαρτίας καὶ μίαν εἰς
ὁλοκαύτωμα. καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ ὁ
ἱερεὺς ἔναντι Κυρίου ἀπὸ τῆς ῥύσεως αὐτοῦ.
Λευ. 15,15 Από αυτάς την μίαν θα προσφέρη ο ιερεύς θυσίαν περί
αμαρτίας και την άλλην εις ολοκαύτωσιν. Ετσι δε θα εξιλεώση αυτόν απέναντι του
Κυρίου δια την ρεύσιν του αυτήν.
Λευ. 15,16 Καὶ ἄνθρωπος,
ᾧ ἂν ἐξέλθῃ ἐξ αὐτοῦ κοίτη σπέρματος,
καὶ λούσεται ὕδατι πᾶν τὸ σῶμα αὐτοῦ
καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,16 Ανθρωπος, ο οποίος θα πάθη νυκτερινήν εις την κλίνην
του ρεύσιν θα λουσθή εις όλον του το σώμα με νερό και θα είναι ακάθαρτος μέχρις
εσπέρας.
Λευ. 15,17 καὶ πᾶν ἱμάτιον
καὶ πᾶν δέρμα, ἀφ᾿ ὃ ἐὰν ᾖ ἐπ᾿
αὐτὸ κοίτη σπέρματος, καὶ πλυθήσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτον
ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,17 Καθε ένδυμα είτε από ύφασμα είτε από δέρμα είναι
αυτό, επί του οποίου ήθελε συμβή η κατά την νύκτα ρεύσις αυτή, θα πλυθή με
νερό, και θα είναι ακάθαρτον έως την εσπέραν.
Λευ. 15,18 καὶ γυνὴ ἐὰν
κοιμηθῇ ἀνὴρ μετ᾿ αὐτῆς κοίτην σπέρματος,
καὶ λούσονται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτοι ἔσονται ἕως
ἑσπέρας.
Λευ. 15,18 Εάν γυνή κοιμηθή με τον άνδρα της και έλθουν εις
ένωσιν, θα λουσθούν και οι δύο με νερό και θα είναι ακάθαρτοι έως την εσπέραν.
Λευ. 15,19 Καὶ γυνή, ἥτις
ἐὰν ᾖ ῥέουσα αἵματι, καὶ ἔσται ἡ
ῥύσις αὐτῆς ἐν τῷ σώματι αὐτῆς, ἑπτὰ
ἡμέρας ἔσται ἐν τῇ ἀφέδρῳ αὐτῆς·
πᾶς ὁ ἁπτόμενος αὐτῆς ἀκάθαρτος ἔσται
ἕως ἑσπέρας,
Λευ. 15,19 Γυνή, εις την οποίαν ήθελε συμβή ρύσις αίματος,
πρόκειται δε περί της φυσιολογικής εμμήνου ρύσεως, θα είναι επί επτά ημέρας
κατά την περίοδον της ρύσεως αυτής ακάθαρτος. Οποιος δε την εγγίση θα είναι ακάθαρτος
έως την εσπέραν.
Λευ. 15,20 καὶ πᾶν, ἐφ᾿
ὃ ἐὰν κοιτάζηται ἐπ᾿ αὐτὸ ἐν τῇ
ἀφέδρῳ αὐτῆς, ἀκάθαρτον ἔσται. καὶ πᾶν
ἐφ᾿ ὃ ἐὰν ἐπικαθίσῃ ἐπ᾿ αὐτό,
ἀκάθαρτον ἔσται.
Λευ. 15,20 Καθε δε αντικείμενον, επάνω στο οποίον θα κοιμάται
αυτή κατά την έμμηνον περίοδόν της, θα είναι ακάθαρτον.
Λευ. 15,21 καὶ πᾶς ὃς
ἐὰν ἅψηται τῆς κοίτης αὐτῆς, πλυνεῖ τὰ
ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ
ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,21 Οποιος θα εγγίση την κλίνην αυτής, θα πλύνη τα
ενδύματά του, θα λουσθή εις ολόκληρον το σώμα με νερό και θα είναι ακάθαρτος
έως την εσπέραν.
Λευ. 15,22 καὶ πᾶς ὁ
ἁπτόμενος παντὸς σκεύους, οὗ ἐὰν καθίσῃ ἐπ᾿
αὐτό, πλυνεῖ τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ
λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,22 Καθένας που εγγίζει σκεύος, επί του οποίου εκείνη
εκάθησε, θα πλύνη τα ενδύματά του, θα λουσθή με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως
την εσπέραν.
Λευ. 15,23 ἐὰν δὲ
ἐν τῇ κοίτῃ αὐτῆς οὔσης, ἢ ἐπὶ
τοῦ σκεύους, οὗ ἐὰν καθίσῃ ἐπ᾿ αὐτῷ
ἐν τῷ ἅπτεσθαι αὐτὸν αὐτῆς, ἀκάθαρτος
ἔσται ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,23 Εάν δε κανείς εγγίση αυτήν κοιμωμένην επί της κλίνης
της κατά την περίοδόν της η καθημένην εις κάποιο σκεύος, αυτός θα είναι
ακάθαρτος έως την εσπέραν.
Λευ. 15,24 ἐὰν δὲ
κοίτῃ κοιμηθῇ τις μετ᾿ αὐτῆς καὶ γένηται ἡ
ἀκαθαρσία αὐτῆς ἐπ᾿ αὐτῷ, ἀκάθαρτος
ἔσται ἑπτὰ ἡμέρας. καὶ πᾶσα κοίτη, ἐφ᾿
ᾗ ἂν κοιμηθῇ ἐπ᾿ αὐτῇ, ἀκάθαρτος
ἔσται.
Λευ. 15,24 Εάν δε ο ανήρ κοιμηθή μαζή της και η έμμηνος ρύσις
της πέση στο σώμα του, θα είναι αυτός ακάθαρτος επί επτά ημέρας. Και η κλίνη,
επί της οποίας αυτή θα κοιμηθή, θα είναι ακάθαρτος.
Λευ. 15,25 Καὶ γυνὴ ἐὰν
ῥέῃ ῥύσει αἵματος ἡμέρας πλείους, οὐκ ἐν
καιρῷ τῆς ἀφέδρου αὐτῆς, ἐὰν καὶ
ῥέῃ μετὰ τὴν ἄφεδρον αὐτῆς, πᾶσαι
αἱ ἡμέραι ῥύσεως ἀκαθαρσίας αὐτῆς, καθάπερ
αἱ ἡμέραι τῆς ἀφέδρου αὐτῆς, ἔσται ἀκάθαρτος.
Λευ. 15,25 Εάν γυνή έχη ρύσιν αίματος περισσοτέρας ημέρας των
κανονικών, πέραν δηλαδή του χρόνου της κανονικής εμμήνου ροής, όλαι αι ημέραι
της ρύσεως αυτής είναι ημέραι ακαθαρσίας, όπως και αι της κανονικής. Κατ' αυτάς
η γυνή θα είναι ακάθαρτος.
Λευ. 15,26 καὶ πᾶσα
κοίτη, ἐφ᾿ ἧς ἐὰν κοιμηθῇ ἐπ᾿ αὐτῆς
πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ῥύσεως, κατὰ τὴν
κοίτην τῆς ἀφέδρου ἔσται αὐτῇ, καὶ πᾶν
σκεῦος, ἐφ᾿ ὃ ἐὰν καθίσῃ ἐπ᾿
αὐτό, ἀκάθαρτον ἔσται κατὰ τὴν ἀκαθαρσίαν τῆς
ἀφέδρου.
Λευ. 15,26 Και η κλίνη, επί της οποίας θα κοιμηθή αυτή όλας τας
επί πλέον αυτάς ημέρας της ρύσεως, τας πέραν των κανονικών της εμμήνου ρύσεως,
θα είναι ακάθαρτος, και κάθε αντικείμενον επί του οποίου ήθελε καθήσει θα είναι
ακάθαρτον, όπως και κατά την φυσιολογικήν της περίοδον.
Λευ. 15,27 πᾶς ὁ ἁπτόμενος
αὐτῆς ἀκάθαρτος ἔσται, καὶ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια
καὶ λούσεται τὸ σῶμα ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος ἔσται
ἕως ἑσπέρας.
Λευ. 15,27 Καθένας που εγγίζει αυτήν θα είναι ακάθαρτος, θα
πλύνη τα ενδύματά του, θα λούση το σώμα του με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως
την εσπέραν.
Λευ. 15,28 ἐὰν δὲ
καθαρισθῇ ἀπὸ τῆς ῥύσεως, καὶ ἐξαριθμήσεται
αὐτῇ ἑπτὰ ἡμέρας καὶ μετὰ ταῦτα
καθαρισθήσεται.
Λευ. 15,28 Εάν δε σταματήση η μη φυσιολογική αυτή ρύσις, θα
περάσουν επτά ημέραι, μετά τας οποίας θα προσφέρη την θυσίαν προς καθαρισμόν
της.
Λευ. 15,29 καὶ τῇ ἡμέρᾳ
τῇ ὀγδόῃ λήψεται αὕτη δύο τρυγόνας, ἢ δύο νεοσσοὺς
περιστερῶν, καὶ οἴσει αὐτὰ πρὸς τὸν ἱερέα
ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου.
Λευ. 15,29 Κατά την ογδόην ημέραν θα πάρη η γυνή αυτή δύο
τρυγόνας η δύο νεοσσούς περιστερών, και θα πρασφέρη αυτά προς τον ιερέα, εις
την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 15,30 καὶ ποιήσει ὁ
ἱερεὺς τὴν μίαν περὶ ἁμαρτίας καὶ τὴν
μίαν εἰς ὁλοκαύτωμα. καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτῆς
ὁ ἱερεὺς ἔναντι Κυρίου ἀπὸ ῥύσεως ἀκαθαρσίας
αὐτῆς.
Λευ. 15,30 Ο ιερεύς θα πρσσφέρη την μίαν από αυτάς θυσίαν περί
αμαρτίας και την άλλην εις ολοκαύτωσιν. Ετσι δε θα εξιλεώση αυτήν απέναντι του
Κυρίου από την ακάθαρτον αυτήν ρύσιν.
Λευ. 15,31 Καὶ εὐλαβεῖς
ποιήσεται τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἀπὸ τῶν
ἀκαθαρσιῶν αὐτῶν, καὶ οὐκ ἀποθανοῦνται
διὰ τὴν ἀκαθαρσίαν αὐτῶν ἐν τῷ
μιαίνειν αὐτοὺς τὴν σκηνήν μου τὴν ἐν αὐτοῖς.
Λευ. 15,31 Θα καταστήσετε τους υιούς σας προσεκτικούς από τας
ακαθαρσίας των αυτάς, δια να μη θανατωθούν, εάν δεν τας προσέξουν και
εισερχόμενοι εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου την μολύνουν με αυτάς.
Λευ. 15,32 οὗτος ὁ
νόμος τοῦ γονοῤῥυοῦς. καὶ ἐάν τινι ἐξέλθῃ
ἐξ αὐτοῦ κοίτη σπέρματος, ὥστε μιανθῆναι ἐν
αὐτῇ,
Λευ. 15,32 Αυτός είναι ο νόμος του καθαρισμού δι' εκείνον, ο
οποίος πάσχει παθολογικήν ρεύσιν και δι' εκείνον ο οποίος έπαθε νυκτερινήν
ρεύσιν, ώστε να μολυνθή από αυτήν.
Λευ. 15,33 καὶ τῇ αἱμοῤῥοούσῃ
ἐν τῇ ἀφέδρῳ αὐτῆς, καὶ ὁ γονοῤῥυὴς
ἐν τῇ ῥύσει αὐτοῦ, τῷ ἄρσενι ἢ
τῇ θηλείᾳ, καὶ τῷ ἀνδρί, ὃς ἐὰν
κοιμηθῇ μετὰ ἀποκαθημένης.
Λευ. 15,33 Αυτός είναι ο νόμος δια την γυναίκα, η οποία
αιμορροεί κατά και μετά την φυσιολογικήν της περίοδον, και δια πάντα άνδρα
πάσχοντα ρεύσιν, δια πάντα άνδρα και πάσαν γυναίκα. Αυτός ακόμη είναι ο νόμος
δια τον άνδρα, ο οποίος εκοιμήθη με γυναίκα, ευρισκομένην εις την έμμηνον
περίοδόν της”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
16
Λευ. 16,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν μετὰ τὸ τελευτῆσαι τοὺς
δύο υἱοὺς Ἀαρὼν ἐν τῷ προσάγειν αὐτοὺς
πῦρ ἀλλότριον ἔναντι Κυρίου καὶ ἐτελεύτησαν.
Λευ. 16,1 Μετά τον θάνατον των δύο υιών του Ααρών, οι
οποίοι απέθανον, διότι προσέφεραν ξένον πυρ ενώπιον του Κυρίου, ωμίλησεν ο
Κυριος προς τον Μωϋσήν
Λευ. 16,2 καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν· λάλησον πρὸς Ἀαρὼν τὸν
ἀδελφόν σου, καὶ μὴ εἰσπορευέσθω πᾶσαν ὥραν
εἰς τὸ ἅγιον ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος εἰς
πρόσωπον τοῦ ἱλαστηρίου, ὅ ἐστιν ἐπὶ τῆς
κιβωτοῦ τοῦ μαρτυρίου, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται·
ἐν γὰρ νεφέλῃ ὀφθήσομαι ἐπὶ τοῦ ἱλαστηρίου.
Λευ. 16,2 και είπεν· “ειπέ στον αδελφόν σου τον Ααρών να μη
εισέρχεται κατά οιανδήποτε ώραν και ημέραν εις τα Αγια των Αγίων, στο
εσωτερικόν του καταπετάσματος, ενώπιον του ιλαστηρίου, το οποίον ευρίσκεται
επάνω εις την Κιβωτόν του Μαρτυρίου, δια να μη τιμωρηθή με θάνατον. Διότι εγώ
θα παρουσιάζωμαι επί του ιλαστηρίου δια νεφέλης.
Λευ. 16,3 οὕτως εἰσελεύσεται
Ἀαρὼν εἰς τὸ ἅγιον· ἐν μόσχῳ ἐκ
βοῶν περὶ ἁμαρτίας, καὶ κριὸν εἰς ὁλοκαύτωμα·
Λευ. 16,3 Ετσι θα εισέρχεται ο Ααρών εις τα Αγια των Αγίων
αφού δηλαδή προσφέρη προηγουμένως θυσίαν περί αμαρτίας ένα μοσχάρι και ένα
κριον προς ολοκαύτωσιν.
Λευ. 16,4 καὶ χιτῶνα
λινοῦν ἡγιασμένον ἐνδύσεται, καὶ περισκελὲς λινοῦν
ἔσται ἐπὶ τοῦ χρωτὸς αὐτοῦ, καὶ
ζώνῃ λινῇ ζώσεται καὶ κίδαριν λινῆν περιθήσεται, ἱμάτια
ἅγιά ἐστι, καὶ λούσεται ὕδατι πᾶν τὸ σῶμα
αὐτοῦ, καὶ ἐνδύσεται αὐτά.
Λευ. 16,4 Θα ενδυθή τον ηγιασμένον λινόν χιτώνα, θα φορέση
κατάσαρκα την λινήν περισκελίδα, θα ζωσθή με την λινήν ζώνην, θα φορέση εις την
κεφαλήν του την λινήν κίδαριν, όλα αυτά είναι καθιερωμένα ιερατικά ενδύματα.
Προηγουμένως θα λούση όλον το σώμά του με νερό και κατόπιν θα τα φορέση.
Λευ. 16,5 καὶ παρὰ τῆς
συναγωγῆς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ λήψεται δύο
χιμάρους ἐξ αἰγῶν περὶ ἁμαρτίας καὶ κριὸν
ἕνα εἰς ὁλοκαύτωμα.
Λευ. 16,5 Θα πάρη κατόπιν ο Ααρών δύο τράγους από τα κοπάδια
των Ισραηλιτών δια την θυσίαν περί αμαρτίας και ένα κριον δι' ολοκαύτωμα.
Λευ. 16,6 καὶ προσάξει Ἀαρὼν
τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ,
καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ καὶ τοῦ οἴκου
αὐτοῦ.
Λευ. 16,6 Θα προσφέρη, θυσίαν περί αμαρτίας, τον μόσχον, και
με την θυσίαν αυτήν θα εξιλεωθή ο ίδιος και η οικογένειά του.
Λευ. 16,7 καὶ λήψεται τοὺς
δύο χιμάρους καὶ στήσει αὐτοὺς ἔναντι Κυρίου παρὰ
τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου·
Λευ. 16,7 Θα λάβη τους δύο τράγους, τους οποίους θα
τοποθετήση ενώπιον του Κυρίου, πλησίον εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου.
Λευ. 16,8 καὶ ἐπιθήσει
Ἀαρὼν ἐπὶ τοὺς δύο χιμάρους κλήρους, κλῆρον
ἕνα τῷ Κυρίῳ καὶ κλῆρον ἕνα τῷ ἀποπομπαίῳ.
Λευ. 16,8 Θα βάλη ο Ααρών κλήρους δια τους δύο αυτούς
τράγους, ένα κλήρον δι' εκείνον, που θα προσφερθή θυσία προς τον Κυριον, και
ένα άλλον δια τον δεύτερον τράγον, τον αποπομπαίον.
Λευ. 16,9 καὶ προσάξει Ἀαρὼν
τὸν χίμαρον, ἐφ᾿ ὃν ἐπῆλθεν ἐπ᾿
αὐτὸν ὁ κλῆρος τῷ Κυρίῳ, καὶ
προσοίσει περὶ ἁμαρτίας·
Λευ. 16,9 Τον τράγον, στον οποίον έπεσεν ο κλήρος δια τον
Κυριον, θα τον πάρη ο Ααρών και θα τον προσφέρη θυσίαν περί αμαρτίας.
Λευ. 16,10 καὶ τὸν
χίμαρον, ἐφ᾿ ὃν ἐπῆλθεν ἐπ᾿ αὐτὸν
ὁ κλῆρος τοῦ ἀποπομπαίου, στήσει αὐτὸν ζῶντα
ἔναντι Κυρίου, τοῦ ἐξιλάσασθαι ἐπ᾿ αὐτοῦ,
ὥστε ἀποστεῖλαι αὐτὸν εἰς τὴν ἀποπομπήν,
καὶ ἀφήσει αὐτὸν εἰς τὴν ἔρημον.
Λευ. 16,10 Και τον τράγον, στον οποίον έπεσεν ο κλήρος του
αποπομπαίου, θα τον τοποθετήση ζώντα ενώπιον του Κυρίου, δια να κάμη εξιλέωσιν
με αυτόν, ώστε να τον απσστείλη κατόπιν εις την εξορίαν και να τον εγκαταλείψη
εις την έρημον.
Λευ. 16,11 καὶ προσάξει Ἀαρὼν
τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ,
καὶ ἐξιλάσεται περὶ ἑαυτοῦ καὶ τοῦ οἴκου
αὐτοῦ. καὶ σφάξει τὸν μόσχον περὶ τῆς ἁμαρτίας
αὐτοῦ.
Λευ. 16,11 Θα προσφέρη ο Ααρών τον μάσχον θυσίαν δια τας
αμαρτίας του, δια να εξιλεώση τον εαυτόν του και την οικογένειάν του, θα σφάξη
και θα θυσιάση τον μόσχον τούτον ο ίδιος ο Ααρών περί της αμαρτίας του.
Λευ. 16,12 καὶ λήψεται τὸ
πυρεῖον πλῆρες ἀνθράκων πυρὸς ἀπὸ τοῦ
θυσιαστηρίου, τοῦ ἀπέναντι Κυρίου, καὶ πλήσει τὰς χεῖρας
θυμιάματος συνθέσεως λεπτῆς καὶ εἰσοίσει ἐσώτερον τοῦ
καταπετάσματος.
Λευ. 16,12 Θα λάβη έπειτα το δοχείον του πυρός, γεμάτο
αναμμένους άνθρακας από το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, που ευρίσκεται
απέναντι της Σκηνής του Μαρτυρίου, θα γεμίση τα χέρια του από το λεπτόν
παρεσκευασμένον θυμίαμα και θα εισέλθη στο εσωτερικόν του καταπετάσματος.
Λευ. 16,13 καὶ ἐπιθήσει
τὸ θυμίαμα ἐπὶ τὸ πῦρ ἔναντι Κυρίου·
καὶ καλύψει ἡ ἀτμὶς τοῦ θυμιάματος τὸ ἱλαστήριον
τὸ ἐπὶ τῶν μαρτυρίων, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται.
Λευ. 16,13 Θα θέση το θυμίαμα στους άνθρακας του πυροδοχείου
ενώπιον του Κυρίου. Ο καπνός του θυμιάματος θα σκεπάση το ιλαστήριον, το οποίον
ευρίσκεται επάνω από την Κιβωτόν των Μαρτυρίων. Με αυτόν τον τρόπον, ευλαβώς
εισερχόμενος εις τα Αγια των Αγίων, δεν θα τιμωρηθή δια θανάτου.
Λευ. 16,14 καὶ λήψεται ἀπὸ
τοῦ αἵματος τοῦ μόσχου καὶ ῥανεῖ τῷ
δακτύλῳ ἐπὶ τὸ ἱλαστήριον κατὰ ἀνατολάς·
κατὰ πρόσωπον τοῦ ἱλαστηρίου ῥανεῖ ἑπτάκις ἀπὸ
τοῦ αἵματος τῷ δακτύλῳ.
Λευ. 16,14 Θα λάβη δια του δακτύλου του από το αίμα του μόσχου
και θα ραντίση το ιλαστήριον προς ανατολάς. Κατά πρόσωπον δε του ιλαστηρίου θα
ραντίση επτά φορές δια του δακτύλου του από το αίμα του μόσχου.
Λευ. 16,15 καὶ σφάξει τὸν
χίμαρον τὸν περὶ ἁμαρτίας, τὸν περὶ τοῦ λαοῦ,
ἔναντι Κυρίου καὶ εἰσοίσει τοῦ αἵματος αὐτοῦ
ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος καὶ ποιήσει τὸ αἷμα αὐτοῦ,
ὃν τρόπον ἐποίησε τὸ αἷμα τοῦ μόσχου. καὶ ῥανεῖ
τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐπὶ τὸ ἱλαστήριον,
κατὰ πρόσωπον τοῦ ἱλαστηρίου
Λευ. 16,15 Επειτα δε θα σφάξη τον τράγον τον περί αμαρτίας του
λαού ενώπιον του Κυρίου, θα φέρη από το αίμα αυτού στο εσωτερικόν του
καταπετάσματος, εις τα Αγια των Αγίων, και θα κάμη με το αίμα αυτού ο,τι και με
το αίμα του μόσχου. Θα ραντίση δηλαδή ενώπιον του ιλαστηρίου.
Λευ. 16,16 καὶ ἐξιλάσεται
τὸ ἅγιον ἀπὸ τῶν ἀκαθαρσιῶν τῶν
υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ ἀπὸ τῶν ἀδικημάτων
αὐτῶν περὶ πασῶν τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν.
καὶ οὕτω ποιήσει τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου τῇ ἐκτισμένῃ
ἐν αὐτοῖς ἐν μέσῳ τῆς ἀκαθαρσίας αὐτῶν.
Λευ. 16,16 Κατ' αυτόν τον τρόπον θα εξαγνίση τα Αγια των Αγίων
από τας μιάνσεις των Ισραηλιτών, δηλαδή από τας αδικίας αυτών και γενικώς από
όλας τας αμαρτίας των. Το ιδιο θα κάμη και δια την Σκηνήν του Μαρτυρίου, η
οποία είναι στημένη εν μέσω της κατασκηνώσεως των Ισραηλιτών, δια να καθαρίση
και αυτήν από τους ηθικούς μολυσμούς των Ισραηλιτών.
Λευ. 16,17 καὶ πᾶς ἄνθρωπος
οὐκ ἔσται ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, εἰσπορευομένου
αὐτοῦ ἐξιλάσασθαι ἐν τῷ ἁγίῳ, ἕως
ἂν ἐξέλθῃ· καὶ ἐξιλάσεται περὶ ἑαυτοῦ
καὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ περὶ πάσης
συναγωγῆς υἱῶν Ἰσραήλ.
Λευ. 16,17 Κανείς όμως Ισραηλίτης δεν θα ευρίσκεται εις την
Σκηνήν του Μαρτυρίου, όταν θα εισέρχεται ο Ααρών εις τα Αγια των Αγίων, δια να
κάμη την εξιλέωσιν αυτήν, και μέχρις ότου εξέλθη. Ο Ααρών θα κάμη εξιλέωσιν δια
τον εαυτόν του, δια την οικογένειάν του και δι' όλον τον λαόν του Ισραήλ.
Λευ. 16,18 καὶ ἐξελεύσεται
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ ὂν ἀπέναντι Κυρίου
καὶ ἐξιλάσεται ἐπ᾿ αὐτοῦ. καὶ λήψεται
ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ μόσχου καὶ ἀπὸ
τοῦ αἵματος τοῦ χιμάρου καὶ ἐπιθήσει ἐπὶ
τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου κύκλῳ
Λευ. 16,18 Θα εξέλθη έπειτα προς το θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων, το οποίον ευρίσκεται απέναντι του Κυρίου και θα εξιλεώση και
αυτό. Θα λάβη από το αίμα του μόσχου και από το αίμα του τράγου και θα θέση
κύκλω εις τα εξέχοντα άκρα του θυσιαστηρίου.
Λευ. 16,19 καὶ ῥανεῖ
ἐπ᾿ αὐτὸ ἀπὸ τοῦ αἵματος τῷ
δακτύλῳ ἑπτάκις, καὶ καθαριεῖ αὐτὸ καὶ
ἁγιάσει αὐτὸ ἀπὸ τῶν ἀκαθαρσιῶν
τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.
Λευ. 16,19 Θα ραντίση το θυσιαστήριον από το αίμα με το
δάκτυλόν του επτά φοράς και έτσι θα το εξαγνίση και θα το αγιάση από τας
αμαρτίας των Ισραηλιτών.
Λευ. 16,20 καὶ συντελέσει ἐξιλασκόμενος
τὸ ἅγιον καὶ τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου καὶ
τὸ θυσιαστήριον, καὶ περὶ τῶν ἱερέων καθαριεῖ·
καὶ προσάξει τὸν χίμαρον τὸν ζῶντα.
Λευ. 16,20 Θα τελειώση κατ' αυτόν τον τρόπον τον εξαγνισμόν των
Αγίων της Σκηνής του Μαρτυρίου και του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων. Θα
εξαγνίση έπειτα και τους ιερείς. Δια το έργον αυτό του εξαγνισμού θα φέρη τον
ζώντα τράγον,
Λευ. 16,21 καὶ ἐπιθήσει
Ἀαρὼν τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἐπὶ τὴν
κεφαλὴν τοῦ χιμάρου τοῦ ζῶντος καὶ ἐξαγορεύσει
ἐπ᾿ αὐτοῦ πάσας τὰς ἀνομίας τῶν υἱῶν
Ἰσραὴλ καὶ πάσας τὰς ἀδικίας αὐτῶν καὶ
πάσας τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ ἐπιθήσει αὐτὰς
ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ χιμάρου τοῦ ζῶντος
καὶ ἐξαποστελεῖ ἐν χειρὶ ἀνθρώπου ἑτοίμου
εἰς τὴν ἔρημον,
Λευ. 16,21και θα θέση τα χέρια του ο
Ααρών επάνω εις την κεφαλήν του ζώντος τράγου και θα εξομολογηθή όλας τας
ανομίας των Ισραηλιτών, όλας τας αδικίας των και όλας τας αμαρτίας των, τας
οποίας θα μεταφέρη και θα επιρρίψη εις την κεφαλήν του ζώντος τράγου, και θα
αποπέμψη αυτόν, με άνθρωπον έτοιμον προ τούτο, εις την έρημον.
Λευ. 16,22 καὶ λήψεται ὁ
χίμαρος ἐφ᾿ ἑαυτῷ τὰς ἀδικίας αὐτῶν
εἰς γῆν ἄβατον, καὶ ἐξαποστελεῖ τὸν
χίμαρον εἰς τὴν ἔρημον.
Λευ. 16,22 Ο αποπομπαίος αυτός τράγος θα πάρη επάνω του όλας τας
αμαρτίας των Ισραηλιτών και θα περιπλανηθή εις μέρος άβατον από ανθρώπους. Θα
τον αποπέμψη Ααρών εις περιοχήν έρημον.
Λευ. 16,23 καὶ εἰσελεύσεται
Ἀαρὼν εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου καὶ
ἐκδύσεται τὴν στολὴν τὴν λινήν, ἣν ἐνδεδύκει
εἰσπορευομένου αὐτοῦ εἰς τὸ ἅγιον, καὶ
ἀποθήσει αὐτὴν ἐκεῖ.
Λευ. 16,23 Θα εισέλθη έπειτα ο Ααρών εις την Σκηνήν του
Μαρτυρίου, θα εκδυθή την λινήν λευκήν στολήν, την οποίαν είχε φορέσει όταν
εισήλθεν εις τα Αγια των Αγίων, και θα αποθέση αυτήν εκεί.
Λευ. 16,24 καὶ λούσεται τὸ
σῶμα αὐτοῦ ὕδατι ἐν τόπῳ ἁγίῳ
καὶ ἐνδύσεται τὴν στολὴν αὐτοῦ, καὶ ἐξελθὼν
ποιήσει τὸ ὁλοκαύτωμα αὐτοῦ καὶ τὸ ὁλοκάρπωμα
τοῦ λαοῦ καὶ ἐξιλάσεται περὶ αὐτοῦ καὶ
περὶ τοῦ οἴκου αὐτοῦ καὶ περὶ τοῦ
λαοῦ, ὡς περὶ τῶν ἱερέων.
Λευ. 16,24 Θα λούση το σώμα του με νερό στον ιερόν τόπον, θα
ενδυθή την πολυτελή στολήν του, θα εξέλθη από την Σκηνήν και θα προσφέρη θυσίαν
το ολοκαύτωμά του και το ολοκάρπωμα του λαού. Θα εξιλεώση τον εαυτόν του, την
οικογένειάν του, τον λαόν και τους ιερείς.
Λευ. 16,25 καὶ τὸ στέαρ
τὸ περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἀνοίσει ἐπὶ
τὸ θυσιαστήριον.
Λευ. 16,25 Το λίπος των θυσιών αυτών, που προσφέρονται υπέρ των
αμαρτιών, θα το θέση στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων.
Λευ. 16,26 καὶ ὁ ἐξαποστέλλων
τὸν χίμαρον τὸν διεσταλμένον εἰς ἄφεσιν πλυνεῖ τὰ
ἱμάτια καὶ λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι
καὶ μετὰ ταῦτα εἰσελεύσεται εἰς τὴν
παρεμβολήν.
Λευ. 16,26 Εκείνος που θα εκδιώξη τον τράγον, τον αποπομπαίον
δια την άφεσιν των αμαρτιών του λαού, θα πλύνη τα ενδύματά του και θα λούση το
σώμα του με νερό και κατόπιν θα ευσέλθη εις την κατασκήνωσιν.
Λευ. 16,27 καἱ τὸν
μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὸν
χίμαρον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας, ὧν τὸ αἷμα
εἰσηνέχθη ἐξιλάσασθαι ἐν τῷ ἁγίῳ, ἐξοίσουσιν
αὐτὰ ἔξω τῆς παρεμβολῆς καὶ κατακαύσουσιν αὐτὰ
ἐν πυρί, καί τὰ δέρματα αὐτῶν καὶ τὰ κρέα αὐτῶν
καὶ τὴν κόπρον αὐτῶν.
Λευ. 16,27 Τον μόσχον και τον τράγον, που προσεφέρθησαν δια τας
αμαρτίας όλων και των οποίων το αίμα εισήχθη εις τα Αγια των Αγίων προς
εξιλέωσιν των αμαρτιών, θα τους βγάλουν έξω από την κατασκήνωσιν και θα τους
καύσουν εξ ολοκλήρου μαζή με τα δέρματά των, με τα κρέατα και την κόπρον αυτών.
Λευ. 16,28 ὁ δὲ
κατακαίων αὐτὰ πλυνεῖ τὰ ἱμάτια καὶ
λούσεται τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι καὶ μετά ταῦτα
εἰσελεύσεται εἰς τὴν παρεμβολήν.
Λευ. 16,28 Εκείνος που θα καύση αυτά, θα πλύνη κατόπιν τα
ενδύματά του, θα λούση το σώμα του με νερό και κατόπιν θα εισέλθη εις την
κατασκήνωσιν.
Λευ. 16,29 Καὶ ἔσται τοῦτο
ὑμῖν νόμιμον αἰώνιον· ἐν τῷ μηνὶ τῷ
ἑβδόμῳ δεκάτῃ τοῦ μηνὸς ταπεινώσετε τὰς ψυχὰς
ὑμῶν καὶ πᾶν ἔργον οὐ ποιήσετε ὁ αὐτόχθων
καὶ ὁ προσήλυτος ὁ προσκείμενος ἐν ὑμῖν·
Λευ. 16,29 Η τελετή αυτή της εξιλεώσεως, η εορτή του εξιλασμού,
θα είναι δια σας νόμος παντοτεινός και απαράβατος. Την δεκάτην του εβδόμου
μηνός θα συναισθανθήτε τας αμαρτίας σας, θα συντριβήτε και θα μετανοήσετε δι'
αυτάς, και δεν θα κάμετε καμμίαν εργασίαν κατά την ημέραν αυτήν, ούτε ο
εντόπιος Ισραηλίτης, ούτε ο ξένος που ήλθεν από άλλην χώραν και μένει μαζή σας.
Λευ. 16,30 ἐν γὰρ τῇ
ἡμέρᾳ ταύτῃ ἐξιλάσεται περὶ ὑμῶν,
καθαρίσαι ὑμᾶς ἀπὸ πασῶν τῶν ἁμαρτιῶν
ὑμῶν ἔναντι Κυρίου, καὶ καθαρισθήσεσθε.
Λευ. 16,30 Διότι κατά την ημέραν αυτήν θα γίνη η τελετή της
εξιλεώσεώς σας, δια να καθαρίση σας από όλας τας αμαρτίας σας ενώπιον του
Κυρίου, ώστε να είσθε κατόπιν καθαροί.
Λευ. 16,31 σάββατα σαββάτων ἀνάπαυσις
αὕτη ἔσται ὑμῖν, καὶ ταπεινώσετε τὰς ψυχὰς
ὑμῶν, νόμιμον αἰώνιον.
Λευ. 16,31 Σαββατα σαββάτων είναι αυτό, πλήρης και ολοκληρωτική
ανάπαυσις θα επικρατήση μεταξύ σας και θα ταπεινώσετε δια μετανοίας και
νηστείας τας ψυχάς σας. Νομος παντοτεινός θα είναι αυτός.
Λευ. 16,32 ἐξιλάσεται ὁ
ἱερεύς, ὃν ἂν χρίσωσιν αὐτὸν καὶ ὃν ἂν
τελειώσωσι τὰς χεῖρας αὐτοῦ, ἱερατεύειν μετὰ
τὸν πατέρα αὐτοῦ, καὶ ἐνδύσεται τὴν στολὴν
τὴν λινῆν, στολὴν ἁγίαν.
Λευ. 16,32 Την εξιλέωσιν θα τελή ο εκάστοτε αρχιερεύς, τον
οποίον θα έχουν χρίσει με το άγιον έλαιον και τας χείρας του και θα έχουν
καταστήσει ικανάς δια το έργον του, ώστε να αρχιερατεύη μετά τον πατέρα του,
τον οποίον θα διαδεχθή. Αυτός θα ενδυθή την λινήν αρχιερατικήν στολήν, την
αγίαν στολήν.
Λευ. 16,33 καὶ ἐξιλάσεται
τὸ ἅγιον τοῦ ἁγίου καὶ τὴν σκηνὴν τοῦ
μαρτυρίου καὶ τὸ θυσιαστήριον ἐξιλάσεται, καὶ περὶ
τῶν ἱερέων καὶ περί πάσης συναγωγῆς ἐξιλάσεται.
Λευ. 16,33 Ως αρχιερεύς θα εξιλεώνη τα Αγια των 'Αγιων, την
Σκηνήν του Μαρτυρίου, το θυσιαστήριον, τους ιερείς και όλον τον λαόν των
Ισραηλιτών.
Λευ. 16,34 καὶ ἔσται τοῦτο
ὑμῖν νόμιμον αἰώνιον ἐξιλάσκεσθαι περὶ τῶν
υἱῶν Ἰσραὴλ ἀπὸ πασῶν τῶν ἁμαρτιῶν
αὐτῶν· ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ ποιηθήσεται,
καθὰ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 16,34 Η εξιλέωσις των Ισραηλιτών από όλας τας αμαρτίας των
θα είναι νόμος παντοτεινός και απαράβατος δια σας. Μιαν φοράν το έτος θα
γίνεται η τελετή αυτή, όπως διέταξεν ο Κυριος τον Μωϋσήν.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
17
Λευ. 17,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 17,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 17,2 λάλησον πρός Ἀαρὼν
καὶ πρὸς τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ
πρὸς πάντας υἱοὺς Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς
πρὸς αὐτούς· τοῦτο τὸ ῥῆμα, ὃ ἐνετείλατο
Κύριος, λέγων·
Λευ. 17,2 “μίλησε προς τον Ααρών, προς τους υιούς του και
προς όλους τους Ισραηλίτας και είπε προς αυτούς· Αυτή είναι, η εντολή, την
οποίαν έδωσεν ο Κυριος·
Λευ. 17,3 ἄνθρωπος ἄνθρωπος
τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἢ τῶν προσηλύτων τῶν
προσκειμένων ἐν ὑμῖν, ὃς ἐὰν σφάξῃ
μόσχον ἢ πρόβατον ἢ αἶγα ἐν τῇ παρεμβολῇ καὶ
ὃς ἂν σφάξῃ ἔξω τῆς παρεμβολῆς,
Λευ. 17,3 Εάν κανείς από τους Ισραηλίτας η ξένος που μένει
μαζή σας, σφάξη μόσχον η, πρόβατον η αίγα εντός της κατασκηνώσεως η έξω από την
κατασκήνωσιν και δεν φέρη αυτό εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου, ώστε να
το προσφέρη η θυσίαν ολοκαυτώματος η εθυχαριστήριον ειρηνικήν θυσίαν, η οποία
είναι δεκτή εις οσμήν ευωδίας από τον Κυριον, η εκείνος που θα σφάξη έξω από
την κατασκήνωσιν
Λευ. 17,4 καὶ ἐπὶ
τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου μὴ ἐνέγκῃ,
ὥστε ποιῆσαι αὐτὸ εἰς ὁλοκαύτωμα ἢ
σωτήριον Κυρίῳ δεκτὸν εἰς ὀσμὴν εὐωδίας, καὶ
ὃς ἂν σφάξῃ ἔξω καὶ ἐπὶ τὴν
θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου μὴ ἐνέγκῃ αὐτό,
ὥστε προσενέγκαι δῶρον τῷ Κυρίῳ ἀπέναντι τῆς
σκηνῆς Κυρίου, καὶ λογισθήσεται τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ
αἷμα· αἷμα ἐξέχεεν, ἐξολοθρευθήσεται ἡ ψυχὴ
ἐκείνη ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς·
Λευ. 17,4 και δεν θα φέρη αυτό εις την θύραν της Σκηνής του
Μαρτυρίου, δια να το σφάξη εκεί και το προσφέρη δώρον προς τον Κυριον ενώπιον
της Σκηνής του Κυρίου, θα θεωρηθή τόσον ένοχος, όσον και εκείνος που έχυσεν
αίμα ανθρώπου. Επειδή θα θεωρηθή ως φονεύς, θα εξολοθρευθή ο άνθρωπος αυτός εκ
μέσου του λαού.
Λευ. 17,5 ὅπως ἀναφέρωσιν
οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ τὰς θυσίας αὐτῶν,
ὅσας ἂν αὐτοὶ σφάξουσιν ἐν τοῖς πεδίοις, καὶ
οἴσουσι τῷ Κυρίῳ ἐπὶ τὰς θύρας τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου πρὸς τὸν ἱερέα καὶ
θύσουσι θυσίαν σωτηρίου τῷ Κυρίῳ αὐτά.
Λευ. 17,5 Αυτά νομοθετούνται, δια να φέρουν οι Ισραηλίται τα
προς θυσίαν ζώα των, όσα μέχρι τώρα έσφαζον εις τας πεδιάδας, να τα φέρουν στον
Κυριον, προς τον ιερέα, εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου, όπου και θα
σφάζουν αυτά ως ειρηνικήν ευχαριστήριον θυσίαν στον Κυριον.
Λευ. 17,6 καὶ προσχεεῖ
ὁ ἱερεὺς τὸ αἷμα ἐπὶ τὸ
θυσιαστήριον κύκλῳ ἀπέναντι Κυρίου παρὰ τὰς θύρας τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀνοίσει τὸ στέαρ εἰς
ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ.
Λευ. 17,6 Ο ιερεύς θα χύση το αίμα κύκλω από το θυσιαστήριον
των ολοκαυτωμάτων απέναντι από τον Κυριον πλησίον εις την θύραν της Σκηνής του
Μαρτυρίου και θα προσφέρη το λίπος εις οσμήν ευωδίας προς τον Κυριον.
Λευ. 17,7 καὶ οὐ
θύσουσιν ἔτι τὰς θυσίας αὐτῶν τοῖς ματαίοις, οἷς
αὐτοὶ ἐκπορνεύουσιν ὀπίσω αὐτῶν·
νόμιμον αἰώνιον ἔσται ὑμῖν εἰς τὰς γενεὰς
ὑμῶν.
Λευ. 17,7 Δεν θα προσφέρουν ποτέ πλέον οι Ισραηλίται τας
θυσίας των εις τα είδωλα, με τα οποία πλανώνται και διαφθείρονται οι
ακολουθούντες οπίσω από τα είδωλα αυτά. Αυτό θα είναι δια σας παντοτεινός και
απαράβατος νόμος εις όλας τας γενεάς σας.
Λευ. 17,8 Καὶ ἐρεῖς
πρὸς αὐτούς· ἄνθρωπος ἄνθρωπος τῶν υἱῶν
Ἰσραὴλ ἢ ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν
προσηλύτων τῶν προσκειμένων ἐν ὑμῖν, ὃς ἂν
ποιήσῃ ὁλοκαύτωμα ἢ θυσίαν
Λευ. 17,8 Θα είπης πάλιν προς αυτούς· Εάν Ισραηλίτης η ξένος
από αυτούς, οι οποίοι μένουν μαζή σας, προσφέρη ολοκαύτωμα η κάποιαν άλλην
θυσίαν
Λευ. 17,9 καὶ ἐπὶ
τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου μὴ ἐνέγκῃ
ποιῆσαι αὐτὸ τῷ Κυρίῳ, ἐξολοθρευθήσεται ὁ
ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ.
Λευ. 17,9 και δεν προσφέρη αυτήν εις την θύραν της Σκηνής
του Μαρτυρίου προς θυσίαν δια τον Κυριον, θα εξολοθρευθή ο άνθρωπος αυτός εκ
μέσου του λαού του.
Λευ. 17,10 Καὶ ἄνθρωπος
ἄνθρωπος τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἢ τῶν
προσηλύτων τῶν προσκειμένων ἐν ὑμῖν, ὃς ἂν
φάγῃ πᾶν αἷμα, καὶ ἐπιστήσω τὸ πρόσωπόν μου
ἐπὶ τὴν ψυχὴν τὴν ἔσθουσαν τὸ αἷμα
καὶ ἀπολῶ αὐτὴν ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς·
Λευ. 17,10 Εάν ένας άνθρωπος από τους Ισραηλίτας η, από τους
ξένους, που ευρίσκονται μαζή σας, φάγη αίμα, εγώ θα στρέψω ωργισμένος το
πρόσωπόν μου εναντίον του ανθρώπου αυτού, ο οποίος έφαγεν αίμα, και θα εξοντώσω
αυτόν εκ του λαού του.
Λευ. 17,11 ἡ γὰρ ψυχὴ
πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστι, καὶ ἐγὼ
δέδωκα αὐτὸ ὑμῖν ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου
ἐξιλάσκεσθαι περὶ τῶν ψυχῶν ὑμῶν· τὸ
γὰρ αἷμα αὐτοῦ ἀντὶ ψυχῆς ἐξιλάσεται.
Λευ. 17,11 Και τούτο, διότι η ζωή κάθε ζωντανού όντος υπάρχει
στο αίμα αυτού. Εγώ δέ, ως χορηγός της ζωής, σας έχω νομοθετήσει ως καθήκον να
χύνεται τούτο στο θυσιαστήριον, δια να εξιλεώνωνται αι αμαρτίαι των ψυχών σας.
Δια του αίματος της θυσίας του ζώου εξιλεώνεται ο άνθρωπος δια τας αμαρτίας
του.
Λευ. 17,12 διὰ τοῦτο εἴρηκα
τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ· πᾶσα ψυχὴ ἐξ ὑμῶν
οὐ φάγεται αἷμα, καὶ ὁ προσήλυτος ὁ προσκείμενος ἐν
ὑμῖν οὐ φάγεται αἷμα.
Λευ. 17,12 Δια τούτο είπα στους Ισραηλίτας· κανείς Ισραηλίτης
και κανείς ξένος παρεπιδημών κοντά σας δεν θα φάγη αίμα. Το αίμα θα προσφέρεται
προς εξιλέωσίν σας.
Λευ. 17,13 καὶ ἄνθρωπος
ἄνθρωπος τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἢ τῶν
προσηλύτων τῶν προσκειμένων ἐν ὑμῖν, ὃς ἂν
θηρεύσῃ θήρευμα θηρίον ἢ πετεινόν, ὃ ἔσθεται, καὶ
ἐκχεεῖ τὸ αἷμα καὶ καλύψει αὐτὸ τῇ
γῇ·
Λευ. 17,13 Εάν κανείς από τους Ισραηλίτας η από τους ξένους,
που μένουν μαζή σας, συλλάβη δια κυνηγίου θηρίον τι η πτηνόν και πρόκειται να
το φάγη, θα χύση το αίμα αυτού εις την γην και θα το σκεπάση με χώμα.
Λευ. 17,14 ἡ γὰρ ψυχὴ
πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ ἐστι. καὶ εἶπα
τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ· αἷμα πάσης σαρκὸς οὐ
φάγεσθε, ὅτι ἡ ψυχὴ πάσης σαρκὸς αἷμα αὐτοῦ
ἐστι· πᾶς ὁ ἔσθων αὐτὸ ἐξολοθρευθήσεται.
Λευ. 17,14 Διότι η ζωή παντός εμβίου όντος είναι στο αίμα
αυτού. Δια τούτο είπα στους Ισραηλίτας, δεν θα φάγετε αίμα παντός εμβίου όντος,
διότι η ζωή αυτού υπάρχει στο αίμα. Εκείνος που τρώγει το αίμα, θα εξολοθρευθή.
Λευ. 17,15 Καὶ πᾶσα
ψυχή, ἥτις φάγεται θνησιμαῖον ἢ θηριάλωτον ἐν τοῖς
αὐτόχθοσιν ἢ ἐν τοῖς προσηλύτοις, πλυνεῖ τὰ
ἱμάτια αὐτοῦ καὶ λούσεται ὕδατι καὶ ἀκάθαρτος
ἔσται ἕως ἑσπέρας καὶ καθαρὸς ἔσται.
Λευ. 17,15 Καθε άνθρωπος, είτε εντόπιος Ισραηλίτης η από τους
ξένους που θα φάγη ζώον θνησιμαίον η κατασπαραγθέν από θηρίον, είναι ένοχος. Θα
πλύνη τα ενδύματα αυτού, θα λουσθή με νερό και θα είναι ακάθαρτος έως την
εσπέραν. Κατόπιν θα είναι καθαρός.
Λευ. 17,16 ἐὰν δὲ
μὴ πλύνῃ τὰ ἱμάτια καὶ τὸ σῶμα μὴ
λούσηται ὕδατι, καὶ λήψεται ἀνόμημα αὐτοῦ.
Λευ. 17,16 Εάν δεν πλύνη τα ενδύματα αυτού και δεν λούση το
σώμα αυτού με νερό, θα έχη ενοχήν δια την παραινομίαν του και θα τιμωρηθή.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
18
Λευ. 18,1 Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 18,1 Είπεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν
Λευ. 18,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἐγὼ
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 18,2 “μίλησε προς τους Ισραηλίτας και είπε προς αυτούς·
Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 18,3 κατά τὰ ἐπιτηδεύματα
Αἰγύπτου, ἐν ᾗ κατῳκήσατε ἐπ᾿ αὐτῇ,
οὐ ποιήσετε καὶ κατὰ τὰ ἐπιτηδεύματα γῆς
Χαναάν, εἰς ἣν ἐγὼ εἰσάγω ὑμᾶς ἐκεῖ,
οὐ ποιήσετε καὶ τοῖς νομίμοις αὐτῶν οὐ
πορεύσεσθε.
Λευ. 18,3 Τας αμαρτωλάς συνηθείας της Αιγύπτου, εις την
οποίαν είχατε κατοικήσει, δεν θα τας ακολουθήσετε, και κατά τας αμαρτωλάς
συνηθείας της χώρας Χαναάν, εις την οποίαν εγώ σας εισάγω, δεν θα ζήσετε και με
τους νόμους αυτών δεν θα πορευθήτε.
Λευ. 18,4 τὰ κρίματά μου
ποιήσετε καὶ τὰ προστάγματά μου φυλάξεσθε καὶ πορεύεσθε ἐν
αὐτοῖς· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 18,4 Τας ιδικάς μου αποφάσεις θα τηρήτε, τας εντολάς
μου θα φυλάσσετε και θα πορεύεσθε σύμφωνα με αυτά. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 18,5 καὶ φυλάξεσθε
πάντα τὰ προστάγματά μου καὶ πάντα τὰ κρίματά μου καὶ
ποιήσετε αὐτά, ἃ ποιήσας αὐτά ἄνθρωπος ζήσεται ἐν
αὐτοῖς· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 18,5 Φυλάξατε όλας τας εντολάς μου και όλας τας
αποφάσεις μου εφαρμόσατέ τας εις την ζωήν σας. Ανθρωπος ο οποίος θα εφαρμόση
αυτά θα ζη ειρηνικός και ασφαλής μέσα εις αυτά. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 18,6 Ἄνθρωπος ἄνθρωπος
πρὸς πάντα οἰκεῖα σαρκὸς αὐτοῦ οὐ
προσελεύσεται ἀποκαλύψαι ἀσχημοσύνην· ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 18,6 Κανείς άνθρωπος δεν θα έλθη εις γάμον προς γυναίκα
συγγενή του και δεν θα αποκαλύψη όσα δι' εντροπήν πρέπει να είναι κρυμμένα. Εγώ
ο Κυριος διατάσσω.
Λευ. 18,7 ἀσχημοσύνην
πατρός σου καὶ ἀσχημοσύνην μητρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις,
μήτηρ γάρ σού ἐστιν, οὐκ ἀποκαλύψεις τὴν ἀσχημοσύνην
αὐτῆς.
Λευ. 18,7 Εκ σεβασμού και αιδούς προς τον πατέρα σου δεν θα
έλθης εις σχέσιν γάμου με την μητέρα σου και δεν θα αποκαλύψης όσα δι' εντροπήν
πρέπει να είναι κεκρυμμένα, διότι είναι μήτηρ σου.
Λευ. 18,8 ἀσχημοσύνην
γυναικὸς πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, ἀσχημοσύνη πατρὸς
σού ἐστιν.
Λευ. 18,8 Δεν θα έλθης εις σχέσιν γάμου με την γυναίκα του
πατρός σου, διότι άλλως θα δείξης αδιαντροπιάν προς τον πατέρα σου.
Λευ. 18,9 ἀσχημοσύνην τῆς
ἀδελφῆς σου ἐκ πατρός σου ἢ ἐκ μητρός σου ἐνδογενοῦς
ἢ γεγεννημένης ἔξω, οὐκ ἀποκαλύψεις ἀσχημοσύνην αὐτῶν.
Λευ. 18,9 Δεν πρέπει να έλθης εις ισχέσιν γάμου με την
αδελφήν σου, από τον ίδιο πατέρα η από την ίδια μητέρα, η οποία εγεννήθη εντός
η εκτός του σπιτιού σας. Δεν θα αποκαλύψης όσα δι' αιδώ πρέπει να είναι
γραμμένα.
Λευ. 18,10 ἀσχημοσύνην θυγατρὸς
υἱοῦ σου ἢ θυγατρὸς θυγατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις
τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῶν, ὅτι σὴ ἀσχημοσύνη
ἐστίν.
Λευ. 18,10 Δεν πρέπει να αποκαλύψης την γυμνότητα της θυγατρός
του υιού σου η της θυγατρός της κόρης σου. Η εντροπή θα είναι ιδική σου.
Λευ. 18,11 ἀσχημοσύνην θυγατρὸς
γυναικὸς πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, ὁμοπατρία ἀδελφή
σού ἐστιν, οὐκ ἀποκαλύψεις τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς.
Λευ. 18,11 Δεν θα έλθης εις σχέσιν γάμου με την κόρην της
γυναικός του πατρός σου, με ετεροθαλή αδελφήν σου, διότι είναι ομοπατρία αδελφή
σου. Δεν θα αποκαλύψης όσα δι' αιδώ πρέπει να είναι κεκρυμμένα.
Λευ. 18,12 ἀσχημοσύνην ἀδελφῆς
πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, οἰκεία γὰρ πατρός σού ἐστιν.
Λευ. 18,12 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την αδελφήν του πατρός
σου, με την θείαν σου, διότι είναι συγγενής του πατρός σου.
Λευ. 18,13 ἀσχημοσύνην ἀδελφῆς
μητρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις, οἰκεία γὰρ μητρός σού ἐστιν.
Λευ. 18,13 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την αδελφήν της μητρός
σου, με την θείαν σου, διότι είναι συγγενής της μητρός σου.
Λευ. 18,14 ἀσχημοσύνην ἀδελφοῦ
τοῦ πατρός σου οὐκ ἀποκαλύψεις καὶ πρὸς τὴν
γυναῖκα αὐτοῦ οὐκ εἰσελεύσῃ, συγγενής γάρ
σού ἐστιν.
Λευ. 18,14 Συ, η ανεψιά, δεν θα έλθης εις συνάφειαν με τον
αδελφόν του πατρός σου· και συ ο ανεψιός δεν θα έλθης εις συνάφειαν προς την
γυναίκα του αδελφού του πατρός σου, διότι είναι συγγενής σου.
Λευ. 18,15 ἀσχημοσύνην νύμφης
σου οὐκ ἀποκαλύψεις, γυνὴ γὰρ υἱοῦ σού ἐστιν,
οὐκ ἀποκαλύψεις τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς.
Λευ. 18,15 Δεν θα έλθη ς εις συνάφειαν με την νάμφην σου, διότι
είναι σύζυγος του υιού σου. Δεν θα αποκαλύψης όσα δι' αιδώ πρέπει να μένουν
κρυμμένα.
Λευ. 18,16 ἀσχημοσύνην γυναικὸς
ἀδελφοῦ σου οὐκ ἀποκαλύψεις, ἀσχημοσύνη ἀδελφοῦ
σού ἐστιν.
Λευ. 18,16 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την γυναίκα του
αδελφού σου, την νύμφην σου είναι σύζυγος του αδελφού σου.
Λευ. 18,17 ἀσχημοσύνην γυναικὸς
καὶ θυγατρὸς αὐτῆς οὐκ ἀποκαλύψεις· τὴν
θυγατέρα τοῦ υἱοῦ αὐτῆς καὶ τὴν
θυγατέρα τῆς θυγατρὸς αὐτῆς οὐ λήψῃ ἀποκαλύψαι
τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῶν, οἰκεῖαι γὰρ
σού εἰσιν· ἀσέβημά ἐστι.
Λευ. 18,17 Δεν θα λάβης συγχρόνως ως συζύγους σου μητέρα και
κόρην. Δεν θα λάβης ως σύζυγον την θυγατέρα του υιού της, ούτε την κόρην της
θυγατρός της, διότι αυταί είναι συγγενείς σου. Η πράξις σου είναι ασέβεια.
Λευ. 18,18 γυναῖκα ἐπ᾿
ἀδελφῇ αὐτῆς οὐ λήψῃ ἀντίζηλον ἀποκαλύψαι
τήν ἀσχημοσύνην αὐτῆς ἐπ᾿ αὐτῇ, ἔτι
ζώσης αὐτῆς.
Λευ. 18,18 Δεν θα λάβης την αδελφήν της γυναικός σου ως
σύζυγον, δια να μη καταστήσης αυτήν αντίζηλον της γυναικός σου, εφ' όσον η
γυναίκα σου ζη.
Λευ. 18,19 Καὶ πρὸς
γυναῖκα ἐν χωρισμῷ ἀκαθαρσίας αὐτῆς οὐκ
εἰσελεύσῃ ἀποκαλύψαι τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς.
Λευ. 18,19 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την σύζυγόν σου κατά
το διάστημα, που αυτή είναι, εν απομονώσει λόγω της εμμήνου ακαθαρσίας της.
Λευ. 18,20 καὶ πρὸς τὴν
γυναῖκα τοῦ πλησίον σου οὐ δώσεις κοίτην σπέρματός σου, ἐκμιανθῆναι
πρὸς αὐτήν.
Λευ. 18,20 Δεν θα έλθης εις συνάφειαν με την γυναίκα του πλησίον
σου, ώστε να μολυνθής με αυτήν.
Λευ. 18,21 καὶ ἀπὸ
τοῦ σπέρματός σου οὐ δώσεις λατρεύειν ἄρχοντι καὶ οὐ
βεβηλώσεις τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον· ἐγὼ Κύριος·
Λευ. 18,21 Κανένα από τους απογόνους σου δεν πρέπει να
αφιερώσης ως υπηρέτην εις ξένον άρχοντα και δεν θα μολύνης το άγιον Ονομά μου.
Εγώ είμαι ο Κυριος.
Λευ. 18,22 καὶ μετά ἄρσενος
οὐ κοιμηθήσῃ κοίτην γυναικείαν, βέλυγμα γάρ ἐστι.
Λευ. 18,22 Δεν θα κοιμηθής με άρρενα, όπως κοιμάσαι με γυναίκα,
διότι η πράξις αυτή είναι μυσαρά.
Λευ. 18,23 καὶ πρὸς πᾶν
τετράπουν οὐ δώσεις τὴν κοίτην σου εἰς σπερματισμόν, ἐκμιανθῆναι
πρὸς αὐτό. καὶ γυνὴ οὐ στήσεται πρὸς πᾶν
τετράπουν βιβασθῆναι, μυσαρὸν γάρ ἐστι.
Λευ. 18,23 Με κανένα ζώον δεν θα έλθης εις σαρκικήν συνάφειαν,
ώστε να μολυνθής μαζή του. Ούτε η γυνή θα σταθή, ώστε να βιασθή από τετράποδον,
διότι η πράξις αυτή είναι μυσαρά.
Λευ. 18,24 Μὴ μιαίνεσθε ἐν
πᾶσι τούτοις· ἐν πᾶσι γὰρ τούτοις ἐμιάνθησαν
τὰ ἔθνη, ἃ ἐγὼ ἐξαποστέλλω πρὸ
προσώπου ὑμῶν,
Λευ. 18,24 Μη μολύνεσθε με όλα αυτά τα βρωμερά παραπτώματα. Με
όλα αυτά εμολύνθησαν τα έθνη, τα οποία εγώ εκδιώκω από εμπρός σας.
Λευ. 18,25 καὶ ἐξεμιάνθη
ἡ γῆ, καὶ ἀνταπέδωκα ἀδικίαν αὐτοῖς
δι᾿ αὐτήν, καὶ προσώχθισεν ἡ γῆ τοῖς ἐγκαθημένοις
ἐπ᾿ αὐτῆς.
Λευ. 18,25 Εμολύνθη η γη και εγώ ανταπέδωσα την πρέπουσαν
τιμωρίαν δια την αμαρτίαν των αυτήν. Η γη εμίσησε τους κατοίκους της δια τα
φοβερά αμαρτήματά των !
Λευ. 18,26 καὶ φυλάξεσθε
πάντα τὰ νόμιμά μου καὶ πάντα τὰ προστάγματά μου, καὶ οὐ
ποιήσετε ἀπὸ πάντων τῶν βδελυγμάτων τούτων, ὁ ἐγχώριος
καὶ ὁ προσγενόμενος προσήλυτος ἐν ὑμῖν·
Λευ. 18,26 Θα φυλάξετε όλους τους νόμους μου και όλας τας
εντολάς μου και δεν θα πράξετε τίποτε από όλα τα μυσαρά αμαρτήματα των
ειδωλολατρών, τόσον ο εντόπιος όσον και ο εκ της αλλοδαπής ξένος, που διαμένει
μαζή σας·
Λευ. 18,27 πάντα γὰρ τὰ
βδελύγματα ταῦτα ἐποίησαν οἱ ἄνθρωποι τῆς γῆς
οἱ ὄντες πρότερον ὑμῶν, καὶ ἐμιάνθη ἡ
γῆ.
Λευ. 18,27 διότι όλα αυτά τα συχαμερά αμαρτήματα έκαμαν οι άνθρωποι
της χώρας, οι οποίοι ήσαν εις αυτήν ενωρίτερα από σας, και εμολύνθη εξ αιτίας
των η γη.
Λευ. 18,28 καὶ ἵνα μὴ
προσοχθίσῃ ὑμῖν ἡ γῆ ἐν τῷ μιαίνειν ὑμᾶς
αὐτήν, ὃν τρόπον προσώχθισε τοῖς ἔθνεσι τοῖς πρὸ
ὑμῶν.
Λευ. 18,28 Αποφύγετε τα διεφθαρμένα έργα εκείνων, δια να μη
αγανακτήση εναντίον σας η γη, την οποίαν θα μιάνετε, όπως ηγανάκτησεν εναντίον
των ειδωλολατρικών εθνών, που ήσαν εκεί ενωρίτερα από σας.
Λευ. 18,29 ὅτι πᾶς, ὃς
ἐὰν ποιήσῃ ἀπὸ πάντων τῶν βδελυγμάτων
τούτων, ἐξολοθρευθήσονται αἱ ψυχαὶ αἱ ποιοῦσαι ἐκ
τοῦ λαοῦ αὐτῶν.
Λευ. 18,29 Διότι οιοσδήποτε θα διαπράξη τα μυσαρά αυτά
αμαρτήματα, θα εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού του.
Λευ. 18,30 καὶ φυλάξετε τὰ
προστάγματά μου, ὅπως μὴ ποιήσητε ἀπὸ πάντων τῶν
νομίμων τῶν ἐβδελυγμένων, ἃ γέγονε πρὸ τοῦ ὑμᾶς,
καὶ οὐ μιανθήσεσθε ἐν αὐτοῖς, ὅτι ἐγὼ
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 18,30 Φυλάξατε τας εντολάς μου, δια να προφυλαχθήτε έτσι
οι ίδιοι και μη παρασυρθήτε εις τας μυσαράς συνηθείας των ειδωλολατρών, οι
οποίοι έζησαν εις την περιοχήν αυτήν ενωρίτερα από σας. Δεν θα μολυνθήτε μαζή
με αυτούς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος δίδω τας εντολάς αυτάς”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
19
Λευ. 19,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 19,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 19,2 λάλησον τῇ
συναγωγῇ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς
πρὸς αὐτούς· ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιος ἐγὼ
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,2 “μίλησε προς όλους τους Ισραηλίτας και ειπέ εις
αυτούς· Γινετε άγιοι, διότι εγώ ο Κυριος και Θεός σας είμαι άγιος.
Λευ. 19,3 ἕκαστος πατέρα αὐτοῦ
καὶ μητέρα αὐτοῦ φοβείσθω, καὶ τὰ σάββατά μου
φυλάξεσθε· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,3 Ο καθένας να σέβεται τον πατέρα του και την μητέρα
του. Να τηρήτε τα σάββατά μου. Εγώ ο Κυριος και Θεός σας δίδω την εντολήν.
Λευ. 19,4 οὐκ ἐπακολουθήσετε
εἰδώλοις καὶ θεοὺς χωνευτοὺς οὐ ποιήσετε ὑμῖν·
ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,4 Δεν θα ακολουθήσετε και δεν θα προσκυνήσετε είδωλα
και δεν θα κάμετε ποτέ δια τον εαυτόν σας θεούς χυτούς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός
σας.
Λευ. 19,5 καὶ ἐὰν
θύσητε θυσίαν σωτηρίου τῷ Κυρίῳ, δεκτὴν ὑμῶν
θύσετε.
Λευ. 19,5 Εάν προσφέρετε θυσίαν ειρηνικήν και ευχαριστήριον
στον Κυριον, να την προσφέρετε κατά τρόπον ευλαβή, ώστε να γίνη δεκτή.
Λευ. 19,6 ᾗ ἂν ἡμέρᾳ
θύσετε, βρωθήσεται καὶ τῇ αὔριον· καὶ ἐὰν
καταλειφθῇ ἕως ἡμέρας τρίτης, ἐν πυρὶ
κατακαυθήσεται.
Λευ. 19,6 Η θυσία που θα προσφέρετε, πρέπει να φαγωθή κατά
την ιδίαν ημέραν η και κατά την επομένην. Εάν όμως υπολειφθή κάτι μέχρι της
τρίτης ημέρας, πρέπει να κατακαή.
Λευ. 19,7 ἐὰν δὲ
βρώσει βρωθῇ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ, ἄθυτόν
ἐστιν, οὐ δεχθήσεται.
Λευ. 19,7 Εάν όμως φαγωθή κατά την τρίτην ημέραν είναι σαν
να μη έχη προσφερθή προς θυσίαν. Η προσφορά της ως θυσίας δεν θα είναι δεκτή
από τον Θεόν.
Λευ. 19,8 ὁ δὲ ἔσθων
αὐτὸ ἁμαρτίαν λήψεται, ὅτι τὰ ἅγια Κυρίου ἐβεβήλωσε·
καὶ ἐξολοθρευθήσονται αἱ ψυχαὶ αἱ ἔσθουσαι ἐκ
τοῦ λαοῦ αὐτῶν.
Λευ. 19,8 Εκείνος δε ο οποίος θα φάγη αυτό κατά την τρίτην
ημέραν, θα αμαρτήση, διότι εμόλυνε τα άγια του Κυρίου. Θα εξολοθρευθούν εκ
μέσου του λαού εκείνοι, οι οποίοι τρώγουν έτσι τας θυσίας.
Λευ. 19,9 Καὶ ἐκθεριζόντων
ὑμῶν τὸν θερισμὸν τῆς γῆς ὑμῶν,
οὐ συντελέσετε τὸν θερισμὸν ὑμῶν τοῦ ἀγροῦ
σου ἐκθερίσαι, καὶ τὰ ἀποπίπτοντα τοῦ θερισμοῦ
σου οὐ συλλέξεις.
Λευ. 19,9 Οταν θερίζετε τα χωράφια σας να μη κάμετε
ολοκληρωτικόν και πλήρη τον θερισμόν των αγρών σας. Τα πίπτοντα κατά τον θερισμόν
στάχυα δεν θα τα μαζεύσης.
Λευ. 19,10 καὶ τὸν ἀμπελῶνά
σου οὐκ ἐπανατρυγήσεις, οὐδὲ τὰς ῥῶγας
τοῦ ἀμπελῶνός σου συλλέξεις· τῷ πτωχῷ καὶ
τῷ προσηλύτῳ καταλείψεις αὐτά· ἐγώ εἰμι
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,10 Την άμπελόν σου δεν θα επανέλθης να την τρυγήσης δια
δευτέραν φοράν ούτε τας ρώγας των κλημάτων σου θα συλλέξης. Θα αφήσης αυτά δια
τον πτωχόν και τον ξένον. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, που δίδω αυτήν την
εντολήν.
Λευ. 19,11 Οὐ κλέψετε, οὐ
ψεύσεσθε, οὐδὲ συκοφαντήσει ἕκαστος τὸν πλησίον.
Λευ. 19,11 Δεν θα κλέψετε, δεν θα πήτε ψέματα, δεν θα
συκοφαντήσετε ο ένας τον άλλον.
Λευ. 19,12 καὶ οὐκ ὀμεῖσθε
τῷ ὀνόματί μου ἐπ᾿ ἀδίκῳ καὶ οὐ
βεβηλώσετε τὸ ὄνομα τὸ ἅγιον τοῦ Θεοῦ ὑμῶν·
ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,12 Δεν θα ορκισθήτε ψευδώς στο όνομά μου, δεν θα
αδικήσετε κάποιον, και δεν θα μολύνετε το άγιον όνομα του Θεού σας. Εγώ είμαι ο
Κυριος και Θεός σας.
Λευ. 19,13 οὐκ ἀδικήσεις
τὸν πλησίον καὶ οὐχ ἁρπάσεις καὶ οὐ μὴ
κοιμηθήσεται ὁ μισθὸς τοῦ μισθωτοῦ σου παρὰ σοὶ
ἕως πρωΐ.
Λευ. 19,13 Δεν θα αδικήσης τον πλησίον σου, δεν θα αρπάσης ο,τι
του ανήκει. Το ημερομίσθιον του εργάτου σου δεν θα μείνη μαζή σου έως το πρωϊ.
Θα πληρώσης αυτόν το ίδιο βράδυ.
Λευ. 19,14 οὐ κακῶς ἐρεῖς
κωφόν, καὶ ἀπέναντι τυφλοῦ οὐ προσθήσεις σκάνδαλον, καὶ
φοβηθήσῃ Κύριον τὸν Θεόν σου· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,14 Δεν θα κακολογήσης τον κωφόν, και στον δρόμον του
τυφλού δεν θα βάλης πρόσκομμα δια να σκοντάψη. Θα φοβηθής Κυριον τον Θεόν σου
και θα αποφύγης αυτά. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σου.
Λευ. 19,15 Οὐ ποιήσετε ἄδικον
ἐν κρίσει· οὐ λήψῃ πρόσωπον πτωχοῦ, οὐδὲ
μὴ θαυμάσῃς πρόσωπον δυνάστου· ἐν δικαιοσύνῃ κρινεῖς
τὸν πλησίον σου.
Λευ. 19,15 Δεν θα επιζητήσετε να αδικήσετε κανένα, όταν θα
γίνεται δίκη. Ως δικαστής δεν θα επηρεασθής δυσμενώς από το πρόσωπον του πτωχού
ούτε θα καταληφθής από θαυμασμόν και θα επηρεασθής ευμενώς από πρόσωπον
άρχοντος. Δικαίως θα κρίνης τον πλησίον σου, οποιοσδήποτε και αν είναι αυτός.
Λευ. 19,16 οὐ πορεύσῃ
δόλῳ ἐν τῷ ἔθνει σου, οὐκ ἐπιστήσῃ ἐφ᾿
αἷμα τοῦ πλησίον σου· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 19,16 Δεν θα συμπεριφέρεσαι δολίως μεταξύ των ομοεθνών σου
και ποτέ δεν θα λάβης φονικάς αποφάσεις εναντίον του πλησίον σου. Εγώ είμαι
Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,17 οὐ μισήσεις τὸν
ἀδελφόν σου τῇ διανοίᾳ σου· ἐλεγμῷ ἐλέγξεις
τὸν πλησίον σου καί οὐ λήψῃ δι᾿ αὐτὸν ἁμαρτίαν.
Λευ. 19,17 Δεν θα τρέφης εις την καρδίαν σου μίσος εναντίον του
αδελφού σου. Θα ελέγξης τον πλησίον σου, εάν σου προτείνη κάτι κακόν και δεν θα
θελήσης ποτέ να αναλάβης ενοχήν αμαρτίας προς χάριν αυτού.
Λευ. 19,18 καὶ οὐκ ἐκδικᾶταί
σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς τοῖς υἱοῖς
τοῦ λαοῦ σου, καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς
σεαυτόν· ἐγώ εἰμι Κύριος.
Λευ. 19,18 Δεν θα χειροδικής και δεν θα τρέφης οργήν εναντίον
των συμπατριωτών σου. Θα αγαπήσης τον πλησίον σου όπως τον εαυτόν σου. Εγώ
είμαι ο Κυριος, που διατάσσω αυτά.
Λευ. 19,19 Τὸν νόμον μου
φυλάξεσθε· τὰ κτήνη σου οὐ κατοχεύσεις ἑτεροζύγῳ,
καὶ τὸν ἀμπελῶνά σου οὐ κατασπερεῖς
διάφορον, καὶ ἱμάτιον ἐκ δύο ὑφασμένον κίβδηλον οὐκ
ἐπιβαλεῖς σεαυτῷ.
Λευ. 19,19 Θα φυλάξετε τον Νομον μου. Δεν θα ζευγαρώσής προς
ένωσιν ζώα διαφόρων γενών. Δεν θα σπείρης στον αμπελώνα σου διαφόρους άλλους
σπόρους. Να μη ενδυθής ιμάτιον κίβδηλον, υφασμένον από νήματα διαφόρων
ποιοτήτων.
Λευ. 19,20 Καὶ ἐάν τις
κοιμηθῇ μετὰ γυναικὸς κοίτην σπέρματος, καὶ αὕτη ᾖ
οἰκέτις διαπεφυλαγμένη ἀνθρώπῳ, καὶ αὐτὴ
λύτροις οὐ λελύτρωται, ἢ ἐλευθερία οὐκ ἐδόθη αὐτῇ,
ἐπισκοπὴ ἔσται αὐτοῖς, οὐκ ἀποθανοῦνται,
ὅτι οὐκ ἀπηλευθερώθη.
Λευ. 19,20 Εάν ένας ανήρ έλθη, εις σαρκικήν συνάφειαν με γυναίκα
δούλην, η οποία όμως ήτο προωρισμένη δι' άλλον άνθρωπον, εφ' όσον αυτή δεν
είχεν εξαγορασθή με χρήματα, ούτε κατ' άλλον τινά τρόπον της εδόθη ελευθερία,
θα υποβληθούν και οι δύο εις ανάκρισιν και δίκην, και θα τιμωρηθούν, όχι όμως
δια θανάτου, διότι η δούλη αυτή γυνή δεν είχεν αποκτήσει την ελευθερίαν της.
Λευ. 19,21 καὶ προσάξει τῆς
πλημμελείας αὐτοῦ τῷ Κυρίῳ παρὰ τὴν θύραν τῆς
σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου κριὸν πλημμελείας·
Λευ. 19,21 Ο εξαπατήσας αυτήν, εις ένδειξιν μετανοίας δια την
κακήν του αυτήν πράξιν, θα προσφέρη εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου
κριον της πλημμελείας του.
Λευ. 19,22 καὶ ἐξιλάσεται
περὶ αὐτοῦ ὁ ἱερεὺς ἐν τῷ κριῷ
τῆς πλημμελείας ἔναντι Κυρίου περὶ τῆς ἁμαρτίας, ἧς
ἥμαρτε, καὶ ἀφεθήσεται αὐτῷ ἡ ἁμαρτία,
ἣν ἥμαρτεν.
Λευ. 19,22 Ο ιερεύς θα προσφέρη την εξιλεωτικήν θυσίαν υπέρ
αυτού δια του κριου της πλημμελείας ενώπιον του Κυρίου και θα του συγχωρηθή η
αμαρτία, την οποίαν διέπραξε.
Λευ. 19,23 Ὅταν δὲ εἰσέλθητε
εἰς τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν
δίδωσιν ὑμῖν, καὶ καταφυτεύσετε πᾶν ξύλον βρώσιμον καὶ
περικαθαριεῖτε τὴν ἀκαθαρσίαν αὐτοῦ· ὁ
καρπὸς αὐτοῦ τρία ἔτη ἔσται ὑμῖν ἀπερικάθαρτος,
οὐ βρωθήσεται.
Λευ. 19,23 Οταν εισέλθετε εις την γην, την οποίαν Κυριος ο Θεός
θα σας δώση, θα καταφυτεύσετε εις αυτήν κάθε καρποφόρον δένδρον, τους δε
πρώτους αυτού καρπούς θα τους απορρίψετε ως ακαθάρτους. Ο καρπός του
νεοφυτευμένου δένδρου θα είναι ακάθαρτος επί τρία έτη και δεν πρέπει να
τρώγεται.
Λευ. 19,24 καὶ τῷ ἔτει
τῷ τετάρτῳ ἔσται πᾶς ὁ καρπὸς αὐτοῦ
ἅγιος αἰνετὸς τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 19,24 Κατά το τέταρτον έτος ο καρπός του θα είναι άγιος,
άξιος να προσφερθή εις δόξαν του Κυρίου.
Λευ. 19,25 ἐν δὲ τῷ
ἔτει τῷ πέμπτῳ φάγεσθε τὸν καρπόν, πρόσθεμα ὑμῖν
τὰ γενήματα αὐτοῦ· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,25 Κατά το πέμπτον έτος θα φάγετε σστον καρπόν και από
του έτους αυτού και εφεξής τα προϊόντα αυτού θα προστίθενται εις τα εισοδήματά
σας. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, που διατάσσω αυτά.
Λευ. 19,26 Μὴ ἔσθετε ἐπὶ
τῶν ὀρέων καὶ οὐκ οἰωνιεῖσθε, οὐδὲ
ὀρνιθοσκοπήσεσθε.
Λευ. 19,26 Μη αναβαίνετε εις τα όρη κατ' απομίμησιν των
ειδωλολατρών, δια να τρώγετε εκεί. Μη δίδετε πίστιν εις την μαντείαν και μη
προσπαθήτε να γνωρίσετε το μέλλον από το πέταγμα των πτηνών.
Λευ. 19,27 οὐ ποιήσετε σισόην
ἐκ τῆς κόμης τῆς κεφαλῆς ὑμῶν, οὐδὲ
φθερεῖτε τὴν ὄψιν τοῦ πώγωνος ὑμῶν.
Λευ. 19,27 Δεν θα κάμετε εις την κεφαλήν σας κόρυμβον (κότσον)
όπως οι ειδωλολάτραι και δεν θα ξυρίζετε το έμπροσθεν της γιενειάδος σας.
Λευ. 19,28 καὶ ἐντομίδας
οὐ ποιήσετε ἐπὶ ψυχῇ ἐν τῷ σώματι ὑμῶν
καὶ γράμματα στικτὰ οὐ ποιήσετε ἐν ὑμῖν·
ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,28 Δεν θα κάμετε εντομάς στο σώμα σας, ούτε θα χαράξετε
γράμματα στο δέρμα σας. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,29 οὐ βεβηλώσεις τὴν
θυγατέρα σου ἐκπορνεῦσαι αὐτὴν καὶ οὐκ ἐκπορνεύσει
ἡ γῆ, καὶ ἡ γῆ πλησθήσεται ἀνομίας.
Λευ. 19,29 Δεν θα μολύνης την θυγατέρα σου εκδίδων αυτήν εις
διαφθοράν, και δεν θα μολύνης την γην με τοιαύτα μυσαρά έργα, δια να μη γέμιση
αυτή από αμαρτίας.
Λευ. 19,30 Τὰ σάββατά μου
φυλάξεσθε καὶ ἀπὸ τῶν ἁγίων μου φοβηθήσεσθε·
ἐγώ εἰμι Κύριος.
Λευ. 19,30 Θα φυλάξετε τα Σαββατα μου και θα τρέφετε σεβασμόν
και φόβον προς τα άγιά μου πράγματα. Εγώ είμαι ο Κυριος !
Λευ. 19,31 οὐκ ἐπακολουθήσετε
ἐγγαστριμύθοις καὶ τοῖς ἐπαοιδοῖς οὐ
προσκολληθήσεσθε, ἐκμιανθῆναι ἐν αὐτοῖς· ἐγώ
εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,31 Δεν θα ακολουθήσετε τους εγγαστριμύθους και δεν θα
προσκολληθήτε εις αυτούς, που ψάλλουν μαγικάς ωδάς. Προσέχετε να μη μολυνθήτε
δι' αυτών. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 19,32 ἀπὸ προσώπου
πολιοῦ ἐξαναστήσῃ καὶ τιμήσεις πρόσωπον πρεσβυτέρου καὶ
φοβηθήσῃ τὸν Θεόν σου· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν.
Λευ. 19,32 Θα εγερθής με σεβασμόν ενώπιον ανθρώπου, που έχει
λευκήν την κόμην, και θα τιμήσης το πρόσωπον του γέροντος, και θα φοβήσαι
πάντοτε τον Θεόν σου. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεάς σας.
Λευ. 19,33 Ἐὰν δέ τις
προσέλθῃ ὑμῖν προσήλυτος ἐν τῇ γῇ ὑμῶν,
οὐ θλίψετε αὐτόν·
Λευ. 19,33 Εάν ξένος τις έλθη εις την χώραν σας, δεν θα τον
θλίψετε.
Λευ. 19,34 ὡς ὁ αὐτόχθων
ἐν ὑμῖν ἔσται ὁ προσήλυτος ὁ
προσπορευόμενος πρὸς ὑμᾶς, καὶ ἀγαπήσεις αὐτὸν
ὡς σεαυτόν, ὅτι προσήλυτοι ἐγενήθητε ἐν γῇ Αἰγύπτῳ·
ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,34 Ο ξένος αυτός ο ερχόμενος από άλλην χώραν προς σας
θα είναι, όπως ο εντόπιος, ο συμπατριώτης σας. Θα αγαπήσης και αυτόν όπως τον
εαυτόν σου, διότι και σεις υπήρξατε ξένοι εις την Αίγυπτον. Εγώ είμαι ο Κυριος
ο Θεός σας, που διατάσσω αυτά.
Λευ. 19,35 οὐ ποιήσετε ἄδικον
ἐν κρίσει, ἐν μέτροις καὶ ἐν σταθμοῖς καὶ ἐν
ζυγοῖς.
Λευ. 19,35 Δεν θα αδικήσετε κανένα, ούτε στο δικαστήριον ούτε
εις τα μέτρα μήκους, βάρους και χωρητικότητος· με κανένα από τα ζυγίσματά σας.
Λευ. 19,36 ζυγὰ δίκαια καὶ
σταθμία δίκαια καὶ χοῦς δίκαιος ἔσται ἐν ὑμῖν·
ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, ὁ ἐξαγαγὼν
ὑμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου.
Λευ. 19,36 Η ζυγαριά σας να είναι ακριβής, τα σταθμά δίκαια, το
πήλινον μέτρον των υγρών προϊόντων πρέπει να είναι σωστόν. Εγώ είμαι Κυριος ο
Θεός σας, ο οποίος σας έβγαλα ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου.
Λευ. 19,37 Καὶ φυλάξεσθε
πάντα τὸν νόμον μου καὶ πάντα τὰ προστάγματά μου καὶ
ποιήσετε αὐτά· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 19,37 Θα φυλάξετε όλον τον νόμον και όλας τας εντολάς μου·
θα εφαρμόσετε αυτάς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, που σας δίδω αυτάς τας
εντολάς.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
20
Λευ. 20,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 20,1 Ελάλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 20,2 καὶ τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ λαλήσεις· ἐάν τις ἀπὸ τῶν υἱῶν
Ἰσραὴλ ἢ ἀπὸ τῶν γεγενημένων προσηλύτων ἐν
Ἰσραήλ, ὃς ἂν δῷ τοῦ σπέρματος αὐτοῦ ἄρχοντι,
θανάτῳ θανατούσθω· τὸ ἔθνος τὸ ἐπὶ τῆς
γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν λίθοις.
Λευ. 20,2 “αυτά θα είπης στους Ισραηλίτας· Εάν κανείς από
τους Ισραηλίτας, η από τους ξένους που εγεννήθησαν μεταξύ των Ισραηλιτών, δώση
κάποιον εκ των απογόνων του εις ειδωλολάτρην άρχοντα, πρέπει να θανατώνεται. Η
κοινωνία της περιοχής εκείνης πρέπει να τον φονεύση με λιθοβολισμόν.
Λευ. 20,3 καὶ ἐγὼ
ἐπιστήσω τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον
καὶ ἀπολῶ αὐτὸν ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ,
ὅτι τοῦ σπέρματος αὐτοῦ ἔδωκεν ἄρχοντι, ἵνα
μιάνῃ τὰ ἅγιά μου καὶ βεβηλώσῃ τὸ ὄνομα
τῶν ἡγιασμένων μοι.
Λευ. 20,3 Εγώ θα στρέψω με οργήν το πρόσωπόν μου εναντίον του
ανθρώπου αυτού και θα τον εξολοθρεύσω εκ μέσου του λαού του, διότι έδωσε εκ των
απογόνων του εις ειδωλολάτρην άρχοντα και δια της πράξεώς του αυτής εμόλυνε τα
άγιά μου, εβεβήλωσε το όνομα των ηγιασμένων και αφιερωμένων εις εμέ.
Λευ. 20,4 ἐὰν δὲ
ὑπερόψει ὑπερίδωσιν οἱ αὐτόχθονες τῆς γῆς
τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου
ἐκείνου, ἐν τῷ δοῦναι αὐτὸν τοῦ
σπέρματος αὐτοῦ ἄρχοντι, τοῦ μὴ ἀποκτεῖναι
αὐτόν,
Λευ. 20,4 Εάν όμως δείξουν οι εντόπιοι αδιαφορίαν δια την
πράξιν του ανθρώπου εκείνου, ο οποίος έδωκε απόγονόν του ως υπηρέτην εις
ειδωλολάτρην άρχοντα και δεν τον θανατώσουν,
Λευ. 20,5 καὶ ἐπιστήσω
τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον
καὶ τὴν συγγένειαν αὐτοῦ καὶ ἀπολῶ αὐτὸν
καὶ πάντας τοὺς ὁμονοοῦντας αὐτῷ, ὥστε
ἐκπορνεύειν αὐτὸν εἰς τοὺς ἄρχοντας ἐκ
τοῦ λαοῦ αὐτῶν.
Λευ. 20,5 εγώ θα στρέψω με οργήν το πρόσωπόν μου εναντίον του
ανθρώπου εκείνου και της συγγενείας του και θα εξολοθρεύσω αυτόν και όλους
εκείνους, που συμφωνούν με αυτόν και συγκατατίθενται, ώστε αυτός αρνούμενος τον
αληθινόν Θεόν να παραδοθή εις αλλοφύλους άρχοντας.
Λευ. 20,6 καὶ ψυχή, ἣ
ἐὰν ἐπακολουθήσῃ ἐγγαστριμύθοις ἢ ἐπαοιδοῖς,
ὥστε ἐκπορνεῦσαι ὀπίσω αὐτῶν, ἐπιστήσω
τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὴν ψυχὴν ἐκείνην καὶ
ἀπολῶ αὐτὴν ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 20,6 Εάν κανείς ακολουθήση εγγαστριμύθους η αυτούς που
ψάλλουν μαγικάς ωδάς, ώστε αρνούμενος τον αληθινόν Θεόν να ακολουθή εκείνους,
εγώ θα στραφώ εναντίον του και θα τον εξολοθρεύσω εκ μέσου του λαού του.
Λευ. 20,7 καὶ ἔσεσθε ἅγιοι,
ὅτι ἅγιος ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν·
Λευ. 20,7 Αγιοι θα είσθε, διότι εγώ ο Κυριος και Θεός σας
είμαι άγιος.
Λευ. 20,8 καὶ φυλάξεσθε τὰ
προστάγματά μου καὶ ποιήσετε αὐτά· ἐγὼ Κύριος ὁ
ἁγιάζων ὑμᾶς.
Λευ. 20,8 Θα φυλάξετε τας εντολάς μου και θα τας εφαρμόσετε.
Εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος σας αγιάζω.
Λευ. 20,9 ἄνθρωπος ἄνθρωπος,
ὃς ἂν κακῶς εἴπῃ τὸν πατέρα αὐτοῦ
ἢ τὴν μητέρα αὐτοῦ, θανάτῳ θανατούσθω·
πατέρα αὐτοῦ ἢ μητέρα αὐτοῦ κακῶς εἶπεν;
ἔνοχος ἔσται.
Λευ. 20,9 Ανθρωπος, ο οποίος θα κακολογήση τον πατέρα του η
την μητέρα του, να τυμωρηθή με θάνατον. Εκακολόγησεν ένας υιός τον πατέρα του η
την μητέρα του; Είναι ένοχος θανάτου.
Λευ. 20,10 ἄνθρωπος ὃς ἂν
μοιχεύσηται γυναῖκα ἀνδρός, ἢ ὃς ἂν μοιχεύσηται
γυναῖκα τοῦ πλησίον, θανάτῳ θανατούσθωσαν, ὁ μοιχεύων
καὶ ἡ μοιχευομένη.
Λευ. 20,10 Ανθρωπος, ο οποίος θα κοιμηθή με γυναίκα ύπανδρον η με
την γυναίκα του πλησίον του, θα τιμωρηθούν και οι δύο με θάνατον και ο μοιχός
και η μοιχαλίς.
Λευ. 20,11 καὶ ἐάν τις
κοιμηθῇ μετὰ γυναικὸς τοῦ πατρὸς αὐτοῦ,
ἀσχημοσύνην τοῦ πατρὸς αὐτοῦ ἀπεκάλυψε,
θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἀμφότεροι ἔνοχοί εἰσι.
Λευ. 20,11 Εάν κανείς κοιμηθή με την μητρυιάν του, προσέβαλε
τον πατέρα του. Είναι και οι δύο ένοχοι θανάτου και πρέπει να θανατωθούν.
Λευ. 20,12 καὶ ἐάν τις
κοιμηθῇ μετὰ νύμφης αὐτοῦ, θανάτῳ θανατούσθωσαν ἀμφότεροι·
ἠσεβήκασι γάρ, ἔνοχοί εἰσι.
Λευ. 20,12 Εάν κανείς κοιμηθή με την νύμφην του, και οι δύο
πρέπει να τιμωρηθούν με θάνατον. Διότι ησέβησαν και είναι ένοχοι.
Λευ. 20,13 καὶ ὃς ἂν
κοιμηθῇ μετά ἄρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα ἐποίησαν ἀμφότεροι·
θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἔνοχοί εἰσιν.
Λευ. 20,13 Και εκείνος που εκοιμήθη με άρρενα, ως με γυναίκα,
και οι δύο διέπραξαν μυσαράν αμαρτίαν. ΕΙναι ένοχοι και πρέπει να τιμωρηθούν με
θάνατον.
Λευ. 20,14 ὃς ἂν λάβῃ
γυναῖκα καὶ τὴν μητέρα αὐτῆς, ἀνόμημά ἐστιν,
ἐν πυρὶ κατακαύσουσιν αὐτὸν καὶ αὐτάς, καὶ
οὐκ ἔσται ἀνομία ἐν ὑμῖν.
Λευ. 20,14 Εκείνός που θα λάβη ως συζύγους κόρην και μητέρα,
διαπράττει ανόμημα. Αυτός και εκείναι πρέπει να καούν, δια να μη υπάρχη τέτοια
παρανομία μεταξύ σας.
Λευ. 20,15 καὶ ὃς ἂν
δῷ κοιτασίαν αὐτοῦ ἐν τετράποδι, θανάτῳ
θανατούσθω, καὶ τὸ τετράπουν ἀποκτενεῖτε.
Λευ. 20,15 Εκείνος ο οποίος θα διαπράξη κτηνοβασίαν, θα
τιμωρηθή με θάνατον, το δε τετράποδον πρέπει να το φονεύσετε.
Λευ. 20,16 καὶ γυνή, ἥτις
προσελεύσεται πρὸς πᾶν κτῆνος βιβασθῆναι αὐτὴν
ὑπ᾿ αὐτοῦ, ἀποκτενεῖτε τὴν γυναῖκα
καὶ τὸ κτῆνος· θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἔνοχοί
εἰσιν.
Λευ. 20,16 Η γυνή, η οποία ήθελε προσέλθει εις οιονδήποτε ζώον
δια να αμαρτήση δι' αυτού, διαπράττει μεγάλην αμαρτίαν και πρέπει να θανατώσετε
αυτήν και το κτήνος. Θα τιμωρηθούν δια θανάτου, διότι είναι ένοχοι.
Λευ. 20,17 ὃς ἂν λάβῃ
τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ ἐκ πατρὸς αὐτοῦ
ἢ ἐκ μητρὸς αὐτοῦ καὶ ἴδῃ τὴν
ἀσχημοσύνην αὐτῆς καὶ αὕτη ἴδῃ τὴν
ἀσχημοσύνην αὐτοῦ, ὄνειδός ἐστιν, ἐξολοθρευθήσονται
ἐνώπιον υἱῶν γένους αὐτῶν· ἀσχημοσύνην
ἀδελφῆς αὐτοῦ ἀπεκάλυψεν, ἁμαρτίαν κομιοῦνται.
Λευ. 20,17 Εκείνος ο οποίος ήθελε πλησιάσει την ομοπάτριον η
ομομήτριον αδελφήν του δια να ίδη την ασχημοσύνην της και αυτή να ίδη την
ασχημοσύνην εκείνου, διέπραξαν και οι δύο επονείδιστον πράξιν. Θα εξολοθρευθούν
ενώπιον των συμπατριωτύν του, διότι αυτός απεκάλυψεν ο,τι δια λόγους αιδούς
έπρεπε να είναι κεκρυμεμένον. Θα λάβουν την τιμωρίαν της αμαρτίας των.
Λευ. 20,18 καὶ ἀνήρ, ὃς
ἂν κοιμηθῇ μετὰ γυναικὸς ἀποκαθημένης καὶ ἀποκαλύψῃ
τὴν ἀσχημοσύνην αὐτῆς, τὴν πηγὴν αὐτῆς
ἀπεκάλυψε, καὶ αὕτη ἀπεκάλυψε τὴν ῥύσιν τοῦ
αἵματος αὐτῆς· ἐξολοθρευθήσονται ἀμφότεροι ἐκ
τῆς γενεᾶς αὐτῶν.
Λευ. 20,18 Εάν κάποιος άνδρας κουμηθή μετά γυναικός, η οποία
ευρίσκεται εις την έμμηνον περίοδόν της, και ξεσικεπάση την ασχημοσύνην αυτής,
την πηγήν της εκροής του αίματος, και αυτή εκουσίως απεκάλυψε την ροήν του
αίματος αυτής, θα εξολοθρευθούν και οι δύο εκ μέσου της γενεάς αυτών.
Λευ. 20,19 καὶ ἀσχημοσύνην
ἀδελφῆς πατρός σου καὶ ἀδελφῆς μητρός σου οὐκ
ἀποκαλύψεις· τὴν γὰρ οἰκειότητα ἀπεκάλυψεν, ἁμαρτίαν
ἀποίσονται.
Λευ. 20,19 Δεν θα ξεσκεπάσης την ασχημοσύνην της αδελφής του
πατρός σου η της αδελφής της μητρός σου, της θείας σου (δια να έλθης εις γάμον
με αυτήν). Αυτός διαπράττει μεγάλην αμαρτίαν, διότι απογυμνώνει στενήν συγγενή
του. Και οι δύο φέρουν την ευθύνην της ανομίας των.
Λευ. 20,20 ὃς ἂν κοιμηθῇ
μετὰ τῆς συγγενοῦς αὐτοῦ, ἀσχημοσύνην τῆς
συγγενείας αὐτοῦ ἀπεκάλυψεν, ἄτεκνοι ἀποθανοῦνται.
Λευ. 20,20 Οιοσδηποτε θα κοιμηθή με συγγενικόν πρόσωπον και θα
αποκαλύψη την ασχημοσύνην του συγγενούς αυτού, αυτός και εκείνη θα αποθάνουν
άτεκνοι.
Λευ. 20,21 ὃς ἐὰν
λάβῃ γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ, ἀκαθαρσία
ἐστίν· ἀσχημοσύνην τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ
ἀπεκάλυψεν, ἄτεκνοι ἀποθανοῦνται.
Λευ. 20,21 Εκείνος ο οποίος θα λάβη ως σύζυγον την γυναίκα του
αδελφού του, διαπράττει ακάθαρτον πράξιν. Απεκάλυψε την ασχημοσύνην του αδελφού
του. Αυτός και εκείνη θα αποθάνουν άτεκνοι.
Λευ. 20,22 Καὶ φυλάξασθε πάντα
τὰ προστάγματά μου, καὶ τὰ κρίματά μου καὶ ποιήσετε αὐτά,
καὶ οὐ μὴ προσοχθίσῃ ὑμῖν ἡ γῆ,
εἰς ἣν ἐγὼ εἰσάγω ὑμᾶς ἐκεῖ
κατοικεῖν ἐπ᾿ αὐτῆς.
Λευ. 20,22 Προσέχετε ! Θα φυλάξετε όλας τας εντολάς μου και θα
εφαρμόσετε όλας τας αποφάσεις μου, δια να μη αγανακτήση και σας μισήση η γη,
εις την οποίαν εγώ σας οδηγώ δια να κατοικήσετε εις αυτήν.
Λευ. 20,23 καὶ οὐχὶ
πορεύεσθε τοῖς νομίμοις τῶν ἐθνῶν, οὓς ἐξαποστέλλω
ἀφ᾿ ὑμῶν· ὅτι ταῦτα πάντα ἐποίησαν,
καὶ ἐβδελυξάμην αὐτούς.
Λευ. 20,23 Δεν θα πορευθήτε σύμφωνα με τα έθιμα των εθνών, τα
οποία εγώ εκδιώκω από το πρόσωπόν σας. Επειδή ακριβώς τα έθνη αυτά διέπραξαν
τοιαύτας μυσαράς πράξεις, τα εμίσησα.
Λευ. 20,24 καὶ εἶπα ὑμῖν·
ὑμεῖς κληρονομήσετε τὴν γῆν αὐτῶν, καὶ
ἐγὼ δώσω ὑμῖν αὐτὴν ἐν κτήσει, γῆν
ῥέουσαν γάλα καὶ μέλι· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς
ὑμῶν, ὃς διώρισα ὑμᾶς ἀπὸ πάντων τῶν
ἐθνῶν.
Λευ. 20,24 Και είπα προς σας· σεις θα κληρονομήσετε την χώρα των
και εγώ θα δώσω εις σας ως ιδιοκτησίαν σας αυτήν, γην ρέουσαν γάλα και μέλι.
Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος σας εξεχώρισα και σας εξέλεξα από όλα τα
έθνη.
Λευ. 20,25 καὶ ἀφοριεῖτε
αὐτοὺς ἀνὰ μέσον τῶν κτηνῶν τῶν καθαρῶν
καὶ ἀνὰ μέσον τῶν κτηνῶν τῶν ἀκαθάρτων
καὶ ἀνὰ μέσον τῶν πετεινῶν τῶν καθαρῶν
καὶ τῶν ἀκαθάρτων, καὶ οὐ βδελύξετε τὰς ψυχὰς
ὑμῶν ἐν τοῖς κτήνεσι, καὶ ἐν τοῖς
πετεινοῖς καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἑρπετοῖς τῆς
γῆς, ἃ ἐγὼ ἀφώρισα ὑμῖν ἐν ἀκαθαρσίᾳ.
Λευ. 20,25 Σεις δε θα διαχωρίσετε τα καθαρά ζώα από τα ακάθαρτα,
τα καθαρά πτηνά από τα ακάθαρτα και δεν θα μολύνετε την ζωήν σας τρώγοντες
ακάθαρτα κτήνη και ακάθαρτα πτηνά και από όλα τα ερπετά της γης τα ακάθαρτα, τα
οποία εγώ έχω ορίσει ως ακάθαρτα.
Λευ. 20,26 καὶ ἔσεσθέ
μοι ἅγιοι, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν, ὁ ἀφορίσας ὑμᾶς ἀπὸ
πάντων τῶν ἐθνῶν, εἶναι ἐμοί.
Λευ. 20,26 Θα είσθε άγιοι εις εμέ, διότι είμαι άγιος εγώ, ο
Κυριος και ο Θεός σας, ο οποίος σας εξεχώρισα, από όλα τα έθνη, δια να είσθε
ιδικοί μου.
Λευ. 20,27 Καὶ ἀνὴρ
ἢ γυνή, ὃς ἂν γένηται αὐτῶν ἐγγαστρίμυθος ἢ
ἐπαοιδός, θανάτῳ θανατούσθωσαν ἀμφότεροι· λίθοις
λιθοβολήσετε αὐτούς, ἔνοχοί εἰσι.
Λευ. 20,27 Ανήρ η γυνή οι οποίοι ήθελον γίνει εγγαστρίμυθοι η
μάγοι ψάλλοντες μαγικάς ωδάς, θα τιμωρηθούν και οι δύο δια θανάτου, θα τους
εκτελέσετε δια λιθοβολισμού. Είναι ένοχοι.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
21
Λευ. 21,1 Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· εἶπον τοῖς ἱερεῦσι
τοῖς υἱοῖς Ἀαρὼν καὶ ἐρεῖς πρὸς
αὐτούς· ἐν ταῖς ψυχαῖς οὐ μιανθήσονται ἐν
τῷ ἔθνει αὐτῶν,
Λευ. 21,1 Είπεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν· “Λαλησε προς τους
υιούς του Ααρών, τους ιερείς, και ειπέ προς αυτούς· Δεν πρέπει να μιανθούν και
να καταστούν ακάθαρτοι πλησιάζοντες νεκρόν από τους ομοεθνείς των·
Λευ. 21,2 ἀλλ᾿ ἢ
ἐν τῷ οἰκείῳ τῷ ἔγγιστα αὐτῶν, ἐπὶ
πατρὶ καὶ μητρὶ καὶ υἱοῖς καὶ
θυγατράσιν, ἐπ᾿ ἀδελφῷ
Λευ. 21,2 μόνον επί τω θανάτω των πολύ στενών συγγενών των,
δηλαδή του πατρός, της μητρός, των υιών και θυγατέρων, του αδελφού των,
Λευ. 21,3 καὶ ἐπ᾿
ἀδελφῇ παρθένῳ τῇ ἐγγιζούσῃ αὐτῷ,
τῇ μὴ ἐκδεδομένῃ ἀνδρί, ἐπὶ τούτοις
μιανθήσεται.
Λευ. 21,3 της αδελφής των η οποία είναι παρθένος, μένει μαζή
των και δεν έχει ακόμη υπανδρευθή, επιτρέπεται να μιανθούν πλησιάζοντες αυτούς
ως νεκρούς.
Λευ. 21,4 οὐ μιανθήσεται ἐξάπινα
ἐν τῷ λαῷ αὐτοῦ εἰς βεβήλωσιν αὐτοῦ.
Λευ. 21,4 Δεν επιτρέπεται κανείς από τους υιούς Ααρών τους
ιερείς να μιανθή και να γίνη ακάθαρτος, βεβηλώνων έτσι το αξίωμά του, με το να
πλησιάση άλλον τινά νεκρόν εκ του λαού.
Λευ. 21,5 καὶ φαλάκρωμα οὐ
ξυρηθήσεσθε τὴν κεφαλὴν ἐπὶ νεκρῷ καὶ τὴν
ὄψιν τοῦ πώγωνος οὐ ξυρήσονται καὶ ἐπὶ τὰς
σάρκας αὐτῶν οὐ κατατεμοῦσιν ἐντομίδας.
Λευ. 21,5 Δεν θα ξυρίσουν την κεφαλήν των εις ένδειξιν
πένθους δια τον θάνατον τινος, ούτε θα ξυρίσουν το έμπρασθεν από την γενειάδα
των και δεν θα κάμουν εντομάς στο σώμα των.
Λευ. 21,6 ἅγιοι ἔσονται
τῷ Θεῷ αὐτῶν καὶ οὐ βεβηλώσουσι τὸ ὄνομα
τοῦ Θεοῦ αὐτῶν· τὰς γὰρ θυσίας Κυρίου
δῶρα τοῦ Θεοῦ αὐτῶν αὐτοὶ προσφέρουσι
καὶ ἔσονται ἅγιοι.
Λευ. 21,6 Πρέπει να είναι άγιοι αφιερωμένοι στον Θεόν και να
μη μιαίνουν το όνομα του Θεού των με τοιαύτας νομικώς ακαθάρτους πράξεις, διότι
αυτοί προσφέρουν τας αιματηράς και αναιμάκτους θυσίας προς τον Θεόν των. Δι'
αυτό και πρέπει να είναι καθαροί και αμόλυντοι.
Λευ. 21,7 γυναῖκα πόρνην καὶ
βεβηλωμένην οὐ λήψονται καὶ γυναῖκα ἐκβεβλημένην ἀπὸ
ἀνδρὸς αὐτῆς, ὅτι ἅγιός ἐστι Κυρίῳ
τῷ Θεῷ αὐτοῦ.
Λευ. 21,7 Οι ιερείς δεν θα νυμφευθούν γυναίκα πόρνην η και
απλώς απωλέσασαν την τιμήν της η γυναίκα την οποίαν διεζεύχθη ο ανήρ της, διότι
ο ιερεύς είναι άγιος, αφιερωμένος εις Κυριον τον Θεόν του.
Λευ. 21,8 καὶ ἁγιάσεις
αὐτόν. τὰ δῶρα Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν οὗτος
προσφέρει· ἅγιος ἔσται, ὅτι ἅγιος ἐγὼ
Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 21,8 Αυτόν τον καθαρόν και αμόλυντον ιερέα θα αφιερώσης
εις την υπηρεσίαν του Θεού. Αυτός θα προσφέρη τας θυσίας προς Κυριον τον Θεόν.
Θα είναι άγιος, διότι και εγώ, τον οποίον αυτός υπηρετεί, είμαι άγιος Κυριος,
και εγώ αγιάζω αυτούς.
Λευ. 21,9 καὶ θυγάτηρ ἀνθρώπου
ἱερέως ἐὰν βεβηλωθῇ τοῦ ἐκπορνεῦσαι,
τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς αὐτῆς αὐτὴ
βεβηλοῖ, ἐπὶ πυρὸς κατακαυθήσεται.
Λευ. 21,9 Εάν θυγάτηρ ιερέως μολυνθή εκτραπείσα εις πορνείαν
και κηλυδώση έτσι το όνομα του πατρός της, θα καταδικάζεται στον δια πυρός
θάνατον.
Λευ. 21,10 Καὶ ὁ ἱερεὺς
ὁ μέγας ἀπὸ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ,
τοῦ ἐπικεχυμένου ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ ἐλαίου
τοῦ χριστοῦ καὶ τετελειωμένου ἐνδύσασθαι τὰ ἱμάτια,
τὴν κεφαλὴν οὐκ ἀποκιδαρώσει καὶ τὰ ἱμάτια
οὐ διαῤῥήξει,
Λευ. 21,10 Ο μέγας όμως ιερεύς, ο αρχιερεύς μεταξύ όλου του
λαού, εις την κεφαλήν του οποίου εχύθη το άγιον έλαιον και εχρίσθη και έγινε
χριστός Κυρίου και κατέστη ικανός να ενδύεται τα αρχιερατικά άμφια, δεν θα
αφαιρέση το κάλυμμα της κεφαλής του, δεν θα γυμνώση αυτήν εις ένδειξιν πένθους
και δεν θα διαρρήξη τα ιμάτιά του.
Λευ. 21,11 καὶ ἐπὶ
πάσῃ ψυχῇ τετελευτηκυίᾳ οὐκ εἰσελεύσεται, ἐπὶ
πατρὶ αὐτοῦ οὐδὲ ἐπὶ μητρὶ αὐτοῦ
οὐ μιανθήσεται.
Λευ. 21,11 Δεν θα πλησιάση κανένα απολύτως νεκρόν. Ούτε τον
νεκρόν πατέρα του, ούτε την νεκράν μητέρα του, δια να μη μολυνθή και καταστή
νομικώς ακάθαρτος πλησιάζων τα νεκρά σώματα εκείνων.
Λευ. 21,12 καὶ ἐκ τῶν
ἁγίων οὐκ ἐξελεύσεται καὶ οὐ βεβηλώσει τὸ ἡγιασμένον
τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ, ὅτι τὸ ἅγιον ἔλαιον
τὸ χριστὸν τοῦ Θεοῦ ἐπ᾿ αὐτῷ·
ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 21,12 Δεν θα εξέλθη από την περιοχήν των ιερών τόπων, δια
να παρακολουθήση την κηδείαν, έστω και των γονέων του, δια να μη μολύνη το
αγιαστήριον του Θεού του, διότι αυτός ως χριστός Κυρίου εχρίσθη με το άγιον
έλαιον του Θεού, το οποίον εχύθη εις την κεφαλήν του και ευρίσκεται εις αυτόν.
Εγώ ο Κυριος παραγγέλλω !
Λευ. 21,13 οὗτος γυναῖκα
παρθένον ἐκ τοῦ γένους αὐτοῦ λήψεται·
Λευ. 21,13 Ο αρχιερεύς θα λάβη ως σύζυγον παρθένον εκ του
γένους του.
Λευ. 21,14 χήραν δὲ καὶ
ἐκβεβλημένην καὶ βεβηλωμένην καὶ πόρνην, ταύτας οὐ
λήψεται, ἀλλ᾿ ἢ παρθένον ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ
λήψεται γυναῖκα.
Λευ. 21,14 Δεν θα νυμφευθή χήραν η διεζευμένην η απολέσαααν την
τιμήν της η πόρνην. Θα νυμφευθή παρθένον εκ του λαού του.
Λευ. 21,15 καὶ οὐ
βεβηλώσει τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν τῷ λαῷ αὐτοῦ·
ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτόν.
Λευ. 21,15 Δεν θα μολύνη τους απογόνους του εγκαταλείπων υιούς
από διαβεβλημένην σύζυγόν του. Εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος αγιάζω και θέλω
άγιον αυτόν”.
Λευ. 21,16 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 21,16 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 21,17 εἶπον Ἀαρών·
ἄνθρωπος ἐκ τοῦ γένους σου εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν,
τινὶ ἐὰν ᾖ ἐν αὐτῷ μῶμος, οὐ
προσελεύσεται προσφέρειν τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ.
Λευ. 21,17 “ειπέ στον Ααρών· άνθρωπος από το γένος σου και εις
τας μετέπειτα γενεάς, ο οποίος θα έχη κάποιο σωματικόν ελάττωμα, δεν θα
προσέλθη να γίνη ιερεύς και να προσφέρη τας θυσίας προς τον Θεόν αυτού.
Λευ. 21,18 πᾶς ἄνθρωπος,
ᾧ ἐστιν ἐν αὐτῷ μῶμος, οὐ
προσελεύσεται, ἄνθρωπος τυφλὸς ἢ χωλὸς ἢ
κολοβόριν ἢ ὠτότμητος
Λευ. 21,18 Καθε άνθρωπος, δηλαδή, από τους απογόνους του Ααρών,
ο οποίος έχει κάποιο σωματικόν ελάττωμα, κάποιαν αναπηρίαν, ο οποίος είναι
τυφλός η χωλός η έχει κολοβήν και αντιφυσιολογικώς μικράν την ρίνα η έχει
κομμένα τα αυτιά,
Λευ. 21,19 ἢ ἄνθρωπος, ᾧ
ἂν ᾖ ἐν αὐτῷ σύντριμμα χειρός, ἢ σύντριμμα
ποδὸς
Λευ. 21,19 η άνθρωπος ο οποίος έχει σπασμένον το χέρι η
σπασμένον το ποδί,
Λευ. 21,20 ἢ κυρτὸς ἢ
ἔφηλος ἢ πτίλλος τοὺς ὀφθαλμοὺς ἢ ἄνθρωπος,
ᾧ ἂν ᾖ ἐν αὐτῷ ψώρα ἀγρία, ἢ
λειχὴν ἢ μονόρχις,
Λευ. 21,20 η είναι κύρτος η έχει στίγματα ωσάν καρφιά στο
πρόσωπόν του η έχει πρησμένα και μαδημένα τα βλέφαρα η έχει, αγρίαν ψώραν η
λειχήνας, η είναι μονόρχις,
Λευ. 21,21 πᾶς ᾧ ἐστιν
ἐν αὐτῷ μῶμος ἐκ τοῦ σπέρματος Ἀαρὼν
τοῦ ἱερέως, οὐκ ἐγγιεῖ τοῦ προσενεγκεῖν
τὰς θυσίας τῷ Θεῷ σου, ὅτι μῶμος ἐν αὐτῷ·
τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ οὐ προσελεύσεται προσενεγκεῖν.
Λευ. 21,21 οιοσδήποτε από τους απογόνους του Ααρών, ο οποίος
έχει κάποιο σωματικόν ελάττωμα, δεν θα πλησιάση στο θυσιαστήριον, δια να
προσφέρη θυσίας στον Θεόν, διότι έχει σωματικόν μειονέκτημα· όχι, δεν θα
πλησιάση να προσφέρη τα δώρα του Θεού.
Λευ. 21,22 τὰ δῶρα τοῦ
Θεοῦ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, καὶ ἀπὸ
τῶν ἁγίων φάγεται·
Λευ. 21,22 Τα δώρα του Θεού είναι αγιώτατα, και από τα άγια αυτά
επιτρέπεται να φάγη ο ιερεύς ο έχων σωματικόν ελάττωμα.
Λευ. 21,23 πλὴν πρὸς τὸ
καταπέτασμα οὐ προσελεύσεται καὶ πρὸς τὸ θυσιαστήριον οὐκ
ἐγγιεῖ, ὅτι μῶμον ἔχει· καὶ οὐ
βεβηλώσει τὸ ἅγιον τοῦ Θεοῦ αὐτοῦ, ὅτι
ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 21,23 Αλλά δεν θα πλησιάση στο καταπέτασμα και δεν θα
εγγίση στο θυσιαστήριον, διότι έχει σωματικήν αναπηρίαν. Δεν θα μολύνη τον
ιερόν χώρον του Θεού του, διότι εγώ είμαι ο Κυριος ο οποίος αγιάζω τους
ιερείς”.
Λευ. 21,24 καὶ ἐλάλησε
Μωυσῆς πρὸς Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς
αὐτοῦ καὶ πρὸς πάντας υἱοὺς Ἰσραήλ.
Λευ. 21,24 Αυτάς τας εντολάς του Θεού τας ανεκοίνωσεν ο Μωϋσής
στον Ααρών, στους υιούς του Ααρών και εις όλους τους Ισραηλίτας.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
22
Λευ. 22,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 22,1 Ο Κυριος ομίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 22,2 εἶπον Ἀαρὼν
καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ· καὶ
προσεχέτωσαν ἀπὸ τῶν ἁγίων τῶν υἱῶν Ἰσραήλ,
καὶ οὐ βεβηλώσουσι τὸ ὄνομα τὸ ἅγιόν μου, ὅσα
αὐτοὶ ἁγιάζουσί μοι· ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 22,2 “ειπέ στον Ααρών και τους υιούς του τους ιερείς· Να
προσέχουν τας θυσίας, τας οποίας προσφέρουν οι Ισραηλίται, ώστε να είναι
καθαραί και άγιαι, δια να μη μολύνουν το άγιον όνομά μου με όσα αυτοί θα μου
προσφέρουν. Εγώ είμαι ο Κυριος !
Λευ. 22,3 εἶπον αὐτοῖς·
εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν πᾶς ἄνθρωπος, ὃς
ἂν προσέλθῃ ἀπὸ παντὸς τοῦ σπέρματος ὑμῶν
πρὸς τὰ ἅγια, ὅσα ἂν ἁγιάζωσιν οἱ υἱοὶ
Ἰσραὴλ τῷ Κυρίῳ, καὶ ἡ ἀκαθαρσία αὐτοῦ
ἐπ᾿ αὐτῷ ᾖ, ἐξολοθρευθήσεται ἡ ψυχὴ
ἐκείνη ἀπ᾿ ἐμοῦ· ἐγὼ Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 22,3 Ειπέ εις αυτούς· εάν εις τας δια μέσου των αιώνων
γενεάς σας ένας άνθρωπος εκ των απογόνων της ιερατικής φυλής σας προσέλθη προς
τα Αγια της Σκηνής του Μαρτυρίου, δια να προσφέρη τας θυσίας, τας οποίας οι
Ισραηλίται φέρουν δια τον Θεόν, και είναι αυτός ακάθαρτος, θα εξολοθρευθή ο
ιερεύς εκείνος από εμέ. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος διατάσσω αυτά.
Λευ. 22,4 καὶ ἄνθρωπος
ἐκ τοῦ σπέρματος Ἀαρὼν τοῦ ἱερέως καὶ
οὗτος λεπρᾷ ἢ γονοῤῥυεῖ, τῶν ἁγίων
οὐκ ἔδεται, ἕως ἂν καθαρισθῇ· καὶ ὁ
ἁπτόμενος πάσης ἀκαθαρσίας ψυχῆς ἢ ἄνθρωπος, ᾧ
ἂν ἐξέλθῃ ἐξ αὐτοῦ κοίτη σπέρματος,
Λευ. 22,4 Ανθρωπος, απόγονος του αρχιερέως Ααρών, λεπρός η
γονορρυής, δεν θα φάγη από τας αγίας θυσίας, μέχρις ότου καθαρισθή. Εκείνος
επίσης ο οποίος εγγίζει ακάθαρτον άνθρωπον η ο ίδιος είναι ακάθαρτος, διότι
έπαθε νυκτερινήν ρεύσιν,
Λευ. 22,5 ἢ ὅστις ἂν
ἅψηται παντὸς ἑρπετοῦ ἀκαθάρτου, ὃ μιανεῖ
αὐτόν, ἢ ἐπ᾿ ἀνθρώπῳ, ἐν ᾧ
μιανεῖ αὐτὸν κατὰ πᾶσαν ἀκαθαρσίαν αὐτοῦ·
Λευ. 22,5 η εκείνος ο οποίος θα εγγίση οιονδήποτε ακάθαρτον
ζώον, το οποίον θα μολύνη αυτόν η άνθρωπος ο οποίος κατά κάποιον οιονδήποτε
τρόπον κατέστη ακάθαρτος και μολυσμένος από κάποιον άλλον,
Λευ. 22,6 ψυχὴ ἥτις ἐὰν
ἅψηται αὐτῶν, ἀκάθαρτος ἔσται ἕως ἑσπέρας·
οὐκ ἔδεται ἀπὸ τῶν ἁγίων, ἐὰν μὴ
λούσηται τὸ σῶμα αὐτοῦ ὕδατι
Λευ. 22,6 Ο άνθρωπος αυτός ο οποίος, έστω και ακουσίως,
ήγγισεν αυτούς, θα είναι ακάθαρτος έως την εσπέραν. Δεν θα φάγη από τα
προσφερθέντα άγια, εάν πρώτον δεν λούση το σώμα αυτού με νερό.
Λευ. 22,7 καὶ δύῃ ὁ
ἥλιος καὶ καθαρὸς ἔσται, καὶ τότε φάγεται τῶν
ἁγίων, ὅτι ἄρτος αὐτοῦ ἐστι.
Λευ. 22,7 Θα δύση ο ήλιος και τότε αυτός θα είναι καθαρός,
οπότε και θα δυνηθή να φάγη από τας προσφερθείσας θυσίας διότι αυταί είναι η
καθημερινή του διατροφή.
Λευ. 22,8 θνησιμαῖον καὶ
θηριάλωτον οὐ φάγεται, μιανθῆναι αὐτὸν ἐν αὐτοῖς·
ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 22,8 Θνησιμαίον και ζώον κατασπαραχθέν από θηρίον δεν θα
φάγη ο ιερεύς, δια να μη μολυνθή με αυτά. Εγώ είμαι ο Κυριος !
Λευ. 22,9 καὶ φυλάξονται τὰ
φυλάγματά μου, ἵνα μὴ λάβωσι δι᾿ αὐτὰ ἁμαρτίαν
καὶ ἀποθάνωσι δι᾿ αὐτά, ἐὰν βεβηλώσωσιν αὐτά·
ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὁ ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 22,9 Θα φυλάξουν τα προστάγματά μου, δια να μη
διαπράξουν αμαρτίαν και τιμωρηθούν με θάνατον, εάν τα παραβούν. Εγώ είμαι
Κυριος ο Θεός, ο οποίος καθιστώ και θέλω αγίους τους ιερείς.
Λευ. 22,10 καὶ πᾶς ἀλλογενὴς
οὐ φάγεται ἅγια· πάροικος ἱερέως ἢ μισθωτὸς
οὐ φάγεται ἅγια.
Λευ. 22,10 Κανένας που δεν κατάγεται από ιερατικόν γένος, δεν θα
φάγη από τας αγιασθείσας αυτάς τροφάς ούτε ο φιλοξενούμενος ξένος του ιερέως
ούτε ο ημερομίσθιος εργάτης θα φάγη ιεράς τροφάς.
Λευ. 22,11 ἐὰν δὲ
ἱερεὺς κτήσηται ψυχὴν ἔγκτητον ἀργυρίου, οὗτος
φάγεται ἐκ τῶν ἄρτων αὐτοῦ· καὶ οἱ
οἰκογενεῖς αὐτοῦ, καὶ οὗτοι φάγονται τὸν
ἄρτον αὐτοῦ.
Λευ. 22,11 Εάν όμως ο ιερεύς αγοράση δια χρημάτων και αποκτήση
άνθρωπον ως δούλον, αυτός ημπορεί να φάγη από τας ηγιασμένας τροφάς του ιερέως.
Επίσης όσοι, γεννηθούν στον οίκον του ιερέως από τον δούλον του και θα είναι
δούλοι του ημπορούν να φάγουν από τας τροφάς αυτάς.
Λευ. 22,12 καὶ θυγάτηρ ἀνθρώπου
ἱερέως ἐὰν γένηται ἀνδρὶ ἀλλογενεῖ, αὐτὴ
τῶν ἀπαρχῶν ἁγίου οὐ φάγεται.
Λευ. 22,12 Θυγάτηρ ιερέως, η οποία ήθελεν υπανδρευθή άνδρα μη
ανείκοντα εις την φυλήν Λευϊ, δεν δύναται να φάγη από τας προσφερομένας στον
ναόν θυσίας.
Λευ. 22,13 καὶ θυγάτηρ ἱερέως
ἐὰν γένηται χήρα ἢ ἐκβεβλημένη, σπέρμα δὲ μὴ
ᾖ αὐτῇ, ἐπαναστρέψει ἐπὶ τὸν οἶκον
τὸν πατρικὸν κατὰ τὴν νεότητα αὐτῆς, ἀπὸ
τῶν ἄρτων τοῦ πατρὸς αὐτῆς φάγεται· καὶ
πᾶς ἀλλογενὴς οὐ φάγεται ἀπ᾿ αὐτῶν.
Λευ. 22,13 Εάν όμως η θυγάτηρ του ιερέως χηρεύση η διαζευχθή,
δεν έχη δε αποκτήσει παιδί και επιστρέψη στον πατρικόν της οίκον, δύναται να
φάγη από την τροφήν του πατρός της. Αλλά κανείς μη ανήκων εις την ιερατικήν
οικογένειαν, κανείς δηλαδή εξ άλλης φυλής, δεν πρέπει να φάγη από αυτά.
Λευ. 22,14 καὶ ἄνθρωπος,
ὃς ἂν φάγῃ ἅγια κατ᾿ ἄγνοιαν, καὶ
προσθήσει τὸ ἐπίπεμπτον αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτὸ
καὶ δώσει τῷ ἱερεῖ τὸ ἅγιον.
Λευ. 22,14 Ο Ισραηλίτης, ο οποίος από άγνοιαν θα φάγη από τας
αγίας τροφάς του ιερέως, θα επιστρέψη την τροφήν αυτήν, προσθέτων ως πρόστιμον
το εν πέμπτον επί πλέον της τροφής και θα τα δώση στον ιερέα.
Λευ. 22,15 καὶ οὐ
βεβηλώσουσι τὰ ἅγια τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἃ
αὐτοὶ ἀφαιροῦσι τῷ Κυρίῳ,
Λευ. 22,15 Δεν πρέπει όσοι δεν είναι ιερείς να τρώγουν και να
βεβηλώνουν έτσι τας ηγιασμένας προσφοράς, τας οποίας οι Ισραηλίται αφιερώνουν
στον Κυριον,
Λευ. 22,16 καὶ ἐπάξουσιν
ἐφ᾿ ἑαυτοὺς ἀνομίαν πλημμελείας ἐν τῷ
ἐσθίειν αὐτοὺς τὰ ἅγια αὐτῶν· ὅτι
ἐγὼ Κύριος ὁ ἁγιάζων αὐτούς.
Λευ. 22,16 διότι άλλως θα επισύρουν την τιμωρίαν εκ μέρους του
Θεού δια την παρανομίαν των αυτήν και την αμαρτίαν των να φάγουν τας ηγιασμένας
τροφάς. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός, ο οποίος αγιάζω τους ιερείς και διατάσσω
αυτά”.
Λευ. 22,17 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 22,17 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 22,18 λάλησον Ἀαρὼν
καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ καὶ πάσῃ
συναγωγῇ Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς·
ἄνθρωπος ἄνθρωπος ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ,
ἢ τῶν προσηλύτων τῶν προσκειμένων πρὸς αὐτοὺς
ἐν Ἰσραήλ, ὃς ἂν προσενέγκῃ τὰ δῶρα αὐτοῦ
κατὰ πᾶσαν ὁμολογίαν αὐτῶν ἢ κατὰ πᾶσαν
αἵρεσιν αὐτῶν, ὅσα ἂν προσενέγκωσι τῷ Θεῷ
εἰς ὁλοκαύτωμα,
Λευ. 22,18 “ομίλησε προς τον Ααρών, προς τους υιούς του τους
ιερείς και προς όλον τον λαόν του Ισραήλ και ειπέ προς αυτούς· Εάν ένας
άνθρωπος από τους Ισραηλίτας η από τους ξένους οι οποίοι κατοικούν μεταξύ σας
προσφέρη την θυσίαν αυτού δι' οιονδήποτε τάξιμόν του η δια χάποιαν άλλην
αυτοπροαίρετον προσφοράν, αυτά τα οποία θα προσφέρουν οι ιερείς ως ολοκαυτώματα
προς τον Κυριον
Λευ. 22,19 δεκτὰ ὑμῖν
ἄμωμα ἄρσενα ἐκ τῶν βουκολίων ἢ ἐκ τῶν
προβάτων καὶ ἐκ τῶν αἰγῶν.
Λευ. 22,19 θα γίνωνται δεκτά από σας, εάν είναι άρρενα χωρίς
κανένα σωματικόν ελάττωμα από την αγέλην των βοών η των προβάτων η των αιγών
σας.
Λευ. 22,20 πάντα, ὅσα ἂν
ἔχῃ μῶμον ἐν αὐτῷ, οὐ προσάξουσι Κυρίῳ,
διότι οὐ δεκτὸν ἔσται ὑμῖν.
Λευ. 22,20 Εάν κανένα από αυτά έχη σωματικόν τι ελάττωμα, δεν θα
το προσφέρουν στον Κυριον, διότι δεν θα γίνεται δεκτόν από σας.
Λευ. 22,21 καὶ ἄνθρωπος
ὃς ἂν προσενέγκῃ θυσίαν σωτηρίου τῷ Κυρίῳ
διαστείλας εὐχὴν ἢ κατὰ αἵρεσιν ἢ ἐν
ταῖς ἑορταῖς ὑμῶν, ἐκ τῶν βουκολίων ἢ
ἐκ τῶν προβάτων ἄμωμον ἔσται εἰσδεκτόν, πᾶς
μῶμος οὐκ ἔσται ἐν αὐτῷ.
Λευ. 22,21 Ανθρωπος, ο οποίος θα προσφέρη ειρηνικήν
ευχαριστήριον θυσίαν προς τον Κυριον εις εκτέλεσιν ταξίματός του η άλλης τινός
καλής επιθυμίας του η λόγω των εορτών σας, το προσφερόμενον προς θυσίαν ζώον
από την αγέλην των βοών η των προβάτων θα γίνεται δεκτόν από σας, εφ' όσον θα είναι
σωματικώς αρτιμελές. Ουδέν ελάττωμα πρέπει να υπάρχη εις αυτό.
Λευ. 22,22 τυφλὸν ἢ
συντετριμμένον ἢ γλωσσότμητον ἢ μυρμηκιῶντα ἢ ψωραγριῶντα
ἢ λειχῆνας ἔχοντα, οὐ προσάξουσι ταῦτα τῷ
Κυρίῳ. καὶ εἰς κάρπωσιν οὐ δώσετε ἀπ᾿ αὐτῶν
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 22,22 Ζώον τυφλόν η έχον κάταγμα η κομμένην την γλώσσαν,
πάσχον από φαγούραν η από αγρίαν ψώραν η έχει λειχήνας, δεν θα προσφέρουν
τέτοια ζώα στον Κυριον. Δεν θα τα δώσετε να θυσιασθούν στο θυσιαστήριον των
ολοκαυτωμάτων ως πρόσφοράν στον Κυριον.
Λευ. 22,23 καὶ μόσχον ἢ
πρόβατον ὠτότμητον ἢ κολοβόκερκον σφάγια ποιήσεις αὐτὰ
σεαυτῷ, εἰς δὲ εὐχήν σου οὐ δεχθήσεται.
Λευ. 22,23 Μοσχάρι η πρόβατον που έχουν κομμένα τα αυτιά των η
κολοβήν την ουράν των θα τα δεχθήτε και θα τα σφάξετε ως τροφήν ιδικήν σας. Ως
θυσίαν όμως δια το τάξιμόν σου δεν θα γίνωνται δεκτά.
Λευ. 22,24 θλαδίαν καὶ ἐκτεθλιμμένον
καὶ ἐκτομίαν καὶ ἀπεσπασμένον οὐ προσάξεις αὐτὰ
τῷ Κυρίῳ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς ὑμῶν
οὐ ποιήσετε.
Λευ. 22,24 Ζώον του οποίου οι όρχεις είναι ολίγον η πολύ σπασμένοι
δια συνθλίψεως η κομμένοι η απεσπασμένοι, δεν θα το προσφέρης στον Κυριον και
εις την περιοχήν που κατοικείτε δεν θα κάμνετε σεις δι' ευνουχισμού τέτοια ζώα.
Λευ. 22,25 καὶ ἐκ χειρὸς
ἀλλογενοῦς οὐ προσοίσετε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ
ὑμῶν ἀπὸ πάντων τούτων, ὅτι φθάρματά ἐστιν ἐν
αὐτοῖς, μῶμος ἐν αὐτοῖς, οὐ
δεχθήσεται ταῦτα ὑμῖν.
Λευ. 22,25 Και από τα χέρια ξένου δεν θα δεχθήτε τέτοια ζώα, δια
να τα προσφέρετε θυσίαν στον Θεόν, διότι αυτά έχουν υποστή φθοράν,
ακρωτηριασμόν· υπάρχει σωματικόν ελάττωμα εις αυτά. Δεν θα τα δεχθήτε, δια να
τα προσφέρετε θυσίαν”.
Λευ. 22,26 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 22,26 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 22,27 μόσχον ἢ πρόβατον ἢ
αἶγα, ὡς ἂν τεχθῇ, καὶ ἔσται ἑπτὰ
ἡμέρας ὑπὸ τὴν μητέρα, τῇ δὲ ἡμέρᾳ
τῇ ὀγδόῃ καὶ ἐπέκεινα δεχθήσεται εἰς δῶρα,
κάρπωμα Κυρίῳ.
Λευ. 22,27 “μοσχάρι η πρόβατον η, ερίφιον, όταν γεννηθή, θα
μείνη επτά ημέρας κοντά εις την μητέρα του. Από την ογδόην ημέραν και πέραν
δύναται να προσφερθή και να γίνη δεκτόν ως θυσία δια τον Κυριον.
Λευ. 22,28 καὶ μόσχον καὶ
πρόβατον, αὐτὴν καὶ τὰ παιδία αὐτῆς, οὐ
σφάξεις ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ.
Λευ. 22,28 Μοσχάρι και πρόβατον, την μητέρα και τα τέκνα της δεν
θα τα σφάξης κατά την αυτήν ημέραν.
Λευ. 22,29 ἐὰν δὲ
θύσῃς θυσίαν εὐχὴν χαρμοσύνην Κυρίῳ, εἰσδεκτὸν
ὑμῖν θύσετε αὐτό·
Λευ. 22,29 Εάν προσφέρης θυσίαν στον Κυριον εις εκπλήρωσιν
χαρμοσύνου τάματος, θα την προσφέρης κατά τον πρέποντα τρόπον, ώστε να γίνη
δεκτή από τον Θεόν.
Λευ. 22,30 αὐτῇ τῇ
ἡμέρᾳ ἐκείνῃ βρωθήσεται, οὐκ ἀπολείψετε ἀπὸ
τῶν κρεῶν εἰς τὸ πρωΐ· ἐγώ εἰμι
Κύριος.
Λευ. 22,30 Θα φαγωθή η θυσία αυτή κατά την ημέραν, κατά την
οποίαν και θα προσφερθή. Δεν θα αφήσετε υπολείμματα από τα κρέατα αυτά έως το
πρωί της επομένης ημέρας. Εγώ είμαι ο Κυριος!
Λευ. 22,31 Καὶ φυλάξετε τὰς
ἐντολάς μου καὶ ποιήσετε αὐτάς.
Λευ. 22,31 Θα φυλάξετε τας εντολάς μου και θα τας εφαρμόσετε.
Λευ. 22,32 καὶ οὐ
βεβηλώσετε τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου, καὶ ἁγιασθήσομαι
ἐν μέσῳ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ· ἐγὼ
Κύριος ὁ ἁγιάζων ὑμᾶς,
Λευ. 22,32 Τηρούντες αυτάς δεν θα μολύνετε το άγιον όνομά μου.
Ετσι θα είμαι άγιος μεταξύ σας και θα δοξάζωμαι από τους Ισραηλίτας. Εγώ είμαι
ο Κυριος, ο οποίος σας ηγίασα και σας καθιέρωσα εις την διακονίαν μου.
Λευ. 22,33 ὁ ἐξαγαγὼν
ὑμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ὥστε εἶναι ὑμῶν
Θεός, ἐγὼ Κύριος.
Λευ. 22,33 Εγώ είμαι εκείνος, ο οποίος σας έβγαλα από την
δουλείαν της Αιγύπτου, ώστε να είμαι ο Θεός σας. Εγώ είμαι ο Κυριος.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
23
Λευ. 23,1 Καὶ εἶπε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 23,1 Ο Κυριος ώμιλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 23,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· αἱ
ἑορταὶ Κυρίου, ἃς καλέσετε αὐτὰς κλητὰς ἁγίας,
αὗταί εἰσιν αἱ ἑορταί μου.
Λευ. 23,2 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ προς αυτούς·
Αι προς τιμήν του Κυρίου εορταί, τας οποίας θα αναγνωρίσετε ως καθιερωμένας
αγίας εορτάς, είναι αι εξής·
Λευ. 23,3 ἓξ ἡμέρας
ποιήσεις ἔργα, τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ
σάββατα ἀνάπαυσις κλητὴ ἁγία τῷ Κυρίῳ· πᾶν
ἔργον οὐ ποιήσεις, σάββατά ἐστι τῷ Κυρίῳ ἐν
πάσῃ κατοικίᾳ ὑμῶν.
Λευ. 23,3 εξ ημέρας θα εργάζεσαι, η δε εβδόμη ημέρα θα είναι
δια σε σάβατα, δηλαδή ανάπαυσις. Η ημέρα αυτή θα είναι αγία, καθιερωμένη στον
Κυριον. Κατά την ημέραν αυτήν καμμίαν εργασίαν δεν θα κάμης, διότι θα είναι
ανάπαυσις προς χάριν του Κυρίου εις όλους τους οίκους σας.
Λευ. 23,4 Αὗται αἱ ἑορταὶ
τῷ Κυρίῳ κληταὶ ἅγιαι, ἃς καλέσετε αὐτὰς
ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν.
Λευ. 23,4 Αυταί είναι αι εορταί, αι προς τιμήν του Κυρίου, αι
οποίαι θα είναι καθωρισμέναι άγιαι και τας οποίας θα τηρήτε και θα εορτάζετε
στους ορισμένους δι' αυτάς καιρούς.
Λευ. 23,5 ἐν τῷ πρώτῳ
μηνὶ ἐν τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ
μηνός, ἀνὰ μέσον τῶν ἑσπερινῶν πάσχα τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 23,5 Κατά την δεκάτην τετάρτην του πρώτου μηνός, την
εσπέραν, θα εορτάζετε το Πασχα προς τιμήν του Κυρίου.
Λευ. 23,6 καὶ ἐν τῇ
πεντεκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς τούτου ἑορτὴ
τῶν ἀζύμων τῷ Κυρίῳ· ἑπτὰ ἡμέρας
ἄζυμα ἔδεσθε.
Λευ. 23,6 Κατά την δεκάτην πέμπτην ημέραν του ιδίου μηνός θα
είναι η εορτή των αζύμων προς τιμήν του Κυρίου. Επί επτά ημέρας θα τρώγετε
άρτον χωρίς προζύμι.
Λευ. 23,7 καὶ ἡμέρα ἡ
πρώτη κλητὴ ἁγία ἔσται ὑμῖν, πᾶν ἔργον
λατρευτὸν οὐ ποιήσετε·
Λευ. 23,7 Η πρώτη ημέρα θα είναι δια σας αφιερωμένη προς τον
Κυριον και αγία. Καμμίαν εργασίαν δεν θα κάμετε κατά την ημέραν αυτήν.
Λευ. 23,8 καὶ προσάξετε ὁλοκαυτώματα
τῷ Κυρίῳ ἑπτὰ ἡμέρας· καὶ ἡ ἡμέρα
ἡ ἑβδόμη κλητὴ ἁγία ἔσται ὑμῖν, πᾶν
ἔργον λατρευτὸν οὐ ποιήσετε.
Λευ. 23,8 Κατά τας επτά ημέρας θα προσφέρετε στον Κυριον τας
θυσίας των ολοκαυτωμάτων. Η εβδόμη ημέρα θα είναι δια σας επίσης καθιερωμένη
προς τον Θεόν, αγία. Καμμίαν βαρείαν εργασίαν δεν θα κάμετε κατά την ημέραν
αυτήν”.
Λευ. 23,9 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 23,9 Ο Κυριος ελάλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 23,10 εἶπον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ὅταν
εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν, ἣν ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν,
καὶ θερίζητε τὸν θερισμὸν αὐτῆς, καὶ οἴσετε
τὸ δράγμα ἀπαρχὴν τοῦ θερισμοῦ ὑμῶν
πρὸς τὸν ἱερέα·
Λευ. 23,10 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ προς αυτούς·
Οταν εισέλθετε εις την γην, την οποίαν εγώ σας δίδω και θα θερίζετε τα σιτηρά
αυτής, θα φέρετε στον ιερέα προς ευλογίαν ένα δεμάτι, απαρχήν του θερισμού σας.
Λευ. 23,11 καὶ ἀνοίσει
τὸ δράγμα ἔναντι Κυρίου δεκτὸν ὑμῖν, τῇ ἐπαύριον
τῆς πρώτης ἀνοίσει αὐτὸ ὁ ἱερεύς.
Λευ. 23,11 Ο δε ιερεύς θα προσφέρη το δεμάτι αυτό ενώπιον του
Κυρίου, δια να γίνη δεκτόν από αυτόν προς χάριν ιδικήν σας. Θα το προσφέρ δε
την επομένην ημέραν της πρώτης του Πασχα.
Λευ. 23,12 καὶ ποιήσετε ἐν
τῇ ἡμέρᾳ, ἐν ᾗ ἂν φέρητε τὸ δράγμα,
πρόβατον ἄμωμον ἐνιαύσιον εἰς ὁλοκαύτωμα τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 23,12 Την ημέραν, κατά την οποίαν θα φέρετε το δεμάτι
αυτό, θα προσφέρετε και ως ολοκαύτωμα δια τον Κυριον πρόβατον ενός έτους,
αρτιμελές.
Λευ. 23,13 καὶ τὴν
θυσίαν αὐτοῦ δύο δέκατα σεμιδάλεως ἀναπεποιημένης ἐν ἐλαίῳ·
θυσία τῷ Κυρίῳ, ὀσμὴ εὐωδίας Κυρίῳ· καὶ
σπονδὴν αὐτοῦ τὸ τέταρτον τοῦ εἲν οἴνου.
Λευ. 23,13 Μαζή με αυτό θα προσφέρετε ως αναίμακτον θυσίαν προς
τον Κυριον δύο δέκατα (επτά και ήμισυ περίπου κιλά) σημιγδάλι ζυμωμένον με
λάδι. Είναι αυτό θυσία προς τον Κυριον, ευάρεστος οσμή ευωδίας προς αυτόν. Και
ως σπονδήν θα προσφέρετε ένα τέταρτον του ειν (ένα και ήμισυ περίπου
χιλιόγραμμον) οίνου.
Λευ. 23,14 καὶ ἄρτον καὶ
πεφρυγμένα χίδρα νέα οὐ φάγεσθε ἕως εἰς αὐτὴν τὴν
ἡμέραν ταύτην, ἕως ἂν προσενέγκητε ὑμεῖς τὰ
δῶρα τῷ Θεῷ ὑμῶν· νόμιμον αἰώνιον εἰς
τὰς γενεὰς ὑμῶν ἐν πάσῃ κατοικίᾳ ὑμῶν.
Λευ. 23,14 Μέχρι δε της ημέρας κατά την οποίαν θα προσφέρετε
αυτά τα δώρα προς τον Θεόν σας, δεν θα φάγετε νέον άρτον ούτε ξεροψημένο
χονδροκομμένο φρέσκο σιτάρι. Η εντολή μου αυτή θα είναι αιώνιος νόμος εις όλας
τας γενεάς σας και εις κάθε κατοικίαν σας.
Λευ. 23,15 Καὶ ἀριθμήσετε
ὑμῖν ἀπὸ τῆς ἐπαύριον τῶν σαββάτων, ἀπὸ
τῆς ἡμέρας ἧς ἂν προσενέγκητε τὸ δράγμα τοῦ
ἐπιθέματος, ἑπτὰ ἑβδομάδας ὁλοκλήρους,
Λευ. 23,15 Θα μετρήσετε από την επομένην της προς ανάπαυσιν
ημέρας εκείνης, κατά την οποίαν προσεφέρατε και παρεθέσατε ενώπιον του Κυρίου
το δεμάτι επτά ολοκλήρους εβδομάδας.
Λευ. 23,16 ἕως τῆς ἐπαύριον
τῆς ἐσχάτης ἑβδομάδος ἀριθμήσετε πεντήκοντα ἡμέρας
καὶ προσοίσετε θυσίαν νέαν τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 23,16 Αι ημέραι αυταί υπολογιζομεναι μέχρι της επομένης
ημέρας της τελευταίας εβδομάδος είναι πεντήκοντα. Κατά την πεντηκοστήν αυτήν
ημέραν θα προσφέρετε νέαν θυσίαν στον Κυριον.
Λευ. 23,17 ἀπὸ τῆς
κατοικίας ὑμῶν προσοίσετε ἄρτους ἐπίθεμα, δύο ἄρτους·
ἐκ δύο δεκάτων σεμιδάλεως ἔσονται, ἐζυμωμένοι πεφθήσονται
πρωτογεννημάτων τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 23,17 Από τον οίκον σας δηλαδή, θα προσφέρετε ως θυσίαν
παρουσιάσεως προς τον Κυριον δύο άρτους· αυτοί θα είναι ζυμωμένοι με δύο δέκατα
σημιγδάλι (επτά και ήμισυ περίπου κιλά) και ψημένοι, από τα πρωτογεννήματα του
αγρού σας, χάριν του Κυρίου.
Λευ. 23,18 καὶ προσάξετε μετὰ
τῶν ἄρτων ἑπτὰ ἀμνοὺς ἀμώμους ἐνιαυσίους
καὶ μόσχον ἕνα ἐκ βουκολίου καὶ κριοὺς δύο ἀμώμους,
καὶ ἔσονται ὁλοκαύτωμα τῷ Κυρίῳ καὶ αἱ
θυσίαι αὐτῶν καὶ αἱ σπονδαὶ αὐτῶν
θυσία ὀσμὴ εὐωδίας τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 23,18 Μαζή με τους άρτους αυτούς θα προσφέρετε επτά
αμνούς, ενός έτους έκαστον και χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα, ένα μοσχάρι από
την αγέλην των βοών και δύο κριους χωρίς κανένα σωματικόν ελάττωμα. Αυτά θα
προσφερθούν ως θυσία ολοκαυτώματος προς τον Κυριον· και αι αναίμακτοι θυσίαι
και αι μαζή με αυτάς σπονδαί του οίνου θα είναι θυσίαι ευάρεστοι εις οσμήν
ευωδίας προς τον Κυριον.
Λευ. 23,19 καὶ ποιήσουσι
χίμαρον ἐξ αἰγῶν ἕνα περὶ ἁμαρτίας καὶ
δύο ἀμνοὺς ἐνιαυσίους εἰς θυσίαν σωτηρίου μετὰ τῶν
ἄρτων τοῦ πρωτογεννήματος·
Λευ. 23,19 Μαζή με τους άρτους των πρωτογεννημάτων του θερισμού
θα προσφέρουν ως θυσίαν περί αμαρτίας ένα τράγον και δύο αμνούς ενός έτους
έκαστον ως θυσίαν περί σωτηρίας.
Λευ. 23,20 καὶ ἐπιθήσει
αὐτὰ ὁ ἱερεὺς μετὰ τῶν ἄρτων τοῦ
πρωτογεννήματος ἐπίθεμα ἐναντίον Κυρίου μετά τῶν δύο ἀμνῶν·
ἅγια ἔσονται τῷ Κυρίῳ, τῷ ἱερεῖ τῷ
προσφέροντι αὐτὰ αὐτῷ ἔσται.
Λευ. 23,20 Αυτά, θα τα προσφέρη ο ιερεύς μαζή με τους άρτους των
πρωτογεννημάτων, οι οποίοι θα προσφερθούν ως θυσία παρουσιάσεως ενώπιον του
Κυρίου μαζή με τους δύο αμνούς, θα είναι άγια ενώπιον του Θεού, θα ανήκουν δε
στον ιερέα, ο οποίος τα προσέφερε.
Λευ. 23,21 καὶ καλέσετε
ταύτην τὴν ἡμέραν κλητήν· ἁγία ἔσται ὑμῖν,
πᾶν ἔργον λατρευτὸν οὐ ποιήσετε ἐν αὐτῇ·
νόμιμον αἰώνιον εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν ἐν
πάσῃ τῇ κατοικίᾳ ὑμῶν.
Λευ. 23,21 Θα έχετε και θα θεωρήτε την ημέραν αυτήν ως επίσημον
και καθιερωμένην. Θα είναι αγία δια σας και κατ' αυτήν δεν θα κάμετε καμμίαν
βαρείαν εργασίαν. Το προσταγμά μου αυτό θα είναι αιώνιος νόμος εις τας γενεάς
σας και εις κάθε κατοικίαν σας.
Λευ. 23,22 καὶ ὅταν
θερίζητε τὸν θερισμὸν τῆς γῆς ὑμῶν, οὐ
συντελέσετε τὸ λοιπὸν τοῦ θερισμοῦ τοῦ ἀγροῦ
σου ἐν τῷ θερίζειν σε καὶ τὰ ἀποπίπτοντα τοῦ
θερισμοῦ σου οὐ συλλέξεις, τῷ πτωχῷ καὶ τῷ
προσηλύτῳ ὑπολείψεις αὐτά· ἐγὼ Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 23,22 Οταν θα θερίζετε τα σιτηρά της γης σας, δεν θα
ολοκληρώσετε τον θερισμόν του αγρού σας επιστρέφοντες δια να θερίσετε τα
απολειφθέντα στάχυα η δια να συλλέξετε όσα έπεσαν εις την γην. Αυτά θα τα
αφήσης δια τον πτωχόν και τον ξένον. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός, που δίδω αυτήν
την εντολήν”.
Λευ. 23,23 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 23,23 Ο Κυριος ωμίλησεν ακόμη προς τον Μωϋσήν και είπεν·
Λευ. 23,24 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, λέγων· τοῦ μηνὸς τοῦ ἑβδόμου μιᾷ
τοῦ μηνὸς ἔσται ὑμῖν ἀνάπαυσις, μνημόσυνον
σαλπίγγων, κλητὴ ἁγία ἔσται ὑμῖν·
Λευ. 23,24 “ειπέ στους Ισραηλίτας· Κατά την πρώτην του εβδόμου
μηνός, θα έχετε αργίαν και ανάπαυσιν, η οποία θα εξαγγέλλεται στον λαόν δια
σαλπίγγων· θα είναι επίσημος καθωρισμένη ημέρα δια σας, αφιερωμένη στον Κυριον.
Λευ. 23,25 πᾶν ἔργον
λατρευτὸν οὐ ποιήσετε, καὶ προσάξετε ὁλοκαύτωμα Κυρίῳ.
Λευ. 23,25 Και ένα βαρύ έργον δεν θα εκτελέσετε, και θα
προσφέρετε κατά την ημέραν αυτήν ολοκαυτώματα στον Κυριον.
Λευ. 23,26 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 23,26 Ο Κυριος ώμιλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 23,27 καὶ τῇ δεκάτῃ
τοῦ μηνὸς τοῦ ἑβδόμου τούτου ἡμέρα ἐξιλασμοῦ,
κλητὴ ἁγία ἔσται ὑμῖν, καὶ ταπεινώσετε τάς
ψυχὰς ὑμῶν, καὶ προσάξετε ὁλοκαύτωμα τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 23,27 “η δεκάτη του εβδόμου αυτού μηνός θα είναι ημέρα
εξιλασμού. Καθιερωμένη και αγία θα είναι δια σας. Θα ταπεινώσετε με νηστείαν
και μετάνοιαν τας ψυχάς σας και θα προσφέρετε ολοκαυτώματα στον Κυριον.
Λευ. 23,28 πᾶν ἔργον οὐ
ποιήσετε ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ·
ἔστι γὰρ ἡμέρα ἐξιλασμοῦ αὕτη ὑμῖν,
ἐξιλάσασθαι περὶ ὑμῶν ἔναντι Κυρίου τοῦ Θεοῦ
ὑμῶν.
Λευ. 23,28 Καμμίαν απολύτως εργασίαν δεν θα κάμετε κατά την
ημέραν αυτήν, διότι αυτή είναι δια σας ημέρα εξιλασμού, δια να εξιλεώνεσθε από
τας αμαρτίας σας ενώπιον Κυρίου του Θεού σας.
Λευ. 23,29 πᾶσα ψυχή, ἥτις
μὴ ταπεινωθήσεται ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ
ταύτῃ, ἐξολοθρευθήσεται ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 23,29 Καθε Ισραηλίτης ο οποίος κατά την ημέραν αυτήν δεν θα
θλιβή και δεν θα ταπεινωθή ενώπιον του Κυρίου, θα εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού
του.
Λευ. 23,30 καὶ πᾶσα
ψυχή, ἥτις ποιήσει ἔργον ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ
ταύτῃ, ἀπολεῖται ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἐκ τοῦ
λαοῦ αὐτῆς.
Λευ. 23,30 Και κάθε ισραηλίτης, ο οποίος κατά την ημέραν αυτήν
θα εκτελέση οιανδήποτε εργασίαν, έστω και ελαφράν, θα εξολοθρευθή εκ μέσου του
λαού του.
Λευ. 23,31 πᾶν ἔργον οὐ
ποιήσετε· νόμιμον αἰώνιον εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν
ἐν πάσαις κατοικίαις ὑμῶν.
Λευ. 23,31 Ουδεμιαν απολύτως εργασίαν θα κάμετε. Αυτό θα είναι
νόμος αιώνιος εις τας γενεάς σας και εις όλους τους οίκους σας.
Λευ. 23,32 σάββατα σαββάτων ἔσται
ὑμῖν, καὶ ταπεινώσετε τὰς ψυχὰς ὑμῶν·
ἀπὸ ἐνάτης τοῦ μηνός, ἀπὸ ἑσπέρας ἕως
ἑσπέρας σαββατιεῖτε τὰ σάββατα ὑμῶν.
Λευ. 23,32 Σαββατα σαββάτων καθιερωμένη επίσημος ημέρα αργίας θα
είναι αυτή δια σας, κατά την οποίαν θα ταπεινώσετε τας ψυχάς σας με νηστείαν
και μετάνοιαν. Από την εσπέραν της ενάτης του μηνός αυτού έως την εσπέραν της
άλλης ημέρας θα έχετε πλήρη ανάπαυσιν και αποχήν από κάθε εργασίαν”.
Λευ. 23,33 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 23,33 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και είπεν·
Λευ. 23,34 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, λέγων· τῇ πεντεκαιδεκάτῃ τοῦ μηνὸς
τοῦ ἑβδόμου τούτου ἑορτὴ σκηνῶν ἑπτὰ ἡμέρας
τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 23,34 “ομίλησε και είπε στους Ισραηλίτας· Κατά την δεκάτην
πέμπτην του εβδόμου αυτού μηνός θα τελήτε επί επτά ημέρας την εορτήν της
Σκηνοπηγίας προς τιμήν και δόξαν του Κυρίου.
Λευ. 23,35 καὶ ἡ ἡμέρα
ἡ πρώτη ἡ κλητὴ ἁγία· πᾶν ἔργον
λατρευτὸν οὐ ποιήσετε.
Λευ. 23,35 Η πρώτη ημέρα θα είναι καθιερωμένη, αγία. Κανένα βαρύ
έργον δεν θα κάμετε κατ' αυτήν.
Λευ. 23,36 ἑπτὰ ἡμέρας
προσάξετε ὁλοκαυτώματα τῷ Κυρίῳ, καὶ ἡ ἡμέρα
ἡ ὀγδόη κλητὴ ἁγία ἔσται ὑμῖν, καὶ
προσάξετε ὁλοκαυτώματα Κυρίῳ· ἐξόδιόν ἐστι, πᾶν
ἔργον λατρευτὸν οὐ ποιήσετε.
Λευ. 23,36 Καθ' όλας δε τας επτά αυτάς ημέρας θα προσφέρετε
ολοκαυτώματα στον Κυριον. Και η ογδόη ημέρα θα είναι δια σας επίσημος και
καθιερωμένη, αγία. Θα προσφέρετε ολοκαυτώματα προς τον Κυριον. Είναι η
τελευταία εόρτιος ημέρα και κατ' αυτήν δεν θα κάμετε κανένα βαρύ έργον.
Λευ. 23,37 Αὗται ἑορταὶ
Κυρίῳ, ἃς καλέσετε κλητὰς ἁγίας, ὥστε προσενέγκαι
καρπώματα τῷ Κυρίῳ, ὁλοκαυτώματα καὶ θυσίας αὐτῶν
καὶ σπονδὰς αὐτῶν τὸ καθ᾿ ἡμέραν εἰς
ἡμέραν·
Λευ. 23,37 Αυταί είναι αι εορταί προς τιμήν του Κυρίου, τας
οποίας θα έχετε και θα θεωρήτε καθιερωμένας και αγίας, ώστε να προσφέρετε κάθε
ημέραν στον Κυριον θυσίας αιματηράς, ολοκαυτώματα και μαζή με αυτάς αναιμάκτους
θυσίας, όπως επίσης και τας σπονδάς του οίνου.
Λευ. 23,38 πλὴν τῶν
σαββάτων Κυρίου καὶ πλὴν τῶν δομάτων ὑμῶν καὶ
πλὴν πασῶν τῶν εὐχῶν ὑμῶν καὶ
πλὴν τῶν ἑκουσίων ὑμῶν, ἃ ἂν δῶτε
τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 23,38 Αυτά θα προσφέρωνται, εκτός των άλλων καθιερωμένων
θυσιών προς τον Κυριον κατά τα σάββατα, εκτός των άλλων προσφορών σας, εκτός
των θυσιών δια τα τάματα υμών και εκτός των άλλων εκουσίων προσφορών σας, τας
οποίας θα προσφέρετε προς τον Κυριον.
Λευ. 23,39 Καὶ ἐν τῇ
πεντεκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς τοῦ ἑβδόμου
τούτου, ὅταν συντελέσητε τὰ γενήματα τῆς γῆς, ἑορτάσετε
τῷ Κυρίῳ ἑπτὰ ἡμέρας· τῇ ἡμέρᾳ
τῇ πρώτῃ ἀνάπαυσις καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ
ὀγδόῃ ἀνάπαυσις.
Λευ. 23,39 Κατά την δεκάτην πέμπτην ημέραν του εβδόμου αυτού
μηνός, όταν τελειώσετε την συγκομιδήν των διαφόρων προϊόντων της γης, θα
εορτάσετε προς τιμήν του Κυρίου επτά ημέρας. Κατά την πρώτην και την ογδόην
ημέραν θα έχετε αργίαν και ανάπαυσιν.
Λευ. 23,40 καὶ λήψεσθε τῇ
ἡμέρᾳ τῇ πρώτῃ καρπὸν ξύλου ὡραῖον καὶ
κάλλυνθρα φοινίκων, καὶ κλάδους ξύλου δασεῖς καὶ ἰτέας
καὶ ἄγνου κλάδους ἐκ χειμάῤῥου, εὐφρανθῆναι
ἔναντι Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν ἑπτὰ ἡμέρας
τοῦ ἐνιαυτοῦ·
Λευ. 23,40 Κατά την πρώτην ημέραν θα λάβετε ωραίον ώριμον καρπόν
καλού δένδρου, κλάδους φοινίκων, πυκνοφύλλους κλάδους δένδρων, κλάδους ιτέας
και λυγαριάς από χείμαρρον, δια να ευφρανθήτε ενώπιον του Κυρίου και θεού σας
κατά τας επτά αυτάς ημέρας του έτους.
Λευ. 23,41 νόμιμον αἰώνιον εἰς
τὰς γενεὰς ὑμῶν, ἐν τῷ μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ
ἑορτάσετε αὐτήν.
Λευ. 23,41 Η εντολή μου αυτή θα είναι παντοτεινός νόμος εις τας
γενεάς σας· κατά τον έβδομον μήνα θα πανηγυρίσετε την εορτήν αυτήν.
Λευ. 23,42 ἐν σκηναῖς
κατοικήσετε ἑπτὰ ἡμέρας· πᾶς ὁ αὐτόχθων
ἐν Ἰσραὴλ κατοικήσει ἐν σκηναῖς,
Λευ. 23,42 Θα κατοικήσετε επί επτά ημέρας εις σκηνάς. Ολοι οι
εντόπιοι Ισραηλίται θα κατοικήσουν εις σκηνάς,
Λευ. 23,43 ὅπως ἴδωσιν
αἱ γενεαὶ ὑμῶν, ὅτι ἐν σκηναῖς κατῴκισα
τοὺς υἱοὺς Ἰσραήλ, ἐν τῷ ἐξαγαγεῖν
με αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου· ἐγὼ
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 23,43 δια να ίδουν αι γενεαί και οι απόγονοί σας ότι εις
σκηνάς εγώ εγκατέστησα τους Ισραηλίτας, όταν ελευθέρους τους έβγαλα από την
χώραν της Αιγύπτου. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας” !
Λευ. 23,44 Καὶ ἐλάλησε
Μωυσῆς τὰς ἑορτὰς Κυρίου τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ.
Λευ. 23,44 Αυτά ανεκοίνωσεν ο Μωϋσής και ώρυσεν στους Ισραηλίτας
δια τας εορτάς του Κυρίου.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
24
Λευ. 24,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 24,1 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν και είπε·
Λευ. 24,2 ἔντειλαι τοῖς
υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ λαβέτωσάν σοι ἔλαιον ἐλάϊνον
καθαρὸν κεκομμένον εἰς φῶς, καῦσαι λύχνον διὰ
παντός.
Λευ. 24,2 “δώσε εκ μέρους μου εντολήν
στους Ισραηλίτας να πάρουν και να φέρουν εις σε ελαιόλαδον καθαρόν,
κοπανισμένον, κατάλληλον προς φωτισμόν, δια να καίη πάντοτε η λυχνία της
Σκηνής.
Λευ. 24,3 ἔξωθεν τοῦ
καταπετάσματος ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου καύσουσιν αὐτὸ
Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ ἀπὸ
ἑσπέρας ἕως πρωΐ ἐνώπιον Κυρίου ἐνδελεχῶς·
νόμιμον αἰώνιον εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν.
Λευ. 24,3 Εντός της Σκηνής του Μαρτυρίου και έξω από το
καταπέτασμα, που καλύπτει τα Αγια των Αγίων, θα ανάπτουν και θα καίουν το φως
αυτό ο Ααρών και οι υιοί αυτού ενώπιον του Κυρίου από την εσπέραν έως το πρωϊ
πάντοτε. Αυτό θα είναι αιώνιος νόμος εις τας γενεάς σας.
Λευ. 24,4 ἐπὶ τῆς
λυχνίας τῆς καθαρᾶς καύσετε τοὺς λύχνους ἐναντίον
Κυρίου ἕως εἰς τὸ πρωΐ.
Λευ. 24,4 Θα ανάψετε και θα μένουν έως το πρωϊ αναμμένοι
ενώπιον του Κυρίου οι λύχνοι, οι οποίοι ευρίσκονται επάνω εις την επτάφωτον εκ
καθαρού χρυσού λυχνίαν.
Λευ. 24,5 Καὶ λήψεσθε
σεμίδαλιν καὶ ποιήσετε αὐτὴν δώδεκα ἄρτους, δύο δεκάτων
ἔσται ὁ ἄρτος ὁ εἷς·
Λευ. 24,5 Θα λάβετε σημιγδάλι και θα κάμετε με αυτό δώδεκα
άρτους. Ο καθε άρτος θα είναι δύο δέκατα (επτά και ήμισυ πιρίπου κιλά).
Λευ. 24,6 καὶ ἐπιθήσετε
αὐτοὺς δύο θέματα, ἓξ ἄρτους τὸ ἓν θέμα ἐπὶ
τὴν τράπεζαν τὴν καθαρὰν ἔναντι Κυρίου.
Λευ. 24,6 Θα θέσετε αυτούς επάνω εις την εκ καθαρού χρυσού
τράπεζαν της προθέσεως ενώπιον του Κυρίου, εις δύο στήλας εξ άρτους εις την
κάθε μίαν.
Λευ. 24,7 καὶ ἐπιθήσετε
ἐπὶ τὸ θέμα λίβανον καθαρὸν καὶ ἅλα, καὶ
ἔσονται εἰς ἄρτους εἰς ἀνάμνησιν προκείμενα τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 24,7 Εις κάθε μίαν από τας δύο αυτάς στήλας των άρτων θα
θέσετε καθαρό λιβάνι και αλάτι και θα είναι οι άρτοι αυτοί προσφορά ενώπιον του
Κυρίου εις ανάμνησιν των δώδεκα φυλών του Ισραήλ.
Λευ. 24,8 τῇ ἡμέρᾳ
τῶν σαββάτων προσθήσεται ἔναντι Κυρίου διὰ παντὸς ἐνώπιον
τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, διαθήκην αἰώνιον.
Λευ. 24,8 Παντοτε κάθε Σαββατον θα αντικαθιστάτε ενώπιον του
Κυρίου και ενώπιον των Ισραηλιτών τους δώδεκα αυτούς άρτους εις διαρκή
ανάμνησιν της συμφωνίας εμού και των Ισραηλιτών.
Λευ. 24,9 καὶ ἔσται Ἀαρὼν
καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ, καὶ φάγονται αὐτὰ
ἐν τόπῳ ἁγίῳ· ἔστι γὰρ ἅγια τῶν
ἁγίων τοῦτο αὐτῶν ἀπὸ τῶν
θυσιαζομένων τῷ Κυρίῳ, νόμιμον αἰώνιον.
Λευ. 24,9 Αυτοί οι άρτοι θα ανήκουν στον Ααρών και τους υιούς
του, οι οποίοι και θα τους τρώγουν στον ιερόν τόπον, διότι είναι αγιωτάτη
προσφορά από τας προσφερομένας ως θυσία προς τον Κυριον. Αυτό θα είναι αιώνιος
νόμος για σας”.
Λευ. 24,10 Καὶ ἐξῆλθεν
υἱὸς γυναικὸς Ἰσραηλίτιδος, καὶ οὗτος ἦν
υἱὸς Αἰγυπτίου ἐν τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ,
καὶ ἐμαχέσαντο ἐν τῇ παρεμβολῇ ὁ ἐκ τῆς
Ἰσραηλίτιδος καὶ ὁ ἄνθρωπος ὁ Ἰσραηλίτης·
Λευ. 24,10 Μαζή με τους Ισραηλίτας οι οποίοι έφυγαν από την
Αίγυπτον εξήλθε και ο υιός μιας γυναικός Ισραηλίτιδος και Αιγυπτίου ανδρός. Ο
υιός αυτός της Ισραηλίτιδος εφιλονείκησε και συνεπλάκη με ένα Ισραηλίτην.
Λευ. 24,11 καὶ ἐπονομάσας
ὁ υἱὸς τῆς γυναικὸς τῆς Ἰσραηλίτιδος
τὸ ὄνομα κατηράσατο. καὶ ἤγαγον αὐτὸν πρὸς
Μωυσῆν· καὶ τὸ ὄνομα τῆς μητρὸς αὐτοῦ
Σαλωμεὶθ θυγάτηρ Δαβρεὶ ἐκ τῆς φυλῆς Δάν.
Λευ. 24,11 Επάνω δε εις την μάχην αυτήν ο υιός της Ισραηλίτιδος
ανέφερε το άγιον όνομα του Θεού, το οποίον και εβλασφήμησε. Αμέσως ωδήγησαν
αυτόν προς τον Μωϋσήν. Η μήτηρ του ωνομάζετο Σαλωμείθ και ήτό θυγάτηρ Δαβρεί
από την φυλήν Δαν.
Λευ. 24,12 καὶ ἀπέθεντο
αὐτὸν εἰς φυλακὴν διακρῖναι αὐτὸν διὰ
προστάγματος Κυρίου.
Λευ. 24,12 Εθεσαν τον βλάσφημον εις την φυλακήν, δια να
αποφασίσουν περί της τύχης του κατόπιν εντολής του Κυρίου.
Λευ. 24,13 καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 24,13 Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 24,14 ἐξάγαγε τὸν
καταρασάμενον ἔξω τῆς παρεμβολῆς, καὶ ἐπιθήσουσι
πάντες οἱ ἀκούσαντες τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ
τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ λιθοβολήσουσιν αὐτὸν
πᾶσα ἡ συναγωγή.
Λευ. 24,14 “βγάλε τον βλάσφημον αυτόν έξω από την κατασκήνωσιν.
Ολοι εκείνοι οι οποίοι ήκουσαν την βλασφημίαν του, θα θέσουν τας χείρας των
επάνω εις την κεφαλήν αυτού και θα καταθέσουν την μαρτυρίαν των εναντίον του.
Επειτα δε θα τον λιθοβολήσουν όλος ο λαός των Ισραηλιτών.
Λευ. 24,15 καὶ τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ λάλησον καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς·
ἄνθρωπος ὃς ἐὰν καταράσηται Θεόν, ἁμαρτίαν
λήψεται·
Λευ. 24,15 Ομίλησε προς τους Ισραλίτας και είπε προς αυτούς·
Οιοσδήποτε άνθρωπος θα βλασφημήση τον Θεόν θα λάβη ενοχήν και τιμωρίαν δια την
αμαρτίαν.
Λευ. 24,16 ὀνομάζων δὲ
τὸ ὄνομα Κυρίου, θανάτῳ θανατούσθω· λίθοις λιθοβολείτω αὐτὸν
πᾶσα ἡ συναγωγὴ Ἰσραήλ· ἐάν τε προσήλυτος, ἐάν
τε αὐτόχθων, ἐν τῷ ὀνομάσαι αὐτὸν τὸ ὄνομα
Κυρίου, τελευτάτω.
Λευ. 24,16 Εκείνος, δηλαδή, ο οποίος ασεβώς θα αναφέρη το όνομα
του Θεού πρέπει να τιμωρήται δια θανάτου. Ολος ο λαός των Ισραηλιτών θα
θανατώση δια λιθοβολισμού αυτόν. Είτε ξένος είναι είτε εντόπιος αυτός, που θα
αναφέρη ασεβώς το όνομα του Κυρίου, θα τιμωρήται δια θανάτου.
Λευ. 24,17 καὶ ἄνθρωπος
ὃς ἂν πατάξῃ ψυχὴν ἀνθρώπου καὶ ἀποθάνῃ,
θανάτῳ θανατούσθω.
Λευ. 24,17 Οπως επίσης και οποιοσδήποτε κτυπήση άνθρωπον και
θανάτωση αυτόν θα τιμωρήται δια θανάτου.
Λευ. 24,18 καὶ ὃς ἂν
πατάξῃ κτῆνος καὶ ἀποθάνῃ, ἀποτισάτω ψυχὴν
ἀντὶ ψυχῆς.
Λευ. 24,18 Εκείνος που θα κτυπήση ζώον και το ζώο θα αποθάνη εκ
του κτυπήματος, θα δώση στον ιδιοκτήτην άλλο ζώον αντί του θανατωθέντος.
Λευ. 24,19 καὶ ἐάν τις
δῷ μῶμον τῷ πλησίον, ὡς ἐποίησεν αὐτῷ,
ὡσαύτως ἀντιποιηθήσεται αὐτῷ·
Λευ. 24,19 Και εκείνος ο οποίος θα πράξη κακόν τι εις βάρος του
πλησίον, θα υποστή το ίδιον κακόν, το οποίον έπραξεν εναντίον του πλησίον.
Λευ. 24,20 σύντριμμα ἀντὶ
συντρίμματος, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα
ἀντὶ ὀδόντος, καθότι ἂν δῷ μῶμον τῷ ἀνθρώπῳ,
οὕτω δοθήσεται αὐτῷ.
Λευ. 24,20 Κάταγμα αντί κατάγματος, οφθαλμόν αντί οφθαλμού,
οδόντα αντί οδόντος, ο,τι κακόν και οιανδήποτε βλάβην έκαμεν στον πλησίον θα
υποστή και ο ίδιος.
Λευ. 24,21 ὃς ἂν πατάξῃ
ἄνθρωπον καὶ ἀποθάνῃ, θανάτῳ θανατούσθω·
Λευ. 24,21 Εκείνος ο οποίος θα κτυπήση άνθρωπον και ο κτυπηθείς
αποθάνη, θα τιμωρηθή δια θανάτου.
Λευ. 24,22 δικαίωσις μία ἔσται
τῷ προσηλύτῳ καὶ τῷ ἐγχωρίῳ, ὅτι ἐγώ
εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 24,22 Μια και η αυτή θα είναι η απόδοσις δικαιοσύνης και η
επιβολή κυρώσεων δια τον ξένον και δια τον εντόπιον. Εγώ δίδω αυτάς τας
εντολάς, διότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας”.
Λευ. 24,23 καὶ ἐλάλησε
Μωυσῆς τοῖς υἱοῖς Ἰσραήλ, καὶ ἐξήγαγον
τὸν καταρασάμενον ἔξω τῆς παρεμβολῆς καὶ ἐλιθοβόλησαν
αὐτὸν ἐν λίθοις· καὶ οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ
ἐποίησαν καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ.
Λευ. 24,23 Διέταξεν ο Μωϋσής τους Ισραηλίτας και έβγαλαν έξω από
την κατασκήνωσιν τον βλάσφημον και εθανάτωσαν αυτόν δια λιθοβολισμού. έκαμαν οι
Ισραηλίται, όπως ακριβώς διέταξεν ο Κυριος στον Μωϋσήν.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
25
Λευ. 25,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν ἐν τῷ ὄρει Σινὰ
λέγων·
Λευ. 25,1 Επάνω στο όρος Σινά μίλησε ο Κυριος προς τον
Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 25,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ὅταν
εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν, ἣν ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν,
καὶ ἀναπαύσεται ἡ γῆ, ἣν ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν,
σάββατα τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 25,2 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ προς αυτούς·
Οταν εισέλθετε εις την γην της Χαναάν, την οποίαν εγώ θα σας δώσω, θα αναπαύεται
η γη αυτή που σας δίδω, θα έχη και αυτή σάββατα Κυρίου, δηλαδή ανάπαυσιν.
Λευ. 25,3 ἓξ ἔτη
σπερεῖς τὸν ἀγρόν σου καὶ ἓξ ἔτη τεμεῖς
τὴν ἄμπελόν σου καὶ συνάξεις τὸν καρπὸν αὐτῆς.
Λευ. 25,3 Εξ έτη κατά συνέχειαν θα σπείρης τον αγρόν σου και
επί εξ έτη θα κλαδεύης την άμπελόν σου και θα συγκομίζης τον καρπόν της·
Λευ. 25,4 τῷ δὲ ἔτει
τῷ ἑβδόμῳ σάββατα, ἀνάπαυσις ἔσται τῇ γῇ,
σάββατα τῷ Κυρίῳ· τὸν ἀγρόν σου οὐ σπερεῖς
καὶ τὴν ἄμπελόν σου οὐ τεμεῖς,
Λευ. 25,4 το δε έβδομον έτος θα είναι σάββατον, δηλαδή
ανάπαυσις, θα έχη και γη το σάββατον αυτής, την προς τιμήν του Κυρίου ανάπαυσίν
της. Κατά το έτος αυτό δεν θα σπείρης τον αγρόν σου και δεν θα κλαδεύσης το
αμπέλι σου.
Λευ. 25,5 καὶ τὰ αὐτόματα
ἀναβαίνοντα τοῦ ἀγροῦ σου οὐκ ἐκθερίσεις καὶ
τὴν σταφυλὴν τοῦ ἁγιάσματός σου οὐκ ἐκτρυγήσεις·
ἐνιαυτὸς ἀναπαύσεως ἔσται τῇ γῇ.
Λευ. 25,5 Τα αυτοφυή προϊόντα του αγρού σου δεν θα τα
θερίσης και τα σταφύλια, των οποίων τας απαρχάς προσέφερες στον Θεόν, δεν θα τα
τρυγήσης. Ετος αναπαύσεως θα είναι αυτό δια την γην σου.
Λευ. 25,6 καὶ ἔσται τὰ
σάββατα τῆς γῆς βρώματά σοι. καὶ τῷ παιδί σου καὶ
τῇ παιδίσκῃ σου καὶ τῷ μισθωτῷ σου καὶ τῷ
παροίκῳ τῷ προσκειμένῳ πρὸς σὲ
Λευ. 25,6 Τα δε αυτοφυή προϊόντα κατά τα έτη της αναπαύσεως
θα είναι τροφή δια σέ, δια τον δούλον σου, την δούλην σου, τον ημερομίσθιον
εργατήν σου και τον ξένον, ο οποίος παροικεί πλησίον σου,
Λευ. 25,7 καὶ τοῖς
κτήνεσί σου, καὶ τοῖς θηρίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ
σου ἔσται πᾶν τό γένημα αὐτοῦ εἰς βρῶσιν.
Λευ. 25,7 και δια τα ζώα σου, δια τα άγρια θηρία της χώρας σου,
όλα τα αυτοφυή προϊόντα των αγρών σου θα είναι εις τροφήν όλων.
Λευ. 25,8 Καὶ ἐξαριθμήσεις
σεαυτῷ ἑπτὰ ἀναπαύσεις αὐτῶν, ἑπτὰ
ἔτη ἑπτάκις, καὶ ἔσονταί σοι ἑπτά ἑβδομάδες
ἐτῶν ἐννέα καὶ τεσσαράκοντα ἔτη.
Λευ. 25,8 Από το έτος τούτο της αγραναπαύσεως θα μετρήσης
επτά φοράς επτά έτη και θα έχης εν όλω επτά εβδομάδας ετών, δηλαδή τεσσαράκοντα
εννέα έτη.
Λευ. 25,9 καὶ διαγγελεῖτε
σάλπιγγος φωνῇ ἐν πάσῃ τῇ γῇ ὑμῶν ἐν
τῷ μηνὶ τῷ ἑβδόμῳ τῇ δεκάτῃ τοῦ
μηνός· τῇ ἡμέρᾳ τοῦ ἱλασμοῦ διαγγελεῖτε
σάλπιγγι ἐν πάσῃ τῇ γῇ ὑμῶν.
Λευ. 25,9 Κατά την δεκάτην του εβδόμου, μηνός, του
πεντηκοστού έτους, θα αναγγείλετε τούτο εις όλην την χώραν σας με σάλπιγγας.
Κατά την ημέραν του εξιλασμού θα αναγγείλετε με σάλπιγγας εις όλην την χώραν
σας την έλευσιν τούτου του έτους.
Λευ. 25,10 καὶ ἁγιάσετε
τὸ ἔτος τὸν πεντηκοστὸν ἐνιαυτὸν καὶ
διαβοήσετε ἄφεσιν ἐπὶ τῆς γῆς πᾶσι τοῖς
κατοικοῦσιν αὐτήν· ἐνιαυτὸς ἀφέσεως σημασία
αὕτη ἔσται ὑμῖν, καὶ ἀπελεύσεται εἷς ἕκαστος
εἰς τὴν κτῆσιν αὐτοῦ, καὶ ἕκαστος εἰς
τὴν πατριὰν αὐτοῦ ἀπελεύσεσθε.
Λευ. 25,10 Θα αγιάσετε το πεντηκοστόν αυτό έτος και θα
διακηρύξετε εις την χώραν σας ελευθερίαν εις όλους τους κατοίκους της. Ετος
αφέσεως, έτος δηλαδή ελευθερίας θα είναι το νόημα του σαλπίσματος. Ο καθένας
από σας θα επανέλθη ως κύριος εις την ιδιοκτησίαν του, κάθε δούλος θα επανέλθη
ελεύθερος εις την φυλήν του.
Λευ. 25,11 ἀφέσεως σημασία αὕτη,
τὸ ἔτος τὸ πεντηκοστὸν ἐνιαυτὸς ἔσται
ὑμῖν· οὐ σπερεῖτε, οὐδὲ ἀμήσετε
τὰ αὐτόματα ἀναβαίνοντα αὐτῆς, καὶ οὐ
τρυγήσετε τὰ ἡγιασμένα αὐτῆς,
Λευ. 25,11 Το πεντηκοστόν έτος, το οποίον θα σημάνουν αι
σάλπιγγες, θα είναι έτος απελευθερώσεως ανθρώπων, αποσβέσεως χρεών και
αποδόσεως αγορασθέντων κτημάτων στον τέως ιδιοκτητήν των. Κατά το έτος αυτό δεν
θα σπείρετε ούτε θα θερίσετε τα αυτοφυή προϊόντα των αγρών σας και δεν θα
τρυγήσετε τα αμπέλια σας, δια να προσφέρετε θυσίας προς τον Κυριον,
Λευ. 25,12 ὅτι ἀφέσεως
σημασία ἐστίν, ἅγιον ἔσται ὑμῖν, ἀπὸ
τῶν πεδίων φάγεσθε τὰ γενήματα αὐτῆς.
Λευ. 25,12 διότι το έτος τούτο είναι έτος γενικής ελευθερίας.
Θα είναι δια σας άγιον και αφιερωμένον στον Κυριον και θα τραφήτε από τα
αυτοφυή γεννήματα των πεδιάδων σας.
Λευ. 25,13 Ἐν τῷ ἔτει
τῆς ἀφέσεως σημασίας αὐτῆς ἐπανελεύσεται ἕκαστος
εἰς τὴν κτῆσιν αὐτοῦ.
Λευ. 25,13 Οταν σημάνη το έτος της αφέσεως, θα επανέλθη ο κάθε
ιδιοκτήτης στο κτήμα του.
Λευ. 25,14 ἐὰν δὲ
ἀποδῷ πρᾶσιν τῷ πλησίον σου, ἐὰν δὲ
καὶ κτήσῃ παρὰ τοῦ πλησίον σου, μὴ θλιβέτω ἄνθρωπος
τὸν πλησίον·
Λευ. 25,14 Εάν δε πωλήση κανείς εις άλλον η, αγοράση κάτι από
τον άλλον, δεν πρέπει, εν όψει του έτους της αφέσεως, να εκμεταλλευθή και
απατήση ο ένας τον άλλον.
Λευ. 25,15 κατά ἀριθμὸν
ἐτῶν μετὰ τὴν σημασίαν κτήσῃ παρὰ τοῦ
πλησίον, κατὰ ἀριθμὸν ἐνιαυτῶν γενημάτων ἀποδώσεταί
σοι.
Λευ. 25,15 Θα αγοράσης από τον πλησίον σου ένα κτήμα υπολογίζων
τον αριθμόν των ετών, τα οποία παρεντίθενται μέχρι του έτους της αφέσεως, θα
πωλήσης το κτήμα βάσει των καρπών, που θα αποδώση αυτό κατά τα έτη τα μέχρι του
έτους της αφέσεως.
Λευ. 25,16 καθότι ἂν πλεῖον
τῶν ἐτῶν, πληθυνεῖ τὴν κτῆσιν αὐτοῦ,
καὶ καθότι ἂν ἔλαττον τῶν ἐτῶν, ἐλαττονώσει
τὴν κτῆσιν αὐτοῦ, ὅτι ἀριθμὸν
γενημάτων αὐτοῦ οὕτως ἀποδώσεταί σοι.
Λευ. 25,16 Οσον περισσότερα είναι τα έτη έχρι του έτους της
αφέσεως, τόσον ακριβώτερα θα αγοράσης το κτήμα όσον δε ολιγώτερα είναι αυτά,
τόσον και θα αλατώσης την αξίαν αυτού, διότι αυτό θα πωληθή εις σε εις τιμήν
ανάλογον με τα προϊόντα, που θα σου αποδώση.
Λευ. 25,17 μὴ θλιβέτω ἄνθρωπος
τὸν πλησίον, καὶ φοβηθήσῃ Κύριον τὸν Θεόν σου· ἐγώ
εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 25,17 Ας μη εκμεταλλεύεται, λοιπόν, και ας μη εκβιάζη
κανείς άνθρωπος τον πλησίον του. Πρέπει να φοβήσαι πάντοτε Κυριον τον Θεόν σου.
Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας !
Λευ. 25,18 καὶ ποιήσετε πάντα
τὰ δικαιώματά μου καὶ πάσας τὰς κρίσεις μου καὶ
φυλάξεσθε καὶ ποιήσετε αὐτὰ καὶ κατοικήσετε ἐπὶ
τῆς γῆς πεποιθότες.
Λευ. 25,18 Θα εφαρμόσετε όλας τας εντολάς μου και όλας τας
αποφάσεις μου· θα φυλάξετε και θα τηρήσετε αυτάς και έτσι θα κατοικήσετε εις
την χώραν σας ασφαλείς με την πεποίθησιν εις την προστασίαν μου.
Λευ. 25,19 καὶ δώσει ἡ
γῆ τὰ ἐκφόρια αὐτῆς καὶ φάγεσθε εἰς
πλησμονὴν καὶ κατοικήσετε πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτῆς.
Λευ. 25,19 Η χώρα σας τότε θα αποδώση πλούσια τα προϊόντα της,
θα φάγετε και θα χορτάσετε και θα κατοικήσετε ασφαλείς εις αυτήν έχοντες
πεποίθησιν εις την προστασίαν μου.
Λευ. 25,20 ἐὰν δὲ
λέγητε, τί φαγόμεθα ἐν τῷ ἔτει τῷ ἑβδόμῳ
τούτῳ, ἐὰν μὴ σπείρωμεν μηδὲ συναγάγωμεν τὰ
γενήματα ἡμῶν;
Λευ. 25,20 Εάν σας γεννηθή η απορία και είπετε· Εάν δεν
σπείρωμεν και εάν δεν συγκομίσωμεν τα προϊόντα ημών, τι θα φάγωμεν κατά το
έβδομον τούτο έτος της αγραναπαύσεως;
Λευ. 25,21 καὶ ἀποστέλλω
τὴν εὐλογίαν μου ὑμῖν ἐν τῷ ἔτει τῷ
ἕκτῳ, καὶ ποιήσει τὰ γενήματα αὐτῆς εἰς
τὰ τρία ἔτη.
Λευ. 25,21 Σας πληροφορώ ότι εγώ κάθε έκτον έτος θα αποστέλλω
την ευλογίαν μου, ώστε η χώρα σας να αποδώση καρπούς δια τρία ολόκληρα έτη.
Λευ. 25,22 καὶ σπερεῖτε
τὸ ἔτος τὸ ὄγδοον καὶ φάγεσθε ἀπὸ τῶν
γενημάτων παλαιὰ ἕως τοῦ ἔτους τοῦ ἐνάτου, ἕως
ἂν ἔλθῃ τὸ γένημα αὐτῆς, φάγεσθε παλαιὰ
παλαιῶν.
Λευ. 25,22 Θα σπείρετε το όγδοον έτος και θα έχετε παλαιά
προϊόντα από το έκτον έτος να τρώγετε έως το ένατον έτος. Μέχρις ότου έλθουν τα
γεννήματα του ενάτου έτους, σεις θα τρώγετε από τους καρπούς του προπερασμένου
έτους.
Λευ. 25,23 καὶ ἡ γῆ
οὐ πραθήσεται εἰς βεβαίωσιν. ἐμὴ γάρ ἐστιν ἡ
γῆ, διότι προσήλυτοι καὶ πάροικοι ὑμεῖς ἐστε ἐναντίον
μου·
Λευ. 25,23 Τα χωράφια σας δεν θα πωλούνται οριστικώς και
αμετακλήτως, διότι ιδική μου είναι η γη και σεις που κατοικείτε εις αυτήν,
είσθε ξένοι και παρεπίδημοι ενώπιόν μου.
Λευ. 25,24 καὶ κατὰ πᾶσαν
γῆν κατασχέσεως ὑμῶν λύτρα δώσετε τῆς γῆς.
Λευ. 25,24 Δι' αυτό, όλα τα χωράφια, τα οποία θα αποκτάτε με
αγοράν, θα είναι δυνατόν να εξαγορασθούν από τον πρώτον ιδιοκτήτην των.
Λευ. 25,25 ἐὰν δὲ
πένηται ὁ ἀδελφός σου ὁ μετὰ σοῦ καὶ ἀποδῶται
ἀπὸ τῆς κατασχέσεως αὐτοῦ, καὶ ἔλθῃ
ὁ ἀγχιστεύων ὁ ἐγγίζων αὐτῷ, καὶ
λυτρώσεται τὴν πρᾶσιν τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ.
Λευ. 25,25 Εάν, λοιπόν, ο πτωχός αδελφός σου, ο πλησίον σου,
ευρεθή εις την ανάγκην και πωλήση το κτήμα του και έλθη ο πλησιέστερος συγγενής
του, δύναται να εξαγοράση το πωληθέν υπό του συγγενούς του κτήμα.
Λευ. 25,26 ἐὰν δὲ
μὴ ᾖ τινι ὁ ἀγχιστεύων καὶ εὐπορηθῇ τῇ
χειρὶ καὶ εὑρεθῇ αὐτῷ τὸ ἱκανὸν
λύτρα αὐτοῦ,
Λευ. 25,26 Εάν δε αυτός, που επώλησε το κτήμα, δεν έχη εύπορον
συγγενή, ευπορήση όμως ο ίδιος και εύρη τα απαιτούμενα χρήματα δια την εξαγοράν
του πωληθέντος κτήματός του, έχει το δικαίωμα να το εξαγοράση.
Λευ. 25,27 καὶ συλλογιεῖται
τὰ ἔτη τῆς πράσεως αὐτοῦ καὶ ἀποδώσει
ὃ ὑπερέχει τῷ ἀνθρώπῳ, ᾧ ἀπέδοτο αὐτὸ
αὐτῷ, καὶ ἀπελεύσεται εἰς τὴν κατάσχεσιν αὐτοῦ.
Λευ. 25,27 Θα υπολογίση και θα αφαιρέση τα έτη της πωλήσεως του
κτήματος και θα καταβάλη τα υπόλοιπα στον άνθρωπον, προς τον οποίον το είχε
πωλήσει και θα επιστρέφη πάλιν ως ιδιοκτήτης στο κτήμα, το οποίον και
προηγουμένως κατείχε.
Λευ. 25,28 ἐὰν δὲ
μὴ εὐπορηθῇ αὐτοῦ ἡ χεὶρ τὸ ἱκανόν,
ὥστε ἀποδοῦναι αὐτῷ, καὶ ἔσται ἡ
πρᾶσις τῷ κτησαμένῳ αὐτὰ ἕως τοῦ ἕκτου
ἔτους τῆς ἀφέσεως· καὶ ἐξελεύσεται ἐν
τῇ ἀφέσει, καὶ ἀπελεύσεται εἰς τὴν
κατάσχεσιν αὐτοῦ.
Λευ. 25,28 Εάν όμως ο πωλητής δεν ευπορηθή οικονομικώς ώστε να
αγοράση το κτήμά του δια να επαναποκτήση αυτό, η ισχύς της πωλήσεως θα παραταθή
μέχρι του έκτου έτους της αφέσεως. Κατά το έτος αυτό της αφέσεως ο αγοραστής θα
εγκαταλείψη το κτήμα και αυτό θα περιέλθη εις την κυριότητα του πωλήσαντος.
Λευ. 25,29 Ἐὰν δέ τις ἀποδῶται
οἰκίαν οἰκητὴν ἐν πόλει τετειχισμένῃ, καὶ ἔσται
ἡ λύτρωσις αὐτῆς, ἕως πληρωθῇ ἐνιαυτὸς
ἡμερῶν, ἔσται ἡ λύτρωσις αὐτῆς.
Λευ. 25,29 Εάν κανείς πωλήση κατοικήσιμον οικίαν εις πόλιν
περιτειχισμένην, ημπορεί να εξαγοράση αυτήν, μέχρις ότου συμπληρωθή ένα έτος
από της ημέρας της πωλήσεώς της.
Λευ. 25,30 ἐὰν δὲ
μὴ λυτρωθῇ ἕως ἂν πληρωθῇ αὐτῆς ἐνιαυτὸς
ὅλος, κυρωθήσεται ἡ οἰκία ἡ οὖσα ἐν πόλει τῇ
ἐχούσῃ τεῖχος βεβαίως τῷ κτησαμένῳ αὐτὴν
εἰς τὰς γενεὰς αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἐξελεύσεται
ἐν τῇ ἀφέσει.
Λευ. 25,30 Εάν όμως κατά το διάστημα του έτους αυτού δεν
καταβληθούν τα χρήματα προς εξαγοράν της οικίας, θα κατακυρωθή οριστικώς και
αμετακλήτως η εντός της περιτειχισμένης πόλεως αυτή οικία στον αγοράσαντα αυτήν
και στους απογόνους του και δεν θα εξέλθη αυτός από εκείνην ούτε κατά το έτος
της αφέσεως.
Λευ. 25,31 αἱ δὲ οἰκίαι
αἱ ἐν ἐπαύλεσιν, αἷς οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς
τεῖχος κύκλῳ, πρὸς τὸν ἀγρὸν τῆς γῆς
λογισθήσονται· λυτρωταὶ διαπαντὸς ἔσονται καὶ ἐν
τῇ ἀφέσει ἐξελεύσονται.
Λευ. 25,31 Αλλά αι οικίαι που είναι στους αγρούς, όπου δεν
υπάρχει ολόγυρα τείχος, θα θεωρηθούν κατά την πώλησιν ως αγροί. Θα είναι
εξαγορασταί δια χρημάτων πάντοτε και οι αγοράσαντες αυτάς θα εξέρχωνται από
αυτάς υποχρεωτικώς κατά το έτος της αφέσεως.
Λευ. 25,32 καὶ αἱ
πόλεις τῶν Λευιτῶν, οἰκίαι τῶν πόλεων κατασχέσεως αὐτῶν,
λυτρωταὶ διαπαντὸς ἔσονται τοῖς Λευίταις·
Λευ. 25,32 Αι οικίαι όμως των Λευϊτών, που υπάρχουν εις τας
πόλεις, τας οποίας αυτοί κατέχουν εκ κληρονομίας, θα εξαγοράζωνται δια παντός
από τους Λευΐτας καταβαλλομένου από αυτούς του αναλόγου τιμήματος.
Λευ. 25,33 καὶ ὃς ἂν
λυτρώσηται παρὰ τῶν Λευιτῶν καὶ ἐξελεύσεται ἡ
διάπρασις αὐτῶν οἰκιῶν πόλεως κατασχέσεως αὐτῶν
ἐν τῇ ἀφέσει, ὅτι οἰκίαι τῶν πόλεων τῶν
Λευιτῶν κατάσχεσις αὐτῶν ἐν μέσῳ υἱῶν
Ἰσραήλ.
Λευ. 25,33 Εάν κανείς αγοράση οικίαν Λευΐτου θα εξέλθη από αυτήν
οπωσδήποτε κατά το έτος της αφέσεως, διότι λήγει το δικαίωμα της δι' αγοράς
κατοχής της οικίας αυτής· και τούτο επειδή και αι πόλεις εντός των οποίων
ευρίσκονται αι λευϊτικαί οικίαι είναι ιδιοκτησία εις μόνιμον κατοικίαν των
Λευϊτών εν μέσω των περιοχών του Ισραηλιτικού λαού.
Λευ. 25,34 καὶ οἱ ἀγροὶ
ἀφωρισμένοι ταῖς πόλεσιν αὐτῶν οὐ πραθήσονται, ὅτι
κατάσχεσις αἰωνία τοῦτο αὐτῶν ἐστιν.
Λευ. 25,34 Και οι ωρισμένοι αγροί γύρω από τας πόλεις των
Λευϊτών δεν θα πωλούνται ανεκκλήτως, διότι η κατοχή αυτών από τους Λευΐτας θα
είναι πάντοτεινή.
Λευ. 25,35 Ἐὰν δὲ
πένηται ὁ ἀδελφός σου ὁ μετὰ σοῦ καὶ ἀδυνατήσῃ
ταῖς χερσὶ παρὰ σοί, ἀντιλήψῃ αὐτοῦ ὡς
προσηλύτου καὶ παροίκου καὶ ζήσεται ὁ ἀδελφός σου μετὰ
σοῦ.
Λευ. 25,35 Εάν ο αδελφός σου, που ζη κοντά σου, είναι πτωχός και
ευρεθή εις αδυναμίαν να επαρκέση με την εργασίαν των χεριών του εις τας
οικονομικάς του ανάγκας, συ πρέπει να ενδιαφερθής δι' αυτόν, ως εάν πρόκειται
περί ξένου και παρεπιδήμου και έτσι θα ζήση μαζή σου ο πτωχός αδελφός σου.
Λευ. 25,36 οὐ λήψῃ παρ᾿
αὐτοῦ τόκον, οὐδὲ ἐπὶ πλήθει· καὶ
φοβηθήσῃ τὸν Θεόν σου, ἐγὼ Κύριος, καὶ ζήσεται ὁ
ἀδελφός σου μετὰ σοῦ.
Λευ. 25,36 Δεν θα λάβης από αυτόν τόκον δια τα χρήματα, που του
εδάνεισες, ούτε και περισσότερα είδη από όσα του έδωσες· να φοβήσαι τον Θεόν
σου, διότι εγώ είμαι Κυριος που διατάσσω, και θα ζήση ο αδελφός σου μαζή σου.
Λευ. 25,37 τὸ ἀργύριόν
σου οὐ δώσεις αὐτῷ ἐπὶ τόκῳ καὶ ἐπὶ
πλεονασμῷ οὐ δώσεις αὐτῷ τὰ βρώματά σου.
Λευ. 25,37 Δεν θα δανείσης εις αυτόν τον πτωχόν αδελφόν σου
χρήματα με τόκον και ούτε θα του δώσης τροφάς με τον σκοπόν να ζητήσης από
αυτόν περισσοτέρας.
Λευ. 25,38 ἐγὼ Κύριος ὁ
Θεὸς ὑμῶν, ὁ ἐξαγαγὼν ὑμᾶς ἐκ
γῆς Αἰγύπτου, δοῦναι ὑμῖν τὴν γῆν
Χαναάν, ὥστε εἶναι ὑμῶν Θεός.
Λευ. 25,38 Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος σας έβγαλα
ελευθέρους από την γην της Αιγύπτου, δια να σας δώσω την γην Χαναάν, ώστε να
είμαι πάντοτε Θεός σας σεβαστός και ακουστός από σας.
Λευ. 25,39 Ἐὰν δὲ
ταπεινωθῇ ὁ ἀδελφός σου παρὰ σοί, καὶ πραθῇ
σοι, οὐ δουλεύσει σοι δουλείαν οἰκέτου·
Λευ. 25,39 Εάν δε ο αδελφός σου ευρεθή εις απόλυτον ανάγκην και
ταπεινωθή ενώπιόν σου και πωληθή εις σε ως δούλος, δεν θα εργασθή κοντά σου
σκληράν δουλείαν του συνήθους δούλου.
Λευ. 25,40 ὡς μισθωτὸς ἢ
πάροικος ἔσται σοι, ἕως τοῦ ἔτους τῆς ἀφέσεως
ἐργᾶται παρὰ σοί,
Λευ. 25,40 Αλλά θα είναι δια σε ως ημερομίσθιος εργάτης η ως
παρεπίδημος και θα εργάζεται κοντά σου μέχρι του ιωβηλαίου έτους της αφέσεως.
Λευ. 25,41 καὶ ἐξελεύσεται
τῇ ἀφέσει καὶ τὰ τέκνα αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ
καὶ ἀπελεύσεται εἰς τὴν γενεὰν αὐτοῦ,
εἰς τὴν κατάσχεσιν τὴν πατρικὴν ἀποδραμεῖται,
Λευ. 25,41 Κατά το έτος αυτό της αφέσεως ελεύθερος πλέον θα
φύγη από σε αυτός μαζή με τα τέκνα του και θα επανέλθη εις την φυλήν αυτού, θα
τρέξη εις την πατρικήν του κληρονομίαν,
Λευ. 25,42 διότι οἰκέται μού
εἰσιν οὗτοι, οὓς ἐξήγαγον ἐκ γῆς Αἰγύπτου·
οὐ πραθήσεται ἐν πράσει οἰκέτου.
Λευ. 25,42 διότι δούλοι ιδικοί μου είναι αυτοί, τους οποίους
έβγαλα από την γην της Αιγύπτου. Δια τούτο δεν θα πωλούνται, όπως οι άλλοι, οι
αλλοεθνείς δούλοι.
Λευ. 25,43 οὐ κατατενεῖς
αὐτὸν ἐν τῷ μόχθῳ, καὶ φοβηθήσῃ
Κύριον τὸν Θεόν σου.
Λευ. 25,43 Δεν θα καταβαρύνης αυτόν με πολλήν και εξαντλητικήν
εργασίαν. Πρέπει να σε συνέχη πάντοτε ο φόβος Κυρίου του Θεού σου.
Λευ. 25,44 καὶ παῖς καὶ
παιδίσκη, ὅσοι ἂν γένωνταί σοι ἀπὸ τῶν ἐθνῶν,
ὅσοι κύκλῳ σού εἰσιν, ἀπ᾿ αὐτῶν
κτήσεσθε δοῦλον καὶ δούλην·
Λευ. 25,44 Δούλον και δούλην θα αποκτήσετε από τα ειδωλολατρικά
έθνη, που ευρίσκονται γύρω σας. Από αυτά θα αποκτήσετε δούλους και δούλας.
Λευ. 25,45 καὶ ἀπὸ
τῶν υἱῶν τῶν παροίκων τῶν ὄντων ἐν ὑμῖν,
ἀπὸ τούτων κτήσεσθε καὶ ἀπὸ τῶν συγγενῶν
αὐτῶν, ὅσοι ἂν γένωνται ἐν γῇ ὑμῶν,
ἔστωσαν ὑμῖν εἰς κατάσχεσιν.
Λευ. 25,45 Επίσης από τα παιδιά των ξένων, που ευρίσκονται μαζή
σας από αυτά θα αποκτήσετε δούλους και δούλας και από τους συγγενείς των· όσοι
θα γεννηθούν εις την χώραν σας θα είναι εις ιδιοκτησίαν σας.
Λευ. 25,46 καὶ καταμεριεῖτε
αὐτοὺς τοῖς τέκνοις ὑμῶν μεθ᾿ ὑμᾶς,
καὶ ἔσονται ὑμῖν κατόχιμοι εἰς τὸν αἰῶνα·
τῶν δὲ ἀδελφῶν ὑμῶν τῶν υἱῶν
Ἰσραήλ, ἕκαστος τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ οὐ
κατατενεῖ αὐτὸν ἐν τοῖς μόχθοις.
Λευ. 25, 46 Και θα κατανείμετε αυτούς ως κληρονομίαν εις τα τέκνα
σας τα κατόπιν από σας. Θα είναι υπό την κατοχήν σας πάντοτε. Κανένας όμως από
τους Ισραηλίτας δεν θα καταβαρύνη τον αδελφόν του ως δούλον με έργα συνεχή και
επίπονα.
Λευ. 25,47 Ἐὰν δὲ
εὕρῃ ἡ χεὶρ τοῦ προσηλύτου ἢ τοῦ
παροίκου τοῦ παρὰ σοί, καὶ ἀπορηθεὶς ὁ ἀδελφός
σου πραθῇ τῷ προσηλύτῳ ἢ τῷ παροίκῳ τῷ
παρὰ σοὶ ἢ ἐκ γενετῆς προσηλύτῳ,
Λευ. 25,47 Εάν ο ξένος η ο παρεπίδημος, που ευρίσκεται κοντά σου
ευημερήση οικονομικώς, και ο αδελφός σου ο Ισραηλίτης πωληθή ως δούλος εις
αυτόν τον ξένον η τον παρεπίδημρν η εις κάποιον γεννηθέντα από οικογένειαν
ξένον,
Λευ. 25,48 μετὰ τὸ πραθῆναι
αὐτῷ, λύτρωσις ἔσται αὐτοῦ· εἷς τῶν
ἀδελφῶν αὐτοῦ λυτρώσεται αὐτόν.
Λευ. 25,48 δύναται και πρέπει να εξαγορασθή μετά την πώλησίν
του. Ενας εκ των συμπατριωτών του Ισραηλιτών, κατά πρώτον λόγον συγγενής του,
πρέπει να τον εξαγοράση.
Λευ. 25,49 ἀδελφὸς πατρὸς
αὐτοῦ ἢ υἱὸς ἀδελφοῦ πατρὸς
λυτρώσεται αὐτὸν ἢ ἀπὸ τῶν οἰκείων τῶν
σαρκῶν αὐτοῦ, ἐκ τῆς φυλῆς αὐτοῦ,
λυτροῦται αὐτόν· ἐὰν δὲ εὐπορηθεὶς
ταῖς χερσὶ λυτρῶται ἑαυτόν,
Λευ. 25,49 Θα τον εξαγοράση ο αδελφός του πατρός του η ο υιός
του αδελφού του πατρός του η κάποιος από τους κατά σάρκα συγγενείς του από την
φυλήν του οπωσδήποτε κάποιος πρέπει να τον εξαγοράση. Εάν δε ο ίδιος ευπορηθή
οικονομικώς, θα ελευθερώση τον εαυτόν του από την δουλείαν
Λευ. 25,50 καὶ συλλογιεῖται
πρὸς τὸν κεκτημένον αὐτὸν ἀπὸ τοῦ ἔτους,
οὗ ἀπέδοτο ἑαυτὸν αὐτῷ ἕως τοῦ ἐνιαυτοῦ
τῆς ἀφέσεως, καὶ ἔσται τὸ ἀργύριον τῆς
πράσεως αὐτοῦ ὡς μισθίου· ἔτος ἐξ ἔτους
ἔσται μετ᾿ αὐτοῦ.
Λευ. 25,50 Θα υπολογίση το χρέος του προς τον αγοράσαντα αυτόν
από το έτος κατά το οποίον επωλήθη μέχρι του ιωβηλαίου, του έτους της γενικής
αφέσεως. Τα οφειλόμενα χρήματα θα υπολογισθούν ως ημερομίσθια εργάτου. Το ένα
μετά το άλλο έτος θα υπολογίζωνται έτσι.
Λευ. 25,51 ἐὰν δέ τινι
πλεῖον τῶν ἐτῶν ᾖ, πρὸς ταῦτα ἀποδώσει
τὰ λύτρα αὐτοῦ ἀπὸ τοῦ ἀργυρίου τῆς
πράσεως αὐτοῦ·
Λευ. 25,51 Εαν δε στον πωληθέντα ως δούλον υπολείπωνται πολλά
έτη μέχρι του ιωβηλαίου, ο θέλων να εξαγοράση αυτόν θα καταβάλη τα ανάλογα
χρήματα δια την εξαγοράν του.
Λευ. 25,52 ἐὰν δὲ
ὀλίγον καταλειφθῇ ἀπὸ τῶν ἐτῶν εἰς
τὸν ἐνιαυτὸν τῆς ἀφέσεως, καὶ συλλογιεῖται
αὐτῷ κατὰ τὰ ἔτη αὐτοῦ, καὶ ἀποδώσει
τὰ λύτρα αὐτοῦ.
Λευ. 25,52 Εάν δε ολίγα έτη υπολείπωνται μέχρι του έτους της
αφέσεως, θα υπολογίση και κατά τον αριθμόν των υπολειπομένων ετών θα καταβάλη
τα ανάλογα χρήματα.
Λευ. 25,53 ὡς μισθωτὸς ἐνιαυτὸν
ἐξ ἐνιαυτοῦ ἔσται μετ᾿ αὐτοῦ· οὐ
κατατενεῖς αὐτὸν ἐν τῷ μόχθῳ ἐνώπιόν
σου.
Λευ. 25,53 Ο δούλος αυτός θα θεωρήται ως ημερομίσθιος εργάτης
σου δια τα έτη που θα είναι μαζή σου. Δεν θα τον καταθλίβης με εξαντλητικάς
εργασίας.
Λευ. 25,54 ἐὰν δὲ
μὴ λυτρῶται κατὰ ταῦτα, ἐξελεύσεται ἐν τῷ
ἔτει τῆς ἀφέσεως αὐτὸς καὶ τὰ παιδία
αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ·
Λευ. 25,54 Εάν δε δεν εξαγορασθή αυτος σύμφωνα με τα προηγούμενα,
θα φύγη οπωσδήποτε ελεύθερος κατά το έτος της αφέσεως αυτός και τα παιδιά του.
Λευ. 25,55 ὅτι ἐμοὶ
οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ οἰκέται εἰσί, παῖδές
μου οὗτοί εἰσιν, οὓς ἐξήγαγον ἐκ γῆς Αἰγύπτου·
ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 25,55 Αυτά τα διατάσσω εγώ, διότι όλοι οι Ισραηλίται είναι
οικέται μου, είναι ιδικοί σου δουλοί, αυτοί τους οποίους εγώ απηλευθέρωσα από
την Αίγυπτον. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας !
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
26
Λευ. 26,1 Οὐ ποιήσετε ὑμῖν
αὐτοῖς χειροποίητα, οὐδὲ γλυπτά, οὐδὲ
στήλην ἀναστήσετε ὑμῖν, οὐδὲ λίθον σκοπὸν
θήσετε ἐν τῇ γῇ ὑμῶν προσκυνῆσαι αὐτῷ·
ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν.
Λευ. 26,1 Δεν θα κατασκευάσετε ποτέ δια τον εαυτόν σας
χειροιποίητα είδωλα ούτε γλυπτά αγάλματα θεών, ούτε θα στήσετε ποτέ
ειδωλολατρικήν στήλην, ούτε θα θέσετε εις κανένα σημείον της χώρας σας
περίοπτον λίθον, ώστε να προσκυνήτε αυτόν. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας.
Λευ. 26,2 τὰ σάββατά μου
φυλάξεσθε, καὶ ἀπὸ τῶν ἁγίων μου
φοβηθήσεσθε· ἐγώ εἰμι Κύριος.
Λευ. 26,2 Θα φυλάξετε την αργίαν και αγιότητα των σαββάτων,
θα σέβεσθε και θα φοβήσθε τα άγια μου, (την Σκηνήν του Μαρτυρίου και τα εν
αυτή). Εγώ είμαι ο Κυριος.
Λευ. 26,3 Ἐὰν τοῖς
προστάγμασί μου πορεύησθε καὶ τὰς ἐντολάς μου φυλάσσησθε καὶ
ποιήσητε αὐτάς,
Λευ. 26,3 Εάν πορεύεσθε σύμφωνα με τα προστάγματά μου, εάν
φυλάττετε και εφαρμόζετε τας εντολάς μου,
Λευ. 26,4 καὶ δώσω τὸν
ὑετὸν ὑμῖν ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καὶ
ἡ γῆ δώσει τὰ γενήματα αὐτῆς καὶ τὰ
ξύλα τῶν πεδίων ἀποδώσει τὸν καρπὸν αὐτῶν.
Λευ. 26,4 εγώ θα δώσω στον κατάλληλον καιρόν την βροχήν και η
γη θα αποδώση τα γεννήματά της και τα καρποφόρα δένδρα των πεδιάδων θα δώσουν
τους καρπούς των.
Λευ. 26,5 καὶ καταλήψεται ὑμῖν
ὁ ἁλοητὸς τὸν τρυγητόν, καὶ ὁ τρυγητὸς
καταλήψεται τὸν σπόρον, καὶ φάγεσθε τὸν ἄρτον ὑμῶν
εἰς πλησμονὴν καὶ κατοικήσετε μετὰ ἀσφαλείας ἐπὶ
τῆς γῆς ὑμῶν, καὶ πόλεμος οὐ διελεύσεται διὰ
τῆς γῆς ὑμῶν.
Λευ. 26,5 Η γη θα καρποφορή πλουσίως, ώστε το αλώνισμα των
σιτηρών, πλούσιον καθώς θα είναι, θα διαρκή μέχρι του τρυγητού των αμπέλων και
το τρύγημα των σταφυλών θα διαρκή έως την εποχήν της νέας σποράς. Θα φάγετε
πλούσια τα αγαθά της γης, θα χορτάσετε από αυτά, θα κατοικήτε ασφαλείς εις την
χώραν σας και πόλεμος δεν θα πέραση από αυτήν.
Λευ. 26,6 καὶ δώσω εἰρήνην
ἐν τῇ γῇ ὑμῶν, καὶ κοιμηθήσεσθε, καὶ
οὐκ ἔσται ὑμᾶς ὁ ἐκφοβῶν, καὶ ἀπολῶ
θηρία πονηρὰ ἐκ τῆς γῆς ὑμῶν.
Λευ. 26,6 Θα δώσω ειρήνην εις την χώραν σας, θα κοιμάσθε
ήσυχοι και δεν θα υπάρχη κανείς, που να σας εκφοβίζη. Θα καταστρέψω τα άγρια
και αιμοβόρα θηρία από την χώραν σας·
Λευ. 26,7 καὶ διώξεσθε τοὺς
ἐχθροὺς ὑμῶν, καὶ πεσοῦνται ἐναντίον ὑμῶν
φόνῳ·
Λευ. 26,7 θα καταδιώξετε και θα κατανικήσετε τους εχθρούς σας
και θα τους ίδετε να πίπτουν φονευμένοι ενώπιόν σας.
Λευ. 26,8 καὶ διώξονται ἐξ
ὑμῶν πέντε ἑκατόν, καὶ ἑκατὸν ὑμῶν
διώξονται μυριάδας. καὶ πεσοῦνται οἱ ἐχθροὶ ὑμῶν
ἐναντίον ὑμῶν μαχαίρᾳ.
Λευ. 26,8 Πέντε από σας θα καταδιώκουν εκατόν εχθρούς και
εκατόν από σας θα καταδιώκουν αναριθμήτους εχθρούς· και οι εχθροί σας θα
πίπτουν εν στόματι μαχαίρας νεκροί ενώπιόν σας.
Λευ. 26,9 καὶ ἐπιβλέψω
ἐφ᾿ ὑμᾶς καὶ αὐξανῶ ὑμᾶς
καὶ πληθυνῶ ὑμᾶς καὶ στήσω τὴν διαθήκην μου
μεθ᾿ ὑμῶν.
Λευ. 26,9 Εγώ θα επιβλέψω εις σας με στοργήν και ευμένειαν.
Θα σας πληθύνω εις λαόν πολύν και θα κρατήσω και θα εκπληρώσω την υπόσχεσίν μου
προς σας.
Λευ. 26,10 καὶ φάγεσθε παλαιὰ
καὶ παλαιὰ παλαιῶν, καὶ παλαιὰ ἐκ προσώπου
νέων ἐξοίσετε.
Λευ. 26,10 Θα έχετε υπερπαραγωγήν αγαθών, ώστε να τρώγετε παλαιά
και παλαιότερα προϊόντα της γης. Θα ρίπτετε έξω από τας αποθήκας σας παλαιά
γεννήματα, δια να γεμίζετε αυτάς με τα πλούσια εισοδήματα νέας συγκομιδής.
Λευ. 26,11 καὶ θήσω τὴν
σκηνήν μου ἐν ὑμῖν, καὶ οὐ βδελύξεται ἡ
ψυχή μου ὑμᾶς,
Λευ. 26,11 Θα στήσω την Σκηνήν μου και το κατοικητήριόν μου ανά
μέσον σας και δεν θα σας αηδιάση η ψυχή μου.
Λευ. 26,12 καὶ ἐμπεριπατήσω
ἐν ὑμῖν· καὶ ἔσομαι ὑμῶν Θεός,
καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός.
Λευ. 26,12 Θα περιπατώ εν μέσω υμών. Θα είμαι ο Θεός σας και
σεις θα είσθε ο λαός μου.
Λευ. 26,13 ἐγώ εἰμι
Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, ὁ ἐξαγαγὼν ὑμᾶς
ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ὄντων ὑμῶν δούλων, καὶ
συνέτριψα τὸν δεσμὸν τοῦ ζυγοῦ ὑμῶν καὶ
ἤγαγον ὑμᾶς μετὰ παῤῥησίας.
Λευ. 26,13 Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος, όταν ήσθε
δούλοι εις την Αίγυπτον, σας έβγαλα από εκεί ελευθέρους και συνέτριψα τον ζυγόν
της δουλείας σας και σας οδήγησα με δύναμιν εις την γην της επαγγελίας.
Λευ. 26,14 ἐὰν δέ μὴ
ὑπακούσητέ μου, μὴ δὲ ποιήσητε τὰ προστάγματά μου ταῦτα,
Λευ. 26,14 Εάν όμως δεν με υπακούσετε και δεν εφαρμόσετε αυτάς
τας εντολάς μου,
Λευ. 26,15 ἀλλὰ ἀπειθήσητε
αὐτοῖς καὶ τοῖς κρίμασί μου προσοχθίσῃ ἡ
ψυχὴ ὑμῶν, ὥστε ὑμᾶς μὴ ποιεῖν
πάσας τὰς ἐντολάς μου, ὥστε διασκεδάσαι τήν διαθήκην μου,
Λευ. 26,15 αλλά παρακούσετε και παραβήτε αυτάς, αποστραφή δε
και αηδιάση η ψυχή σας τας αποφάσεις μου, ώστε με την παρακοήν σας αυτήν να
διαλύσετε την συμφωνίαν μου,
Λευ. 26,16 καὶ ἐγὼ
ποιήσω οὕτως ὑμῖν· καὶ ἐπιστήσω ἐφ᾿
ὑμᾶς τὴν ἀπορίαν, τήν τε ψώραν, καὶ τὸν ἴκτερα
σφακελίζοντα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν, καὶ τὴν
ψυχὴν ὑμῶν ἐκτήκουσαν, καὶ σπερεῖτε διακενῆς
τὰ σπέρματα ὑμῶν, καὶ ἔδονται οἱ ὑπεναντίοι
ὑμῶν.
Λευ. 26,16 και εγώ θα κάμω το ίδιο προς σας θα παραμερίσω την
υπόσχεσιν, που σας έχω δώσει, και θα αποστείλω εναντίον σας φτώχειαν και ψώραν
και ίκτερον, που εξασθενίζει τους οφθαλμούς σας και λυώνει την ζωήν σας. Θα
σπείρετε εις τα χαμένα τους σπόρους σας και τα προϊόντα των αγρών σας θα τα
τρώγουν οι εχθροί σας.
Λευ. 26,17 καὶ ἐπιστήσω
τὸ πρόσωπόν μου ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ πεσεῖσθε
ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν ὑμῶν, καὶ
διώξονται ὑμᾶς οἱ μισοῦντες ὑμᾶς, καὶ
φεύξεσθε οὐδενὸς διώκοντος ὑμᾶς.
Λευ. 26,17 Θα στρέψω ωργισμένον το πρόσωπόν μου εναντίον σας
και θα πέσετε νικημένοι ενώπιον των εχθρών σας και αυτοί, που σας μισούν, θα
σας καταδιώκουν. Θα ελθουν δε και περιστάσεις, κατά τας οποίας πανικόβλητοι θα
φύγετε, χωρίς κανείς να σας καταδιώκη.
Λευ. 26,18 καὶ ἐὰν
ἕως τούτου μὴ ὑπακούσητέ μου, καὶ προσθήσω τοῦ
παιδεῦσαι ὑμᾶς ἑπτάκις ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις
ὑμῶν.
Λευ. 26,18 Και εάν, παρ' όλας τας τιμωρίας αυτάς, δεν
μετανοήσετε και δεν με υπακούσετε, θα προσθέσω νέας και θα σας τιμωρήσω επτά
φοράς περισσότερον δια τας αμαρτίας σας.
Λευ. 26,19 καὶ συντρίψω τὴν
ὕβριν τῆς ὑπερηφανίας ὑμῶν, καὶ θήσω τὸν
οὐρανὸν ὑμῖν σιδηροῦν καὶ τὴν γῆν
ὑμῶν ὡσεὶ χαλκῆν.
Λευ. 26,19 Θα συντρίψω την αλαζονείαν της υπερηφανείας σας και
δεν θα στείλω βροχάς, ώστε ο ουρανός να φαίνεται σαν σίδηρος και η γη από την
ξηρασίαν σαν χαλκός.
Λευ. 26,20 καὶ ἔσται εἰς
κενὸν ἡ ἰσχὺς ὑμῶν, καὶ οὐ
δώσει ἡ γῆ ὑμῶν τὸν σπόρον αὐτῆς, καὶ
τὸ ξύλον τοῦ ἀγροῦ ὑμῶν οὐ δώσει τὸν
καρπὸν αὐτοῦ.
Λευ. 26,20 Η δύναμίς σας και οι κόποι σας θα είναι επί ματαίω. Η
γη δεν θα δώση ούτε τον σπόρον, που ερρίψατε εις αυτήν, και τα καρποφόρα δένδρα
των αγρών σας δεν θα φέρουν καρπούς.
Λευ. 26,21 καὶ ἐὰν
μετὰ ταῦτα πορεύησθε πλάγιοι, καὶ μὴ βούλησθε ὑπακούειν
μου, προσθήσω ὑμῖν πληγὰς ἑπτὰ κατὰ τὰς
ἁμαρτίας ὑμῶν.
Λευ. 26,21 Και εάν παρ' όλα αυτά εξακολουθήτε να ζήτε
αμετανόητοι και να φέρεσθε με δολιότητα απέναντι, μου και δεν θελήσετε να
υπακούσετε εις τας εντολάς μου, εγώ θα επιφέρω εναντίον σας και άλλας πολλάς
τιμωρίας, σύμφωνα με τας αμαρτίας που θα διαπράττετε.
Λευ. 26,22 καὶ ἀποστελῶ
ἐφ᾿ ὑμᾶς τὰ θηρία τὰ ἄγρια τῆς
γῆς καὶ κατέδεται ὑμᾶς καὶ ἐξαναλώσει τὰ
κτήνη ὑμῶν, καὶ ὀλιγοστοὺς ποιήσω ὑμᾶς,
καὶ ἐρημωθήσονται αἱ ὁδοὶ ὑμῶν.
Λευ. 26,22 Θα εξαπολύσω εναντίον σας τα άγρια θηρία της γης, τα
οποία και σας θα κατασπαράξουν και τα ζώα σας θα καταστρέψουν· και έτσι θα σας
κάμω ολιγοστούς εις την χώραν σας και θα μείνουν έρημοι από ανθρώπους οι δρόμοι
σας.
Λευ. 26,23 καὶ ἐπὶ
τούτοις ἐὰν μὴ παιδευθῆτε, ἀλλὰ πορεύησθε
πρός με πλάγιοι,
Λευ. 26,23 Και αν πάλιν με αυτά δεν παιδαγωγηθήτε και δεν
αλλάξετε ζωήν, αλλά εξακολουθήτε να φέρεσθε με υποκρισίαν και πονηρίαν απέναντί
μου,
Λευ. 26,24 πορεύσομαι κἀγὼ
μεθ᾿ ὑμῶν θυμῷ πλαγίῳ, καὶ πατάξω ὑμᾶς
κἀγὼ ἑπτάκις ἀντὶ τῶν ἁμαρτιῶν ὑμῶν.
Λευ. 26,24 θα φερθώ και εγώ απέναντί σας με θυμόν αιφνίδιον και
θα σας τιμωρήσω πολλαπλασίως δια τας αμαρτίας σας.
Λευ. 26,25 καὶ ἐπάξω ἐφ᾿
ὑμᾶς μάχαιραν ἐκδικοῦσαν δίκην διαθήκης, καὶ
καταφεύξεσθε εἰς τὰς πόλεις ὑμῶν· καὶ ἐξαποστελῶ
θάνατον εἰς ὑμᾶς, καὶ παραδοθήσεσθε εἰς χεῖρας
τῶν ἐχθρῶν.
Λευ. 26,25 Θα φέρω εναντίον σας εκδικητικήν των εχθρών σας την
μάχαιραν, η οποία θα σας τιμωρήση δια την καταπάτησιν της διαθήκης μου. Και δια
τον φόρον της σφαγής σας θα καταφύγετε από την ύπαιθρον εις τας πόλεις. Αλλά
και εκεί δεν θα είσθε ασφαλείς· θα αποστείλω εναντίον σας θάνατον και θα
παραδοθήτε εις τας χείρας των εχθρών σας.
Λευ. 26,26 ἐν τῷ θλῖψαι
ὑμᾶς σιτοδείᾳ ἄρτων, καὶ πέψουσι δέκα γυναῖκες
τοὺς ἄρτους ὑμῶν ἐν κλιβάνῳ ἑνί, καὶ
ἀποδώσουσι τοὺς ἄρτους ὑμῶν ἐν σταθμῷ,
καὶ φάγεσθε καὶ οὐ μὴ ἐμπλησθῆτε.
Λευ. 26,26 Οταν θα σας τιμωρήσω με έλλειψιν άρτων, δέκα
γυναίκες, διότι δεν θα υπάρχουν άλευρα ικανά, θα ψήνουν τους ολίγους άρτους σας
εις ένα μόνον κλίβανον. Θα σας δίδουν το ψωμί με το ζύγι και δεν θα χορταίνετε.
Λευ. 26,27 ἐὰν δὲ
ἐπὶ τούτοις μὴ ὑπακούσητέ μου, καὶ πορεύησθε πρός
με πλάγιοι,
Λευ. 26,27 Εάν δε παρ' όλα αυτά και πάλιν δεν υπακούσετε εις
εμέ, αλλά πορεύεσθε εις δρόμους πλαγίους, που απομακρύνουν από εμέ,
Λευ. 26,28 καὶ αὐτὸς
πορεύσομαι μεθ᾿ ὑμῶν ἐν θυμῷ πλαγίῳ, καὶ
παιδεύσω ὑμᾶς ἐγὼ ἑπτάκις κατὰ τὰς ἁμαρτίας
ὑμῶν.
Λευ. 26,28 και εγώ θα φερθώ απέναντί σας με θυμόν που δεν
περιμένετε, και θα σας τιμωρήσω σκληρότερον ανάλογα με τας αμαρτίας σας.
Λευ. 26,29 καὶ φάγεσθε τὰς
σάρκας τῶν υἱῶν ὑμῶν καὶ τὰς σάρκας τῶν
θυγατέρων ὑμῶν φάγεσθε,
Λευ. 26,29 Τοση δε θα είναι η πείνα σας και η αλλοφροσύνη σας,
ώστε θα φάγετε τας σάρκας των υιών σας και τας σάρκας των θυγατέρων σας.
Λευ. 26,30 καὶ ἐρημώσω
τὰς στήλας ὑμῶν, καὶ ἐξολοθρεύσω τὰ ξύλινα
χειροποίητα ὑμῶν, καὶ θήσω τὰ κῶλα ὑμῶν
ἐπὶ τὰ κῶλα τῶν εἰδώλων ὑμῶν,
καὶ προσοχθιεῖ ἡ ψυχή μου ὑμῖν.
Λευ. 26,30 Θα κάμω ερήμους εγώ τας ειδωλολατρικάς σας στήλας, θα
εξολοθρεύσω τα ξύλινα χειροποίητα αγάλματά σας και θα απορρίψω τα μέλη του
σώματός σας επάνω εις τα συντρίμματα των ειδώλων σας, θα σας αποστραφή και θα
σας αηδιάση η ψυχή μου.
Λευ. 26,31 καὶ θήσω τὰς
πόλεις ὑμῶν ἐρήμους καὶ ἐξερημώσω τὰ ἅγια
ὑμῶν, καὶ οὐ μὴ ὀσφρανθῶ τῆς ὀσμῆς
τῶν θυσιῶν ὑμῶν.
Λευ. 26,31 Θα καταστήσω τας πόλεις σας ερήμους, έρημα θα κάμω
τα άγια μέρη της Σκηνής του Μαρτυρίου και δεν θα οσφρανθώ πλέον την οσμήν των
θυσιών σας.
Λευ. 26,32 καὶ ἐξερημώσω
ἐγὼ τὴν γῆν ὑμῶν, καὶ θαυμάσονται ἐπ᾿
αὐτῇ οἱ ἐχθροὶ ὑμῶν οἱ ἐνοικοῦντες
ἐν αὐτῇ.
Λευ. 26,32 Θα καταστήσω εγώ έρημον την χώραν σας, ώστε και αυτοί
ακόμη οι εχθροί σας, οι οποίοι θα την κατοικήσουν, να μένουν κατάπληκτοι.
Λευ. 26,33 καὶ διασπερῶ
ὑμᾶς εἰς τὰ ἔθνη, καὶ ἐξαναλώσει ὑμᾶς
ἐπιπορευομένη ἡ μάχαιρα· καὶ ἔσται ἡ γῆ
ὑμῶν ἔρημος, καὶ αἱ πόλεις ὑμῶν ἔσονται
ἔρημοι.
Λευ. 26,33 Θα σας διασκορπίσω εις τα διάφορα έθνη και εκεί θα
σας εξολοθρεύση εναντίον σας επερχομένη μάχαιρα. Η χώρα σας θα ερημωθή από
κατοίκους και αι πόλεις σας θα μείνουν έρημοι και ακατοίκητοι.
Λευ. 26,34 τότε εὐδοκήσει ἡ
γῆ τὰ σάββατα αὐτῆς πάσας τὰς ἡμέρας τῆς
ἐρημώσεως αὐτῆς, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθε ἐν
τῇ γῇ τῶν ἐχθρῶν ὑμῶν· τότε
σαββατιεῖ ἡ γῆ, καὶ εὐδοκήσει ἡ γῆ τὰ
σάββατα αὐτῆς.
Λευ. 26,34 Τοτε που σεις θα έχετε απαχθή ως δούλοι εις τα διάφορα
έθνη, η ερημωμένη χώρα σας θα χαρή την αργίαν των σαββάτων, τότε η γη θα
αναπαυθή και θα χαρή τον σαββατισμόν της αγραναπαύσεώς της, διότι δεν θα ζήτε
πλέον σεις εκεί, δια να καταλύετε την αργίαν του Σαββάτου και την αγρανάπαυσιν
του έτους της αφέσεως.
Λευ. 26,35 πάσας τὰς ἡμέρας
τῆς ἐρημώσεως αὐτῆς σαββατιεῖ, ἃ οὐκ ἐσαββάτισεν
ἐν τοῖς σαββάτοις ὑμῶν, ἡνίκα κατῳκεῖτε
αὐτήν.
Λευ. 26,35 Καθ' όλον το διάστημα της ερημώσεώς της η χώρα σας θα
αναπαυθή και θα έχη σάββατα, δι' όσα σάββατα δεν ανεπαύθη, όταν σεις εμένατε
εις αυτήν και με την εργασίαν σας εβεβηλώνατε τα σάββατα.
Λευ. 26,36 καὶ τοῖς
καταλειφθεῖσιν ἐξ ὑμῶν ἐπάξω δουλείαν εἰς τὴν
καρδίαν αὐτῶν ἐν τῇ γῇ τῶν ἐχθρῶν
αὐτῶν, καί διώξεται αὐτοὺς φωνὴ φύλλου φερομένου,
καὶ φεύξονται ὡς φεύγοντες ἀπὸ πολέμου, καὶ πεσοῦνται
οὐδενὸς διώκοντος·
Λευ. 26,36 Οσοι απολειφθούν από την σφαγήν και τον θάνατον θα
γίνουν δούλοι, θα έχουν δουλικόν και περί φόβον φρόνημα εις την χώραν των
εχθρών των. Το ελαφρόν θρόϊσμα του φύλλου, που παρασύρεται από τον άνεμον. Θα
τους τρομάζη και θα τους τρέπη εις φυγήν. Θα φεύγουν πανικόβλητοι ωσάν εις
επιδρομήν εχθρών και θα πίπτουν χωρίς κανείς να τους καταδιώκη.
Λευ. 26,37 καὶ ὑπερόψεται
ὁ ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸν ὡσεὶ ἐν
πολέμῳ, οὐδενὸς κατατρέχοντος, καὶ οὐ δυνήσεσθε ἀντιστῆναι
τοῖς ἐχθροῖς ὑμῶν.
Λευ. 26,37 Θα αδιαφορήση ο αδελφός δια τον αδελφόν του, όπως εις
καιρόν μάχης· και ενώ κανείς δεν θα σας καταδιώκη, σεις δεν θα έχετε ψυχικόν
σθένος να αντισταθήτε στους εχθρούς σας.
Λευ. 26,38 καὶ ἀπολεῖσθε
ἐν τοῖς ἔθνεσι, καὶ κατέδεται ὑμᾶς ἡ
γῆ τῶν ἐχθρῶν ὑμῶν.
Λευ. 26,38 Θα αποθάνετε ως ξένοι και δούλοι ανάμεσα στους
ειδωλολατρικούς λαούς και η ξένη γη, η γη των εχθρών σας, θα σας καταφάγη.
Λευ. 26,39 καὶ οἱ
καταλειφθέντες ἀφ᾿ ὑμῶν καταφθαρήσονται διὰ τὰς
ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας τῶν
πατέρων αὐτῶν, ἐν τῇ γῇ τῶν ἐχθρῶν
αὐτῶν τακήσονται.
Λευ. 26,39 Και όσοι από σας απολειφθούν, θα καταστραφούν δια τας
ιδικάς των αμαρτίας και δια τας αμαρτίας των πατέρων των (τας οποίας και αυτοί
θα έχουν υιοθετήσει) και θα λυώσουν αιχμάλωτοι εις την χώραν των εχθρών των.
Λευ. 26,40 καὶ ἐξαγορεύσουσι
τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν καὶ τὰς ἁμαρτίας τῶν
πατέρων αὐτῶν, ὅτι παρέβησαν καὶ ὑπερεῖδόν
με, καὶ ὅτι ἐπορεύθησαν ἐναντίον μου πλάγιοι,
Λευ. 26,40 Και τότε συντετριμμένοι από το βάρος της ενοχής των
θα εξομολογηθούν εν μετανοία τας ιδικάς των αμαρτίας και τας των πατέρων των,
θα ομολογήσουν ότι παρέβησαν τας εντολάς μου, ότι δεν με ελογάριασαν ως Θεόν
των και ότι επορεύθησαν δολίως εναντίον μου.
Λευ. 26,41 καὶ ἐγὼ
ἐπορεύθην μετ᾿ αὐτῶν ἐν θυμῷ πλαγίῳ,
καὶ ἀπολῷ αὐτοὺς ἐν τῇ γῇ τῶν
ἐχθρῶν αὐτῶν· τότε ἐντραπήσεται ἡ
καρδία αὐτῶν ἡ ἀπερίτμητος, καὶ τότε εὐδοκήσουσι
τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν.
Λευ. 26,41 Θα αναγνωρίσουν ότι και εγώ εξ αιτίας των εφέρθην
προς αυτούς με θυμόν και αγανάκτησιν και κατέστρεψα αυτούς εις την χώραν των
εχθρών των. Τοτε η σκληρά των καρδιά θα συγκινηθή και θα εντραπή, θα
κατανοήσουν και θα αισθανθούν το βάρος των αμαρτιών των.
Λευ. 26,42 καὶ μνησθήσομαι τῆς
διαθήκης Ἰακὼβ καὶ τῆς διαθήκης Ἰσαάκ, καὶ
τῆς διαθήκης Ἁβραὰμ μνησθήσομαι, καὶ τῆς γῆς
μνησθήσομαι.
Λευ. 26,42 Και εγώ θα ενθυμηθώ την υπόσχεσιν, την οποίαν έδωσα
στον Ιακώβ, στον Ισαάκ και στον Αβραάμ· και την χώραν θα ενθυμηθώ.
Λευ. 26,43 καὶ ἡ γῆ
ἐγκαταλειφθήσεται ἀπ᾿ αὐτῶν· τότε
προσδέξεται ἡ γῆ τὰ σάββατα αὐτῆς, ἐν τῷ
ἐρημωθῆναι αὐτὴν δι᾿ αὐτούς, καὶ αὐτοὶ
προσδέξονται τὰς αὐτῶν ἀνομίας, ἀνθ᾿ ὧν
τὰ κρίματά μου ὑπερεῖδον, καὶ τοῖς προστάγμασί
μου προσώχθισαν τῇ ψυχῇ αὐτῶν.
Λευ. 26,43 Θα ενθυμηθώ ότι η γη Χαναάν εγκατελείφθη από σας τους
Ισραηλίτας. Και καθώς έμεινεν έρημος και ακατοίκητος έλαβεν όλα τα σάββατά της,
τας αργίας και αναπαύσεις της, δια την ερήμωσίν της εξ αιτίας των κατοίκων της.
Και αυτοί οι ίδιοι έλαβον τιμωρίας κατά τας ανομίας αυτών, διότι κατεφρόνησαν
τας εντολάς μου, εδυσφόρησαν και εβαρύνθησαν τα προστάγματά μου με όλην των την
ψυχήν.
Λευ. 26,44 καὶ οὐδ᾿
ὡς ὄντων αὐτῶν ἐν τῇ γῇ τῶν ἐχθρῶν
αὐτῶν οὐχ ὑπερεῖδον αὐτούς, οὐδὲ
προσώχθισα αὐτοῖς ὥστε ἐξαναλῶσαι αὐτούς,
τοῦ διασκεδάσαι τὴν διαθήκην μου τὴν πρὸς αὐτούς·
ἐγὼ γάρ εἰμι Κύριος ὁ Θεὸς αὐτῶν.
Λευ. 26,44 Εγώ, και όταν ακόμη αυτοί ευρίσκοντο δούλοι εις την
χώραν των εχθρών των, δεν τους κατεφρόνησα, δεν τους απεστράφην, ούτε
ηγανάκτησα εναντίον των, ώστε να τους καταστρέψω και να διαλύσω την διαθήκην
μου, την οποίαν έκαμα με αυτούς. Διότι εγώ είμαι ο Κυριος και Θεός των.
Λευ. 26,45 καί μνησθήσομαι διαθήκης
αὐτῶν τῆς προτέρας, ὅτε ἐξήγαγον αὐτοὺς
ἐκ γῆς Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας ἔναντι τῶν
ἐθνῶν, τοῦ εἶναι αὐτῶν Θεός· ἐγώ
εἰμι Κύριος.
Λευ. 26,45 Θα ενθυμηθώ την υπόσχεσιν, που τους είχα δώσει
προηγουμένως, όταν ελευθέρους τους είχα βγάλει από την γην της Αιγύπτου, από
τον τόπον εκείνον της δουλείας, ενώπιον των ειδωλολατρικών εθνών, ότι θα είμαι
ο Θεός των. Εγώ είμαι ο Κυριος.
Λευ. 26,46 ταῦτα τὰ
κρίματά μου καὶ τὰ προστάγματά μου καὶ ὁ νόμος, ὃν
ἔδωκε Κύριος ἀνὰ μέσον αὐτοῦ καὶ ἀνὰ
μέσον τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἐν τῷ ὄρει
Σινά, ἐν χειρὶ Μωυσῆ.
Λευ. 26,46 Αυταί είναι αι κρίσεις μου και αι εντολαί μου και ο
νόμος, τον οποίον έδωκεν ο Κυριος μεταξύ αυτού και των Ισραηλιτών στο όρος Σινά
δια μέσου του Μωϋσέως”.
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ
27
Λευ. 27,1 Καὶ ἐλάλησε
Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων·
Λευ. 27,1 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων·
Λευ. 27,2 λάλησον τοῖς υἱοῖς
Ἰσραήλ, καὶ ἐρεῖς αὐτοῖς· ὃς ἂν
εὔξηται εὐχὴν ὥστε τιμὴν τῆς ψυχῆς αὐτοῦ
τῷ Κυρίῳ,
Λευ. 27,2 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ προς αυτούς·
Ανθρωπος, ο οποίος έταξε τον εαυτόν του στον Θεόν, επιθυμεί δε να απαλλαγή
αυτού του ταξίματος, η αξία δια την ζωήν του που θα καταβάλη στον Κυριον,
Λευ. 27,3 ἔσται ἡ τιμὴ
τοῦ ἄρσενος ἀπὸ εἰκοσαετοῦς ἕως ἑξηκονταετοῦς,
ἔσται αὐτοῦ ἡ τιμὴ πεντήκοντα δίδραχμα ἀργυρίου
τῷ σταθμῷ τῷ ἁγίῳ,
Λευ. 27,3 θα είναι δια μεν τον άρρενα, από είκοσι έως
εξήκοντα ετών, πεντήκοντα αργυρά δίδραχμα ζυγισμένα με τα ζύγια που ισχύουν
στον ιερόν τόπον (το δίδραχμον είχε βάρος 10,4 γραμμαρ.).
Λευ. 27,4 τῆς δὲ
θηλείας ἔσται ἡ συντίμησις τριάκοντα δίδραχμα.
Λευ. 27,4 Εάν όμως είναι θήλυ, η τιμή της εξαγοράς θα είναι
τριάκοντα δίδραχμα.
Λευ. 27,5 ἐὰν δὲ
ἀπὸ πεντεαετοῦς ἕως εἴκοσιν ἐτῶν, ἔσται
ἡ τιμὴ τοῦ ἄρσενος εἴκοσι δίδραχμα, τῆς δὲ
θηλείας δέκα δίδραχμα.
Λευ. 27,5 Εάν είναι από πέντε έως είκοσιν ετών, το τίμημα
της εξαγοράς του άρρενος θα είναι είκοσι δίδραχμα, του δε θήλεος δέκα δίδραχμα.
Λευ. 27,6 ἀπὸ δὲ
μηνιαίου ἕως πενταετοῦς ἔσται ἡ τιμὴ τοῦ ἄρσενος
πέντε δίδραχμα, τῆς δὲ θηλείας τρία δίδραχμα ἀργυρίου.
Λευ. 27,6 Εάν δε είναι ενός μηνός μέχρι πέντε ετών, του
άρρενος η εξαγορά θα είναι πέντε δίδραχμα αργυρά, του δε θήλεος τρία.
Λευ. 27,7 ἐὰν δὲ
ἀπὸ ἑξηκονταετῶν καὶ ἐπάνω, ἐὰν
μὲν ἄρσεν ᾖ, ἔσται ἡ τιμὴ αὐτοῦ
πεντεκαίδεκα δίδραχμα ἀργυρίου, ἐὰν δὲ θήλεια, δέκα
δίδραχμα.
Λευ. 27,7 Εάν δε είναι εξήκοντα ετών και άνω, αν μεν είναι
άρρην η τιμή της εξαγοράς αυτού θα είναι δεκαπέντε αργυρά δίδραχμα, εάν δε
είναι θήλυ, δέκα.
Λευ. 27,8 ἐὰν δὲ
ταπεινὸς ᾖ τῇ τιμῇ, στήσεται ἐναντίον τοῦ ἱερέως,
καὶ τιμήσεται αὐτὸν ὁ ἱερεύς· καθάπερ ἰσχύει
ἡ χεὶρ τοῦ εὐξαμένου, τιμήσεται αὐτὸν ὁ
ἱερεύς.
Λευ. 27,8 Εάν όμως κανείς είναι πτωχός και αδυνατή να
καταβάλη την τιμήν της εξαγοράς του, θα παρουσιασθή ενώπιον του ιερέως, και ο
ιερεύς θα κανονίση την τιμήν. Θα την κανονίση αναλόγως της οικονομικής αντοχής
αυτού, ο οποίος έκαμε το τάμα.
Λευ. 27,9 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τῶν πτηνῶν τῶν προσφερομένων ἀπ᾿
αὐτῶν δῶρον τῷ Κυρίῳ, ὃς ἂν δῷ ἀπὸ
τούτων τῷ Κυρίῳ, ἔσται ἅγιον.
Λευ. 27,9 Εάν κανείς έχη τάξει στον Κυριον ένα από τα καθαρά
πτηνά, που προσφέρονται ως θυσία, θα προσφέρη στον Κυριον αυτό τούτο το πτηνόν.
Λευ. 27,10 οὐκ ἀλλάξει
αὐτὸ καλὸν πονηρῷ, οὐδὲ πονηρὸν καλῷ·
ἐὰν δὲ ἀλλάσσων ἀλλάξῃ αὐτὸ κτῆνος
κτήνει, ἔσται αὐτὸ καὶ τὸ ἄλλαγμα ἅγια.
Λευ. 27,10 Δεν θα αντικαταστήση το καθαρόν τούτο πτηνόν με άλλο
κατώτερον ούτε το κατώτερον με άλλο καλύτερον. Εάν δε τάξης ένα από τα ζώα σου
και αλλάξης αυτό με άλλο, θα προσφέρης στον Θεόν και το ζώον που έταξες, και το
ζώον που προσέφερες ως αντάλλαγμα.
Λευ. 27,11 ἐὰν δὲ
πᾶν κτῆνος ἀκάθαρτον, ἀφ᾿ ὧν οὐ
προσφέρεται ἀπ᾿ αὐτῶν δῶρον τῷ Κυρίῳ,
στήσει τὸ κτῆνος ἔναντι τοῦ ἱερέως,
Λευ. 27,11 Εάν όμως τάξης προς τον Θεόν ζώον ακάθαρτον, από
εκείνα τα οποία δεν πρέπει να πρασφέρωνται θυσία προς τον Θεόν, θα παρουσιάσης
το ζώον ενώπιον του ιερέως,
Λευ. 27,12 καὶ τιμήσεται αὐτὸ
ὁ ἱερεὺς ἀνὰ μέσον καλοῦ καὶ ἀνὰ
μέσον πονηροῦ, καὶ καθότι ἂν τιμήσηται αὐτὸ ὁ
ἱερεύς, οὕτω στήσεται.
Λευ. 27,12 ο δε ιερεύς θα εκτιμήση αυτό κατά τα πλεονεκτήματα
και μειονεκτήματα που έχει, και κατά την εκτίμησιν του ιερέως θα κανονισθή εις
χρήμα η αξία του.
Λευ. 27,13 ἐὰν δέ
λυτρούμενος λυτρώσηται αὐτό, προσθήσει τὸ ἐπίπεμπτον πρὸς
τὴν τιμὴν αὐτοῦ.
Λευ. 27,13 Οταν, λοιπόν, θεληση ο ιδιοκτήτης του, να εξαγοράση
το ζώον του ταξίματός του, θα πληρώση την τιμήν, που καθώρισεν ο ιερεύς, εις
την οποίαν θα προσθέση και το εν πέμπτον της καθορισθείσης τιμής.
Λευ. 27,14 Καὶ ἄνθρωπος,
ὃς ἂν ἁγιάσῃ τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἁγίαν
τῷ Κυρίῳ, καὶ τιμήσεται αὐτὴν ὁ ἱερεύς,
ἀνὰ μέσον καλῆς καὶ ἀνὰ μέσον πονηρᾶς·
ὡς ἂν τιμήσηται αὐτὴν ὁ ἱερεύς, οὕτω
σταθήσεται.
Λευ. 27,14 Εάν ένας άνθρωπος θελήση να αφιερώση στον Κυριον την
οικίαν του, ο ιερεύς θα εκτιμήση αυτήν αναλόγως των πλεονεκτημάτων και
μειονεκτημάτων της και η εκτίμησις αυτή του ιερέως θα έχη υσχύν.
Λευ. 27,15 ἐὰν δὲ
ὁ ἁγιάσας αὐτὴν λυτρῶται τὴν οἰκίαν αὐτοῦ,
προσθήσει ἐπ᾿ αὐτὸ τὸ ἐπίπεμπτον τοῦ ἀργυρίου
τῆς τιμῆς, καὶ ἔσται αὐτῷ.
Λευ. 27,15 Εάν δε αυτός που έταξε την οικίαν του, θελήση να την
εξαγοράση, θα προσθέση και το εν πέμπτον της αξίας της εις άργυρον, και η οικία
θα είναι και θα μείνη ιδική του.
Λευ. 27,16 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τοῦ ἀγροῦ τῆς κατασχέσεως αὐτοῦ
ἁγιάσῃ ἄνθρωπος τῷ Κυρίῳ, καὶ ἔσται ἡ
τιμὴ κατὰ τὸν σπόρον αὐτοῦ, κόρου κριθῶν
πεντήκοντα δίδραχμα ἀργυρίου.
Λευ. 27,16 Εάν δε κανείς τάξη στον Κυριον αγρόν από την
κληρονομίαν του, η τιμή δια την εξαγοράν αυτού θα κανονισθή αναλόγως του
ριπτομένου εις αυτόν σπόρου. Εάν ο σπόρος είναι βάρους ενός κόρου (201 περίπου κιλά), θα καταβάλη πεντήκοντα
αργυρά δίδραχμα.
Λευ. 27,17 ἐὰν δὲ
ἀπὸ τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς ἀφέσεως ἁγιάσῃ
τὸν ἀγρὸν αὐτοῦ, κατὰ τὴν τιμὴν
αὐτοῦ στήσεται.
Λευ. 27,17 Εάν κανείς τάξη τον αγρόν του από την αρχήν του
έτους της αφέσεως, θα υπολογισθή ολόκληρος η αξία του,
Λευ. 27,18 ἐὰν δὲ
ἔσχατον μετὰ τήν ἄφεσιν ἁγιάσῃ τὸν ἀγρὸν
αὐτοῦ, προσλογιεῖται αὐτῷ ὁ ἱερεὺς
τὸ ἀργύριον ἐπὶ τὰ ἔτη τὰ ἐπίλοιπα,
ἕως εἰς τὸν ἐνιαυτὸν τῆς ἀφέσεως, καὶ
ἀνθυφαιρεθήσεται ἀπὸ τῆς συντιμήσεως αὐτοῦ.
Λευ. 27,18 Εάν όμως τάξη τον αγρόν του μετά το έτος της
αφέσεως, ο ιερεύς θα υπολογίση το αργύριον, που πρέπει να καταβληθή, αναλόγως
του αριθμού των ετών, τα οποία υπολείπονται μέχρι του έτους της αφέσεως και θα
αφαιρέση από την αξίαν του αγρού το σχετικόν ποσόν.
Λευ. 27,19 ἐὰν δὲ
λυτρῶται τὸν ἀγρὸν ὁ ἁγιάσας αὐτόν,
προσθήσει τὸ ἐπίπεμπτον τοῦ ἀργυρίου πρὸς τὴν
τιμὴν αὐτοῦ, καὶ ἔσται αὐτῷ.
Λευ. 27,19 Οπωσδήποτε εκείνος ο οποίος θα θελήση να εξαγοράση
τον αγρόν του ταξίματός του, θα προσθέση εις την τιμήν, που θα καθορισθή, και
το εν πέμπτον ακόμη, και έτσι ο αγρός θα είναι ιδικός του.
Λευ. 27,20 ἐὰν δὲ
μὴ λυτρῶται τὸν ἀγρόν, καὶ ἀποδῶται τὸν
ἀγρὸν ἀνθρώπῳ ἑτέρῳ, οὐκέτι μὴ
λυτρώσηται αὐτόν.
Λευ. 27,20 Εάν όμως δεν θέλη να εξαγοράση τον αγρόν του, τον
πωλήση δε βεβαρημένον, όπως είναι, εις άλλον άνθρωπον, δεν δύναται πλέον να τον
εξαγοράση·
Λευ. 27,21 ἀλλ᾿ ἔσται
ὁ ἀγρὸς ἐξεληλυθυίας τῆς ἀφέσεως ἅγιος
τῷ Κυρίῳ, ὥσπερ ἡ γῆ ἡ ἀφωρισμένῃ·
τῷ ἱερεῖ ἔσται κατάσχεσις αὐτοῦ.
Λευ. 27,21 αλλά όταν θα έλθη το έτος της αφέσεως, ο αγρός θα
είναι αφιερωμένος στον Κυριον, όπως άλλωστε όλη η γη ανήκει στον Κυριον. Ο
αγρός θα γίνη ιδιοκτησία των ιερέων.
Λευ. 27,22 Ἐὰν δὲ
ἀπὸ τοῦ ἀγροῦ οὗ κέκτηται, ὃς οὐκ
ἔστιν ἀπὸ τοῦ ἀγροῦ τῆς κατασχέσεως αὐτοῦ,
ἁγιάσῃ τῷ Κυρίῳ,
Λευ. 27,22 Εάν τάξη αγρόν, ο οποίος δεν περιήλθεν εις την
ιδιοκτησίαν του από κληρονομίαν αλλά από αγοράν,
Λευ. 27,23 ὁ ἱερεὺς
λογιεῖται πρὸς αὐτὸν τὸ τέλος τῆς τιμῆς
ἐκ τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς ἀφέσεως, καί ἀποδώσει
τὴν τιμὴν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἅγιον
τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 27,23 ο ιερεύς θα λογαριάση την αξαν του αγρού αναλόγως των
ετών, που υπολείπονται μέχρι του έτους της αφέσεως, και ο θέλων να εξαγοράση
αυτόν τον αγρόν του ταξίματός του θα καταβάλη προς τον Κυριον κατά την ημέραν
αυτήν το κανονισθέν τίμημα.
Λευ. 27,24 καὶ ἐν τῷ
ἐνιαυτῷ τῆς ἀφέσεως ἀποδοθήσεται ὁ ἀγρὸς
τῷ ἀνθρώπῳ παρ᾿ οὗ κέκτηται αὐτόν, οὗ
ἦν ἡ κατάσχεσις τῆς γῆς.
Λευ. 27,24 Κατά δε το έτος της αφέσεως ο αγρός θα αποδοθή στον
πρώτον αυτού ιδιοκτήτην, ο οποίος εκ κληρονομίας είχεν αυτόν ως ιδιοκτησίαν.
Λευ. 27,25 καὶ πᾶσα τιμὴ
ἔσται σταθμίοις ἁγίοις· εἴκοσιν ὀβολοὶ ἔσται
τὸ δίδραχμον.
Λευ. 27,25 Καθε εκτίμησις θα γίνεται σύμφωνα με τα ιερά ζύγια.
Είκοσι οβολοί θα είναι ένα δίδραχμον.
Λευ. 27,26 Καὶ πᾶν
πρωτότοκον ὃ ἐὰν γένηται ἐν τοῖς κτήνεσί σου, ἔσται
τῷ Κυρίῳ, καὶ οὐ καθαγιάσει αὐτὸ οὐδείς·
ἐάν τε μόσχον ἐάν τε πρόβατον, τῷ Κυρίῳ ἐστίν.
Λευ. 27,26 Καθε πρωτότοκον, το οποίον θα γεννήσουν τα ζώα σου
ανήκει στον Κυριον, και άρα δεν ημπορεί κανείς να το τάξη, διότι είτε μόσχος
είναι είτε πρόβατον, ανήκει στον Κυριον.
Λευ. 27,27 ἐὰν δὲ
τῶν τετραπόδων τῶν ἀκαθάρτων ἀλλάξῃ κατὰ τὴν
τιμὴν αὐτοῦ, καὶ προσθήσει τὸ ἐπίπεμπτον πρὸς
αὐτό, καὶ ἔσται αὐτῷ· ἐὰν δὲ
μὴ λυτρῶται, πραθήσεται κατὰ τὸ τίμημα αὐτοῦ.
Λευ. 27,27 Εάν τάξη ένα από τα τετράποδα ακάθαρτα ζώα, θα
ανταλλάξη αυτό με χρήματα, θα προσθέση το εν πέμπτον της αξίας επί πλέον, και
έτσι το ζώον του ταξίματος θα του ανήκη. Εάν όμως δεν το εξαγοράση, τότε αυτό
θα πωληθή εις άλλον εις την τιμήν, την οποίαν έχει ορίσει ο ιερεύς.
Λευ. 27,28 πᾶν δὲ ἀνάθεμα,
ὃ ἐὰν ἀναθῇ ἄνθρωπος τῷ Κυρίῳ ἀπὸ
πάντων, ὅσα αὐτῷ ἐστιν, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως
κτήνους καὶ ἀπὸ ἀγροῦ κατασχέσεως αὐτοῦ,
οὐκ ἀποδώσεται, οὐδὲ λυτρώσεται· πᾶν ἀνάθεμα
ἅγιον ἁγίων ἔσται τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 27,28 Καθε τι που έχει αφιερώσει κανείς προς τον Θεόν, από
όλα όσα του ανήκουν, με τάξιμον ανέκκλητον, από άνθρωπον έως ζώον και από αγρόν
της κληρονομίας του, δεν επιτρέπεται να το πωλήση εις άλλον ούτε να το
εξαγοράση. Καθε τέτοιο αφιέρωμα θα είναι αγιώτατον, αφιερωμένον οριστικώς στον
Κυριον.
Λευ. 27,29 καὶ πᾶν, ὃ
ἐὰν ἀνατεθῇ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων, οὐ
λυτρωθήσεται, ἀλλὰ θανάτῳ θανατωθήσεται.
Λευ. 27,29 Καθε άνθρωπος, ο οποίος δια ταξίματος ανεκκλήτου θα
ταχθή εξ ολοκλήρου στον Κυριον, δεν είναι δυνατόν να εξαγορασθή αλλά θα μένη
αφιερωμένος μέχρι θανάτου στον Θεόν.
Λευ. 27,30 Πᾶσα δεκάτη τῆς
γῆς ἀπὸ τοῦ σπέρματος τῆς γῆς καὶ τοῦ
καρποῦ τοῦ ξυλίνου τῷ Κυρίῳ ἐστίν, ἅγιον τῷ
Κυρίῳ.
Λευ. 27,30 Το εν δέκατον από όσα σπείρονται στους αγρούς και το
εν δέκατον από τους καρπούς των καρποφόρων δένδρων ανήκει στον Κυριον· θα είναι
αφιερωμένον εις αυτόν.
Λευ. 27,31 ἐὰν δὲ
λυτρῶται λύτρῳ ἄνθρωπος τὴν δεκάτην αὐτοῦ,
τὸ ἐπίπεμπτον προσθήσει πρὸς αὐτόν, καὶ ἔσται
αὐτῷ.
Λευ. 27,31 Εάν όμως θελήση κανείς να εξαγοράση αυτήν την
δεκάτην, θα καταβάλη επί πλέον και το εν πέμπτον της αξίας της, και η δεκάτη θα
είναι ιδική του.
Λευ. 27,32 καὶ πᾶσα
δεκάτη βοῶν, καὶ προβάτων καὶ πᾶν, ὃ ἐὰν
ἔλθῃ ἐν τῷ ἀριθμῷ ὑπὸ τὴν
ῥάβδον, τὸ δέκατον ἔσται ἅγιον τῷ Κυρίῳ.
Λευ. 27,32 Το εν δέκατον των βοών και των προβάτων, όπως επίσης
και το εν δέκατον παντός άλλου ζώου, από εκείνα που αριθμούνται με την ειδικώς
βαμμένην δι' ερυθρού χρώματος ράβδον, θα ανήκη στον Κυριον.
Λευ. 27,33 οὐκ ἀλλάξεις
καλὸν πονηρῷ, οὐδὲ πονηρὸν καλῷ· ἐὰν
δὲ ἀλλάσσων ἀλλάξῃς αὐτό, καὶ τὸ ἄλλαγμα
αὐτοῦ ἔσται ἅγιον, οὐ λυτρωθήσεται.
Λευ. 27,33 Δεν θα αντικαταστήσης το καλόν με το κατώτερον, ούτε
το κατώτερον με το καλύτερον. Εάν τυχόν και κάμης αυτήν την ανταλλαγήν, θα
αφιερώσης και τα δύο ζώα στον Κυριον και δεν επιτρέπεται να εξαγοράσης αυτά”.
Λευ. 27,34 Αὗταί εἰσιν
αἱ ἐντολαί, ἃς ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ
πρὸς τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ ἐν τῷ ὄρει
Σινά.
Λευ. 27,34 Αυταί είναι αι εντολαί, τας οποίας έδωσεν ο Κυριος
δια του Μωϋσέως προς τους Ισραηλίτας στο όρος Σινά.